«Η υπερβολική ευθιξία είναι έκφραση ενός αισθήματος κατωτερότητας» (Άλφρεντ Άντλερ)
Ο Αυστριακός ψυχίατρος διατύπωσε την παραπάνω φράση προκειμένου να ερμηνεύσει το γιατί κάποιοι άνθρωποι είναι υπερβολικά εύθικτοι. Τι στα αλήθεια όμως σημαίνει να είναι κάποιος εύθικτος; Εύθικτος, λοιπόν, είναι αυτός που νιώθει προσβεβλημένος με το παραμικρό από τα λόγια ή τις πράξεις των άλλων.
Υπάρχουν εσφαλμένοι και ορθοί τρόποι με τους οποίους μπορεί να είναι κανείς ευαίσθητος. Το να είναι κάποιος ευαίσθητος μ’ έναν εσφαλμένο τρόπο είναι αδυναμία, ένδειξις ανωριμότητας, βέβαιο ελάττωμα. Το να είναι κανείς ευαίσθητος με τον ορθό τρόπο, δείχνει δύναμη, είναι μία ένδειξις ωριμότητας.
Συνεχώς συναντούμε ανθρώπους οι οποίοι είναι ευαίσθητοι μ’ έναν εσφαλμένο τρόπο. Αυτού του είδους η ευαισθησία μερικές φορές αποκαλείται ευθιξία.
«Ας με κτυπά ο δίκαιος· τούτο θέλει είσθαι έλεος· και ας με ελέγχη· τούτο θέλει είσθαι μύρον εξαίρετον δεν θέλει βλάψει την κεφαλήν μου.» (Ψαλμ. 140:5)
Ο Άντλερ αναφέρεται στην υπερβολική ευθιξία, δηλαδή στα άτομα που «πιάνονται» όπως συνηθίζουμε να λέμε στη γλώσσα του συρμού από την οποιαδήποτε άτυχη, απρόσεκτη χρήση μιας λέξης ή φράσης και ανακινούν ένα ολόκληρο ζήτημα περί προσωπικής επίθεσης ή και ασέβειας προς το πρόσωπό τους.
Κάποιες φορές η χρήση των λέξεων δεν είναι ούτε ατυχής ούτε απρόσεκτη και τότε τα υπερβολικά εύθικτα άτομα «πιάνονται» με το ύφος της γενικότερης φρασεολογίας του άλλου. Τα υπερβολικά εύθικτα άτομα είναι αποφασισμένα να επικρίνουν το μήνυμα του άλλου, να επιδιώξουν ηθική αποζημίωση για την προσβολή που υπέστησαν, ούτως ώστε να αποκατασταθεί η αξιοπρέπειά τους.
Δε διστάζουν να διορθώσουν τον άλλο, υποβάλλοντάς τον σε μια διαδικασία λογοκρισίας, υπό το βάρος μια δήθεν λεκτικής ορθότητας, που θα έπρεπε να διακρίνει κάθε άνθρωπο.
Κάποιες φορές η χρήση των λέξεων δεν είναι ούτε ατυχής ούτε απρόσεκτη και τότε τα υπερβολικά εύθικτα άτομα «πιάνονται» με το ύφος της γενικότερης φρασεολογίας του άλλου. Τα υπερβολικά εύθικτα άτομα είναι αποφασισμένα να επικρίνουν το μήνυμα του άλλου, να επιδιώξουν ηθική αποζημίωση για την προσβολή που υπέστησαν, ούτως ώστε να αποκατασταθεί η αξιοπρέπειά τους.
Δε διστάζουν να διορθώσουν τον άλλο, υποβάλλοντάς τον σε μια διαδικασία λογοκρισίας, υπό το βάρος μια δήθεν λεκτικής ορθότητας, που θα έπρεπε να διακρίνει κάθε άνθρωπο.
