Οι εγκληματίες επινόησαν τη δικαιοσύνη και για να εξασφαλίσουν το σεβασμό θεσπίσανε τη λαιμητόμο - Point of view

Εν τάχει

Οι εγκληματίες επινόησαν τη δικαιοσύνη και για να εξασφαλίσουν το σεβασμό θεσπίσανε τη λαιμητόμο






  ..Μάθανε να λένε ψέμματα και τους άρεσε το ψέμα, και μάθανε την ομορφιά του ψέματος. Ίσως όλα αυτά να αρέσανε πολύ αθώα, για τ’ αστεία, από απλή φιλαρέσκεια, σαν ένα ευχάριστο παιχνίδι, και ίσως πραγματικά εξ αιτίας κάποιου μορίου, μα αυτό το μόριο εισχώρησε μέσα στην καρδία τους και τους φάνηκε ευχάριστο.


Ύστερα από λίγο γεννήθηκε η ηδυπάθεια, η ηδυπάθεια γέννησε τη ζηλοτυπία, η ζηλοτυπία τη σκληρότητα… Α! δεν ξέρω δεν θυμάμαι μα σε λίγο, πολύ γρήγορα χύθηκε το πρώτο αίμα: αυτό τους κατέπληξε, τους τρόμαξε, κι άρχισαν να απομακρύνονται ο ένας από τον άλλο και να χωρίζονται. Σχηματίστηκαν συμμαχίες, μα εναντίων των άλλων. Ακούστηκαν μομφές και κατηγορίες.

Μάθανε τι είναι ντροπή και κάνανε αρετή τη ντροπή. Τους γεννήθηκε μέσα τους το αίσθημα της τιμής και κάθε συμμαχία ύψωσε πάνω της το λάβαρο της.


Άρχισαν να κακομεταχειρίζονται τα ζώα και τα ζώα φύγανε από κοντά τους για να κρυφτούν μέσα στα δάση και τους εχθρεύτηκαν. Άρχισε ένας αγώνας για την ιδιοτέλεια, τον ατομικισμό, την προσωπικότητα, τη διάκριση του δικού μου και τού δικού σου.

Άρχισαν να μιλούνε διαφορετικές γλώσσες. Μάθανε τη θλίψη και αγαπήσανε τη θλίψη. Ποθήσανε την οδύνη και είπανε πως μόνο με την οδύνη αποκτιέται η αλήθεια.

Σαν γίνανε κακοί τότε άρχισαν να μιλάνε για την αδελφοσύνη και τον ανθρωπισμό και τότε καταλάβανε αυτές τις ιδέες. Σαν γίνανε εγκληματίες τότε επινόησαν τη δικαιοσύνη και θεσπίσανε πλήρεις κώδικες για να τη διατηρήσουν, κι ύστερα για να εξασφαλίσουν το σεβασμό για αυτούς τους κώδικες θεσπίσανε τη λαιμητόμο.



Τώρα πια πολύ αμυδρά θυμούνται αυτά που είχαν χάσει, και μάλιστα δεν θέλουνε να πιστέψουν πώς άλλοτε ήταν αθώοι και ευτυχισμένοι. Κορόιδευαν αδιάκοπα το ότι μπορεί παλιότερα να ήταν ευτυχισμένοι και λέγανε πως ήταν όνειρο.


Και μάλιστα δεν μπορούσαν να το φανταστούν αισθητά και εικονικά, κι όμως, τι θαυμαστό, τι παράξενο πράγμα, μ’ όλο που είχαν χάσει την πίστη τους στην παλιά ευτυχία, μ’ ολο που λέγανε πως ήταν παραμύθι για μωρά παιδιά, ωστόσο τόσο μεγάλη ήταν η επιθυμία τους να ξανακατακτήσουν την αθωότητα και την ευτυχία που γονατίσανε μπροστά στους πόθους της καρδιάς τους, χτίσανε ναούς και προσεύχονταν στην ιδέα τους, στην "επιθυμία" τους μ’ όλο που ξέρανε πως ήταν απραγματοποίητη, μα δεν παύανε να τη λατρεύουν με προσευχές, και δάκρυα.

Κι όμως αν μπορούσαν να ξαναγυρίσουν σ’ αυτή την κατάσταση αθωότητας και την ευτυχίας που είχαν χάσει κι αν τους έδειχναν αμυδρά και τους ρωτούσαν αν πραγματικά θέλανε να ξαναγυρίσουν – σίγουρα θα αρνιόνταν….

_______________________

~Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Το όνειρο ενός γελοίου ανθρώπου.

 via

Pages