«Έχω προσέξει πως κάθε μέρα γίνεστε όλο και πιο μικροπρεπείς, πιο άπληστοι, πιο τσιγκούνηδες και πιο εγωιστές. Αντί να ακολουθείτε το δρόμο του Θεού που προσπαθώ να κηρύξω, ζείτε μαζεύοντας υλικά πράγματα και κτήματα που, όπως σας έχω πει χιλιάδες φορές, δεν θα μπορέσετε να πάρετε μαζί σας όταν θα έρθει η ώρα σας.»
Ολόκληρη η κοινότητα έσκυψε το κεφάλι από ντροπή, κι ο παπάς πήρε θάρρος να συνεχίσει. «Τα διδάγματα που προσπαθώ να σας μεταδώσω είναι ξεκάθαρα και σύντομα. Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα η απληστία είναι το πιο βλαβερό.»
Σιωπή στην αίθουσα.
«Βρισκόμαστε στον οίκο του Θεού, και ό,τι ειπωθεί εδώ θα γραφτεί στο βιβλίο της ζωής σας σαν δική σας υπόσχεση.»
Κι άλλη σιωπή.
«Για να δούμε, εσύ, Σαντιάγο, απάντησέ μου με ειλικρίνεια. Αν εσύ είχες δύο σπίτια και ο γείτονάς σου ο Ραμίρο δεν είχε κανένα, τι θα έκανες;»
Ο Σαντιάγο σηκώνεται όρθιος, και με το καπέλο στο χέρι παίρνει το θάρρος να απαντήσει:
«Θα έδινα το ένα σπίτι στο Ραμίρο, πάτερ.»
«Πολύ ωραία! Και αν είχες δύο αυτοκίνητα;»
«Α… δύο αυτοκίνητα; Ένα για μένα κι ένα για τον Ραμίρο.»
Πολύ καλά, Σαντιάγο. Έτσι πρέπει.
Ο κόσμος σχολιάζει και μουρμουρίζει. Ο Σαντιάγο κάθεται φουσκώνοντας από ικανοποίηση για τις πετυχημένες απαντήσεις που δίνει στον παπά.
Ο πατέρας αποφασίζει να συνεχίσει το κήρυγμά του σε αυτή τη γραμμή.
«Και αν είχες δύο εκατομμύρια πέσος;»
«Δύο εκατομμύρια πέσος;» λέει ο Σαντιάγο όλο ζωντάνια. Ένα εκατομμύριο για το Ραμίρο κι ένα για μένα.
«Και αν είχες δύο κότες;»
Γίνεται μια άβολη σιωπή που σπάει τη συνέχεια των ερωτήσεων και των άμεσων απαντήσεων.
Ο παπάς ξανακάνει την ίδια ερώτηση:
«Σαντιάγο, αν είχες δύο κότες;»
Ο Σαντιάγο χαμηλώνει το κεφάλι και τελικά απαντά: «Ειλικρινά, πάτερ… Δεν ξέρω. Σ’ αυτήν την περίπτωση… Δεν ξέρω.»
«Μα πώς γίνεται, Σαντιάγο; Σκέψου. Αν είχες δύο σπίτια: ένα για σένα , ένα για το γείτονά σου. Δύο αυτοκίνητα: ένα για σένα, ένα για το γείτονά σου. Δύο εκατομμύρια: ένα για σένα, ένα για το γείτονά σου… Και δύο κότες, δεν ξέρεις πώς γίνεται;»
«Είναι εύκολο, πάτερ. Εγώ δεν έχω δύο σπίτια, ούτε δύο αυτοκίνητα, πόσο μάλλον δύο εκατομμύρια… Αλλά δύο κότες τις έχω!»
Βασίσου πάνω μου
- Bucay Jorge
via