Η διαφορά μεταξύ της πεποίθησης και της πίστης - Point of view

Εν τάχει

Η διαφορά μεταξύ της πεποίθησης και της πίστης





Έχω γνωρίσει χιλιάδες ανθρώπους που πιστεύουν ότι έχουν μια ιδέα - ή ένα ταλέντο - που μπορεί να τους οδηγήσει στην επιτυχία. 

Αλλά μόνο ένας πολύ μικρότερος αριθμός διακατέχεται από μια αδιάψευστη πίστη ότι είναι στο σωστό δρόμο.

Οι πεποιθήσεις είναι νοητικές. Η πίστη είναι υφασμένη στο DNA σας. Δεν μπορείς να ξεφύγεις από την πίστη.

Και εδώ οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τη φύση της πραγματικής επιτυχίας.

Οι σταθερά, επίμονοι άνθρωποι δεν είναι έτσι γιατί αποφασίζουν να είναι έτσι. Στην πραγματικότητα, δεν έχουν άλλη επιλογή.

Όταν λέω ότι "η πίστη υφαίνεται στο DNA σου", εννοώ ότι απλά δεν έχεις τη δυνατότητα να διαχωρίσεις την πίστη σου από το φυσικό σου «είναι».

Ο λόγος που κάποιοι άνθρωποι παραμένουν ενάντιοι στην αποτυχία είναι επειδή δεν έχουν άλλη επιλογή.

Αν σας ακούγεται ότι περιγράφω κάτι που ποτέ δεν θα έχετε, παρακαλώ επιτρέψτε μου να διαφωνώ.

Σε όλους μας προσφέρεται η δυνατότητα να νιώσουμε μια τόσο ισχυρή πίστη ώστε να μην μπορούμε να της αντισταθούμε. 

Αλλά ίσως να μην έχετε ακόμη συνειδητοποιήσει τι είναι αυτό που θα ενεργοποιήσει την πίστη σας:

Η αγάπη μιας πραγματικής αδελφής ψυχής

Η ανακάλυψη μιας ικανότητας που θα συμπλέξει τις καλύτερες δεξιότητές σας


Ένας μοναδικός σκοπός που θα καταστήσει όλες τις άλλες επιλογές  να φαίνονται δευτερευόντως ασήμαντες

