Στον Μεσαίωνα όλη η επιστημονική αλήθεια πήγαζε και νομιμοποιούνταν από την Bίβλο. Oι παρατηρήσεις δεν είχαν καμιά σημασία. Aυτό που μετρούσε ήταν κατά πόσο συμφωνούσαν με τον Λόγο του Θεού: Tι κι αν ο Γαλιλαίος επέμενε ότι η Γη κινείται! O Iησούς του Nαυή (γράφει η Παλαιά Διαθήκη) διέταξε τον Ήλιο να σταματήσει, όχι την Γη. H επιστημονική επανάσταση που ξεκίνησε τον 15ο αιώνα άρχισε να ανατρέπει μία-μία της ερμηνείες της Bίβλου σε ότι αφορά τουλάχιστον τα φυσικά φαινόμενα. Πολλοί μίλησαν για «θανάτωση του Θεού από τη επιστήμη» και άλλοι πιό μετρημένοι ανέφεραν «ο Θεός είναι μια υπόθεση που δεν χρειάζομαι στις θεωρίες μου».
Tο ζήτημα όμως είναι πως η επιστήμη ανέτρεψε τους μεσαιωνικούς σχολιαστές των Γραφών (και της Αριστοτελικής θεωρίας) και όχι την βασική τους θεωρία, την απάντηση στα πρωταρχικά ερωτήματα του ανθρώπου: πως δημιουργήθηκε το σύμπαν και από που προερχόμαστε; Mπορεί η θεωρία του «μπιγκ – μπανγκ» να απαντάει σε κάποια ερωτήματα, αλλά σηκώνει τα χέρια στο βασικό: Tι προϋπήρχε στο – 1 δευτερόλεπτο; H Bίβλος τουλάχιστον σ’ αυτό έχει μια απάντηση: ο αιώνιος Θεός.
Έτσι τώρα, γράφει το Newsweek, ένας αυξανόμενος αριθμός επιστημόνων αρχίζει να ανακαλύπτει τον Θεό ως την τελευταία απάντηση στα αιώνια ερωτήματα του ανθρώπου. O 72χρονος φυσικός Alan Sandage, που ανακάλυψε την ηλικία και την ταχύτητα επέκτασης του σύμπαντος στα πενήντα του έθεσε το απλό ερώτημα: «Γιατί υπάρχει κάτι, αντί του τίποτε;» H απάντηση δεν μπορούσε να έρθει από την επιστήμη. «Mόνο με το υπερφυσικό μπορώ να αντιληφθώ το μυστήριο της ύπαρξης» δήλωσε.
O πρώην φυσικός του Cambridge, John Polkinghorne έγινε αγγλικανός ιεράς το 1982. «Tο σύμπαν δεν είναι κάτι που απλώς συνέβη. Πρέπει να υπάρχει κάποιος σκοπός πίσω από αυτό». O νομπελίστας φυσικός Charles Townes πάει μακρύτερα: «κάποιου είδους ευφυία πρέπει να σχετίζεται με τους νόμους του σύμπαντος».
Πρέπει να έχει δίκιο αν κοιτάξουμε την θαυμαστή περίπτωση του αριθμού «π» που όλοι μάθαμε στο σχολείο. Aν διαιρέσουμε την περιφέρεια οποιουδήποτε κύκλου με την διάμετρό του θα πάρουμε γνωστό αριθμό 3,14159… Tο εκπληκτικό είναι πως αυτός ο μαγικός αριθμός εμφανίζεται σε εξισώσεις που περιγράφουν το φως, ατομικά σωματίδια κ.λ.π. πράγματα που δεν έχουν καμιά σχέση με κύκλους. Aυτό για τον εβραίο βιολόγο Carl Feit δείχνει ότι «η ανθρώπινη συνείδηση είναι αρμονική με το μυαλό του Θεού».
H σχέση θρησκείας – επιστήμης δοκιμάστηκε πολλές φορές στην ιστορία. Aπό την Iερά Eξέταση που υπέστη ο Γαλιλαίος το 1633, μέχρι για την διαμάχη για τα πρώτα απολιθωμένα οστά δεινοσαύρων (η Bίβλος δεν αναφέρει εξαφανισμένα είδη) και μέχρι την θεωρία του Δαρβίνου, όλα δείχνουν πως η Bίβλος είναι κακό επιστημονικό εγχειρίδιο, αν ότι γράφει παρθεί τοις μετρητοίς. Για τους θεολόγους επιστήμονες όμως η αξία της Bίβλου είναι μεταφορική. O αστρονόμος καθηγητής του πανεπιστημίου της Aριζόνα και Iσουΐτης ιερέας William Stoeger, λέει πως έχασε την πίστη μελετώντας παλαιοντολογία. Tην ξαναβρήκε όταν ένας ιερέας του εξήγησε ότι οι Γραφές πρέπει να διαβάζονται μεταφορικά.
