Ένας από τους σημαντικότερους σοφιστές φιλοσόφους και ρήτορες της
κλασικής ελληνικής αρχαιότητας καταγόμενος από τους Λεοντίνους της
Σικελίας, όπου γεννήθηκε το 485 π. Χ..
Μεσούντος του Πελοποννησιακού Πολέμου ταξίδεψε στην Αθήνα σαν
αρχιπρεσβευτής για να ζητήσει τη συμμαχία της πόλης εναντίον των
Συρακουσών. Τότε ακριβώς κατέπληξε τους πάντες με το χαρισματικό λόγο
του, τα γοργίεια λεκτικά σχήματα, όπως τα ονόμασε αργότερα ο τραγικός
ποιητής Αγάθων, ένας από τους πολλούς διάσημους μαθητές του. Ανάμεσά
τους ήταν ο Θουκυδίδης, ο Αλκιβιάδης, ο Κριτίας, ο Ισοκράτης, ο
Αντισθένης.
Ο ίδιος δε ήταν μαθητής του Εμπεδοκλή και γι αυτό επηρεάστηκε
σημαντικά από τη σκέψη της Ελεατικής σχολής. Ο Γοργίας έδειξε επίσης μια
στενή συγγένεια με τον ελεατικό στοχασμό και ιδιαίτερα με τη σκέψη του
Παρμενίδη και του Ζήνωνα, αν και από το αντιθετικό του ύφος δείχνει
επίσης συγγένεια με το αντιθετικό ύφος των ηρακλείτειων κειμένων.
Στον Γοργία αποδίδεται επιτάφιος λόγος για νεκρούς Αθηναίους του
Πελοποννησιακού Πολέμου, απόσπασμα του οποίου είναι η περίφημη φράση «τα
κατά των βαρβάρων τρόπαια ύμνους απαιτεί, τα κατά των Ελλήνων θρήνους»,
που αποκαλύπτει πόσο βαθιά συναίσθηση είχε της εμφύλιας συμφοράς που
συντελούνταν γύρω του. Εξάλλου και ο Ολυμπιακός λόγος του στην Ολυμπία
το 408 π.Χ είχε θέμα ακριβώς τον τερματισμό του εμφυλίου και την ανάγκη
συνένωσης των Πανελλήνων.
Οι ρητορικές του επιδείξεις στη σφαίρα της φιλοσοφίας συμπυκνώνονταν
στην αντίληψη ότι «το όν δεν υπάρχει αλλά και αν υποτεθεί ότι υπάρχει,
δεν είναι δυνατόν να γνωσθεί. Αλλά και αν υποθέσουμε ότι τελικά μπορεί
να γνωσθεί, δεν μπορεί να μεταδοθεί, διότι η μετάδοση από άλλον άνθρωπο
γίνεται με το λόγο, δηλαδή με λεκτικά πράγματα και όχι με το ίδιο το
πράγμα».
Συμπερασματικά, για τον Γοργία δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια. Όλα
αυτά περιέχονται στο έργο του «Περί του μη όντος ή περί φύσεως»,
περίληψη του οποίου μας έχει αφήσει ο Σέξτος ο Εμπειρικός.
Ο Γοργίας προσπάθησε να αποδείξει ότι τίποτε δεν υπάρχει. Αν υπάρχει,
δεν μπορούμε να το γνωρίσουμε. Αν μπορούμε να το γνωρίσουμε, δεν
μπορούμε ωστόσο να το μεταδώσουμε στους άλλους.
Η αποδεικτική τακτική του ονομάζεται ανασκευαστική και συνίσταται
στον αποκλεισμό αντιφατικών προτάσεων. Το ον δεν είναι για τον Γοργία
ούτε ένα ούτε πολλά. Αν ήταν ένα, θα έπρεπε να είναι άνευ
χαρακτηριστικών, έκτασης και μεγέθους. Ωστόσο, εκείνο που δεν έχει
χαρακτηριστικά γνωρίσματα, απλά δεν υπάρχει. Τότε πρέπει να δεχτούμε πως
το ον είναι πολλαπλότητα, αλλά το πολλαπλό προϋποθέτει το απλό, ως
συστατικό του στοιχείο. Όταν, λοιπόν, το ον δεν είναι ένα, δεν μπορεί να
είναι και πολλά. Επακόλουθα, το ον, που οι Ελεάτες το θεωρούσαν
υπαρκτό, δεν υπάρχει ουσιαστικά, μια και επιδέχεται αντίθετων και
αντιφατικών, αλληλοαποκλειόμενων απόψεων.
