Η περίπτωση Φραντς Κάφκα (3 Ιουλίου 1883- 3 Ιουνίου 1924) έμελλε να αποτελέσει ορόσημο για τη λογοτεχνία του εικοστού αιώνα, αφού η ιδιομορφία της υπήρξε -και εξακολουθεί να είναι- μοναδική και ανεπανάληπτη, εξερευνώντας τα μέχρι τότε ανεξακρίβωτα όρια του παραλόγου.
Λίγοι συγγραφείς έχουν εξερευνήσει την ανθρώπινη προσπάθεια για γνώση και ασφάλεια όσο ο τσέχος Φραντς Κάφκα, ένας από τους μεγαλύτερους και λιγότερο κατανοητούς λογοτέχνες του 20ού αιώνα, παρά τους τόνους σελίδων και τις εκτενείς αναλύσεις του έργου του.
Η ιδιομορφία των μυθιστορημάτων και το περιχαρακωμένο λογοτεχνικό του σύμπαν, που αφορά λες μόνο στον συγγραφέα τους, στέκει ορόσημο στην ιστορία της γραφής: κανείς άλλος δεν κατάφερε να δημιουργήσει αυτό το ονειρικά παράξενο κλίμα παραδοξότητας και παραλογισμού, το οποίο διαποτίζει το έργο του τσέχου δημιουργού.
Παρά ταύτα, η αισθητική αξία του έργου του συνιστά ένα μείζον λογοτεχνικό γεγονός που δεν θα μπορούσε παρά να επηρεάσει καθοριστικά, έστω και εκ των υστέρων, την πορεία της μυθιστοριογραφίας.
Τα έργα του Κάφκα αποτέλεσαν ένα είδος συμβόλου της αγωνίας του σύγχρονου ανθρώπου, μέσω της επαναλαμβανόμενης περιγραφής ενός ασφυκτικού, γραφειοκρατικού και συχνά παράλογου περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο δρουν οι ήρωες του.
Ο όρος καφκικό, που έχει καθιερωθεί ως ορολογία, συμπυκνώνει την ατμόσφαιρα που αποπνέει το σύνολο του έργου του και χρησιμοποιείται σήμερα για τον χαρακτηρισμό κάθε έργου τέχνης που εμφανίζει κοινά χαρακτηριστικά. Η Δίκη’ και Ο Πύργος εξιστορούν την εφιαλτική εμπλοκή του ήρωα στα γρανάζια μιας απρόσωπης, αδυσώπητης δύναμης που τον τιμωρεί για κάτι μη συγκεκριμένο, για ένα έγκλημά του που ο ίδιος αγνοεί ή που υπάρχει ενδεχομένως στο υποσυνείδητό του.
Τα χρόνια που ακολούθησαν το θάνατό του, αρκετοί διακεκριμένοι λογοτέχνες προέβαλαν θετικά το έργο του, μεταξύ αυτών ο Άλντους Χάξλεϋ και ο Αλμπέρ Καμύ, ενώ ενδιαφέρον για τον Κάφκα έδειξαν και οι Γάλλοι υπαρξιστές. Μέχρι σήμερα το έργο του έχει γίνει αντικείμενο εκτενούς ανάλυσης και κριτικής.
«Χάρη στον Κάφκα κατανόησα πώς ένα μυθιστόρημα μπορεί να γραφεί κι αλλιώς», συνήθιζε να λέει ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες για τον άνθρωπο που δεν ήταν συγγραφέας πλήρους απασχόλησης, αλλά πτυχιούχος νομικής που εργαζόταν σε ασφαλιστική εταιρία το πρωί και έγραφε στον ελεύθερο χρόνο του τα βράδια!
