Δύο εἶναι τά αἴτια ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων ὁ νοῦς ὑποδουλώθηκε στίς αἰσθητές ἡδονές. Τό πρῶτο καί καθ' ἑαυτό καί κυριότερο αἴτιο εἶναι, ὅτι μετά τήν παράβαση τοῦ Ἀδάμ, τό δικό του ὄργανο, δηλαδή τό σῶμα, δέχεται ὅλη τήν ὕπαρξη καί τήν σύστασή του ἀπό τήν αἰσθητή, ἐμπαθῆ καί παράλογη ἡδονή. Γιατί μέ τήν ἡδονή σπείρεται, μέ τήν ἡδονή συλλαμβάνεται, μέ τήν ἡδονή μεγαλώνει καί τελειοποιεῖται μέσα στήν κοιλιά ὡσότου γεννιέται.
Καί αὐτό δηλώνοντας ὁ προφήτης Δαβίδ, ἔλεγε: "Νά μέσα στήν άμαρτία συνελήφθηκα καί μέσα στίς ἀνομίες μέ κυοφόρησε ἡ μητέρα μου" (Ψαλμ. 50,5). Τό δεύτερο καί ἐπόμενο αἴτιο εἶναι, ὅτι καί ἀφοῦ γεννηθῆ, πάλι μέ τήν ἡδονή ἀνατρέφεται. Γιατί σέ ὅλα τά πρῶτα χρόνια τῆς παιδικῆς ἡλικίας καί πολύ περισσότερο τούς ἐννιά μῆνες πού εἶναι στή μήτρα, ἐπειδή δέν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ ἀκόμη ἡ διάκριση τοῦ λογικοῦ, ὁ νοῦς δἐν μπορεῖ νά χρησιμοποιήσει τά αἰσθητήρια τοῦ σώματος γιά νά μεταχειρισθῆ τή δική του ἐνέργεια καί νά ἐντρυφήση στή νοητή ἡδονή του. Ἀλλά μόνο τό σῶμα τά μεταχειρίζεται, ὄχι μόνο γιά τήν ἀποαραίτητη τροφή του, ἀλλά καί γιά τήν ἐμπαθῆ ἡδονή του. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι παρασύρει σ' αὐτή τήν αἰσθητή ἡδονή ἀκόμα καί τό νοῦ, ἐπειδή ἀκόμα εἶναι ἀτελής καί χωρίς διάκριση καί τόν ὑποδουλώνει σ' αὐτή. Ἔτσι λέει στο φιλοσοφικό του λόγο ὁ θεῖος Θεόδωρος ὁ Ἰεροσολύμων· "Ἐπειδή ὁ νοῦς προκαταλαμβάνεται ἀπό τήν αἴσθηση, ἀκολουθεῖ τήν αἴσθηση αὐτή ἡ δυάδα, (δηλαδή ἡ ἐπιθυμία κι ὁ θυμός)· αὐτά ὅμως εἶναι παράλογα καί κινοῦνται ἀπό τή φύση καί ὄχι ἀπό τή λογική, τοποθετοῦν σέ κάθε μόριο τῆς ψυχῆς ἕξη, δύσκολη νά καθαρισθεῖ· καί ἡ τάξη ἀντιστρέφεται. Γιατί ἡ αἴσθηση πού εἶναι ἀμέσως τέλεια καί ἰσχυρή, συναρπάζει τό νοῦ, πού δέν ἔχει ἀκόμα τήν ἐνέργεια καί θεωρεῖται ἐν δυνάμει ἀτελής καί τόν παρασύρει καί τόν πείθει νά θεωρεῖ ὡς ἀγαθά, αὐτά πού ἡ ἴδια τά θεωρεῖ τέτοια· καί ὑποτάσσει στόν ἑαυτό της, ἐκεῖνον πού ἔχει ὁρισθεῖ νά ἐξουσιάζει καί ἔτσι τό καλύτερο ὑποδουλώνεται στό χειρότερο· ἐξ αἰτίας αὐτῶν λοιπόν καί ἡ κακία θεωρεῖται ἀρχαιότερη ἀπό τήν ἀρετή" (ἐν χειρογράφοις). Τά ἴδια μέ τόν θεῖο Θεόδωρο ἀναφέρει καί ὁ θαυμάσιος Νύσσης στήν ὄγδοη ὁμιλία στόν Ἐκκλησιαστή, μεταξύ τῶν ὁποίων ἀναφέρει καί τά ἑξῆς: "Ἡ αἴσθηση γεννιέται ταυτόχρονα μέ τήν πρώτη γέννηση, ἐνῶ ὁ νοῦς ἀναμένει τήν ἄνοδο ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία... Γι' αὐτό τό λόγο ὁ νοῦς καταδυναστεύεται ἀπό τήν αἴσθηση στήν ἀρχή, αὐξανόμενος σταδιακά.... Γι' αὐτό καί γίνεται κουραστική καί μπορεί νά πετύχει κάποιος τήν κατανόηση τοῦ ὄντως ἀγαθοῦ, γιατί προκαταλαμβανόμαστε ἀπό τά αἰσθητά κριτήρια, καθορίζοντας ὅτι τό καλό βρίσκεται σέ ὅ,τι μᾶς εὐφραίνει καί μᾶς εὐχαριστεῖ".