Ο Άλαν Γουάτς για τη διάφορα μεταξύ πεποίθησης και πίστης





Πώς να σύρετε το λεπτό χορό της ανεπιφύλακτης ανοιχτότητας στην αλήθεια.
Ενάμιση αιώνα προτού ο Καρλ Σαγκάν διερευνήσει τη σχέση μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, η Άντα Λάβλεϊς, η πρώτη προγραμματίστρια ηλεκτρονικών υπολογιστών στον κόσμο, μελέτησε το θέμα σε μια όμορφη επιστολή. Δύο αιώνες αργότερα, ο Άλαν Λάιτμαν έφτιαξε ένα μαγευτικό ορισμό της κοσμικής πνευματικότητας. Το ζήτημα αυτό έχει επίσης αντιμετωπιστεί από τον Άλμπερτ Αϊνστάιν απαντώντας στο ερώτημα ενός μικρού κοριτσιού σχετικά με το αν προσεύχονται άραγε οι επιστήμονες,* η Φλάνερι Ο’ Κόνορ εξετάζει το δόγμα, την πίστη, και τη διαφορά μεταξύ θρησκείας και πίστης, και η Τζέιν Γκούνταλ στην εξαιρετική συνομιλία της με τον Μπιλ Μάγιερς πάνω στην επιστήμη και την πνευματικότητα — και παρόλα αυτά το ζήτημα είναι, και ίσως είναι προορισμένο να παραμείνει, ανοικτό.
Μια από τις πιο σαφείς και ευκρινείς προσπάθειες να απαντηθεί έρχεται από τον Άλαν Γουάτς, ο οποίος εκλαΐκευσε την Ανατολική φιλοσοφία στη Δύση, στο φανταστικό του βιβλίο του 1951 The Wisdom of Insecurity: A Message for an Age of Anxiety — ο ίδιος πολύτιμος θησαυρός που μας έδωσε τον Γουάτς για την ευτυχία και το πώς να ζούμε μια πλήρη ζωή και την προφητική του προειδοποίηση σχετικά με τη σύγχρονη λαιμαργία μας των μίντια.
Ο Γουάτς γράφει:
Πρέπει εδώ να κάνουμε μια σαφή διάκριση μεταξύ πεποίθησης και πίστης, διότι, στη γενική πρακτική, η πεποίθηση έχει καταλήξει να σημαίνει μια κατάσταση του νου που είναι σχεδόν το αντίθετο της πίστης. Η πεποίθηση, όπως χρησιμοποιώ τη λέξη εδώ, είναι η επιμονή ότι η αλήθεια είναι αυτό που “εκουσίως” ή θα επιθυμούσε κανείς να είναι. Ο οπαδός θα ανοίξει το μυαλό του στην αλήθεια υπό την προϋπόθεση ότι ταιριάζει με τις προκαταλήψεις και τις επιθυμίες του. Η πίστη, από την άλλη πλευρά, είναι ένα ανεπιφύλακτο άνοιγμα του νου στην αλήθεια, οποιαδήποτε μπορεί να καταλήξει ότι είναι. Η πίστη δεν έχει προκαταλήψεις· είναι μια βουτιά στο άγνωστο. Η πεποίθηση κολλάει, αλλά η πίστη αμολιέται. Με αυτή την έννοια της λέξης, η πίστη είναι η ουσιώδη αρετή της επιστήμης, και ομοίως κάθε θρησκείας που δεν είναι εξαπάτηση.
[…]
Η παρούσα φάση της ανθρώπινης σκέψης και της ιστορίας … σχεδόν μας υποχρεώνει να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα με ανοιχτό μυαλό, και μπορείτε να γνωρίσετε το Θεό μόνο μέσα από ένα ανοιχτό μυαλό ακριβώς όπως μπορείς να δεις τον ουρανό μόνο μέσα από ένα καθαρό παράθυρο. Δεν θα δεις τον ουρανό αν έχεις καλύψει το γυαλί με μπλε μπογιά.
Αλλά οι “θρησκευόμενοι” άνθρωποι που αντιστέκονται στο ξύσιμο της μπογιάς από το τζάμι, που κοιτάζουν την επιστημονική στάση με φόβο και δυσπιστία, και συγχέουν την πίστη με την προσκόλληση σε συγκεκριμένες ιδέες, είναι κατά ανεξήγητο τρόπο αδαείς για τους νόμους της πνευματικής ζωής που μπορούν να βρουν στο έδαφος των δικών τους παραδοσιακών καταγραφών. Μια προσεκτική μελέτη της συγκριτικής θρησκείας και της πνευματικής φιλοσοφίας αποκαλύπτει ότι η εγκατάλειψη της πεποίθησης, της κάθε προσκόλλησης σε μια μελλοντική ζωή καποιανού, και κάθε προσπάθειας να ξεφύγει κανείς από την περατότητα και τη θνητότητα, είναι ένα συνηθισμένο και φυσιολογικό στάδιο στο δρόμο του πνεύματος. Πράγματι, είναι πραγματικά μια τέτοια “πρώτη αρχή” της πνευματικής ζωής που θα έπρεπε να ήταν προφανές από την αρχή, και φαίνεται, ύστερα από όλα, αναπάντεχο το ότι οι σπουδασμένοι θεολόγοι δεν θα έπρεπε να υιοθετήσουν παρά μια συνεργατική στάση απέναντι στην κριτική φιλοσοφία της επιστήμης.


*ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΙ ΑΡΑΓΕ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ; Ο ΑΪΝΣΤΆΙΝ ΑΠΑΝΤΑΕΙ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥ ΚΟΡΙΤΣΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ VS. ΘΡΗΣΚΕΙΑ






“Όλοι όσοι ασχολούνται σοβαρά με την επιστήμη πείθονται με τον καιρό ότι στους νόμους του σύμπαντος είναι διάχυτη κάποια πνευματική ουσία, μια ουσία που είναι πολύ ανώτερη από εκείνη του ανθρώπου.”