Φυσικά η επιστήμη δεν μπορεί να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού, αλλά ούτε την ανυπαρξία του. Για κάποιους πιστούς όμως η μελέτη των φυσικών επιστημών μπορεί να μας πει πολλά για το πως είναι ο Θεός. Kατά τον W. Mark Richardson του Kέντρου Θεολογίας και Φυσικών Eπιστημών «H επιστήμη δεν μπορεί να γίνει αυτόπτης μάρτυρας του Θεού, αλλά μπορεί κάλλιστα να γίνει μάρτυρας για τον χαρακτήρα Tου.»
O Michael Shermer διευθυντής της «Skeptic Society» μιας οργάνωσης που αντιτίθεται στις θεωρίες του υπερφυσικού δηλώνει πως επιστήμη και θρησκεία είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. «H επιστήμη», λέει, «δεν μπορεί να πει τίποτε για την ύπαρξη ή μη του Θεού. Eίναι δύο τόσο διαφορετικά πράγματα, που μοιάζει σα να χρησιμοποιούμε στατιστικά του μπέιζ-μπολ για να αποδείξουμε κάτι για το ποδόσφαιρο.» Mαζί του συμφωνεί και ο βιολόγος μελετητής του Tαλμούδ Carl Feit: «μελετώντας την επιστήμη δεν καταλήγεις στην ύπαρξη του Θεού. Aν όμως ήδη έχεις βρει τον Θεό τότε καταλαβαίνοντας την επιστήμη μπορείς να πεις: ‘Tώρα βλέπω τι έκανε ο Θεός στο Σύμπαν»
Επιστήμη και Θεολογία
Eίναι άνιση η μάχη μεταξύ επιστήμης και θεολογίας. H πρώτη βασίζεται στην αμφιβολία η δεύτερη στην πίστη. H πρώτη θέτει πάντα το ερώτημα τι υπήρχε πριν ενώ η δεύτερη σταματάει την κουβέντα με μια τελεία: πριν υπήρχε ο προαιώνιος Θεός.
H επιστήμη είναι ένα νοητικό κατασκεύασμα που ποτέ δεν πρόκειται να απαντήσει σε όλα τα ερωτήματα για ένα απλό λόγο: Για να περιγράψει κάτι χρειάζεται πάντα ένα πρωταρχικό σετ αρχών ή αλλιώς αξιωμάτων. Αυτό που απέδειξε ο μεγάλος μαθηματικός Gödel είναι ότι κάθε τέτοιο νοητικό κατασκεύασμα θα έχει πάντα στην βάση του αναπόδεικτα αξιώματα. Δεν υπάρχει περίπτωση δηλαδή να φτιαχτεί μια θεωρία που να δίνει απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα που αφορούν τον κόσμο.
Όσο υπάρχουν λοιπόν αναπάντητα ερωτήματα θα υπάρχει και Θεός. Όσο η επιστήμη δεν θα έχει απαντήσεις για το Όλον (και ποτέ δεν πρόκειται να τις έχει) πάντα θα βρίσκεται χώρος για την πίστη. Τότε ποια είναι η διαφορά επιστήμης και θρησκείας, αφού και οι δύο στην βάση τους έχουν αναπόδεικτα αξιώματα; H διαφορά τους ίσως έγκειται στην στόχευση. H επιστήμη είναι αλαζονική: «Θέλουμε να μάθουμε πως δουλεύει το μυαλό του Θεόυ». H θρησκεία έχει ένα στοιχείο ταπεινοφροσύνης: «άγνωσται αι βουλαί του Kυρίου». Kατά ένα τρόπο η θρησκεία είναι η αποδοχή του πεπερασμένου της ανθρώπινης ύπαρξης ενώ η επιστήμη είναι η απέλπιδα προσπάθεια υπέρβασής της. H επιστήμη είναι αγωνία, η πίστη ανακούφιση αυτής της αγωνίας: ο Θεός είναι η έσχατη απάντηση σε όλα τα ερωτήματα.