Και βέβαια αν δεν ήταν ο φίλος του, Μαξ Μπροντ, που δεν σεβάστηκε την επιθυμία του συγγραφέα να καταστραφεί το σύνολο του έργου του μετά τον πρόωρο θάνατό του από φυματίωση, κανείς δεν θα γνώριζε τον λογοτέχνη που άλλαξε την ιστορία της γραφής, με το σκοτεινό και απειλητικό του σύμπαν: η «Δίκη», ο «Πύργος» και η «Αμερική» θα παρέμεναν για πάντα εκεί που τα προόριζε ο συντάκτης τους, στο καφκικό σκοτάδι…
Αριστοτεχνικά ο Κάφκα όχι μόνο ξετυλίγει τις αγωνίες, τις ενοχές και την αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου, αλλά φτάνει και να μεταφράσει αυτή την άχαρη και ανούσια ύπαρξη σε ύλη, σε σωματική υπόσταση.
Αν και πολλοί είναι οι συγγραφείς που επηρεάστηκαν έντονα, ίσως κανένας δεν κατάφερε να δημιουργήσει εκείνο το ονειρικά παράξενο κλίμα παραδοξότητας και παραλογισμού, μέσα στο οποίο κινείται το έργο του Τσέχου δημιουργού.
Και, πράγματι, τα κεντρικά πρόσωπα του «καφκικού» σύμπαντος δρουν -συνήθως- κατά τρόπο ανορθόδοξο και αποσπασματικό, αγωνιώδη και ενίοτε εξωφρενικό, ενώ την ίδια στιγμή τίποτα από αυτήν την συμπεριφορά δεν προκαλεί ιδιαίτερα τη λογική των άλλων: Ολα μοιάζουν να εξελίσσονται εντελώς φυσιολογικά εξωθώντας τις καταστάσεις σε έναν διευρυμένο παραλογισμό, που -κατά τα φαινόμενα- δεν αποτρέπεται ποτέ και ο οποίος τείνει -δίχως άλλο- να τα περιλάβει όλα.
Και είναι αυτό το αναπόδραστο παράλογο το οποίο εμφανίζεται ως μία καθολική καταδίκη που αιωρείται πάνω από την ανθρώπινη ύπαρξη, χωρίς κάποιον προφανή λόγο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η περίφημη «Δίκη» στην οποία ο τραπεζικός υπάλληλος Ιωσήφ Κ. συλλαμβάνεται ένα πρωί χωρίς να γνωρίζει τα αίτια της κατηγορίας του.
Αρχίζει έναν απελπισμένο αγώνα επιδιώκοντας να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω από αυτήν τη νεφελώδη κατηγορία και τις αοριστολογίες των υπαλλήλων του δικαστηρίου. Ωστόσο, παντού συναντάει αξεπέραστες δυσκολίες και αδυνατεί να φτάσει σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Παράλληλα, ο ασφυκτικός κλοιός της υποψίας που τον βαρύνει γίνεται αφόρητος, όσο ο ίδιος μπαίνει όλο και πιο βαθιά στη φύση ενός κόσμου με ασυνήθιστα άνιση νομοτέλεια. Οι προσπάθειες για δικαιοσύνη δεν εισακούονται και μοιραία πέφτουν στο κενό. Οι δικαστές παραμένουν αθέατοι και τα όσα διαδραματίζονται στο δικαστήριο είναι -στο σύνολό τους- ακατανόητα. Ετσι, ο αγώνας του για να αποδείξει ότι είναι αθώος, καθίσταται τελικά μάταιος μπροστά στην παρατεταμένη ασάφεια του παραλόγου που σχεδόν μεταφυσικά τον περιβάλλει, τον σφίγγει και τον πνίγει.
Σε γενικές γραμμές, σε όλα τα έργα του Κάφκα κυριαρχεί αυτό ακριβώς το θέμα της αναζήτησης μιας λύσης ή διεξόδου από την πλευρά του ήρωα, με τα αλλεπάλληλα εμπόδια που συναντάει να του δίνουν την αίσθηση ενός ολοζώντανου εφιάλτη όπου την αγωνία διαδέχεται η ελπίδα, αλλά και η παρεπόμενη διάψευση.