Είτε στους ακούσια πανέξυπνους συλλογισμούς τους σχετικά με την πολιτική των δύο φύλων είτε στις φαινομενικά απλές αλλά βαθιές ερωτήσεις τους σχετικά με το πώς δουλεύει ο κόσμος, τα παιδιά έχουν ένα μοναδικό τρόπο να απογυμνώνουν τα πιο πολύπλοκα από τα πολιτισμικά φαινόμενα στη γυμνή τους ουσία, αναγκάζοντάς μας να επανεξετάσουμε τα στρώματα των υποθέσεών μας . Πάρτε, για παράδειγμα, την πανάρχαια ένταση μεταξύ επιστήμης και θρησκείας, που έχει απασχολήσει το μυαλό διασημοτήτων από τον Γαλιλαίο έως τον Καρλ Σαγκάν, καθώς και μερικά από τα πιο φημισμένα επιστημονικά μυαλά σήμερα. Το τεράστιο πολιτισμικό παρελθόν του ερωτήματος δεν σταμάτησε ένα μικρό κορίτσι από τη Νέα Υόρκη με το όνομα Φύλλις από το να μην το θέσει σε κανέναν άλλο πέραν από το μεγάλο Άλμπερτ Αϊνστάιν σε ένα γράμμα του το 1936 που βρέθηκε στο Dear Professor Einstein: Albert Einstein’s Letters to and from Children.

Εκκλησία του Ριβερσάιντ

19 Ιανουαρίου 1936

Αγαπητέ Δρ. Αϊνστάιν,

Το θέμα που έχουμε στην τάξη μας την Κυριακή στο σχολείο είναι: Προσεύχονται οι επιστήμονες; Το θέμα που μας έβαλαν είναι αν θα μπορούσαμε να πιστεύουμε στην επιστήμη και στη θρησκεία. Γράφουμε σε επιστήμονες και σε άλλους σημαντικούς ανθρώπους για να μπορέσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό.

Θα ήταν πολύ τιμητικό για μένα αν απαντούσατε στο ερώτημά μου: Προσεύχονται οι επιστήμονες, και σε τι προσεύχονται;

Είμαστε στην έκτη τάξη, της κυρίας Έλις.

Με εκτίμηση,

Φύλλις

Μόλις πέντε μέρες αργότερα, ο Αϊνστάιν απάντησε — δεν είναι υπέροχο όταν πολιτιστικοί γίγαντες απαντάνε στην καθαρή περιέργεια των παιδιών; — και η απάντησή του μιλά με την ίδια πνευματική ποιότητα της επιστήμης που ο Καρλ Σαγκάν εξυμνούσε δεκαετίες αργότερα και ο Πτολεμαίος έκανε χιλιετίες νωρίτερα. Έξι χρόνια πριν, ο Αϊνστάιν είχε διερευνήσει αυτό ακριβώς το θέμα, σε πολύ πιο πολύπλοκη γλώσσα και εντυπωσιακή ρητορική, στη θρυλική συνομιλία του με τον Ινδό φιλόσοφο Ταγκόρ.**

24 Ιανουαρίου 1936

Αγαπητή Φύλλις

Θα προσπαθήσω να απαντήσω στην ερώτησή σου όσο πιο απλά γίνεται. Η απάντησή μου έχει ως εξής:

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι κάθε συμβάν, συμπεριλαμβανομένων των υποθέσεων των ανθρώπων, διέπεται από τους νόμους της φύσης. Κατά συνέπεια, ένας επιστήμονας δεν πιστεύει ότι η πορεία των γεγονότων μπορεί να επηρεαστεί από την προσευχή, δηλαδή από μια εκδηλωμένη ευχή προς το υπερφυσικό.

Ωστόσο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η γνώση μας σχετικά με αυτές τις δυνάμεις είναι ατελής, έτσι ώστε στο τέλος η πεποίθηση ότι υπάρχει ένα έσχατο, απόλυτο πνεύμα αποτελεί ένα είδος πίστης. Μια τέτοια πεποίθηση παραμένει διαδεδομένη, ακόμη και με τα σημερινά επιτεύγματα της επιστήμης.

Αλλά, επίσης, όλοι όσοι ασχολούνται σοβαρά με την επιστήμη πείθονται με τον καιρό ότι στους νόμους του σύμπαντος είναι διάχυτη κάποια πνευματική ουσία, μια ουσία που είναι πολύ ανώτερη από εκείνη του ανθρώπου. Με αυτόν τον τρόπο η άσκηση της επιστήμης οδηγεί σε ένα ειδικού τύπου θρησκευτικό συναίσθημα, το οποίο σίγουρα διαφέρει αρκετά από την θρήσκευση του απλοϊκού ανθρώπου.