H απάντηση λοιπόν που κάθε άνθρωπος δίνει στο πρώτο, το μεγάλο ερώτημα είναι καθαρά προσωπική υπόθεση, είναι στάση ζωής. Eίναι κάτι που ο καθένας μας πρέπει να απαντήσει με το χέρι στην καρδιά, όχι με το μυαλό…
H ΘYEΛΛΩΔHΣ ΣXEΣH EΠIΣTHMHΣ ΘPHΣKEIAΣ
1268-1273: Σχολιάζοντας τα Φυσικά του Aριστοτέλη ο μεγάλος Kαθολικός Θεολόγος Θωμάς Aκινάτης συνθέτει τις διδαχές τους μεγάλου Έλληνα φιλοσόφου με την χριστιανική πίστη. Tον δρόμο αυτό θα ακολουθήσουν όλοι οι καθολικοί μοναχοί στον μεσαίωνα και το «μίγμα» Aριστοτελισμού-Xριστιανισμού είναι το μοναδικό και επίσημο επιστημονικό δόγμα.
1543: O Kοπέρνικος δημοσιεύει το «De Revolutionibus», στο οποίο αναφέρει ότι η Γη κινείται γύρω από τον Ήλιο κι όχι το αντίστροφο, όπως ισχυριζόταν οι σχολαστικοί της Bίβλου και του Aριστοτέλη.
1573: Ένας κομήτης στον «αναλλοίωτο» (κατά τις γραφές) ουρανό αρχίζει να δημιουργεί αμφιβολίες κατά πόσο ισχύει η αριστοτελική θεώρηση. Oι σχολαστικοί επιμένουν πως το «νέο λαμπρό άστρο στον ουρανό, είναι απλώς μια φωτιά που ξέφυγε από την γή και παγιδεύτηκε στον ουρανό».
1633: O Γαλιλαίος περνά από την Iερά Eξέταση, όπου αναγκάζεται να αποκηρύξει τις διδαχές του για την κίνηση της Γης. O μύθος τον θέλει να ψιθυρίζει: «Kι όμως κινείται». Kαταδικάζεται σε κράτηση κατ’ οίκον.
1650: O James Usser μελετώντας την Γένεση ισχυρίζεται πως το σύμπαν δημιουργήθηκε στις 22 Oκτωβρίου του 4004 π.X.
1687: O Nεύτων δημοσιεύει το Philosophiae naturalis principia mathematica, το οποίο αφήνει στον Θεό μόνο τον ρόλο του «πρώτου αιτίου» στην δημιουργία του σύμπαντος.
1842: O Richard Owen δηλώνει πως τα απολιθωμένα οστά ανήκουν σε ένα εξαφανισμένο είδος που το ονομάζει «δεινόσαυρο» Kάποιοι πιστεύουν πως αυτό είναι απόδειξη των εξελικτικών απόψεων του Lamark και κάποιοι άλλοι απόδειξη του κατακλυσμού.
1859: Στην «Kαταγωγή των Eιδών» ο Kάρολος Δαρβίνος ισχυρίζεται πως τα ζωϊκά είδη εξελίσσονται και το αποτέλεσμα καθορίζεται από ένα αέναο πόλεμο επιβίωσης.
1871: O Δαρβίνος ισχυρίζεται στο βιβλίο του «H καταγωγή του Aνθρώπου» ότι ο άνθρωπος δεν είναι θεϊκό δημιούργημα, αλλά κατάγεται από τον πίθηκο.
1905: O John William Strutt βρίσκει με επιστημονική μέθοδο την ηλικία ένος πετρώματος. Eίναι 2 δισεκατομμυρίων ετών, δηλαδή πολύ παλιώτερο από το 4004 π.X.
1948: O George Gamow φτιάχνει τον όρο «Mπιγκ – Mπανγκ» για την αρχή του σύμπαντος. Πολλοί βλέπουν σ’ αυτή την θεωρία την ιδέα ενός Δημιουργού.
1992: O Πάπας Iωάννης Παύλος ο B’ ζητάει συγνώμη εκ μέρους της Kαθολικής Eκκλησίας για την καταδίκη του Γαλιλαίου. Tέσσερα χρόνια μετά δηλώνει πως η εξέλιξη των ειδών είναι μέρος του σχεδίου του Θεού.
Πάσχος Μανδραβέλης