Τα πέντε στάδια που περνάει το ζευγάρι

Είναι το στάδιο όπου όλα είναι μαγικά. Γνωρίζουμε κάποιον, μας ελκύει, αρχίζουμε να νιώθουμε τη φλόγα να ανάβει. Αισθανόμαστε ότι είναι ξεχωριστός, μοναδικός. Πιστεύουμε πως το σύμπαν συνωμότησε για να τον βρούμε, αναζητάμε γύρω μας σημάδια που να επιβεβαιώνουν ότι είναι το άλλο μας μισό, η αδελφή ψυχή μας.
Για παράδειγμα, αν δεν καθυστερούσαμε στο ραντεβού μας με τη φίλη μας, δεν θα πέφταμε πάνω του, αν δεν χρειαζόταν να κάνουμε τα σεμινάρια ηλεκτρονικών υπολογιστών, δεν θα τον γνωρίζαμε, αν δεν μέναμε από λάστιχο, δεν θα τον συναντούσαμε, και η λίστα συνεχίζεται. Μας αρέσει να πιστεύουμε ότι μέσα στην πεζή και πολλές φορές άχαρη πραγματικότητα που ζούμε υπάρχει κάτι μαγικό που «τυχαία» βρίσκεται στο δρόμο μας και μας συνεπαίρνει.
Έχουμε τόσο πολύ απορροφηθεί ο ένας από τον άλλον, ώστε κόβουμε κάθε επαφή με τον έξω κόσμο. Ζούμε την απόλυτη ταύτιση. Έχουμε την πεποίθηση πως είμαστε πλασμένοι ο ένας για τον άλλον. Η ερωτική μας διάθεση είναι στα καλύτερά της! Είναι, όμως, πράγματι έτσι;

Τα αρνητικά συναισθήματα κάτω από το χαλί
Μέσα από τα σημάδια που βρίσκουμε στο περιβάλλον μας (αποκαλώντας τα «τύχη», «πεπρωμένο», «κισμέτ», «μοίρα») διατηρούμε το ζωτικό μύθο ψέματος που μας βοηθάει να συνεχίσουμε να ζούμε. Η αλήθεια πολλές φορές πονάει, και είναι αποκαρδιωτική.

Επαφή με την πραγματικότητα
Το να μπορέσουμε να περάσουμε στο επόμενο στάδιο προϋποθέτει ότι έχει έρθει η ώρα να κατέβουμε από το ροζ συννεφάκι μας και να μετουσιώσουμε όλο αυτό το αχαλίνωτο πάθος σε οικειότητα και συντροφικότητα. Σημαίνει ότι δεν έχουμε πια ανάγκη τη φαντασιωτική εικόνα που έχουμε φτιάξει για τον άλλον για να μπορούμε να συνυπάρχουμε. Ξέρουμε ποιος είναι ο άλλος και που στέκεται και επιθυμούμε να είμαστε μαζί του πάραυτα. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ωριμάσει, έχουμε ενηλικιωθεί συναισθηματικά.
Αφού μπορούμε να έχουμε το καλύτερο, γιατί να συμβιβαστούμε με τη φθορά; Έτσι, είτε θα παραμείνουμε σε μία δυσλειτουργική σχέση όπου θα χωρίζουμε και θα επανασυνδεόμαστε ώστε να κρατιέται η φλόγα ζωντανή, είτε θα ψάχνουμε συνέχεια καινούρια πρόσωπα αναφοράς να εναποθέτουμε τις ελπίδες και το πάθος μας μέχρι αυτό να σβήσει.
Διψασμένοι, πηγαίνουν σ’ ένα λαμπρό νέο καφέ στη γωνία ενός βουλεβάρτου, κι αυτός παρατηρεί να στέκονται απ’ έξω τα μέλη μιας εξαθλιωμένης εργατικής οικογένειας, που χάσκουν μπροστά στις τζαμαρίες, κοιτάζοντας τους κομψούς πελάτες, τους κατάλευκους τοίχους και τα επίχρυσα στολίδια.