Ἄχ, ἀλλ' αὐτή ἡ χρησιμοποίηση τῶν αἰσθητηρίων, πόσο πικρή καί πόσο κοπιαστική καί ὀδυνηρή ἀποβαίνει κατόπιν γιά τόν ταλαίπωρο καί ἄθλιο νοῦ! Γιατι τά αἰσθητήρια, χωρίς κάποιο χαλινάρι ἀπό τή λογική, ἀλλά ὡς παράλογα καί κτηνώδη, ἀφοῦ γεύτηκαν καί χόρτασαν τήν ἡδονή τῶν αἰσθητῶν, σέ διάστημα σχεδόν δεκαπέντε χρόνων τῆς παιδικῆς ἡλικίας, κατά τήν ὁποία ἡλικία, ὁ νοῦς βρίσκεται σάν ναρκωμένος καί ὁδηγεῖται ἀπό τίς αἰσθήσεις, ἐπειδή δέν ὑπάρχουν ἀκόμα τά κατάλληλα ὄργανα γιά νά χρησιμοποιήσει μέσω αὐτῶν τήν δική του ἐνέργεια· ἀφοῦ, λέγω, οἱ αἰσθήσεις συνήθισαν στίς ἡδονικές ἀπολαύσεις τοῦ σώματος, μέχρι νά ὁλοκληρωθεῖ ἡ λογική· "Γιατί τά πάθη ὅταν ἐπικρατοῦν στή λογική, παραμορφώνουν τίς αἰσθήσεις καί τίς ὁδηγοῦν πρός τήν ἀμαρτία", εἶπε ὁ θεῖος Μάξιμος· πές μου, ποιός μπορεῖ ἔπειτα εὔκολα νά τἀ χαλιναγωγήσει;
Ἀφοῦ, γιά παράδειγμα, οἱ ἀμφιβληστροειδεῖς χιτῶνες τῶν ὀφθαλμῶν συνήθισαν νά βλέπουν ἐμπαθῶς τά ὄμορφα καί ὡραία κάλλη τῶν ἔμψυχων σωμάτων· ἀφοῦ τά τύμπανα τῶν αὐτιῶν γλυκαθοῦν μέ τίς εὐχάριστες φωνές τῶν μελωδιῶν· ἀφοῦ τό ὀνομαζόμενο ἰνοειδές καί τριχωτό αἰσθητήριο τῆς ὀσφρήσεως εὐχαριστηθεῖ ἀπό τίς εὐωδίες τῶν μύρων καί τῶν ἀρωμάτων· ἀφοῦ ἡ γλῶσσα καί τό στόμα γευθοῦν, ἤ καλλίτερα, συνηθίσουν στή γεῦση τῶν λιπαρῶν καί νόστιμων χυμῶν καί τροφῶν, ἀφοῦ τέλος, τό αἰσθητήριο τῆς ἀφῆς συνηθίσει μέ τόν καιρό στά ἀπαλά καί μαλακά ἐνδύματα, ποιός, ὕστερα παρακαλῶ, ἀκόμα καί ἄν εἶναι ὁ πιό διαλεκτικός καί ρητορικός, θα μπορέσει νά τά πείσει πώς ἐκεῖνο πού ἀπόλαυσαν δέν εἶναι ἡ ἀληθινή καί λογική ἡδονή, ἀλλά ἀντίθετα εἶναι παράλογη καί προσωρινή; Ποιός νά ἀνατρέψει τήν γνώμη αὐτῶν, τά ὁποῖα κατά κάποιο τρόπο ἀντιλέγουν χωρίς φωνή καί φιλονικούν καί ἰσχυρίζονται πεισματικά, ὅτι μόνο αὐτή, πού αὐτά δοκίμασαν, πρέπει νά θεωρεῖται