Κατά καιρούς έχουν ειπωθεί για τις γυναίκες, το «ωραίο φύλο», όπως λένε. Μερικά είναι πολύ πετυχημένα κι άλλα έχουν παραμείνει αναλλοίωτα ανά τους αιώνες. Τι γίνεται όμως όταν προσπαθείς να τις ερευνήσεις ή ακόμη καλύτερα να τις εξηγήσεις; Σκούρα τα πράγματα, δύσκολα, καθόλου βατά κι άγρια. Όπως ακριβώς κι εκείνες.
Εκείνες που έχουν αρπάξει τη ζωή στα χέρια τους, που τα κάνουν όλα με το δικό τους τρόπο, που ζητούν κι απαιτούν αυτό που πραγματικά γουστάρουν κι ας φέρνουν τους άλλους προ τετελεσμένου. Γιατί κουράστηκαν, βαρέθηκαν, απελπίστηκαν κι αν η ανοχή τις έσφιξε κάπως στο λαιμό, σαν άλλες χολιγουντιανές σταρ ξέρουν πολύ καλά να ξεσφίγγουν το μαντήλι και να το εγκαταλείπουν στον άνεμο.
Είναι οι γυναίκες μαγκάκια από φλέβα, μια φλέβα που χτυπάει κι είναι έτοιμη να κατακτήσει τον κόσμο όλο. Θα τις δεις να περπατάνε μέσα στον κόσμο ανέγγιχτες κι αγέρωχες. Είναι εκείνη η πάστα γυναικών που ποτέ δεν είχαν ανάγκη τίποτα και κανέναν, αν δεν το ήθελαν οι ίδιες. Είναι οι γυναίκες που δημιουργούν εκείνες τις ευκαιρίες και δεν περιμένουν τίποτα απ’ το κάρμα και την τύχη. Πιστεύουν πολύ σε αυτό μα πιο πολύ πιστεύουν στον ίδιο τους τον εαυτό.
Διαλέγουν πάντα εκείνες και ποτέ δεν τις διαλέγουν, ούτε κι επιτρέπουν να είναι η δεύτερη επιλογή. Ίσως γιατί κάποτε να υπήρξαν κιόλας κι έτσι τώρα ξέρουν πως δεν τους ταιριάζει αυτή η ψυχοφθόρα θέση.
Με λυγερή κορμοστασιά, σαν αερικά, με μια σπίθα στην άκρη του ματιού έτοιμη να γίνει πυρκαγιά και ν’ αρπάξουν ολόκληρες και μαζί τους να καεί κι όποιος τυχερός τον έχουν επιλέξει, γιατί ναι, φίλε μου, τύχη θα είναι να επιλεγείς να ζήσεις το όνειρο μαζί της. Ανεξάρτητες σε όλους τους τομείς. Αν τις παρατηρήσεις, θαρρείς πως κρύβουν στο μυαλό τους όλα τα μυστικά του κόσμου και πως στη χούφτα τους κρατάνε τις ζωές ανθρώπων.
Πόσο μαγικό, πόσο έξω απ’ τα καλούπια που ακολουθούν μετά μανίας οι γυναίκες σήμερα και που τους κόστισε τον εαυτό τους ολόκληρο. Κι όμως αυτές δεν είναι καθόλου έτσι. Παρεξηγημένοι χαρακτήρες επειδή είναι δυνατές. Επειδή δεν υποδουλώθηκαν και δεν υπηρέτησαν ποτέ κανέναν, όπως θα ήθελε η συντηρητική μας κοινωνία.
Δε δέχτηκαν ποτέ να γίνουν «δοκιμές» για να καταφέρουν οι άλλοι κάτι. Κι αν ποτέ το έκαναν, αναρωτιέμαι ποιος ήταν τελικά η δοκιμή. Σε καθηλώνουν με μία τους κουβέντα και θέλοντας και μη απαιτούν την αμέριστη προσοχή και το σεβασμό σου. Οι συμβιβασμοί με το «λίγο» και το «δεν ξέρω», τις κουράζουν και τις κάνουν να βαριούνται. Το μότο τους άλλωστε είναι γνωστό «όλα ή τίποτα». Και το έχουν περάσει στο πετσί τους. Το μέτριο δε τους κάνει. Το περίπου τις τσαντίζει.
Γιατί ξέρουν πως η μετριότητα είναι για εκείνους που λιποτακτούν, για τους φυγόπονους. Είναι αχόρταγες και με μια απρόσμενη τρέλα που δύσκολα κατανοείς την πηγή και την αιτία της. Ξέρεις, από εκείνες τις τρέλες που μόνο ένα μικρό παιδί κι ένα μεγάλο μυαλό θα μπορούσε να σκεφτεί και να πράξει. Το γέλιο είναι κάτι που το απολαμβάνουν με την καρδιά τους όπως και κάθε άλλο συναίσθημα, όπως και κάθε άλλη κατάσταση. Νιώθουν, ζούνε, βιώνουν.
Η μυρωδιά τους είναι μεθυστική και σε προκαλέσει να τη γυρέψεις. Να βρεις από πού προέρχεται. Να τις αναζητήσεις. Να μην υπάρξει πιθανότητα να μην τις προσέξεις, να μη σου εντυπωθούν. Τα ψηλοτάκουνα παπούτσια τους ηχούν στους δρόμους περήφανα και με θρασύτητα, αλλά ταυτόχρονα και με μια κομψότητα κι αρχοντιά από άλλη εποχή. Τους δίνουν χάρη, αέρα μα και πάθος.
Έχουν τρόπους, είναι λιγομίλητες κι ευγενικές μα και χείμαρροι όταν νευριάσουν, όταν θα προσπαθήσεις να τις στριμώξεις. Το βλέμμα τους, το όπλο τους το ανίκητο, μπορεί να βάλει στη θέση του και τον πιο αναιδή άνθρωπο.
Δε τις συναντάς συχνά πια. Στην κατηγορία τους πλέον ελάχιστες. Πολλές προσπαθούν να τις μιμηθούν. Βάζουν ένα ζευγάρι ψηλά παπούτσια, ντύνονται με ακριβά ρούχα, λούζονται και με το πιο βαρύ άρωμα και νομίζουν πως άλλαξαν. Όμως σαν έρθουν αντιμέτωπες με το αληθινό, τον ανταγωνισμό τον έχουν χαμένο. Γυναίκα δε σε κάνει το ρούχο και τα αξεσουάρ, αλλά ο αέρας, η ματιά και το πάθος που αναδεύεις. Η ομορφιά υποκειμενική μα η αντικειμενικότητα στην αύρα που αποπνέουν, αυτές οι γυναίκες είναι αδιαμφισβήτητες.
Εκείνες τις «λίγες», λοιπόν, θα τις αναγνωρίσεις μέσα στο πλήθος. Κι όταν τις δεις, στάσου λίγο να τις καμαρώσεις και να τις θαυμάσεις. Ακόμη όμως κι αν η τύχη δε σε φέρει μπροστά σε μία απ’ αυτές, όλο και κάπου θα ακούσεις να μιλάνε. Είναι εκείνες που μπορούν να έχουν τον κόσμο στα πόδια τους με μία κίνηση κι όμως διάλεξαν να παλέψουν για να τον κατακτήσουν.