Εν αρχή (και εν τέλει) ήν ο Λόγος: Σκέψεις για το νέο κύμα των αθεϊστών
Φανταστείτε ότι δεν πιστεύετε στην ύπαρξη του Θεού. Αποδημείτε από αυτόν τον κόσμο και—προς μεγάλη σας έκπληξη—βρίσκεστε ενώπιον του Θεού, που σας κάνει μια απλή ερώτηση: γιατί τέκνο μου δεν πίστευες στην ύπαρξή μου; Μαζεύετε όλο το θάρρος που σας έχει απομείνει και απαντάτε με παρρησία: Δεν είχα στη διάθεσή μου επαρκείς ενδείξεις!
Θα μπορούσε κανείς να σας ψέξει γι’ αυτή την απάντηση; Εάν η ορθολογικότητα έχει σχέση με το κατά πόσον οι πεποιθήσεις διαμορφώνονται με βάση τα τεκμήρια και τις ενδείξεις και εάν η διαμόρφωση ορθολογικών πεποιθήσεων απαιτεί την ύπαρξη επαρκών τεκμηρίων, τότε κανείς—ούτε ο ίδιος ο Θεός, αν υπάρχει—μπορεί να σας ψέξει γιατί δεν πιστεύετε στο Θεό.
Η πίστη, ισχυρίζονται πολλοί, υπερβαίνει το Λόγο. Ίσως. Αλλά δεν μπορεί να τον υπονομεύει, δηλαδή δεν μπορεί να απαιτεί από τον Λόγο να χαμηλώνει τον πήχη για να περάσει η πίστη. Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Αν μη τι άλλο, οι οπαδοί της ορθολογικότητας της πίστης μπορούν να επικαλεστούν τον Κant ή τον James. Ο Kant ναι μεν έθεσε την πίστη στην ύπαρξη του Θεού εκτός της δικαιοδοσίας του θεωρητικού Λόγου, αλλά την ενέταξε (έστω και με κάποιες θεωρητικές αυθαιρεσίες) εντός της δικαιοδοσίας του πρακτικού Λόγου. Ο δε James μας επισήμανε ότι η πίστη εμπλέκει τη βούληση και ότι η προσφυγή στη βούληση είναι απαραίτητη ακόμα και όταν αποτιμούμε τεκμήρια και ενδείξεις.[1] Δεν μπορεί κανείς να υποτιμήσει το γεγονός ότι η σχέση Λόγου και πίστης (θρησκευτικής πίστης, για να ακριβολογούμε) είναι σύνθετη. Αλλά δεν έπεται από αυτό ότι η πίστη είναι εκτός της δικαιοδοσίας του Λόγου. Τίποτα δεν είναι εκτός της δικαιοδοσίας του Λόγου.
Το εναπομένον φιλοσοφικό ερώτημα, κατά την (σαφώς προκλητική) γνώμη μου, είναι το εξής: αποτελούν τα όρια της επιστήμης (των μεθόδων της και των πορισμάτων της) τα όρια του Λόγου; Οι απαντήσεις ποικίλουν και αυτή που θα έδινα είναι μάλλον αρνητική—οι νόρμες του πρακτικού λόγου μάλλον υπερβαίνουν την επικράτεια της επιστήμης. Όμως, θεωρώ το ακόλουθο ως δεδομένο: ακόμα και εάν τα όρια του Λόγου υπερβαίνουν τα όρια της επιστήμης, όταν ο Λόγος υπερβαίνει οτιδήποτε έπεται από την επιστημονική εικόνα του κόσμου, οφείλει τουλάχιστον να μην το αντικρούει. Με άλλα λόγια, οι επεκτάσεις του Λόγου πρέπει να είναι τουλάχιστον συνεπείς με τα επιστημονικά δεδομένα. Γιατί αυτό; μπορεί να αναρωτηθείτε. Η επιστήμη είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουμε όσον αφορά την ορθολογικότητα αλλά και τη γνώση. Συγκρίνετέ την με οτιδήποτε άλλο και επικρατεί πασιφανώς.