ἡδονή καί ὄχι κάποια ἄλλη νοερή καί ἄϋλη; Ποιός; Ὁ νοῦς; Ἀλλ' αὐτός ὁ ἄθλιος, ἄν καί γνωρίζει ὅτι ἐκείνη ἡ ἡδονή εἶναι χαρακτηριστική τῶν ἀλόγων ζώων καί ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ του, παρ' ὅλα αὐτά, ἐπειδή καί αὐτός τά πρῶτα αὐτά χρόνια ἀπόλαυσε μαζί μέ τίς αἰσθήσεις τήν ἴδια ἡδονή καί δελεάσθηκε, ἐξ αἰτίας τῆς ἀπλότητος πού εἶχε καί θεωρώντας ὅτι αὐτό εἶναι σωστό, φαίνεται σάν ναρκωμένος ἤ νά τό πῶ καλλίτερα, σάν νά εἶναι δεμένος ἀπό τίς πέντε αἰσθήσεις, σάν ἀπό πέντε σιδερένια σχοινιά. Ὑποφέρει, στενοχωρεῖται, βλέποντας ὅτι, ὄντας βασιλιάς τοῦ σώματος, ἔγινε δοῦλος· καί ὅμως, θέλοντας καί μή θέλοντας, κλίνει μαζί μέ αὐτά στήν ἀπόλαυση τῆς αἰσθητῆς ἡδονῆς.
Ποιός νά τά πείσει; Ὁ χάρτης τῆς φαντασίας; Ἀλλά καί αὐτός εἶναι ζωγραφισμένος καί γεμάτος μελανά στίγματα ὁλόκληρος ἀπό τίς ἐμπαθεῖς εἰκόνες καί τά εἴδωλα τῆς ἡδονῆς αὐτῆς, τά ὁπῖα τυπώθηκαν στά τόσα χρόνια καί προτρέπει περισσότερο, μέσω τῆς ὑπενθυμίσεως τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων, στήν ἀπόλαυσή της. Ποιός; Ὁ θάλαμος τῆς καρδιᾶς; Ἀλλοίμονο! Καί αὐτός εἶναι γεμάτος καί ἔχει μέσα του τίς διάφορες μακροχρόνιες ὀρέξεις καί ἐπιθυμίες τῆς ἴδιας ἡδονῆς καί βιάζει κατά κάποιο τρόπο τόν νοῦ καί τῆν φαντασία καί τίς αἰσθήσεις καί ὅλο τό σῶμα πρός τήν ἀπόλαυσή της. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί ὁ διάβολος ὁ ὁποῖος εἶναι βασιλιάς τῶν ἡδονῶν πού βρίσκονται στό σῶμα, γαργαλᾶ καί αὐτός τόν νοῦ καί τήν καρδιά καί ἀκόμη περισσότερο τά αἰσθητήρια. Γιατί μολονότι εἶναι ἀσώματος, μέσω τοῦ σώματος ὅμως ἀπολαμβάνει καί ἐκεῖνος τίς ἡδονές τοῦ σώματος, ὅπως λένε οἱ θεῖοι Πατέρες. Καί αὐτές εἶναι τό χῶμα καί ἡ γῆ, πού καταδικάστηκε νά τρώει μέσω τοῦ ὄφεως. "Καί χῶμα θά τρῶς σέ ὅλη σου τή ζωή"(Γεν. 3,14).