Με τον ελληνικό όρο κάθαρση, (καθαρεύουσα: η κάθαρσις, της καθάρσεως), χαρακτηρίζεται η πράξη ή το αποτέλεσμα του ρήματος καθαίρω, που σημαίνει απαλλαγή από κάτι ξένο ή βλαβερό. Συνώνυμες έννοιες είναι ο καθαρμός και ο εξαγνισμός. Ο όρος αυτός απαντάται με διαφορετική σημασία στην ιατρική, την υγιεινή, το θέατρο και συγκεκριμένα στην τραγωδία, και σπουδαιότερα όλων στις διάφορες θρησκείες. Σημειώνεται όμως ότι τόσο στο θέατρο όσο και στις θρησκείες η κάθαρση αποτελεί μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία.
Ο αναφερόμενος σε κάθαρση λέγεται γενικά “καθαρτήριος” ο δε τόπος που επιχειρείται συνηθέστερα αυτή, λέγεται “καθαρτήριο” (στην υγιεινή λοιμοκαθαρτήριο) ενώ το μέσον δια του οποίου επιχειρείται αυτή, ονομάζεται “καθαρτήρας” ή “καθαρτικό” (στην ιατρική) και στην αρχαιότητα «κάθαρμα».
Εννοιολογικά ο όρος ΚΑΘΑΡΣΗ προσδιορίζεται ως απολύτρωση της ανθρώπινης ψυχής από εγγενή ή επίκτητα στοιχεία, που εμποδίζουν την ισορροπημένη λειτουργία της. Είναι μια εξαγνιστική στη φύση της διαδικασία, κατά την οποία η ψυχή μπορεί να απαλλαγεί από τα περιττά στοιχεία που απέκτησε επιτελώντας τις λειτουργίες της [1]. Ήταν, επίσης, και είναι απαραίτητη για την εισδοχή τόσο στα αρχαία όσο και στα σύγχρονα μυστήρια, που στόχο είχαν και έχουν την ένωση της ψυχής με τη θεία όψη της ύπαρξης.
Ο μέγας αυτός μύστης επέβαλε πρακτικά στους μαθητές του την άσκηση της αυτογνωσίας.
Κατά τον Ιάμβλιχο (του 3ου μ.Χ. αιώνα), οι μαθητές του ήσαν:
- Οι ακουστικοί (άκουγαν μόνο, δεν ρωτούσαν τίποτε, δεν έλεγαν τίποτε).
– Οι μαθηματικοί (η φιλοσόφηση γινόταν με αριθμούς, ως σύμβολα ερμηνευόμενα).
– Οι φυσικοί (ανώτερου βαθμού, εισάγονταν σε πληρέστερη γνώση της φύσης και των όντων) και
– Η τέταρτη τάξη: αυτοί που κατείχαν την ανώτατη μύηση και γνώση.
Ασκούντο σε μυστηριακές αρετές, πρώτα της σιγής (να σιωπούν) και της εχεμύθειας (να κρατούν απόλυτα μυστικά απ” τους άλλους ό,τι άκουγαν ή διδάσκονταν και μάθαιναν).
Μ” αυτά κατόρθωναν τη θεληματική χρήση του Νου, ηρεμία, αταραξία, αυτόβουλη κατεύθυνση της σκέψης, όπου η ηθική και η λογική απαιτούν και όχι όπου το συναίσθημα (η συγκίνηση) και η τυχαία παρόρμηση απ” τους ερεθισμούς. Επιδίωκαν και την καταστολή των ορμών, των επιθυμιών, των ορέξεων και γενικά των παθών και όλων όσων αποτελούν εμπόδιο στην αυτογνωσία.
Επέβαλε έπειτα ο Πυθαγόρας στους μαθητές του να εφαρμόζουν στη ζωή τους τις αρετές:
α) της ευσέβειας. «Θεόν τίμα, πρώτα και σέβου».
β) της ευορκίας. «Σέβου όρκον» που θα πει συνέπεια και ακριβή τήρηση του όρκου που δόθηκε, αλλά και κάθε υπόσχεσης.
γ) τιμή προς τους γονείς. «Τους γονείς τίμα».