Με εγκάρδιους χαιρετισμούς,

Ο Α. Αϊνστάιν σου




**Η ΣΥΝΟΜΙΛΊΑ ΔΥΟ ΠΛΑΝΗΤΏΝ






Στις 14 Ιουλίου 1930 ο Άλμπερτ Αϊνστάιν υποδέχτηκε τον ινδό φιλόσοφο Rabindranath Tagore στο σπίτι του. Οι δύο άντρες ξεκίνησαν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις της ιστορίας, εξερευνώντας την αιώνια προστριβή μεταξύ επιστήμης και θρησκείας. Τη συζήτηση παρακολούθησε και κατέγραψε ο Ρώσος δημοσιογράφος Ντιμίτρι Μαριάνοφ (μετέπειτα σύζυγος της θετής κόρης του Αϊνστάιν, Μαργκώ). Στον πρόλογο των σημειώσεών του γράφει:



«Ήταν πολύ ενδιαφέρον να τους βλέπεις μαζί: τον Ταγκόρ, τον ποιητή, με το κεφάλι ενός διανοούμενου και τον Αϊνστάιν, τον διανοούμενο με το κεφάλι ενός ποιητή. Κανένας τους δεν επιχείρησε να επιβάλλει τη γνώμη του στον άλλον. Απλώς αντάλλαξαν ιδέες. Σε ένα παρατηρητή όμως φαινόταν σαν δύο πλανήτες απασχολημένοι σε φιλική κουβεντούλα». 

Αϊνστάιν: Πιστεύετε ότι το Θείο υπάρχει ανεξάρτητα από τον κόσμο μας;

Ταγκόρ: Όχι. Δε μπορεί να υπάρχει κάτι που δε μπορεί να ενταχθεί στον ανθρώπινο νου και αυτό σημαίνει ότι η Αλήθεια του Σύμπαντος ταυτίζεται με την ανθρώπινη Αλήθεια.

Έχω χρησιμοποιήσει ένα επιστημονικό εύρημα για να το στηρίξω αυτό – η ύλη σχηματίζεται από πρωτόνια και ηλεκτρόνια, με κενά μεταξύ τους, αλλά η ύλη μοιάζει να είναι συμπαγής. Παρομοίως η ανθρωπότητα σχηματίζεται από άτομα συνδεδεμένα με ανθρώπινες σχέσεις οι οποίες σχηματίζουν τη ζωντανή ενότητα του ανθρώπινου κόσμου. Το σύμπαν είναι συνδεδεμένο με εμάς με παρόμοιο τρόπο, οπότε είναι ένα ανθρώπινο σύμπαν. Έχω καταλήξει σ’ αυτή τη σκέψη μέσω της τέχνης, της λογοτεχνίας και της ανθρώπινης θρησκευτικής συνείδησης.

Υπάρχουν δύο διαφορετικές αντιλήψεις για τη φύση του σύμπαντος. (1) Ο κόσμος είναι μια ενότητα που εξαρτάται από την ανθρωπότητα. (2) Ο κόσμος υπάρχει ανεξάρτητα από τον ανθρώπινο παράγοντα.

Όταν το σύμπαν βρίσκεται σε αρμονία με τον Άνθρωπο, με το αιώνιο, το αντιλαμβανόμαστε ως Αλήθεια, το αισθανόμαστε ως Ομορφιά.

Αυτό είναι μια εντελώς ανθρώπινη σύλληψη του σύμπαντος.

Δε μπορεί να υπάρχει διαφορετική αντίληψη. Ο κόσμος είναι ένας ανθρώπινος κόσμος – η επιστημονική αντιμετώπισή του είναι η αντιμετώπιση ενός επιστήμονα, που είναι ένας άνθρωπος.

Δηλαδή πρόκειται για μια θεώρηση του ανθρώπινου νου.

