Όλη αυτή η βαθύτατη κρίση των ημερών μας έρχεται εντέλει να μας οδηγήσει και στον τόπο της λησμονημένης Μεταφυσικής, με τα ερωτήματα περί του Θεού και του ανθρώπου, αλλά και της ελευθερίας. Για το Είναι και τα όντα. Αλλά και στον τόπο μιας Ηθικής προβληματικής, καθώς προκύπτει ή και μας επιβάλλεται η αναθεώρηση του τρόπου βίου και του όλου συστήματος και του οικοδομήματος των αξιών, με τις οποίες συνηθίσαμε να ζούμε.
Συνεχίζοντας σ’ αυτά που ο Γιάσπερς μας δίδαξε, στεκόμαστε στο θέμα της αναφορικότητας της υπάρξεως. Υπάρχοντας εν τω κόσμω αναφερόμαστε πρός τον Θεό και στον Κόσμο. Η ύπαρξις, με τους όρους της υπαρξακής Φιλοσοφίας, εξίσταται και διανοίγεται και αναφέρεται τόσο στον Θεό όσο και πρός τον άνθρωπο και τον κόσμο. Γι’ αυτό και η δυναμική της επικοινωνίας. Αυτά ο Γιάσπερς στην “Εισαγωγή στη Φιλοσοφία” του, μαζί με μια γενικότερη απόπειρα και πρόταση εισαγωγής στη Φιλοσοφία του ανθρώπου του 20ού αιώνος, που βίωσε τον σπαραγμό και την τραγωδία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στέκομαι, ακόμα, μιλώντας για τα Μεταφυσικά ερωτήματα του σύγχρονου αθρώπου και σε εκείνη την “Εισαγωγή στη Μεταφυσική” του Μάρτιν Χάϊντεγγερ και την συγκλονιστική διάλεξη του με το ερώτημα «Τι εστίν Φιλοσοφία»; και μαζί στα επαναλαμβανόμενα ερωτήματα του ανθρώπου για το Είναι και το μηδέν. «Γιατί να υπάρχουν τα όντα και όχι το τίποτε;» ερωτά ο Χάϊντεγγερ. Μαζί με αυτό το θεμελιώδες μεταφυσικό ερώτημα είναι όσα ακολουθούν στη συνέχεια, με τον επαναπροσδιορισμό και την επανανάγνωση της Μεταφυσικής.
Να λοιπόν, τα μεταφυσικά ερωτήματα, που επανέρχονται και πάλιν σε εποχές κρίσεως. Τον άλλο καιρό παραμένουν κρυμμένα. Θεός, Κόσμος, Άνθρωπος, Ελευθερία, Θάνατος, Ψυχή κλπ., έρχονται ξανά, εις το μέσον της κρίσεως. Μεταφυσικά ερωτήματα του ανθρώπου, που παραμένουν εντός μας και μας ακολουθούν εις τους αιώνες, καθώς ο άνθρωπος είναι ένα ον εν απορία.
Έτσι τα ψηλαφούμε ξανά όλα αυτά από την εποχή των αρχαϊκών κι εκείνη την οντολογία του Παρμενίδη, που δηλώνει κατηγορηματικά και ευθέως: Μόνο το Είναι είναι νοητόν. Το μηδέν είναι α-νόητον. Μη νοητόν. Ακατανόητον. Υπάρχει, λοιπόν, μόνο το Είναι. Το Μηδέν δεν υπάρχει. Αυτά ο Παρμενίδης ήδη από τα χρόνια της αρχαϊκής σκέψης.
Μαζί με αυτή την κατηγορηματική δήλωση του Παρμενίδη είναι και ο λόγος του και η αναφορά του στο Είναι (Απ. 8): “Σ’ αυτόν απάνω είναι σημάδια πάρα πολλά, ότι αγένωτο όντας και ανώλεθρο είναι, ολάκερο, μοναδικό και άτρεμο και τελειωμένο. Ούτε ήταν κάποτε ούτε θα είναι, γιατί είναι τώρα σύσσωμο όλο, ένα και συνεχές. Ποια γέννα του του ζητάς να βρεις; Προς που και από που ν’ αυξήθηκε; Ούτε απ’ το μη εόν, θα σε αφήσω να πεις ή να νοήσεις· γιατί ούτε να ειπωθεί ούτε να νοηθεί είναι, ότι δεν είναι…».
