Όταν εκείνος με τον οποίο σχετιζόμαστε στενά, ο βασικότερος ή ένας από τους βασικότερους συνομιλητές μας, αποφασίζει να κόψει κάθε επικοινωνία μαζί μας και, μάλιστα, χωρίς να μας ενημερώσει για τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, συνήθως τίποτα καλό δεν προμηνύεται και τίποτα καλό δεν μπορεί να σημαίνει.
ΔΙΑΚΟΠΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΝΕΟΤΕΡΑΣ
- Τις περισσότερες φορές εκείνος που ξεκινάει την σιωπή έχει στόχο να τιμωρήσει. Αντιλαμβάνεται τον άλλο ως κάποιον ο οποίος, με κάποια πράξη ή παράλειψή του, τον έβλαψε, για παράδειγμα, τον προσέβαλε, τον παράκουσε, δεν τον πρόσεξε αρκετά ή δεν τον προστάτεψε όταν «έπρεπε». Ο αποκλεισμός εδώ έχει στόχο να πονέσει, να δημιουργήσει ενοχές και να κάνει τον άλλο να πληρώσει και να απολογηθεί γι’ αυτά που έκανε ή δεν έκανε.
- Σε άλλες περιπτώσεις, η διακοπή της επικοινωνίας έχει στόχο τη συμμόρφωση διαμέσου του εκφοβισμού. Εδώ, αυτός που σωπαίνει, ποντάρει στην αδυναμία που του έχει ο άλλος, και αποσύρει το ενδιαφέρον του ώστε να τον πανικοβάλλει και να τον αναγκάσει να συνθηκολογήσει με τους όποιους όρους του. Το εκβιαστικό μήνυμα που μεταδίδεται χωρίς λόγια, είναι: «αν δεν κάνεις αυτό που θέλω, δεν μπορείς να με έχεις».
- Μερικές φορές, η σιωπή έρχεται ως απάντηση στην προσπάθεια του άλλου να «σηκώσει κεφάλι», δηλαδή να εκφράσει τις επιθυμίες και ανάγκες του. Αν αποπειραθεί να επιβάλλει τον εαυτό του σε κάποιο τομέα της σχέσης, να θέσει τους δικούς του όρους ή να ζητήσει διαφορετική μεταχείριση σε κάποιο ζήτημα, η σιωπή αναλαμβάνει να τον αποστομώσει με ένα αθόρυβα βροντερό «όχι». Το κατηγορηματικό μήνυμα που μεταδίδεται εδώ, είναι: «δεν θέλω να έχω καμία σχέση μαζί σου, αν μου βάζεις όρια και αν έχεις την οποιαδήποτε απαίτηση από μένα».
- Στις περιπτώσεις, τέλος, που η σιωπή ξεκινά όταν μια αντιπαράθεση βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, σημαίνει ότι η εύρεση αμοιβαία ικανοποιητικής «λύσης» και η εξομάλυνση της κατάστασης δεν αποτελούν προτεραιότητες. Το εγωιστικό μήνυμα εδώ, είναι: «απορρίπτω το ενδεχόμενο να αλλάξω ή να τροποποιήσω οποιαδήποτε συμπεριφορά μου, να κάνω πίσω ή να προσπαθήσω να συμβιβαστώ, να παραδεχτώ ότι λειτούργησα εσφαλμένα σε κάποιο θέμα και, γενικά, αρνούμαι να αναλάβω το δικό μου μερίδιο ευθύνης στην όποια διαφωνία ή σύγκρουση».