Όταν επιτέλους ο πολυμήχανος Οδυσσέας έφθασε στην χαμένη του Ιθάκη κι αντίκρισε κατάματα το θέαμα της καταπάτησης των θεμελιωδών της τιμής και της αξιοπρέπειας του, πνίγηκε στην οργή. Μέσα σε δευτερόλεπτα έπνιξε τον θυμό του και μονολόγησε '' Βάστα καρδιά μου'' ( τέτλαθι δή καρδίη) .
Εκεί , μέσα σ΄αυτή την δίνη, ανεμοδαρμένος από την θλίψη και τον θυμό, έπρεπε να νικήσει το τελευταίο και πιο μεγάλο εμπόδιο, τον ίδιο του τον πόνο. Αυτές οι νίκες θέλουν σχέδιο και υπομονή. Ζήτησε ν΄ακούσει.
Ν΄ακούσει την γεύση που ξέχασε. Ν΄ακούσει τον ήχο που αφήνει ο Αύγουστος στον ακάλυπτο με τα ιδρωμένα παράθυρα. Ν ΄ακούσει αυτόν που μένει τελευταίος στο τραπέζι τα μεσημέρια της Κυριακής και παίζει με τ΄αλάτι. Ν΄ακούσει την σιωπή της χειρολαβής στα κρύα χέρια του απολυμένου. Για να ξαναπεί '' Βάστα καρδιά μου '' και να προχωρήσει πιο μέσα.
Ν΄ακούσει τον ήχο της προσδοκίας που σκοντάφτει και χάνεται. Του ονείρου που αλλάζει , της φωτογραφίας που παίρνει φως και καίγεται. Ν΄ακούσει το κρακ κρακ στο σφίξιμο της ολοκαίνουργιας ιεραρχίας των αξιών. Να παραδεχτεί πως μέχρι τώρα δεν ήξερε ν΄ακούει και πως μονάχα μίλαγε. Και πως είχε ξεχάσει να διακρίνει , γιατί είχε συνηθίσει στην θέση της ουσίας την ανοησία. Και πως κάθε φορά που πείναγε σήκωνε το τηλέφωνο και ερχότανε το γεύμα. Αλλά δεν χόρταινε, γιατί είχε χαθεί η χαρά πολύ πριν χαθούν τα λεφτά και το πιάτο ήταν άδειο.
Κάπου εκεί ελεύθερος από τα περιττά θα ξεκινάει. Το σχέδιο θα είναι έτοιμο , η Ιθάκη θα προκαλεί , η πιο βαθειά πληγή θα επουλώνεται . Το βήμα θ΄ανοίγει. Τα χέρια πλεγμένα , θα κρατάνε γερά. Η καρδιά θα ξέρει πια πως να βαστάει.
Φωτογραφία: Haselberger Irma
Πηγή: ann-lou
via