Σπουδαία έργα
1.Η Μεταμόρφωση
«Tα βιβλία που έχουμε ανάγκη είναι εκείνα που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής μας», έγραφε ο Κάφκα στον Όσκαρ Πόλλακ λίγα χρόνια πριν από τη συγγραφή της Μεταμόρφωσης, ενός έργου που ανήκει χωρίς αμφιβολία ακριβώς σε αυτή την κατηγορία βιβλίων. Η Μεταμόρφωση γράφτηκε το 1912 και κυκλοφόρησε το 1916. Είναι ένα από τα λίγα έργα του Τσέχου συγγραφέα που εκδόθηκαν όσο εκείνος ζούσε.
Ο πυρήνας του μύθου της Μεταμόρφωσης είναι τόσο απλός όσο και ασύλληπτος: ο Γκρέγκορ Σάμσα, ένας συνηθισμένος άνθρωπος, ξυπνάει ένα πρωί μεταμορφωμένος σε έντομο. Με αυτή τη βάση και μέσα από τα μάτια του ήρωα-εντόμου, ο Κάφκα στήνει μια καθαρά ρεαλιστική ιστορία, ένα απολύτως πιστευτό ψυχολογικό πείραμα, που υπογραμμίζεται από πλήθος οδυνηρά εύστοχων λεπτομερειών στην περιγραφή προσώπων και πραγμάτων. Αριστοτεχνικά ο Κάφκα όχι μόνο ξετυλίγει τις αγωνίες, τις ενοχές και την αλλοτρίωση του σύγχρονου ανθρώπου, αλλά φτάνει και να μεταφράσει αυτή την άχαρη και ανούσια ύπαρξη σε ύλη, σε σωματική υπόσταση.
Εκδόσεις Πατάκη, 2008
2. Η Δίκη
Κατεβάστε το από εδώ σε pdf
Πεθαίνοντας, ο Κάφκα κληροδότησε έναν αριθμό χειρογράφων στο φίλο του Μαξ Μπροντ, με την υπόδειξη να καταστραφούν. Ο Μπροντ αγνόησε την υπόδειξη αυτή κι έτσι η «Δίκη» δημοσιεύτηκε ένα χρόνο αργότερα, το 1925. Το μυθιστόρημα, γραμμένο πιθανότατα το 1914, παρακολουθεί την καταδίωξη του Γιόζεφ Κ. μέσα σ’ ένα γραφειοκρατικό λαβύρινθο, από το πρωινό όπου ξυπνά και διαπιστώνει ότι έχει συλληφθεί αδικαιολόγητα, μέχρι την εκτέλεσή του από δύο μαυροφορεμένους άντρες. Έργο δυνατού και προφητικού συμβολισμού, παραμένει ένα από τα πιο σημαντικά και πολυμεταφρασμένα βιβλία του εικοστού αιώνα.
Κέδρος, 2008
3. Ο Πύργος
Η ιστορία της άφιξης του Κ. στο χωριό που βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία του Πύργου, θεωρείται το αριστούργημα του Κάφκα. Η απομόνωση του Κ. και η αμηχανία του, η έντονη επιθυμία του να έχει την αποδοχή απατηλών και ανώνυμων δυνάμεων, συνοψίζουν την άποψη του Κάφκα για την αποξένωση και το άγχος που κυριαρχούν στον εικοστό αιώνα.
Παρά το ότι, στο βάθος, αποτελεί μια ρεαλιστική μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στην κοινωνία και στο άτομο, ο «Πύργος» ανήκει στο χώρο του φανταστικού. Τα παράλογα γεγονότα διαδέχονται ασταμάτητα το ένα το άλλο, ο φόβος και η ανησυχία διαρκώς αυξάνονται και η δίψα του ανθρώπου για ελευθερία ξεπερνάει στο τέλος κάθε όριο.
Με τον «Πύργο», περισσότερο από ό,τι με οποιοδήποτε άλλο έργο του Κάφκα, γίνεται προφανές γιατί ο συγγραφέας αυτός έχει αποκτήσει τη φήμη ενός από τους μεγαλύτερους οραματιστές της λογοτεχνίας του αιώνα μας.
