Προσευχή - Point of view

Εν τάχει

Προσευχή





  Η προσευχή αποτελεί ενεργή προσπάθεια να επικοινωνήσει ο άνθρωπος με μια θεότητα ή πνεύμα, περιλαμβανομένου του μονοθεϊστικού Θεού, με τους Αγίους, με θεούς που είναι μέρος ενός πανθέου ή με άλλους. Περιλαμβάνει την προσφορά αίνου, την υποβολή αιτημάτων (δεήσεων), την εξομολόγηση αμαρτιών ή απλά την έκφραση των σκέψεων και των συναισθημάτων. Οι λέξεις μιας προσευχής μπορεί να αποτελούνται από συγκεκριμένους ύμνους ή ξόρκια, ή να αποτελούν αυθόρμητη λεκτική διατύπωση του ατόμου.

Κατηγορίες προσευχής

Οι τρόποι να προσεύχεται κανείς είναι πολλοί και στη δυτική κουλτούρα καταγράφονται ως και 21. Όλοι αυτοί φαίνονται να μπορούν να προέρχονται συνδυαστικά από 4 βασικές κατηγορίες, σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα αξιολόγησης. Αυτές είναι οι εξής: 
  1. «Καθημερινή» προσευχή (Colloquial Prayer): Είναι η προσευχή που εκτελείται τυπικά ως μια φυσική πράξη καθημερινότητας. Ζητείται από το θείο καθοδήγηση, ευλογία, συγχώρεση, απάλυνση των πόνων του κόσμου και γίνεται συνήθως με λόγια του καθενός του ιδίου προς το θείο.
  2. «Απαιτητική» προσευχή (Petitionary Prayer): Γίνεται απαίτηση στο θείο για «διεκδίκηση δικαιωμάτων» για τον ίδιο ή άλλα πρόσωπα όπως θεραπεία, σωτηρία, υλικά αγαθά κλπ για το παρόν και για το μέλλον. Μια ιδιαίτερη εκδοχή της προσευχής αυτής είναι η «διαπραγμάτευση» με το θείο προκειμένου να πραγματοποιηθεί μια ευχή υπό τους όρους μιας προσφοράς (κάνε μου αυτό κι εγώ θα κάνω εκείνο).
  3. Τελετουργική προσευχή (Ritualistic Prayer): Υμνείται το θείο και του αποδίδονται μεγαλείο και τιμές με απαγγελίες στίχων.
  4. Διαλογισμική προσευχή (Meditative Prayer): Είναι προσευχή χωρίς λόγια που φέρνει την αίσθηση της ύπαρξης του θείου, αντανακλά την εικόνα του θείου όπως πηγάζει από τις γραφές, γίνεται λατρεία του και πολλές φορές αποζητείται διάλογος με το θείο.


Προσευχές πέραν των δυτικών προτύπων κατηγοριοποίησης


Σε μοναστήρια του κεντρικού Θιβέτ η προσευχή δεν γίνεται με λόγια, δεν απαγγέλλεται, αυτός που προσεύχεται δεν απαιτεί και δεν παζαρεύει πράξη από το θείο προς όφελος του ιδίου ή άλλων, ούτε αποζητείται ο διάλογος με το θείο. Κατά τη θιβετιανή αυτή προσευχή σχηματίζεται στο νου η προβολή της πραγματοποίησης της εικόνας που εύχεται ο προσευχόμενος, ο οποίος βιώνει αίσθηση πραγματοποίησης της ευχής του με σκοπό η «αίσθηση» αυτή να αντανακλάται και να επηρεάζει τελικά την ίδια την πραγματικότητα. Αυτός ο τύπος προσευχής φαίνεται να υπήρχε στα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού, πριν την αναπροσαρμογή των βιβλικών κειμένων το 325 μ.Χ. όπως φαίνεται στα Χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας. Επίσης ο ίδιος τύπος προσευχής εμφανίζεται στις ερήμους της αμερικάνικης νοτιοδυτικής υπαίθρου.