Η θέση που μόλις ανάφερα αποτελεί τον κοινό παρονομαστή ενός νέου κύματος αθεϊσμού: εκεί που η επιστήμη και η (θρησκευτική) πίστη συγκρούονται πρέπει να υποχωρεί η πίστη. Στην πιο ακραία του εκδοχή το νέο αυτό κύμα αθεϊσμού αποκλείει την πίστη ως ανορθόλογη στη βάση της θέσης ότι η επιστήμη καθιστά εξαιρετικά απίθανο ότι υπάρχει ο Θεός (τουλάχιστον με τα προσωπικά και παρεμβατικά χαρακτηριστικά που του αποδίδουν οι τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες). Πιο ήπιες εκδοχές αυτού του κύματος αφήνουν ανοικτό το ερώτημα της ύπαρξης του Θεού (με την έννοια ότι δεν αποφαίνονται ότι δεν υπάρχει Θεός), και εστιάζουν την προσοχή (και την έρευνα) στην βιολογική βάση της θρησκευτικής πίστης με στόχο την ένταξη αυτού του αδιαμφισβήτητου πολιτισμικού φαινομένου στην επιστημονική εικόνα του κόσμου. Το βασικό πόρισμα αυτής της έρευνας είναι ότι αν η θρησκευτική πίστη επιδέχεται μιας εναλλακτικής επιστημονικής εξήγησης (που εξηγεί την ύπαρξη της πίστης ανεξάρτητα από το αν υπάρχει Θεός ή όχι), η θεμελίωσή της πίστης στην ύπαρξη του Θεού υπονομεύεται.
Αναφέρω χαρακτηριστικά κάποια από τα έργα των νέων αθεϊστών (σε κάθε περίπτωση, αυτά που διάβασα εγώ και για τα οποία έχω προσωπική γνώμη).
Richard Dawkins, The God Illusion (Η περί Θεού αυταπάτη), Black Swan 2006-07Christopher Hitchens, God is Not Great (Ο Θεός δεν είναι Μεγάλος) Atlantic Books 2007Sam Harris Letter to a Christian Nation: A Challenge to Faith (Επιστολή σε ένα Χριστιανικό Έθνος: Μια πρόκληση στην πίστη) Bantam Press 2007Dan Dennett Breaking the Spell: Religion as a Natural Phenomenon (Λύνοντας τα μάγια:Η θρησκεία ως ένα φυσικό φαινόμενο) Penguin 2007Lewis Wolpert Six Impossible Things Before Breakfast: The Evolutionary Origins of Belief (Έξι αδύνατα πράγματα πριν το πρόγευμα: Οι εξελικτικές απαρχές της πίστης) Faber and Faber 2006Victor J, Stenger God: The Failed Hypothesis—How Science shows that God Does not Exist, (Ο Θεός: Η αποτυχημένη υπόθεση—πώς η επιστήμη δείχνει ότι δεν υπάρχει Θεός) Prometheus Books 2007
Το χαρακτηριστικό του νέου αθεϊσμού, αυτό που τον καθιστά νέο, είναι η εδραίωσή του στην εξελικτική βιολογία και ειδικότερα στη θεωρία της φυσικής επιλογής. Είτε μας αρέσει είτε όχι, ο Δαρβίνος έκανε τον αθεϊσμό επιστημονικά δυνατό—δηλαδή απολύτως συμβατό με την επιστημονική εικόνα του κόσμου. Και όχι μόνο αυτό. Για τον Richard Dawkins, που κατέχει την έδρα για τη δημόσια κατανόηση της επιστήμης στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης—τον μαχητικότερο όλων των νέων αθεϊστών—η εναλλακτική υπόθεση της ύπαρξης του Θεού καθίσταται απίθανη υπό το φως του Δαρβινισμού. Η φυσική επιλογή εξηγεί την εμφάνιση φαινόμενου σχεδίου στη φύση χωρίς να θέτει ή να χρειάζεται κάποιον σχεδιαστή. Εκεί που υπάρχει ποικιλομορφία, κληρονομικότητα και διαφορική αρμοστικότητα η φυσική επιλογή θα δράσει και θα υπάρξει εξελικτική αλλαγή.