Κέδρος, 2008
4. Η ετυμηγορία
Το διήγημα Η ετυμηγορία είναι μια ιδανική εισαγωγή στο έργο του Κάφκα. Μας αφήνει με ένα σωρό αμφιβολίες: τελικά, ποιος είναι τρελός; Ποιος είναι το τέρας; Ο εγωιστής πατέρας που ανοίγει το ερεβώδες ξεδοντιασμένο στόμα του για να καταπιεί ό,τι πιο πολύτιμο έχει ο γιος του; (Το φίλο του, τη μνηστή του, την εργασία, τη δύναμη, την αξιοπρέπεια, τη λογική του;) Ή μήπως ο γιος, που ζει σε έναν κόσμο δικό του, εγκλωβισμένος σε αυταπάτες και αραχνιασμένα νήματα φόβων και ενοχών; Ο καθένας μπορεί να δώσει τη δική του απάντηση, αλλά η ετυμηγορία του ίδιου του Κάφκα φέρει κι εδώ το αποτύπωμα τεσσάρων από τους βασικούς άξονες που καθόρισαν το έργο του: Λαχτάρα-τρόμος για τον γάμο. Εσωτερικός πόλεμος. Επιθυμία για θάνατο. Και, βέβαια, η σχέση με τον πατέρα.
Μελάνι, 2014
Η ζωή του Κάφκα
Πρώτα χρόνια
Ο Φραντς Κάφκα γεννιέται στις 3 Ιουλίου 1883 στην Πράγα, την πρωτεύουσα της Βοημίας, τμήματος τότε της Αυστροουγγαρίας, μέσα σε εύπορη οικογένεια εβραϊκής καταγωγής. Ήταν το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά της οικογένειας, αν και την παιδική του ηλικία θα τη στοίχειωνε ο θάνατος των δύο αδερφών του, όπως βέβαια και η θυελλώδης σχέση του με τον πατέρα του.
Ο ευκατάστατος υφασματέμπορος ονειρευόταν μια άλλη ζωή για τον γιο του και δεν κατάλαβε ποτέ το όνειρό του να γίνει συγγραφέας, όπως εξάλλου έκανε και η στοργική μητέρα του, η οποία όμως δεν συμμεριζόταν επίσης τη δημιουργική πλευρά του ευαίσθητου νεαρού.
Ο ίδιος άλλωστε ο Κάφκα, στα εκτενή του «Ημερολόγια», που καλύπτουν μια περίοδο 13 ετών (1910-1923), αποδίδει τα προβλήματα στην προσωπική και ερωτική του ζωή στην ταραγμένη σχέση με τον αυταρχικό του πατέρα: «Υπέφερα πολύ με τις σκέψεις μου», σημειώνει κάπου με νόημα. Παρά ταύτα, από τη σχέση αυτή δεν μπόρεσε να ξεφύγει ποτέ, περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής του κοντά στους γονείς του.
Ο Κάφκα φοίτησε σε γερμανόφωνο γυμνάσιο της Πράγας, ένα ιδιωτικό σχολείο για τα παιδιά της ανώτερης τάξης της πόλης, και διακρίθηκε στις σχολικές επιδόσεις, παρά τις περιπέτειες που είχε με τη σχολική εξουσία στη ζωή του. Μετά την αποφοίτηση, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πράγας με σκοπό να σπουδάσει χημεία, έπειτα όμως από μόλις δύο εβδομάδες αποφάσισε να αφιερωθεί στα νομικά.