Το Είναι είναι, λοιπόν, είναι αγένητον και ανώλεθρον κλπ. έτσι όπως μας το παραδίδει η αρχαία μεταφυσική κι η ελληνική παράδοση.
Είναι κι εκείνο του Ξενοφάνη του Κολοφώνιου, της ελεατικής και πάλιν σχολής:
«εις θεός εν τε θεοίσι και ανθρώποισι μέγιστος,
ου τι δέμας θνητοίσιν ομοίος ουδέ νόημα».
«ούλος ορά, ούλος δε νοεί, ούλος δε τ’ ακούει.
(Απ. D. B. 23 και 24)
Είναι και όσα ακολουθούν αργότερα, με όλη εκείνη την Πλατωνική σκέψη και Φιλοσοφία και όσα αργότερα, από μια άλλη φιλοσοφική οπτική, θα υποδείξει και κωδικοποιήσει ο Αριστοτέλης στα έργο του «Μετά τα Φυσικά».
Τι είναι, λοιπόν, ο Κύριος ο Υιός και Λόγος του Θεού; Όπως μας υποδεικνύει ο Ιερός Χρυσόστομος, ως εκφραστής του Πατερικού λόγου, ο Θεός είναι «ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος, αεί ων, ωσαύτως ων», όπως και «ο μονογενής [σου] Υιός και το Πνεύμά [σου] το Άγιον»: «Άξιον και δίκαιον σε υμνείν, σε ευλογείν, σε αινείν, σοί ευχαριστείν, σε προσκυνείν εν παντί τόπω της δεσποτείας σου. Συ γαρ ει Θεός ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος, αεί ων, ωσαύτως ων, συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το Άγιον. Συ εκ του μη όντος εις το είναι ημάς παρήγαγες, και παραπεσόντας ανέστησας πάλιν, και ουκ απέστης πάντα ποιών, έως ημάς εις τον ουρανόν ανήγαγες και την βασιλείαν σου εχαρίσω την μέλλουσαν» κλπ.
Δεν ξέρω να υπάρχει πλέον σπουδαιότερος λόγος αναπαύσεως του οδυνωμένου ανθρώπου, που παραπαίει ως τις μέρες μας αμήχανος, παγιδευμένος στον ορθολογισμό του και στην αμφιβολία του και στον επαναλαμβανόμενο Σκεπτικισμό, που τον ακολουθεί.
Είναι καιρός λοιπόν να τα σκεφτόμαστε όλα αυτά και να μήν απελπιζόμαστε εις το μέσον των δεινών που ακολουθούν και συνοδεύουν τον άνθρωπο στον τόπο τούτο της φθοράς. Γιατί συχνά λησμονούμε την ανάσταση και μαζί και την δική ανάστασή μας και σωτηρία και λύτρωση από όλα τα εφιαλτικά τοπία, στα οποία μας επαναφέρουν οι αγωνιούντες και μηδενίζοντες στοχαστές της Δύσεως.
Αυτά ψηλαφώντας τα της αρχαίας οντολογίας. Αλλά και τα της ορθοδόξου παραδόσεως εν Χριστώ Ιησού, μέσα από το λόγο των Πατέρων της εκκλησίας.
Γυρίζω, λοιπόν, ύστερα από όλα αυτά τα συνοπτικά, στην εποχή που ζούμε, την εποχή της κρίσεως και της οικουμενικής πανδημίας, και σκέφτομαι πως είναι καιρός να ξαναπιάσουμε τους άξονες της ξεχασμένης και εξόριστης Μεταφυσικής, που προετοίμασε την αλήθεια της ορθοδόξου παραδόσεως, που είναι πλέον άλλης υφής και άλλης ποιότητος, καθώς πλέον μετέχουμε της Θεότητος διά του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, διά της Κοινωνίας και της Μεταλήψεως. Κι αυτό είναι ή συνιστά την απόλυτη ανατροπή. Και την ελπίδα μας εν τω κόσμω. όλα τα άλλα έρχονται και παρέρχονται.
Δρ. Νίκος Ορφανίδης, φιλόλογος – λογοτέχνης