Κατά την αλλαγή αυτή, τα άτομα που είναι πιο καλά αρμοσμένα στο συγκεκριμένο περιβάλλον επιλέγονται ως γονείς, και με δεδομένη την κληρονομικότητα, τα καλύτερα προσαρμοσμένα άτομα τείνουν να μεταβιβάζουν στους απογόνους τους τα χαρακτηριστικά μέσω των οποίων είναι προσαρμοσμένα. Η ιστορία της δημιουργίας που αφηγείται η Γένεση αποτελεί έναν απλό μύθο. Η προσφυγή σε έναν έλλογο δημιουργό είναι κάθε άλλο παρά αναπόδραστη. Κατ’ ουσία, εάν υπάρχει έλλογος σχεδιαστής στη φύση, είναι μάλλον αδέξιος σχεδιαστής. Το μάτι, και τα περισσότερα όργανα που υποτίθεται ότι είναι εξαιρετικά πολύπλοκα για να μην έχουν σχεδιαστεί από κάποιον, είναι μάλλον αδέξια σχεδιασμένα. Η φυσική επιλογή δρα εκ των ενόντων με ό,τι υλικό έχει, βήμα-βήμα, με μικρές τροποποιήσεις, σωρευτικά, με δοκιμή και λάθος και όχι με βάση κάποιο προκαθορισμένο σχέδιο. Αν και, όπως τονίζει ο βιολόγος Richard Lewontin, η λύση που παρέχει η φυσική επιλογή είναι η βέλτιστη, είναι κάθε άλλο παρά καλά σχεδιασμένη. Ποιος σχεδιαστής θα έβαζε τις εισόδους του λάρυγγα και του φάρυγγα πλάι- πλάι;
Το θέμα του σχεδίου είναι πράγματι κεντρικό στη διαμάχη για την ύπαρξη του Θεού. Φιλοσοφικά επιχειρήματα υπέρ της ύπαρξης του Θεού έχουν υπάρξει πολλά ανά τους αιώνες. Τα περισσότερα σκόπευαν να αποδείξουν ότι ο Θεός υπάρχει κατ’ ανάγκην, ας πούμε ως το πρώτο κινούν ακίνητο ή ως το πέρας όλων των αιτιακών αλυσίδων, ή ως ο εγγυητής των καθαρών και διακριτών ιδεών, ή ως η αναφορά (ή ακόμα και η αιτία) της ιδέας ενός τέλειου όντος. Για όλα από αυτά, η συζήτηση αφορά πλέον μόνο το κατά πόσον είναι έγκυρα αλλά μη-ορθά ή απλώς άκυρα. Ο ίδιος ο Kant έκλεισε μάλλον οριστικώς την συζήτηση για τα κατά πόσον ο ορισμός και μόνο μια έννοιας (του τέλειου όντος, εν προκειμένω) μπορεί να εγγυηθεί ότι η εν λόγω έννοια έχει περιπτώσεις—αυτό είναι το γνωστό επιχείρημα ότι η ύπαρξη δεν αποτελεί κατηγόρημα. Τα πιο εύλογα επιχειρήματα που μπορούν ακόμα να παρέχουν λόγους για την ύπαρξη του Θεού—έστω και επαγωγικούς και άρα υπονομεύσιμους—είναι εκδοχές του γνωστού επιχειρήματος του σχεδιασμού του William Paley (1743-1805). Ο Paley υποστήριξε ότι όπως δεχόμαστε ότι ένα ρολόι δημιουργείται από έναν ωρολογοποιό, έτσι κατ’ αναλογία θα πρέπει να δεχθούμε ότι το σύμπαν, με δεδομένη την πολυπλοκότητά του και την αρμονία του, δημιουργήθηκε (σχεδιάστηκε) από έναν έλλογο δημιουργό, τον Θεό. Η βασική ιδέα αυτού του τύπου επιχειρήματος είναι ότι περίπλοκα συστήματα απαιτούν κάποιο δημιουργό. Πέρα από όλα τ’ άλλα, ο εν λόγω τύπος επιχειρήματος—ως περίπτωση της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση—είναι συνήθης στην επιστήμη. Είναι επομένως εξαιρετικά σημαντικό ότι το επιχείρημα της σχεδίασης όχι μόνο δεν είναι ορθολογικά επιτακτικό, αλλά επίσης ότι είναι λιγότερο ισχυρό—από τη στιγμή που παρέχει χειρότερη (αν μη τι άλλο επειδή είναι πιο περίπλοκη) εξήγηση—από το επιχείρημα στη βάση της φυσικής επιλογής.