Τα μάτια των ταλαίπωρων θεατών είναι γεμάτα δέος μπροστά σε τόσο πλούτο και ομορφιά, γεγονός που προκαλεί οίκτο στον αφηγητή και τον κάνει να ντραπεί για την προνομιούχο θέση του. Στρέφεται τότε προς την αγαπημένη του, ελπίζοντας ότι θα δει τις δικές του σκέψεις να ανακλώνται στα μάτια της.
Αλλά η γυναίκα με την ψυχή της οποίας ετοιμαζόταν να ενωθεί η δική του λέει ορθά κοφτά ότι δεν τους αντέχει αυτούς τους άθλιους και του ζητά να πει στον ιδιοκτήτη να βάλει αμέσως να τους διώξουν.
Δεν έχει τέτοιες στιγμές κάθε ειδύλλιο; Αντί για μάτια που να καθρεφτίζουν τη σκέψη μας, μια (κωμικοτραγική) απόκλιση- και αδιάφορο αν αιτία είναι η πάλη των τάξεων ή ένα ζευγάρι παπούτσια.»

Έτσι, αν τα πράγματα αρχίσουν να μην πηγαίνουν καλά στη σχέση μας, είναι προτιμότερο να αποδώσουμε ευθύνες στο σύντροφο μας από το να πάρουμε εμείς την ευθύνη στο κομμάτι που μας αναλογεί. Είναι για μας προτιμότερο να φύγουμε από τη σχέση παρά να μείνουμε και να δουλέψουμε πάνω σε αυτήν.
Κάποιοι συμβιβασμοί που κάναμε στην αρχή της σχέσης για το καλό της σχέσης ξεχνιούνται. Μας ενοχλεί, ακόμη, που ο σύντροφος μας αναπνέει. Αναρωτιόμαστε που πήγε το πρόσωπο που ερωτευτήκαμε και τη θέση του πήρε αυτός ο ξένος. Αντιστεκόμαστε στην αλλαγή που έχει επιφέρει η ίδια η σχέση και ίσως ακόμα να διατηρούμε την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να αλλάξουμε τον άλλον, να τον κάνουμε να συμμορφωθεί με τη φαντασιωτική εικόνα που έχουμε για αυτόν.
Βιώνουμε μία σύγκρουση: από τη μία θέλουμε να φέρουμε τα πρόσωπα του παρελθόντος στο παρόν (νοερά, σε ασυνείδητο επίπεδο) για να ταχτοποιήσουμε τους ανοιχτούς μας λογαριασμούς μαζί τους, ενώ από την άλλη θέλουμε να ζήσουμε κάτι διαφορετικό μέσα από το πρόσωπο του συντρόφου μας και μέσα από τη νέα μας σχέση. Νομίζουμε ότι αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε, γιατί έχουμε τον έλεγχο της κατάστασης. Άλλωστε, δεν είμαστε πια παιδιά…
Δε βλέπουμε καθόλου ότι εμείς το προκαλέσαμε. Δεν καταλαβαίνουμε ότι συνέχεια θα το κάνουμε αυτό (καταναγκασμός της επανάληψης) μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει και πόσο από αυτό που μας συμβαίνει είναι δικό μας κομμάτι. Όταν το συνειδητοποιήσουμε, θα μπορέσουμε να αποδεχτούμε εμάς, το σύντροφο μας, αλλά και τις εξελίξεις της σχέσης, που θα μας πάνε στο επόμενο στάδιο.
Αν θέλουμε να είμαστε καλά μεταξύ μας, θα πρέπει να μάθουμε να μην επηρεαζόμαστε από τις συνθήκες.
Πάντα θα υπάρχουν δυσκολίες και εμπόδια στη ζωή μας αλλά δεν είναι η ύπαρξη αυτών που δυσχεραίνει τη σχέση μας. Αυτά όλα είναι αφορμές. Η αιτία είναι ο εσωτερικός μας αναβρασμός που πατάει πάνω στις δυσκολίες και βρίσκει έδαφος να εκφραστεί. Πρέπει να έχουμε/να αποκτήσουμε σταθερή ταυτότητα ώστε να μην κλονιζόμαστε με το παραμικρό.