Τα υπερβολικά εύθικτα άτομα καθώς διέρχονται το στάδιο αυτό της λογοκρισίας του άλλου, ξεχνούν ή δεν αντιλαμβάνονται επακριβώς ότι αυτό που κάνουν στον άλλο, είναι ακριβώς αυτό για το οποίο διαμαρτύρονται, δηλαδή κατά μία έννοια αμύνονται μέσω της επίθεσης, μιας επίθεσης προς τον άλλο.
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η χρήση της γλώσσας δεν είναι στο ίδιο επίπεδο δεξιοτεχνίας για όλους τους ανθρώπους, μιας και εξαρτάται από μορφωτικούς, κοινωνικούς, ατομικούς και άλλους παράγοντες και ως εκ τούτου κάποιες φορές και το νόημα των λέξεων δεν είναι το ίδιο για όλους τους ανθρώπους, αλλά παρουσιάζει ένα εύρος ξεχωριστό για τον καθένα.
Επίσης, η λογοκρισία γίνεται στη βάση υποκειμενικών και όχι αντικειμενικών κριτηρίων. Πώς μπορεί, λόγου χάρη, να είναι κανείς βέβαιος για το ποιο ακριβώς είναι το ύφος κάποιου, όταν αυτός ο κάποιος που μιλά κρύβει το γεγονός ότι στέκεται όρθιος με πυρετό, ή ότι δεν κοιμήθηκε καθόλου τη νύχτα ή γιατί αισθάνεται απλώς κουρασμένος λόγω υπερβολικού φόρτου εργασίας των τελευταίων ημερών. Επιπροσθέτως, τα υπερβολικά εύθικτα άτομα δεν αντιλαμβάνονται πως στην προσπάθειά τους να αμυνθούν απέναντι στους άλλους απλώς προβάλλουν στους άλλους όσα δε θέλουν να δεχτούν για τον εαυτό τους.
Στην ψυχανάλυση, ο μηχανισμός αυτός άμυνας ονομάζεται «προβλητική ταύτιση» κατά τη Μέλανι Κλάιν και με απλά λόγια αυτό που θέλει να μας πει είναι ότι ο άλλος δεν είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από έναν καθρέφτη του εαυτού μας.
Στην ψυχανάλυση, ο μηχανισμός αυτός άμυνας ονομάζεται «προβλητική ταύτιση» κατά τη Μέλανι Κλάιν και με απλά λόγια αυτό που θέλει να μας πει είναι ότι ο άλλος δεν είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από έναν καθρέφτη του εαυτού μας.
Ίσως, τελικά, κάθε φορά που κάνουμε κρίσεις για τους άλλους και τους «ετικετοποιούμε», κατά κάποιο τρόπο χαρακτηρίζοντάς τους είτε θετικά είτε αρνητικά να πρέπει να σκεφτούμε μήπως πίσω από αυτές τις κρίσεις μας βρίσκονται όλες εκείνες οι ανομολόγητες ή ανείπωτες ή ασυνείδητες σκέψεις που κάνουμε για τον εαυτό μας.
Κατ’ αυτή την έννοια, η υπερβολική ευθιξία αποτελεί πράγματι έκφραση ενός αισθήματος κατωτερότητας, διότι στην προσπάθειά μας να διορθώσουμε τους άλλους αυτό που επιθυμούμε κατά βάθος είναι να γίνουμε έστω για λίγο το επίκεντρο και να βεβαιωθούμε ότι θα αντιμετωπιστούμε ως ίσος προς ίσους.
Κατ’ αυτή την έννοια, η υπερβολική ευθιξία αποτελεί πράγματι έκφραση ενός αισθήματος κατωτερότητας, διότι στην προσπάθειά μας να διορθώσουμε τους άλλους αυτό που επιθυμούμε κατά βάθος είναι να γίνουμε έστω για λίγο το επίκεντρο και να βεβαιωθούμε ότι θα αντιμετωπιστούμε ως ίσος προς ίσους.