Σε αυτή τη συζήτηση, ο Dawkins προσθέτει μια παραστατική εκδοχή της απάντησης του Hume στον Paley: ποιος δημιούργησε το δημιουργό; Φανταστείτε, λένε οι υπερασπιστές του ευφυούς σχεδιασμού (δηλαδή της τρέχουσας εκδοχής του δημιουργισμού) ότι ένας ισχυρός άνεμος πνέει μέσα σε μια μάντρα με μεταχειρισμένα υλικά και παρασύρει πολλά από αυτά. Πόσο πιθανό είναι να σχηματίσουν ένα αεροπλάνο Boeing 747? Από τη στιγμή που κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά απίθανο, καλούμαστε, κατ’ αναλογία, να συμπεράνουμε ότι το ίδιο το σύμπαν χρειάζεται δημιουργό. Ο Dawkins αντιτείνει ότι ένας τέτοιος σχεδιαστής θα έπρεπε να ήταν τόσο πολύπλοκος ο ίδιος ώστε να απαιτούσε ένα άλλο σχεδιαστή. Εναλλακτικά, θα έπρεπε να εμφανιστεί σε ένα πολύ ύστερο στάδιο της εξέλιξης των ειδών. Και οι δύο εκδοχές ακυρώνουν το λεγόμενο έσχατο επιχείρημα από το Boeing 747. Οι θεϊστές αντιτείνουν ότι ο Θεός είναι απλός, δεν έχει τμήματα και υλική υπόσταση. Αλλά ποιοι είναι οι λόγοι για να γίνει αυτό αποδεκτό;
Στην εξαιρετικά αρνητική κριτική που άσκησε ο Alvin Plantinga (θεϊστής φιλόσοφος από το πανεπιστήμιο του Notre Dame—Books & Culture: A Christian Review, Μάρτιος/Απρίλιος 2007) αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής. Σύμφωνα με τους θεϊστές, ο Θεός είναι ένα αναγκαίο ον—υπάρχει σε όλους τους δυνατούς κόσμους—και άρα η πιθανότητα ύπαρξής του είναι ίση με τη μονάδα. Κατά συνέπεια, η πιθανότητα να μην υπάρχει ο Θεός είναι μηδενική. Μόνο που ο Plantinga αποκρύβει το εάν—ένα όντως μεγάλο εάν. Εάν ο Θεός υπάρχει, υπάρχει κατ’ ανάγκην. Αλλά έχει δειχθεί ότι υπάρχει; Όπως έχουμε ήδη πει, τα παραδοσιακά επιχειρήματα μάλλον αποτυγχάνουν.[2] Και το επιχείρημα του σχεδιασμού απλώς δεν μπορεί να αποδείξει ότι ο Θεός υπάρχει κατ’ ανάγκην.
Ο Dawkins δεν είναι φιλόσοφος. Δεν αναπτύσσει τα φιλοσοφικά επιχειρήματα υπέρ ή κατά της ύπαρξης του Θεού με την προσοχή, ακρίβεια και ευαισθησία που ταιριάζει στον φιλοσοφικό λόγο. Αλλά η επίκρισή του σε αυτή τη βάση θα ήταν άδικη (και μεμψίμοιρη εάν προέρχεται από συνοδοιπόρους του). Ο Dawkins γράφει, όπως χαρακτηριστικά λέει ο ίδιος, για να εγείρει συνειδήσεις, για να μας κάνει να δεχθούμε ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις πρέπει να αποτελούν αντικείμενο κριτικής και δημόσιας συζήτησης—ότι είναι ΟΚ να είναι κανείς άθεος, ότι ούτε η γνώση ούτε και η ηθική επιτάσσουν την πίστη, πολύ περισσότερο την δέσμευση στην ύπαρξη του Θεού. Συνεπώς, το νέο κύμα των αθεϊστών προβάλλει, μεταξύ άλλων, και ένα πολιτικό (με την ευρεία έννοια του όρου) μανιφέστο. Αυτή η πολιτική ζέση μπορεί να οδηγεί σε ακραίες εκφράσεις και διατυπώσεις. Αλλά το διακύβευμα είναι μεγάλο—εν τέλει, η αναζήτηση της αλήθειας με όπλο το Λόγο.