Ναι, του αιώνιου νου. Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε μέσα από τα συναισθήματά μας και μέσα από τις πράξεις μας. Μέσα από τους περιορισμούς μας δημιουργήσαμε τον Υπέρτατο Άνθρωπο, ο οποίος δεν έχει περιορισμούς. Η θρησκεία αναγνωρίζει την Αλήθεια και τη συνδέει με τις βαθύτερες ανάγκες μας – η αντίληψη της Αλήθειας του καθενός μας αποκτά συμπαντική σημασία. Η θρησκεία δίνει αξία στην Αλήθεια, την οποία αναγνωρίζουμε μέσα από την αρμονία.

Αν δεν υπήρχαν πλέον άνθρωποι δεν θα ήταν ωραίος ο Απόλλωνας του Μπελβεντέρε?
Όχι.

Συμφωνώ όσον αφορά στην ομορφιά, όχι όμως και όσον αφορά στην αλήθεια.

Γιατί όχι; Η αλήθεια δημιουργείται από τον άνθρωπο.

Δε μπορώ να αποδείξω ότι η θεώρησή μου είναι σωστή, αλλά αυτή είναι η θρησκεία μου.

Η ομορφιά είναι το ιδανικό της απόλυτης αρμονίας, η οποία υπάρχει μέσα στη Συμπαντική Οντότητα. Η αλήθεια είναι η πλήρης κατανόηση του Συμπαντικού Νου. Εμείς τη προσεγγίζουμε μέσα από τα λάθη μας, μέσα από τις συσσωρευμένες μας εμπειρίες, μέσα από την πεφωτισμένη μας συνείδηση – πώς αλλιώς μπορούμε να προσεγγίσουμε την Αλήθεια;

Δε μπορώ να αποδείξω επιστημονικά ότι η Αλήθεια υπάρχει ανεξάρτητα από τον άνθρωπο, αλλά το πιστεύω ακράδαντα. Ας πούμε, πιστεύω ότι το Πυθαγόρειο θεώρημα δηλώνει κάτι που είναι κατά προσέγγιση αληθινό, ανεξάρτητα από την ύπαρξη του ανθρώπου. Αν υπάρχει πραγματικότητα ανεξάρτητα από τον άνθρωπο, τότε υπάρχει και η αλήθεια που σχετίζεται μ’ αυτή.

Η αλήθεια, αυτή που είναι ένα με το Συμπαντικό Ον, πρέπει να είναι στην ουσία της ανθρώπινη – τουλάχιστον όταν μιλάμε για την Αλήθεια που περιγράφεται από την επιστήμη και μπορεί να προσεγγιστεί μόνο μέσω της λογικής, δηλαδή μέσα από το νου, δηλαδή μέσα από ένα ανθρώπινο όργανο.

Αν δεν ήταν κανείς μέσα στο σπίτι μου το τραπέζι θα υπήρχε έτσι κι αλλιώς – αλλά αυτό είναι ήδη μια ψευδής δήλωση για σας – γιατί δε μπορούμε να εξηγήσουμε τι σημαίνει «το τραπέζι είναι εκεί» ανεξάρτητα από εμάς.

Υπάρχει η πραγματικότητα του χαρτιού, εντελώς ανεξάρτητη από την πραγματικότητα της λογοτεχνίας. Για το νου του σκώρου που τρώει το χαρτί η λογοτεχνία είναι ανύπαρκτη, αλλά για τον ανθρώπινο νου η λογοτεχνία είναι μεγαλύτερης αξίας από το ίδιο το χαρτί. Παρομοίως, αν υπάρχει κάποιου είδους Αλήθεια που δεν συνδέεται λογικά ή μέσω των αισθήσεων με τον ανθρώπινο νου, όσο παραμένουμε ανθρώπινα πλάσματα, είναι ανύπαρκτη.

Τότε είμαι πιο θρησκευόμενος από εσάς!

Η θρησκεία μου είναι η συμφιλίωση του συμπαντικού ανθρώπινου πνεύματος, του Υπερ – Ανθρώπου, με τη δική μου ύπαρξη.


Ολόκληρη η συζήτηση υπάρχει στο βιβλίο 4Χ5 – ΑΪΝΣΤΑΪΝ, ΤΑΓΚΟΡ, ΓΚΡΟΤΟΦΣΚΙ, ΚΡΙΣΝΑΜΟΥΡΤΙ, ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ από τις εκδόσεις «Αρχέτυπο» και στα αγγλικά εδώ.


via

Pages