Υπάρχει, όμως, μία παγίδα σε αυτό το στάδιο: η σταθερότητα μπορεί να οδηγήσει στη ρουτίνα, στο «βόλεμα», με κίνδυνο να επαναπαυόμαστε και να μην δημιουργούμε τις κατάλληλες συνθήκες για τη δοκιμή καινούριων πραγμάτων. Αν δε ρισκάρουμε κατά καιρούς, και δεν καλοδεχόμαστε κάποιες αλλαγές, μπορεί να βαλτώσουμε. Αν, όμως, συνδυάσουμε τη σταθερότητα με ανανέωση τότε προχωράμε στο επόμενο στάδιο.
Οι ερωτευμένοι είναι πάντα πιθανό να δολοφονήσουν την ερωτική τους ιστορία, επειδή αδυνατούν να ανεχτούν την αβεβαιότητα, το ρίσκο που αποφέρει ο πειραματισμός τους με την ευτυχία.»
Η σχέση μας σε αυτό το σημείο φέρνει ένα νέο συμβόλαιο: να συμβιώνουμε χωρίς να είμαστε εξαρτημένοι ο ένας από τον άλλον (πράγμα, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, είναι δύσκολο όταν έχουμε πίσω μας «μισοτελειωμένες» δουλειές από το παρελθόν). Στόχος μας είναι η προσωπική ανάπτυξη του εαυτού μας αλλά και του συντρόφου μας.
Το να έχουμε μία υγιή σχέση συνεπάγεται ότι δεν έχουμε ανάγκη να εξουσιάσουμε και να επιβληθούμε στον άλλον, ότι δεν είναι απαραίτητο να σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο ούτε να αισθανόμαστε το ίδιο για όλα τα θέματα, αλλά ούτε και να είμαστε απορροφημένοι από τον άλλον σε τέτοιο σημείο ώστε να χάνουμε την ατομικότητά μας.
Εδώ ισχύει το παλιό ρητό που λέει: «αν αγαπάς κάτι, άφησέ το να φύγει. Αν γυρίσει, θα είναι για πάντα δικό σου. Αν δεν γυρίσει, δεν ήταν και ούτε θα είναι ποτέ».
Επομένως, χρειάζεται να νιώθει ο άλλος ελεύθερος στη σχέση του μαζί μας, έτσι ώστε να μπορεί ανά πάσα στιγμή να φύγει αλλά να μην το κάνει γιατί επιλέγει να είναι μαζί μας, γιατί νιώθει έντονα την αίσθηση του ανήκειν. Έτσι, μπορούμε να προχωρήσουμε και στο επόμενο στάδιο.
Παύουμε να ασχολούμαστε με τη σχέση αυτή καθ’ αυτή, αλλά αντιμετωπίζουμε τη σχέση ως εφαλτήριο για να πειραματιστούμε με νέες καταστάσεις και καινούρια πρόσωπα βασισμένοι στις εμπειρίες που στην πάροδο του χρόνου έχουμε αποκομίσει ως ζευγάρι.
Κάποιοι από μας έχουμε γνωρίσει το σύντροφο μας αρχικά ως φίλο, και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα γίναμε ζευγάρι. Συν τοις άλλοις, δεν υπάρχει κανόνας ότι πρέπει όλοι να περάσουμε από όλα αυτά τα στάδια με την ίδια ακριβώς σειρά. Υπάρχουν ατομικές διαφορές αλλά και το κάθε ζευγάρι ξεχωριστά θέτει τους δικούς του κανόνες.
Μέσα από τους κοινούς μας στόχους και το μοίρασμα διαμορφώνεται η οικειότητα, και αυτό δηλώνει ότι υπάρχει αγαπητική σχέση, δόσιμο, προσφορά. Έχει ιδιαίτερη σημασία να ξέρουμε ότι από όλους τους πιθανούς συντρόφους που θα μπορούσαμε να έχουμε επιλέγουμε να είμαστε με τον συγκεκριμένο, και αυτό είναι που κάνει τελικά τη διαφορά.