Στην Αγία Γραφή

Στην Αγία Γραφή, αυτή η ευλαβική επικοινωνία μπορεί να απευθύνεται είτε προς τον αληθινό Θεό είτε προς ψεύτικους θεούς. Λόγια που απευθύνονται στον Θεό δεν αποτελούν απαραίτητα προσευχή, όπως γίνεται φανερό από την εξαγγελία κρίσης στον κήπο της Εδέμ και στην περίπτωση του Κάιν. (Γένεση 3:8-13· 4:9-14) «Όλη η ανθρωπότητα έρχεται σε Εσένα, Εσύ που ακούς προσευχή», ανέφερε για τον Θεό ο Δαβίδ. (Ψαλμός 64:3/65:2,)
Ανάμεσα στις πιο αξιοσημείωτες προσευχές που καταγράφονται στη Γραφή είναι του Ιακώβ (Γέν 32:9-12), του Μωυσή (Δευτ 9:25-29), του Ιώβ (Ιώβ 1:21), της Άννας (1 Σαμ/1 Βασ 2:1-10), του Δαβίδ (2 Σαμ/2 Βασ 7:18-29· 1 Χρον/1 Παραλ 29:10-19), του Σολομώντα (1 Βασιλ/3 Βασιλ 3:6-9· 8:22-61), του Ασά (2 Χρον/2 Παραλ 14:11), του Ιωσαφάτ (2 Χρον/2 Παραλ 20:5-12), του Ηλία (1 Βασιλ/3 Βασιλ 18:36, 37), του Ιωνά (Ιωνάς 2:1-9), του Εζεκία (2 Βασιλ/4 Βασιλ 19:15-19), του Ιερεμία (Ιερ 20:7-12· το Βιβλίο των Θρήνων), του Δανιήλ (Δαν 9:3-21), του Έσδρα (Έσδ 9:6-15), του Νεεμία (Νε 1:4-11), κάποιων Λευιτών (Νε 9:5-38), του Αββακούμ (Αβ 3:1-19), του Ιησού (Ιωάν 17:1-26· Μάρκ 14:36) και των μαθητών του Ιησού (Πραξ 4:24-30).
Εντούτοις, υπάρχουν προσευχές τις οποίες ο Θεός αρνείται να εισακούσει. Για παράδειγμα, αναφέρει ο Σολομών: «Όποιος απομακρύνει το αφτί του από το να ακούει το νόμο—ακόμη και η προσευχή του είναι κάτι απεχθές». (Παροιμίες 28:9,) Στο βιβλίο του Ησαΐα, ο ίδιος ο Ιεχωβά λέει: «Όταν υψώνεται τα χέρια σας, κλείνω τα μάτια μου να μη σας βλέπω. Κι όταν απανωτές λέτε τις προσευχές σας, εγώ δεν τις ακούω, γιατί τα χέρια σας είναι στο αίμα βουτηγμένα».  (Ησαΐας 1:15,)



Νοερά προσευχή λέγεται η προσευχή που γίνεται με το νου. Αυτή είναι, κατά την ορθόδοξη χριστιανική θεολογία, η τέλεια προσευχή, που κατορθώνεται όταν ο νους ελευθερωθεί από την υποδούλωσή του στη λογική, τα πάθη και τον περιβάλλοντα κόσμο, και επιστρέψει στην καρδιά. Έτσι, η νοερά προσευχή γίνεται με το νου μέσα στην καρδιά, ενώ η λογική προσευχή γίνεται με τη λογική. Στα πλαίσια της Ορθοδοξίας ο όρος "νοερά προσευχή" αναφέρεται συνήθως στην μονολόγιστη ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Αυτή είναι μια προσευχή που μπορεί κανείς να λέει κάθε στιγμή, αλλά και σε δύσκολες στιγμές, της ζωής του νοερά και ιδιαίτερα όταν βρίσκεται εκτός ναού. Με αυτήν ο Χριστιανός ζητά το έλεος και την αγάπη του Θεού Πατέρα μέσω του Υιού.


