Είναι περισσότερο χαρακτηριστικό του θηλυκού (δεκτικού) ψυχολογικού κόσμου.
Είναι δηλαδή περισσότερο γυναικείο συναίσθημα-αδυναμία.
Αυτό συμβαίνει επειδή ο ψυχολογικός κόσμος της γυναίκας είναι πιο εύθραυστος, ασταθής και καθρεπτίζει όσα συμβαίνουν στον περίγυρο του.
Επηρεάζεται υπερβολικά από τις απόψεις των άλλων.
Χρειάζεται να νιώθει ότι την αγαπούν και τη εκτιμούν και συχνά θα πληρώσει οποιαδήποτε τιμή γι αυτό.
Χρειάζεται να νιώθει ασφαλής και προστατευμένη.
Έχει μία τάση για ψυχοφυσική απομόνωση και εγκλωβισμό.
Φοβάται την οδύνη και τον πόνο γιατί τα υποφέρει παθητικά.
Φοβάται τις αλλαγές γιατί ρισκάρουν τη σταθερότητα της.
Οι προσκολλήσεις ασφάλειας είναι η κυριότερη αιτία της ανασφάλειας.
Ένα παράδειγμα είναι η προσκόλληση σε σχέσεις που ονομάζουμε «σχέσεις αγάπης» ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για σχέσεις ασφάλειας ή υπό όρους αγάπης.
Η λανθασμένη αντίληψη για το τι είναι αγάπη είναι επίσης ένα βασικό αίτιο.
Αγάπη είναι πρώτα να δίνει κανείς και μετά να παίρνει.
Επίσης αγάπη είναι η βούληση να προεκτείνουμε τον εαυτό μας με σκοπό να καλλιεργήσουμε τη δική μας (ή και των άλλων) πνευματική ανάπτυξη.
Η πραγματική αγάπη είναι βουλητική και όχι συναισθηματική.
Αν μία πράξη δεν είναι πράξη εργασίας ή θάρρους δεν είναι πράξη αγάπης.
Επίσης όταν αγαπάμε κάποιον προσέχουμε την ανάπτυξη αυτού του ατόμου.
Η ψυχολογική ασφάλεια μας επιτρέπει ν΄αναπτυχθούμε γιατί όταν κάποιος είναι ανασφαλής θ΄ αποσυρθεί πάντα σ΄αυτά που του είναι οικεία παρόλο που μπορεί να υποφέρει εκεί μέσα.
Για πολλούς η οικεία οδύνη είναι προτιμότερη από κάτι καινούργιο ή άγνωστο.
Έτσι απορρίπτουν κάθε είδος περιπέτειας, συγκεντρώνοντας πάνω στον εαυτό τους όλα όσα αντιλαμβάνονται και διαισθάνονται μην αφήνοντας τόπο σε καμία μορφή προόδου, στη μεταφορά σε νέες και πλούσιες εμπειρίες.
Πως ξεπερνιέται η ανασφάλεια:
1. Αυτοπαραδοχή:
Να παραδεχτούμε ότι νιώθουμε ανασφαλείς, ότι έχουμε φόβους ότι είμαστε πιο αδύναμοι απ΄ότι νομίζουμε ή θέλουμε να δείχνουμε.
Να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και με τους άλλους ακόμη και αν η αλήθεια μας κάνει να νιώθουμε ευάλωτοι ή μας δυσαρεστεί.
2. Ανάληψη της ευθύνης:
Ν΄αποδεχτούμε την ευθύνη για το πρόβλημα μας για να μπορέσουμε να το λύσουμε.
Οι άνθρωποι σήμερα ζουν με την ψευδαίσθηση ότι δεν είναι υπεύθυνοι γι αυτά που νιώθουν, σκέφτονται ή τους συμβαίνουν, ενώ συχνά παίρνουν πάνω τους την «ευθύνη» για την ευτυχία ή τη δυστυχία των άλλων.
Έτσι είναι ανασφαλείς και δυστυχισμένοι, στο βαθμό που εναποθέτουν τη δύναμη, την ευτυχία και την ασφάλεια τους έξω από τον εαυτό τους (χρήματα, σχέσεις, επάγγελμα κ.α).
Το σίγουρο είναι ότι κάθε άτομο είναι προσωπικά υπεύθυνο για την ευτυχία και τη δυστυχία του, για την αρρώστια και την υγεία του για την ανάπτυξη και την οπισθοδρόμηση του.
Μόνο εμείς μπορούμε να μεταμορφώσουμε τη δυστυχία μας, την αρρώστια, την ανικανοποίηση και την ανασφάλεια σε ευτυχία, υγεία, ικανοποίηση και ασφάλεια.
Μόνο εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τον εαυτό μας.
3. Ανακάλυψη προσκολλήσεων ασφάλειας και μετασχηματισμός τους σε προτιμήσεις:
Να ενεργούμε στον έξω κόσμο αλλάζοντας οτιδήποτε μπορούμε για να επιτύχουμε τους στόχους μας, αλλά να μπορούμε να δεχτούμε το αποτέλεσμα οποιοδήποτε και αν είναι (ορθή δράση).
