Τα πρώτα βήματα της φιλοσοφίας συνδέονται στενά με την επιστήμη ως διαδικασία αναζήτησης της αλήθειας. Η διήγηση των μύθων δεν είναι επαρκής εξήγηση για το πώς δημιουργήθηκε ο κόσμος. Δεν είναι όμως όλοι έτοιμοι να αποτινάξουν την έννοια του θεού ως δημιουργού του σύμπαντος.
Οι Φυσικοί φιλόσοφοι πρώτοι αποδεσμεύουν τον θεό από την εμπλοκή του στα ανθρώπινα και ερευνούν τη φύση των πραγμάτων. Θεωρούν ότι η ύλη είναι το πρωταρχικό στοιχείο και εκεί είναι που θα πρέπει να αναζητηθεί η αφετηρία. Ο Αριστοτέλης έχει σπουδάσει στην Πλατωνική Ακαδημία αλλά ταυτόχρονα έχει μελετήσει όλους τους Φυσικούς φιλοσόφους. Στο δικό του φιλοσοφικό σύστημα ο θεός δεν δημιουργεί τον κόσμο, όπως στον Πλάτωνα. Ούτε επιβραβεύει την καλοσύνη μετά τον θάνατο. Με λίγα λόγια, δεν αναμειγνύεται ολωσδιόλου στον κόσμο μας. Και όμως υπάρχει.
Για να κατανοήσει κανείς την έννοια του θεού στον Αριστοτέλη θα πρέπει να έχει υπόψη του τη φυσική του φιλοσοφία. Ο κόσμος είναι αιώνιος. Δεν υπάρχει στιγμή δημιουργίας. Αλλά τότε πώς εξηγείται η κίνηση στο σύμπαν και στη φύση; Πώς κινούνται τα όντα; Πώς μεταβάλλονται, αλλοιώνονται, αυξάνουν και φθίνουν, γεννιούνται και πεθαίνουν; Όλες αυτές οι μεταβολές ονομάζονται από τον ίδιο κινήσεις. Η κίνηση παίζει πρωταρχικό ρόλο τόσο στη φύση (στον «υποσελήνιο» κόσμο) όσο και στον αΐδιο ουράνιο κόσμο. Ο Αριστοτελικός «θεός» δεν δημιουργεί το σύμπαν ούτε τους ανθρώπους. Αλλά είναι αυτό που δίνει την πρώτη κίνηση, χωρίς να κινείται. Συνεπώς, σύμφωνα με τον ίδιο, οι προηγούμενες θεωρίες δεν προσφέρουν επαρκή εξήγηση. Ούτε οι θεολόγοι ούτε και οι φυσικοί φιλόσοφοι έχουν λύσει το θέμα.
«Επιπλέον, αν [ισχυριζόμασταν] όπως λένε οι θεολόγοι που γεννούν [το σύμπαν] από τη νύχτα, ή όπως οι φυσικοί που λένε ότι όλα τα πράγματα ήταν μαζί, αυτό θα ήταν κάτι αδύνατο. Γιατί πώς θα κινούνταν αν κάποιο αίτιο δεν ήταν ενεργό; […] Γι’ αυτόν τον λόγο ορισμένοι θέτουν μία αιώνια ενέργεια, όπως ο Λεύκιππος και ο Πλάτωνας, καθώς λένε ότι υπάρχει αιώνια κίνηση. Αλλά δεν λένε το γιατί ούτε με ποιον τρόπο ούτε την αιτία που κινείται έτσι και όχι αλλιώς. […] Υπάρχει λοιπόν και κάτι το οποίο κινεί. Επειδή όμως αυτό που κινεί και κινείται είναι το μέσον, υπάρχει κάτι που κινεί χωρίς να κινείται, δηλαδή κάτι αιώνιο που είναι και ουσία και ενέργεια (ἀΐδιον καὶ οὐσία καὶ ἐνέργεια οὖσα.)»
Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά
Ο Αριστοτέλης θέτει τις απορίες περί πρώτης κινήσεως στο δημοφιλές Λ’ βιβλίο των Μετά τα φυσικά, όπου εξηγεί τον ρόλο του θεού στο όλον. Η ονομασία ποικίλει: θεός, πρώτο κινούν ακίνητο, νοήσεως νόησις σημασιολογικά ταυτίζονται και χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν την αφετηρία της κίνησης και όχι του κόσμου, καθώς (ακολουθώντας τον Ηράκλειτο) ξεκινά από την παραδοχή ότι ο κόσμος δεν έχει αρχή. Είναι αγέννητος και άφθαρτος, επομένως το πρόβλημα της δημιουργίας εκ του μηδενός λύνεται αυτόματα. Πώς θα εξηγηθεί όμως η κίνηση και δη και η αρχή της;
Ο θεός δίνει την πρώτη κίνηση στο όλον και ταυτόχρονα παραδίδει τα ηνία στη φύση. Από κει και πέρα δεν θα επέμβει ποτέ ξανά. Ο θεός του Αριστοτέλη αποτελεί τη δική του λογική λύση του προβλήματος της κίνησης του κόσμου. Όντας ο ίδιος ακίνητος αποτελεί την αφετηρία της κίνησης του σύμπαντος. Του μακρόκοσμου και του μικρόκοσμου. Του ουρανού και της φύσης. Όλα ξεκινούν από αυτή την αρχή. Δεν είναι όμως υλική αρχή όπως αυτή που αναζητούσαν οι Φυσικοί φιλόσοφοι. Ο θεός είναι ενέργεια, όπως και η ζωή του. Η έννοια του νου είναι καθοριστική και πολύπλοκη. Αποτελεί την αρχή, το υποκείμενο και αντικείμενο της νοήσεως. Αλλά ο Αριστοτέλης θα επανέλθει σε επόμενο κεφάλαιο στη λειτουργία του νου. Θα αρκεστεί στην περιγραφή της ζωής του θεού, στην οποία μετέχουμε και εμείς για μικρό διάστημα, διότι ο θεός υπάρχει για πάντα ενώ για εμάς αυτό είναι αδύνατο:
«Και η ζωή βέβαια ανήκει στον θεό. Διότι η ενέργεια του νου είναι ζωή, και εκείνος είναι η ενέργεια. Και η καθεαυτή ενέργειά του είναι η άριστη και αιώνια ζωή. Λέμε λοιπόν ότι ο θεός είναι ζωντανό ον αιώνιο και άριστο (φαμὲν δὴ τὸν θεὸν εἶναι ζῷον ἀΐδιον ἄριστον,), ώστε σ’ αυτόν ανήκει η ζωή και ο συνεχής και αιώνιος χρόνος. Διότι αυτό είναι ο θεός.»
Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά
Ο Αριστοτέλης θα μιλήσει για τους πλανήτες και την κίνησή τους, για να καταλήξει στις παραδόσεις για τους θεούς. Γνωρίζει τις θεωρίες και τους μύθους αλλά απορρίπτει τις ανθρωπομορφικές αντιλήψεις που κληροδοτήθηκαν, ωστόσο αναγνωρίζει ότι εξυπηρετούν ακόμη και στην εποχή του συμφέροντα:
«Έχει παραδοθεί από τους αρχαίους και τους παλαιότερους σε σχήμα μύθου στους επόμενους ότι οι θεοί είναι έτσι και ότι τα ουράνια σώματα είναι θεοί και ότι το θείο περιέχει όλη τη φύση. Τα υπόλοιπα προστέθηκαν αργότερα μυθολογικά για την υπακοή των πολλών και για τη χρησιμοποίησή τους στους νόμους και το συμφέρον (πρὸς τὴν πειθὼ τῶν πολλῶν καὶ πρὸς τὴν εἰς τοὺς νόμους καὶ τὸ συμφέρον χρῆσιν).»
Αριστοτέλης, Μετά τα φυσικά
Η Αριστοτελική θεωρία του θεού είναι πρωτότυπη και ακόμη και ο συγγραφέας κατανοεί τη δυσκολία της ερμηνείας της, όσον αφορά την κατάσταση του νου (τὰ δὲ περὶ τὸν νοῦν ἔχει τινὰς ἀπορίας). Θα πρέπει να εξηγήσει το αντικείμενο της νόησης, καθώς αν δεν νοεί τίποτε θα είναι σαν να κοιμάται. Αν πάλι νοεί κάτι άλλο δεν θα είναι άριστη ουσία. «Τι είναι αυτό που νοεί;», δείχνει να απορεί, για να καταλήξει: Ο θεός και το αντικείμενό του ταυτίζονται. Ο θεός νοεί (μόνο) τον εαυτό του. Ως νους νοεί το νοητό. Είναι νοήσεως νόησις.
Ο θεός του Αριστοτέλη πραγματώνει τον δικό του σκοπό. Δίνει την πρώτη κίνηση στον αιώνιο κόσμο χωρίς να κινείται ο ίδιος και με αυτό τον τρόπο διασφαλίζει τη συνέχειά του. Δεν επεμβαίνει στη φύση. Οι φυσικοί νόμοι είναι ανεξάρτητοι από αυτόν. Όντας αιώνια ζωή νοεί το ίδιο του το είναι. Η ενέργειά του απαλλαγμένη από την ύλη ενώνει το όλον.
***
- Φιλόσοφος, συγγραφέας