Εξ αιτίας όλων αυτών θεωρείται πρόδρομος του σκεπτικισμού. Ο
τελευταίος πιστεύει ότι ακόμα και αν υπάρχουν κάπου οι απαντήσεις για
όλα τα φιλοσοφικά ερωτήματα οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουν ποτέ να βρουν
με σιγουριά την λύση για όλα τα αινίγματα της φύσης και του σύμπαντος.
Ο Γοργίας πίστευε ότι δεν υπάρχει τίποτα, ότι και αν υπάρχει είναι
ακατανόητο και αν είναι κατανοητό δεν μπορεί να εξηγηθεί στους
συνανθρώπους μας.
Είχε ιδιαίτερες ικανότητες και τα ορθολογικά του επιχειρήματα ήταν
αξεπέραστα. Μάλιστα, ήταν ιδιαιτέρως περήφανος για το γεγονός ότι:
«Κανείς, όπως έλεγε, δεν μπορεί να πει τα ίδια με μένα πιο βραχυλογικά
από εμένα.», καθώς και για το ότι αυτοσχεδίαζε με μεγάλη ευκολία. Συχνά
έχοντας πλήρη επίγνωση αλλά και εμπιστοσύνη στις ρητορικές του
ικανότητες πρότεινε στους ακροατές του να θέσουν εκείνοι το θέμα. Αυτό
σήμαινε ότι δεν θα μπορούσε να έχει προετοιμάσει τον λόγο του από πριν.
Πίστευε ότι είχε καθήκον να κάνει τους νέους ικανούς ρήτορες γιατί
θεωρούσε την τέχνη της πειθούς ως το ύψιστο αγαθό.
Στο έργο του Ἑλένης ἐγκώμιον, ένα από τα ελάχιστα έργα
σοφιστών που σώζονται ολόκληρα, στην ουσία δεν είναι εγκώμιο αλλά
"υπεράσπιση" της Ελένης. Πρόκειται για ρητορική επίδειξη, γραμμένη σε
αττική διάλεκτο και στο γνωστό, περίτεχνο ύφος του Γοργία. Στο Ἑλένης ἐγκώμιον ο Γοργίας αναλαμβάνει να αποδείξει ότι η Ελένη δεν ευθύνεται που ακολούθησε τον Πάρη, όποιος και αν ήταν ο λόγος.
Εισαγωγικά απαριθμούνται τέσσερις παράγοντες στους οποίους θα μπορούσε να αποδοθεί η ευθύνη για την απόφασή της:
- οι θεοί και η τύχη,
- η βία,
- ο πειστικός λόγος και
- ο έρωτας.
Στη συνέχεια ο Γοργίας εξετάζει έναν ένα με τη σειρά τους τέσσερις
αυτούς παράγοντες και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι και στις τέσσερις
περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με δυνάμεις πολύ πιο ισχυρές από τη θέληση
ενός ανθρώπου.
Πέθανε στα 108 του χρόνια από βαθιά γηρατειά. Όταν τον ρώτησαν πως τα
είχε καταφέρει απάντησε ότι απέφευγε τις ηδονές και τις προκλήσεις στα
συμπόσια.
Αξιοσημείωτο απόσπασμα των λόγων του
«οὐδέν ἔστιν,
εἰ καί έστιν, ἀκατάληπτον ἀνθρώπῳ
εἰ καί καταληπτόν, ἀλλά τοί γε
ἀνέξοιστον καί ἀνερμηνευτον τῷ πέλας.
Δεν υπάρχει τίποτε
και αν υπάρχει είναι ακατάληπτο στον άνθρωπο
και αν είναι καταληπτό, δεν μεταδίδεται και
δεν μεταφέρεται στον πλησίον
Wikipedia