Το παιδί, πήγε τα έδεσε από τα πόδια, τα κρέμασε στα κολιτσάκια του γαϊδάρου και τα έφερε στο σπίτι. Η πονηρή η μάνα του έσφαξε τους τρεις μεγαλύτερους για το τραπέζι του στρωσίματος του κρεβατιού και τον τέταρτο τον έβαλε στο κατώι μέσα σε μια καπονέρα. Επειδή ο κόκορας, δεν στεκότανε μιας και είχε μάθει στην ελευθερία, χοροπήδαγε και έκανε φασαρία, τότε η παμπόνηρη γριά του φόρεσε μια κάλτσα στο κεφάλι για να μην βλέπει να μην λαλεί και να καθίσει ήσυχα μην τον πάρουν χαμπάρι οι γείτονες. Εν τω μεταξύ τα βράδια του έβγαζε την κάλτσα και του έδινε νερό και φαγητό. Την Κυριακή, το πρωί μετά την Θεία Λειτουργία, έγινε το μυστήριο του γάμου και το γλέντι κράτησε μέχρι αργά το βράδυ. Αργά τα μεσάνυχτα όταν αποσύρθηκε η νύφη με τον γαμπρό για να πάνε στον οντά τους ο γαμπρός ανακάλυψε ότι η νύφη δεν ήτανε παρθένα. Και τώρα τι να κάνει. Βγήκε από τον όντα και όξω περίμενε η μάνα του.
Το παιδί, πήγε τα έδεσε από τα πόδια, τα κρέμασε στα κολιτσάκια του γαϊδάρου και τα έφερε στο σπίτι. Η πονηρή η μάνα του έσφαξε τους τρεις μεγαλύτερους για το τραπέζι του στρωσίματος του κρεβατιού και τον τέταρτο τον έβαλε στο κατώι μέσα σε μια καπονέρα. Επειδή ο κόκορας, δεν στεκότανε μιας και είχε μάθει στην ελευθερία, χοροπήδαγε και έκανε φασαρία, τότε η παμπόνηρη γριά του φόρεσε μια κάλτσα στο κεφάλι για να μην βλέπει να μην λαλεί και να καθίσει ήσυχα μην τον πάρουν χαμπάρι οι γείτονες. Εν τω μεταξύ τα βράδια του έβγαζε την κάλτσα και του έδινε νερό και φαγητό. Την Κυριακή, το πρωί μετά την Θεία Λειτουργία, έγινε το μυστήριο του γάμου και το γλέντι κράτησε μέχρι αργά το βράδυ. Αργά τα μεσάνυχτα όταν αποσύρθηκε η νύφη με τον γαμπρό για να πάνε στον οντά τους ο γαμπρός ανακάλυψε ότι η νύφη δεν ήτανε παρθένα. Και τώρα τι να κάνει. Βγήκε από τον όντα και όξω περίμενε η μάνα του.