Η ακαδημαϊκή αυτή αλλαγή ευχαρίστησε πολύ τον δεσποτικό πατέρα του, ο οποίος του επέτρεψε να παρακολουθήσει μαθήματα τέχνης και λογοτεχνίας ταυτοχρόνως με τις σπουδές του. Το 1906 θα βρει τον Κάφκα με το πτυχίο νομικής ανά χείρας, με τον νεαρό ασκούμενο δικηγόρο να κάνει την πρακτική του σε δικηγορικό γραφείο για έναν χρόνο…
Εργασιακές περιπέτειες
Αφού τελείωσε με τη νομική προπαρασκευή, βρήκε δουλειά σε μια ιταλική ασφαλιστική εταιρία στα τέλη του 1907. Το εξαντλητικό ωράριο ωστόσο του στερεί τη δυνατότητα να γράφει και ο ίδιος βυθίζεται στη θλίψη και την απελπισία. Στη συγκεκριμένη φίρμα άντεξε λίγο περισσότερο από έναν χρόνο και στα ημερολόγιά του μνημονεύει με χαρά τη στιγμή της παραίτησής του.
Κατόπιν έπιασε δουλειά στο Ινστιτούτο Ασφάλισης Εργατικών Ατυχημάτων του Βασιλείου της Βοημίας, σε μια θέση στην οποία θα παραμείνει για τα επόμενα 10 χρόνια. Η εργατικότητα και η νοημοσύνη του γρήγορα θα τον μετατρέψουν σε δεξί χέρι του αφεντικού, αν και ο ίδιος δεν είχε ποτέ επιδιώξεις για καριέρα στον χώρο. Το μόνο που ήθελε ήταν χρόνο για να γράφει και η συγκεκριμένη θέση του το παρείχε αυτό.
Ο Κάφκα θα παραμείνει στο Ινστιτούτο μέχρι το 1917, όταν ένα νέο ξέσπασμα της φυματίωσης που τον ταλαιπωρούσε από την παιδική του ηλικία θα τον αναγκάσει να πάρει μια μακρά αναρρωτική άδεια. Από τη συγκεκριμένη θέση θα παραιτηθεί οριστικά το 1922, όταν η εύθραυστη πια κατάσταση της υγείας του δεν του επέτρεπε να εργαστεί…
Έρωτας και υγεία
Παρά το γεγονός ότι η δημόσια εικόνα του ήταν αυτή ενός ιδιαιτέρως κοινωνικού ανθρώπου, εύκολου στις συναναστροφές και πολύ αγαπητού στους κύκλους του, η προσωπική του ζωή ήταν βουτηγμένη στο περίπλοκο των σκέψεών του και την ατολμία που ένιωθε να αφιερωθεί πλήρως στη γραφή. Ταυτοχρόνως, οι ανασφάλειές του άφησαν το στίγμα τους στην ερωτική του ζωή, όπως και η απροθυμία του να κάνει το μεγάλο βήμα.
Την ώρα λοιπόν που πάντα έψεγε τον εαυτό του γιατί δεν ακολούθησε τον προορισμό του, το γράψιμο, την ίδια απροθυμία επέδειξε και στη σχέση του με τη σύντροφό του, Felice Bauer, την οποία αρραβωνιάστηκε δύο φορές πριν το ζευγάρι τραβήξει τελικά χωριστούς δρόμους το 1917, όταν και νοσηλεύτηκε σε σανατόριο για την πάθησή του.
Επόμενος σταθμός στην προσωπική του ζωή, η Dora Dymant, την οποία γνώρισε όταν η υγεία του είχε πάρει πια την κάτω βόλτα. Παρά ταύτα, οι δυο τους ερωτεύονται παράφορα και περνούν ένα διάστημα κοινής ζωής στο Βερολίνο, στην προσπάθειά του συγγραφέα να ξεφύγει από την επίδραση της δυναστικής οικογένειάς του και να αφοσιωθεί στο γράψιμο, αν και πλέον μαστιζόταν από κατάθλιψη, ημικρανίες, κρίσεις άγχους και αϋπνία. Τα δεινά της υγείας του θα φέρουν το ζευγάρι και πάλι στην Πράγα, με τον ίδιο να νοσηλεύεται σε σανατόριο της Βιέννης λίγο αργότερα, σε μια ύστατη προσπάθεια να απαλλαγεί από τη φυματίωση.