δ) της εγκράτειας. «Ειθίζεο, γαστρός μεν πρώτιστα και ύπνου, λαγνείας, θυμού…», δηλ. να συνηθίζεις να κυριαρχείς στις επιθυμίες πρώτα, πρώτα του φαγητού και του ποτού, του ύπνου, των αφροδισίων, της οργής (θυμού). Απόφευγε τις αισχρές πράξεις και με άλλους και μόνος.
ε) της δικαιοσύνης. «Δικαιοσύνην ασκείν έργω τε λόγω τε».
στ) να γνωρίζουν ότι πεπρωμένο είναι όλοι ανεξαιρέτως να πεθαίνουν. `Αρα να είναι πάντα έτοιμοι, αγνοί και ενάρετοι. «Γνώθι θανέειν, πέπρωται άπασι».
ζ) της λιτότητας. «Υγείας της περί το σώμα χρη έχειν· αλλά μέτρον (το κανονικό ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο) ποτού, σίτου, γυμνασίων». `Αριστη συμβουλή και προτροπή.
η) η ελευθερία, μεγάλο αγαθό· αρετή η διαφύλαξή της. «Μηδέ ανελεύθερον ίσθι· επί πάσι μέτρον άριστον».
θ) δια της προσευχής κατάκτησε μεγάλες δυνάμεις. Αλλά αναλάμβανε με θάρρος το έργο αφού προσευχηθείς στο Θεό να σε βοηθήσει να τελειώσεις. «Αλλ” έρχου επ” έργον θεοίσιν επευξάμενος τελέσαι».
ι) Δια της καθάρσεως του σώματος και της ψυχής σώζεται το Εγώ.
ια) συνεχής επιδίωξη της φρόνησης. «Ηνίοχον γνώμιν στήσας καθύπερθεν αρίστην» δηλ. πάνω απ” όλα ας έχεις άριστο κυβερνήτη το νου.
Το κορύφωμα όμως της πρακτικής εφαρμογής της αυτογνωσίας απ” τους Πυθαγόρειους κατορθωνόταν με τον αυτοέλεγχο κάθε βράδυ πριν τον ύπνο με τα πολυθρύλητα τρία ερωτήματα: Οι περίφημοι αυτοί στίχοι των «χρυσών επών» (στίχ. 40-45) έχουν ως εξής:
ιβ) «Μηδ” ύπνον μαλακοίσιν επ” όμμασι προσδέξασθαι. Πριν των ημερινών έργων λογίσασθαι έκαστον·΄Πη παρέβην; Τι δ” έρεξα; Τι μοι δέον ούκ ετελέσθη; Αρξάμενος δ” από πρώτου επέξιθι και μετέπειτα. Δεινά μεν εκπρήξας επιπλήσσεο· χρηστά δε τέρπου. Ταύτα πόνει· ταύτ” εκμελέτα· τούτων χρη εράν σε».
Δηλ. κατά πιστή και κατά λέξη μετάφρασή μας: μη δεχθείς ποτέ στα μάτια σου τον ύπνο πριν εξετάσεις προσεκτικά ένα ένα τα έργα της ημέρας εκείνης ρωτώντας τον εαυτό σου: σε ποια έσφαλα; Τι καλό έκανα; Τι έπρεπε να κάνω και το παρέλειψα;
Αφού αρχίσεις από το πρώτο έργο της ημέρας προχώρα μέχρι το τελευταίο. Έπειτα από τον έλεγχο να επιπλήττεις (καταδικάζεις) τον εαυτό σου για τις κακές πράξεις για δε τις καλές να ευχαριστιέσαι ολόψυχα. Μ” αυτά ασχολήσου, αυτά μελέτα με προσοχή, αυτά είναι ανάγκη να αγαπήσεις με ζήλο. Τα σχόλια περιττεύουν.
Μόνο η περικοπή αυτή, απ” τη διδασκαλία των Πυθαγορείων αν παρέμενε, θα ήταν ικανή να δείξει το υπέροχο ηθικό της ύψος. Κι όμως πέρασαν 2500 χρόνια και τη θαυμάσια αυτή μέθοδο, της ανύψωσης του Εγώ σε μεγαλειώδη θέση, με τον αυτοέλεγχο και την καθημερινή αυτοκριτική, δεν επιχείρησαν να εφαρμόσουν οι παιδαγωγοί στην εκπαίδευση των νέων.