Τα τρία είδη προσευχής


 Θα έλεγα να κάνουμε τριών ειδών προσευχή. Και, ει δυνατόν, κάθε φορά να κάνουμε και από τα τρία είδη. Ή, αν όχι κάθε φορά, τουλάχιστον κάθε μέρα. Αν δεν κάναμε το πρωί, μπορούμε να κάνουμε το βράδυ.
Κατ’ αρχήν οπωσδήποτε πρέπει ο χριστιανός να προσεύχεται από τα βιβλία της Ορθοδοξίας. Τον Συνέκδημο, το Ωρολόγιο ή μικρά βιβλιαράκια που κυκλοφορούν. Η εωθινή προσευχή, ο εξάψαλμος, το απόδειπνο είναι προσευχές. Το απόγευμα μπορούμε να πούμε κάτι από τον εσπερινό. Αυτές είναι οι έτοιμες προσευχές.
Το δεύτερο είδος. Να σημειώσετε, παρακαλώ, αυτό που θα πω, και αν κανείς δεν το έκανε, από τώρα να το κάνει. Οπωσδήποτε χρειάζεται κάθε φορά, έστω λίγα λεπτά, να κάνουμε προσευχή με δικά μας λόγια. Αν υποθέσουμε ότι ένας αφιερώνει στην προσευχή μία ώρα την ημέρα, για ένα τέταρτο τουλάχιστον ή έστω για δέκα λεπτά από αυτή την ώρα η προσευχή του να είναι προσευχή με δικά του λόγια. Δεν θα την πω αυτοσχέδια προσευχή, γιατί είναι λίγο παρεξηγημένη η φράση αυτή· πάντως να είναι δική του προσευχή, προσευχή με δικά του λόγια.
Να εκδηλώσει με τα λόγια του αυτά τον πόνο του, τον καημό του, τον πόθο του, τη λαχτάρα του, τη μετάνοιά του, την ταπείνωσή του. Και μέσα σ’ αυτή την προσευχή οπωσδήποτε θα βάλει κανείς προσευχή όχι μόνο για τον εαυτό του αλλά και για τους γονείς του και για τα παιδιά του και για τους γνωστούς του, τους φίλους του και για τους κεκοιμημένους. Οπωσδήποτε κάθε ημέρα να προσευχόμαστε λίγο με δική μας προσευχή, να κάνουμε προσευχή με δικά μας λόγια.
Και το τρίτο είδος. Οπωσδήποτε κάθε ημέρα να προσευχόμαστε και με τη νοερά προσευχή, να λέμε δηλαδή την ευχή: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν, ελέησόν με την αμαρτωλήν. Να μην αφήνουμε να περνάει ημέρα που να μην τη λέμε· και όπως είπαμε, μπορούμε να τη λέμε και κάθε στιγμή.
Η έτοιμη προσευχή είναι έτοιμα λόγια, και προσπαθούμε να προσέξουμε αυτά τα λόγια, να κλείσουμε εκεί τον νου μας· προσπαθούμε να βάλουμε τα λόγια στον νου μας, τον νου μας στα λόγια, στο νόημα των λέξεων, και όλα αυτά να τα βάλουμε μέσα στην καρδιά μας, και έτσι να προσευχηθούμε. Βέβαια, όταν προσεύχεσαι με τα έτοιμα λόγια, μπορεί να ξεφεύγεις από δω και από κει, καθώς υπάρχει μια ποικιλία.
Όταν θελήσεις να πεις προσευχή με δικά σου λόγια, θέλεις δεν θέλεις, θα προσευχηθείς· δεν γίνεται αλλιώς. Βέβαια, όταν λες προσευχή με δικά σου λόγια,  μπορεί να κάνεις και λίγο τον έξυπνο.
Όταν λες τη νοερά προσευχή, επειδή επαναλαμβάνει κανείς τα ίδια λόγια, τα ίδια και πάλι τα ίδια –όταν προσευχηθείς δέκα λεπτά, θα πεις αρκετές φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν»– ή θα τη λες απλώς μόνο με τα χείλη σου, και το μυαλό θα φεύγει και δεν θα είναι εκεί, και συνεπώς δεν κάνεις τίποτε. Ή, αν προσπαθήσεις να προσέχεις τα λόγια, το νόημα των λέξεων, θέλεις δεν θέλεις, θα σταθείς ενώπιον του Θεού, θα γυμνωθείς, θα ταπεινωθείς ενώπιόν του, θέλεις δεν θέλεις, θα ζητήσεις το έλεος του Θεού, θέλεις δεν θέλεις, θα γίνεις τίμιος, ειλικρινής με τον Θεό. Δεν χωράει δηλαδή εκεί υποκρισία ή να ξεφεύγεις από δω κι από κει. Οπότε, θα κάνεις σωστή προσευχή.
Για τους λόγους λοιπόν αυτούς πρέπει, παρακαλώ, να αφοσιωνόμαστε κάθε φορά και στα τρία αυτά είδη της προσευχής. Λίγο από το ένα, λίγο από το άλλο και λίγο από το άλλο. Και καλό είναι, έως ότου να μάθουμε να προσευχόμαστε, όλες τις προσευχές, και εκείνες που θα διαβάζουμε από το βιβλίο και εκείνες που θα πούμε με δικά μας λόγια και τη νοερά προσευχή, να τις λέμε φωναχτά, ώστε να τις ακούμε. Βέβαια, δεν είναι ανάγκη να τις ακούσουν άλλοι, αλλά να τις ακούμε εμείς, έως ότου να μάθουμε να προσευχόμαστε.
Δεν είναι απόλυτο αυτό. Ένας μπορεί να είναι τώρα προχωρημένος, και να μη χρειάζεται να τις λέει φωναχτά. Αλλά όμως, έως ότου να μάθει ο άνθρωπος να προσεύχεται, πρέπει να τις λέει φωναχτά, προπαντός την ευχή. Να λες: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», και να την ακούς με τα αυτιά σου. Όταν τη λες την ευχή και την προσέχεις, δεν μπορείς να παίζεις. Ή θα την παρατήσεις, ή, αν έχεις λίγο φιλότιμο, θα συνεχίσεις και, εφόσον θα συνεχίσεις, θα μείνει μέσα σου η ευχή.




Pages