Μπορώ να με φανταστώ πάνω σε μία μικρή βάρκα, να ταξιδεύω σαν τρελός μέσα στα κύματα'
Ήμουν 21 χρονών όταν συνάντησα για πρώτη φορά τον Αλμπέρ Καμύ, κατά την διάρκεια ενός καύσωνα στην Αθήνα. Επέστρεφα από ένα νησί του Αιγαίου έχοντας μαζί μου ένα ξύλινο κουτί γεμάτο με βιβλία, κοχύλια και άμμο. Είδα τον Καμύ να με κοιτάζει από την βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου. Μία ασπρόμαυρη γιγαντοαφίσα απεικόνιζε ένα άνδρα ντυμένο με ένα παλτό. Τα δυο χειμωνιάτικα μάτια του με κοιτούσαν στην καρδιά του καλοκαιριού. Δίχως δεύτερη σκέψη μπήκα μέσα στο βιβλιοπωλείο κι αγόρασα ένα βιβλίο του, την «Πανούκλα». Ερωτεύτηκα αμέσως αυτό τον σκοτεινό συγγραφέα.
Καταβρόχθισα το βιβλίο μέσα σε δύο ημέρες, υπογραμμίζοντας με ένα μολύβι δεκάδες φράσεις, ενώ παράλληλα σκεφτόμουν για πολλές ημέρες την σκληρή μοίρα των φυλακισμένων κατοίκων της Οράν, την φρίκη του θανάτου που τους κοιτούσε κατάματα αλλά και την απύθμενη τρυφερότητα της ανθρώπινης ψυχής που τους χαρακτήριζε. Συνέχιζα να διαβάζω βιβλία του Καμύ για πολύ καιρό, γνωρίζοντας διάφορα δημιουργήματα του όπως τον «Ξένο», «Τον μύθο του Σίσυφου» και την «Πτώση». Σήμερα, 100 χρόνια μετά την γέννηση του, θα ήθελα να αναφερθώ όχι μόνο στον συγγραφέα αλλά και στον άνθρωπο που λεγόταν Αλμπέρ Καμύ.
«Άγγελε, φίλε μου. Ανακάλυψα το μέρος στο οποίο θέλω να ζήσω. Πρόκειται για ένα πανέμορφο νησί, σχεδόν αρσενικό θα έλεγα. Θέλω να ζήσω εκεί, δίπλα στην θάλασσα, ατενίζοντας τα κύματα του Αιγαίου, αυτά τα κύματα που κουβαλούν επάνω τους τα αρώματα της πατρίδας μου, της Αλγερίας. Έχω ήδη εντοπίσει ένα μικρό σπίτι κοντά στην θάλασσα από το ποίο θα μπορώ να αποχαιρετώ τον ήλιο που δύει πάνω από το Αιγαίο, και ίσως έτσι καταφέρω να συνηθίσω την ιδέα του αποχωρισμού. Μπορώ να με φανταστώ πάνω σε μία μικρή βάρκα, να ταξιδεύω σαν τρελός μέσα στα κύματα. Όμως αγαπητέ μου φίλε, δεν με μάγεψε μόνο η ομορφιά του νησιού, αλλά και η ομορφιά των κατοίκων του. Θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους που από μακριά φαίνονται στεγνοί, όπως τα δέντρα της ελιάς που καλλιεργούν, αλλά αν τους παρατηρήσεις από κοντά είναι γεμάτοι πλούσιους φυσικούς χυμούς, και λάμπουν, όπως λάμπει το ασήμι στα φύλλα των ελαιόδεντρων.»