Δεν είναι παράδοξο. Η καθολίκευση της εκπαίδευσης μόλις απ” τις αρχές του 19ου αιώνα άρχισε και στον 20ό επιβλήθηκε συστηματικότερα. Έπειτα κατά τους δυο αυτούς τελευταίους αιώνες οι επιστημονικές επιτυχίες των ερευνητών στις θετικές λεγόμενες επιστήμες θάμπωσαν τους συντάκτες των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και πίστεψαν στην παντοδυναμία της ετερογνωσίας και για την αυτογνωσία δεν έμεινε θέση…
Να μια σημαντική και κεφαλαιώδης ατέλεια των εκπαιδευτικών μας προγραμμάτων όλων των βαθμίδων.
Είναι ακατανόητο όσο και απαράδεκτο να αφιερώνονται τόσοι κόποι και μόχθοι και δαπάνες και αγωνίες και να δοκιμάζονται πικρίες και απογοητεύσεις για την ετερογνωσία και για την αυτογνωσία, αυτό τούτο το «νοούν», το εκλεκτό και το μεγάλο και το θείο Εγώ, να μη διατίθενται ούτε λίγα λεπτά της ώρας κάθε μέρα.
Επιβάλλεται σήμερα, όταν ο άνθρωπος έχει τέτοιες καταπληκτικές επιτυχίες στην ετερογνωσία, να στραφεί και στην αυτογνωσία. Τι ωφελεί αν οι επιστήμονες πέτυχαν να «ζυγίσουν» τα άστρα και να υπολογίζουν το βάρος τους ή να μετρούν τον αριθμό των πρωτονίων και των ηλεκτρονίων των ατόμων της ύλης και με τη διαταραχή της αναλογίας της σύνθεσής τους να αποδεσμεύουν την γιγάντια ενέργεια που εκλύουν, αν δεν αποκαλύψουν και δεν αξιοποιήσουν και την μέσα στο Εγώ, εξίσου αξιοθαύμαστη δυναμικότητα;
Κάθε πνευματική ή ηθική κατάκτηση συντελείται με τον ανθρώπινο νου. Το Εγώ νοεί, επινοεί, θαυματουργεί στις αποκαλύψεις των νόμων της φύσης.
Δεν θα αποκάλυπταν περισσότερα και ωφελιμότερα οι επιστήμονες ερευνητές, αν διέθεταν ισόρροπο χρόνο για τη μελέτη της φύσης του Εγώ του ανθρώπου και υπεδείκνυαν σε κάθε άνθρωπο την αυτοπροσπάθεια για αυτομελέτη και αυτοκαλλιέργεια των δυνατοτήτων του;
«Εις εαυτόν συνελού…» (στον εαυτό σου συγκεντρώσου) παραγγέλει ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος, «ένδον βλέπε» (μέσα σου βλέπε) «ένδον η πηγή του αγαθού και αεί αναβλύειν δυναμένη εάν αεί σκάπτης».
Ώστε, η πηγή του αγαθού (αυτού δηλ. που σώζει και ωφελεί) αναβλύζει μέσα απ” το Εγώ, αν όμως πάντοτε ανασκάπτεται (επίμονα προσπαθεί το ίδιο το Εγώ, δια του στοχασμού να αυτοαποκαλυφθεί) και αυτοκαλλιεργείται και αξιοποιεί τις ικανότητές του και αυτοδιερευνάται και καταστέλλει τις ορμές και τα πάθη του.
Αν γίνεται συνεχώς αυτή η προσπάθεια, τότε και διαυγής σαν την πηγή του νερού, θα αναβλύζει από μέσα του και θα πλημμυρίζει το Είναι του από χαρά και ευτυχία.
Το κλειδί, λοιπόν, της θύρας δια της οποίας διερχόμενος ο άνθρωπος κατευθύνεται στην ευδαιμονία είναι η αυτογνωσία.
Με την αυτογνωσία φερόμαστε ταχύτερα και σταθερότερα στη γνώση και στη μάθηση, των οποίων την ακρότατη βαθμίδα κατέχει η απροσπέλαστη για τον άνθρωπο Σοφία. Φτάνουμε στη δυνατή γαλήνη και ηρεμία πνεύματος και ψυχής, προϋποθέσεων της ευτυχίας. Οδηγούμαστε με την ηθική διαβίωση, στην τελείωση, τον μοναδικό αλλά και ύψιστο σκοπό της γήινης ύπαρξης του ανθρώπου.