Η περί Θεού αυταπάτη ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, από αλληλογραφία μίσους (προερχόμενη από κατά άλλα θεοσεβούμενους ανθρώπους) μέχρι και οργισμένες βιβλιοκρισίες. Οι σχετικά πιο ήπιες επικρίσεις είχαν στόχο κενά στην επιχειρηματολογία του Dawkins. Για παράδειγμα, τόσο ο γενετιστής H. Allen Orr (The New York Review of Books, 11 Ιανουαρίου 2007) όσο και ο φιλόσοφος Thomas Nagel (The New Republic, 23 Οκτωβρίου 2006) (αλλά και ο Plantinga) επεσήμαναν ότι ο η επιχειρηματολογία του Dawkins δεν αποκλείει την ύπαρξη ενός άυλου δημιουργού του σύμπαντος, ενός καθαρού και ασώματου πνεύματος, που όντας εκτός της δικαιοδοσίας της φυσιοκρατικής εξήγησης, δρα με μυστηριώδεις τρόπους κατά τη δημιουργία και τη θεμελιώνει μέσω της καθαρά προθετικής και τελεολογικής πνευματικής του δράσης. Πράγματι, κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται. Αλλά ούτε και έχουμε επαρκείς λόγους για να το δεχθούμε. Κάθε εξήγηση ανάγεται, τελικά, σε ανεξήγητα εξηγούντα. Όμως, όπως έλεγε και ο Wittgenstein στις Φιλοσοφικές Έρευνες (304) «… ένα τίποτα μπορεί κάλλιστα να παίξει το ρόλο ενός κάτι για το οποίο τίποτα δεν μπορεί να ειπωθεί». Ακριβώς. Αν οι έσχατοι φυσικοί νόμοι αποτελούν ένα μυστήριο, ποιο είναι το όφελος να τους εξηγήσουμε θέτοντας ένα άλλο μυστήριο; Σε κάθε περίπτωση, η θεμελίωση της ύπαρξης του Θεού στην ανωτέρω βάση ισοδυναμεί με την αποδοχή του Θεού ως ‘Θεού των κενών’, όπως λέει ο Dawkins—o Θεός τίθεται για να καλύψει τα κενά (κάποια από αυτά μάλλον προσωρινά) που αφήνει η επιστημονική εξήγηση του κόσμου.
Ίσως σε αυτό το σημείο να πρέπει κανείς να προσφύγει στους μελετητές του φαινομένου της πίστης. Ίσως μια βαθιά φυσιοκρατική-επιστημονική εξήγηση του καθολικού και δια-πολιτισμικού αυτού φαινομένου να αναδείξει και να εξηγήσει τις απαρχές του και το ρόλο του, ανεξάρτητα από το αν όντως υπάρχει Θεός ή όχι. Όπως τόνισε και ο Hume, οποιαδήποτε μελέτη της θρησκείας πρέπει να ερευνήσει την θεμελίωση της στον Λόγο αλλά και τις απαρχές της στην ανθρώπινη φύση….
Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Richard Dawkins, The God Illusion (Η περί Θεού αυταπάτη), αλλά και τις αντιδράσεις που προκάλεσε, ο Στάθης Ψύλλος, καθηγητής Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο τμήμα ΜΙΘΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, έκανε μια εξαιρετική παρουσίαση όλων των σύγχρονων φιλοσοφικών και επιστημολογικών θέσεων και θεωριών περί της ύπαρξης ή μη του θεού. Αυτό το απόσπασμα του Στάθη Ψύλλου δημοσιεύτηκε στο τεύχος 7 του περιοδικού Cogito