Γενικότερα, η ζωή του Φραντς Κάφκα υπήρξε απλή, χωρίς πολλές μετακινήσεις και συναισθηματικές διακυμάνσεις. Λίγες μέρες μάλιστα πριν από τον θάνατό του, παρακάλεσε τον καλό του φίλο Μαξ Μπροντ να κάψει τα αδημοσίευτα χειρόγραφά του, εντολή που ευτυχώς εκείνος παράκουσε και έσωσε έτσι τον κορυφαίο σήμερα λογοτέχνη από την αφάνεια.
Ο Μπροντ είναι που επιμελήθηκε τα τρία ημιτελή μυθιστορήματά του και τα εξέδωσε μετά τον θάνατο του συγγραφέα τους: «Η Δίκη» κυκλοφόρησε το 1925, «Ο Πύργος» το 1926 και η «Αμερική» το 1927. Και πάλι όμως έπρεπε να έρθουν οι γάλλοι σουρεαλιστές, όπως ο Αντρέ Μπρετόν, αλλά και μια σειρά ακόμα από θαυμαστές του έργου του (όπως οι Καμί και Σαρτρ), το οποίο ήταν γνωστό μόνο στους στενούς λογοτεχνικούς κύκλους της Γερμανίας, για να γίνουν τα μυθιστορήματά του ανάρπαστα στη Γαλλία αρχικά και κατόπιν στον κόσμο ολόκληρο.
Κι αυτό γιατί παρά το γεγονός ότι ο Κάφκα δημοσίευσε μια χούφτα κειμένων του εν ζωή, όπως τη μνημειώδη «Μεταμόρφωση» (1916), την «Αποικία των Τιμωρημένων», τον «Αγροτικό Γιατρό», αλλά και «Το γράμμα στον πατέρα» (1919), η εβραϊκή του καταγωγή μπήκε στο στόχαστρο των Ναζί ήδη από νωρίς: η Γκεστάπο κατέσχεσε τα γερμανικά χειρόγραφά του από το σπίτι της συντρόφου του στο Βερολίνο (τα οποία δεν έχουν ανασυρθεί μέχρι σήμερα), ενώ από το 1935 απαγορεύτηκε η δημοσίευση των έργων του. Όσο για τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να βεβαιώσουν την ύπαρξη τόσο του λογοτέχνη όσο και του έργου του, όπως οι τρεις αδελφές του, φίλοι και συγγενείς, έμελλε να βρουν όλοι τραγικό τέλος στα ναζιστικά κολαστήρια.
Τα αρχεία του καταστράφηκαν, η βιβλιοθήκη και πολλές από τις επιστολές του χάθηκαν διά παντός και λίγο έλειψε να μην έπαιρνε καν μυρωδιά η ανθρωπότητα για τον μεγάλο τσέχο λογοτέχνη! Ο οποίος παρέμεινε παραγωγικός και λογοτεχνικά δραστήριος παρά τη ραγδαία επιδείνωση της υγείας του. Και πώς θα μπορούσε εξάλλου να συμβεί διαφορετικά για τον συνεπή αυτό εραστή της γραφής; Όπως το ήθελε άλλωστε και ο ίδιος: «Ό,τι δεν είναι λογοτεχνία, με κάνει να πλήττω και το μισώ γιατί με ενοχλεί ή με εμποδίζει έστω και μόνο στη φαντασία μου. Έτσι, δεν έχει νόημα για μένα η οικογενειακή ζωή, εκτός από τη θέση του παρατηρητή, στην καλύτερη περίπτωση»…
Κι αν η αξία κάποιων πραγμάτων μετριέται -δυστυχώς- με το χρήμα, αξίζει να σημειωθεί ότι το χειρόγραφο της «Δίκης» πουλήθηκε το 1988 έναντι 1,98 εκατ. δολαρίων, ποσό-ρεκόρ εκείνη την εποχή για χειρόγραφο σύγχρονου έργου…
Στο σανατόριο είναι που θα αφήσει ο μεγάλος τσέχος λογοτέχνης την τελευταία του πνοή, στις 3 Ιουνίου 1924. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Πράγα για να ταφεί στο εβραϊκό κοιμητήριο της πόλης, δίπλα στους γονείς του…