Αν το καταφέρουμε αυτό τότε δεν παθαίνουμε εύκολα κατάθλιψη, ούτε θυμώνουμε με τους άλλους όταν οι ανάγκες μας για ασφάλεια δεν ικανοποιούνται.
4. Αντιμετώπιση των φόβων-ρίσκο:
Το θάρρος στη ζωή αποκτιέται μέσα από συνεχείς προσπάθειες καλλιεργώντας τη συνήθεια ν΄αρνείται κανείς ν΄αφήνει το φόβο να του καθορίζει τις πράξεις, μαθαίνοντας να διακινδυνεύει να ζει με ανασφάλεια, ν΄αντέχει τις στερήσεις, μαθαίνοντας να κερδίζει αλλά και να χάνει στο παιχνίδι της ζωής.
Να μπορεί να ρισκάρει να μπορεί να μπει στην 1η γραμμή και να πει:
« Όχι, πρέπει ν΄ αλλάξουν τα πράγματα αλλιώς θα καταστραφούμε».
Να διακινδυνεύσει να χάσει τα κεκτημένα, την ιδέα που έχουν οι άλλοι γι αυτόν ,να διακινδυνεύσει να εμπιστευτεί τους άλλους, να εκφράσει τη συναισθήματα του, να είναι διαφορετικός από τους άλλους, κρατώντας τα ιδανικά του και αυτά που πιστεύει.
5. Η σημασία της μάθησης:
Η μάθηση είναι συγκλονιστικό πράγμα γιατί κάθε φορά που μαθαίνεις κάτι, γίνεσαι κάτι καινούργιο.
Δεν μπορούμε να μάθουμε κάτι χωρίς ν αναπροσαρμόσουμε τον εαυτό μας πάνω στα νέα πράγματα που έχουμε μάθει.
Έτσι και η ασφάλεια όπως όλα τα πράγματα μαθαίνεται.
Με συνεχή προσπάθεια και βήμα-βήμα μαθαίνει κάποιος ν΄αντιμετωπίζει τις φοβίες και τις ανασφάλειες του.
6. Η σημασία της ανεξαρτησίας και της πρωτοβουλίας:
Σήμερα έχουμε γίνει παρατηρητές των φαινομένων, ενώ οι περισσότεροι τομείς της ζωής (π.χ. εκκλησία, πολιτική) είναι κενά από ενεργητικούς ρόλους.
Έτσι υπάρχουν εκατομμύρια θεατές αλλά λείπουν οι ηθοποιοί.
Είναι σημαντικό στο δρόμο προς την ασφάλεια να γίνει ο πρωταγωνιστής της ζωής του, να στέκεται στα δικά του πόδια ν΄αντιμετωπίζει μόνος του τα προβλήματα του και να μην εξαρτάται από τους άλλους (οικονομικά και συναισθηματικά)
7. Η βεβαιότητα ότι η ύπαρξη μας είναι πέρα από την προσωπικότητα και η διοχέτευση της ανάγκης για αυτοπραγμάτωση δίνει μία διαχρονικότερη ασφάλεια.
Αν πιστεύει και νιώθει κάποιος ότι έχει μία αθάνατη ψυχή αντιλαμβάνεται σιγά σιγά ότι είναι ασφαλής και δεν ξοδεύει τόσο πολύ χρόνο, σκέψη, ενέργεια, χρήμα για την ικανοποίηση αυτών των απατηλών επιθυμιών-αναγκών και αρχίζει να διοχετεύει τα παραπάνω στην προσπάθεια του να υπερνικήσει τους φόβους και τις αδυναμίες του και να εκδηλώσει τη δύναμη που υπάρχει μέσα του.
Ισχύει και το αντίθετο φυσικά: δεν μπορεί κάποιος ν’ αυτοπραγματωθεί αν δεν έχει καλύψει βασικές ανάγκες ασφάλειας στο φυσικό αλλά και ψυχολογικό και νοητικό επίπεδο.
Ειδικότερα για την ψυχολογική ανασφάλεια:
Είναι αναγκαίο να μάθει κάποιος να εμπιστεύεται τους άλλους, όπως αυτοί είναι και όχι να θέλει να τους ικανοποιήσει ή να ικανοποιηθεί από αυτούς.
Να μάθει σε μία ανώτερη αγάπη (μεταλλάσσοντας - εξαγνίζοντας τα κατώτερα συναισθήματα - συγκινήσεις σε ανώτερα) που είναι η αγάπη χωρίς προσκολλήσεις και όρους.
Χρειάζεται μία πειθαρχία και έλεγχος των συγκινήσεων, που δεν είναι ψυχρότητα, καταστολή, απομάκρυνση από τον κόσμο, αλλά αντίθετα είναι τάξη, δύναμη, σταθερότητα, πρακτική συναισθηματικότητα (αυθεντική έκφραση των συναισθημάτων).
Και όλα τα παραπάνω με μία στάση ενεργού ενδιαφέροντος και προσφοράς προς τους άλλους.
Λίζα Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια