H παράσταση ενός επιστήμονα που έμεινε στην ιστορία
Το πείραμα του Γκέρικε
Ήταν πλέον σαφές πως τα αέρια ήταν όπως και τα στερεά και τα υγρά. Είχαν και αυτά βάρος. Απλώς ήταν πιο αραιά (ή λιγότερο συμπυκνωμένα). Τα αέρια ήταν και αυτά μια μορφή ύλης.
Η ύπαρξη της πρόσφατα ανακαλυφθείσας ατμοσφαιρικής πίεσης επρόκειτο να καταδειχθεί κατά εντυπωσιακό τρόπο από το γερμανό μηχανικό και εφευρέτη Ότο φον Γκέρικε, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Μαγδεμβούργο με τη νεαρή γυναίκα του και την οικογένειά του το 1627. Τέσσερα χρόνια αργότερα θα έφευγε κυνηγημένος, λόγω της κατάληψης και της ισοπέδωσης της προτεσταντικής αυτής πόλης, εν μέσω σκηνών βαρβαρότητας και μακελειού, από το στρατό του Αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Με το τέλος του Τριακονταετούς Πολέμου, ο Γκέρικε επέστρεψε και χρησιμοποίησε τις ικανότητές του ως μηχανικός για την ανοικοδόμηση του Μαγδεμβούργου, του οποίου αργότερα υπήρξε δήμαρχος για πάνω από ένα τέταρτο του αιώνα.
Ο Γκέρικε ήταν ο πρώτος από μια νέα γενιά επιστημόνων: ήταν ένας επιστήμονας-σόουμαν. (Όταν πήγαινα στην έκτη τάξη, είχα και εγώ για καθηγητή ένα κατάλοιπο από τους εκπροσώπους της εν λόγω γενιάς: ήταν διάσημος σε ολόκληρο το σχολείο για τις επιδείξεις του εκρηκτικού μείγματος υδρογόνου-οξυγόνου, που έθεταν πάντα σε λειτουργία όλα τα συστήματα συναγερμού και έφερναν άρον άρον στο σχολείο την πυροσβεστική.)
Ο Γκέρικε διέθετε τη βαθιά ενορατική ικανότητα και τη μεγαλοφυΐα ενός ικανότατου πειραματιστή, μαζί με ένα έμφυτο ταλέντο για τη χαρισματική παρουσίαση, που θα το ζήλευε και ένας διευθυντής τσίρκου. Εντούτοις, οι «παραστάσεις» του Γκέρικε ήταν άκρως διαφωτιστικές σε σχέση με σοβαρά επιστημονικά ζητήματα. Είναι, ίσως, κατανοήσιμο το γιατί σε μια Γερμανία, που είχε καταντήσει μια έρημη χώρα, το μείζον φιλοσοφικό ζήτημα της εποχής ήταν η φύση του κενού.
Κατά τον Αριστοτέλη ήταν αδύνατον, ο δε Αριστοτέλης αντιπροσώπευε την «αυθεντία» των προγενέστερων φιλοσόφων, στους οποίους οφείλουμε τη ρήση «Η Φύση απεχθάνεται το κενό». Ο Γκέρικε αποφάσισε να αντιμετωπίσει το ζήτημα πειραματικά. Το 1650 εφηύρε μιαν αεραντλία, που την αποτελούσε ένας κύλινδρος με βαλβίδες αντεπιστροφής. Αυτή αντλούσε τον αέρα από ένα δοχείο κατά τρόπο αντίθετο προς εκείνον τον οποίο χρησιμοποιεί μια σύγχρονη αντλία ποδηλάτου για να φουσκώσει τη σαμπρέλα. Ως κινητήρια δύναμη για την αντλία χρησιμοποιείτο ο ντόπιος σιδεράς (με τη συνδρομή των βοηθών του στη συνέχεια, όταν τα πράγματα άρχισαν να ζορίζουν). Ο Γκέρικε χρησιμοποίησε την καινούρια αντλία για να αφαιρέσει τον αέρα από ένα μεταλλικό δοχείο. Η απλή βλασφημία μετατράπηκε σε ύβρη, όταν κατέφυγε — άκουσον-άκουσον! - σε αριστοτελικό επιχείρημα για να αποδείξει πως το δοχείο περιείχε κενό. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αν υπήρχε το κενό, δε θα μεταδιδόταν μέσα από αυτό ο ήχος. Ο Γκέρικε έβαλε ένα κουδούνι μέσα στο δοχείο και όλοι διαπίστωσαν πως ο ήχος του δεν ακουγόταν.
Στη συνέχεια κατέδειξε πως στο κενό η φλόγα ενός κεριού σβήνει, και επίσης ότι ένας σκύλος κλεισμένος σε περιβάλλον όπου επικρατεί κενό αέρος πεθαίνει. (Αν και θα περνούσαν κάποια χρόνια μέχρις ότου γίνει από όλους κατανοητό εντελώς το π είχε γίνει με αποτέλεσμα ο... Αζόρ να καταλήξει μάρτυρας στο βωμό της επιστήμης.)
Η πιο φημισμένη παράσταση του Γκέρικε έλαβε χώρα στις 8 Μαΐου του 1654, ενώπιον του Αυτοκράτορα Φερδινάνδου Γ', προσελκύοντας πλήθη λαού από ολόκληρη τη Σαξονία. Αυτή τη φορά στο πείραμα έπαιρναν μέρος δυο τεράστια ημισφαίρια από χαλκό, η χύτευση των οποίων είχε γίνει με μεγάλη ακρίβεια έτσι ώστε τα περιστόμιά τους να εφαρμόζουν σφιχτά. (Πέρασαν στην ιστορία ως τα ημισφαίρια του Μαγδεμβούργου.) Ο αυτοκράτορας είχε θρονιαστεί για τα καλά πάνω στην εξέδρα του, δεσπόζοντας πάνω από τα πλήθη που είχαν συρρεύσει στην ηλιόλουστη πλατεία μπροστά από το κτίριο του κοινοβουλίου. Παρακολουθούσαν όλοι με αδημονία τον Γκέρικε, που λίπαινε προσεχτικά τα περιστόμια των ημισφαιρίων, πριν τα φέρει να εφαρμόσουν προσεκτικά το ένα με το άλλο.
Στη συνέχεια, ο σιδεράς άρχισε να αντλεί με δύναμη τον αέρα που ήταν στο εσωτερικό της ερμητικά κλεισμένης χάλκινης σφαίρας. Μετά από λίγο, ένωσαν μαζί του τις προσπάθειές τους και οι βοηθοί του, καθώς η άντληση γινόταν σταδιακά όλο και πιο επίμοχθη. Μετά, το πλήθος άρχισε να παρατηρεί σαστισμένο, καθώς μια ομάδα από οχτώ άλογα ζεμένα μαζί οδηγήθηκαν στην πλατεία και προσδέθηκαν στο ένα ημισφαίριο. Και μετά έγινε το ίδιο με το άλλο ημισφαίριο και άλλη μια ομάδα οχτώ αλόγων. Μόλις έδωσε το σύνθημα ο Γκέρικε, οι δυο ομάδες των αλόγων όρμησαν προς αντίθετες κατευθύνσεις σε μια προσπάθεια να αποχωρίσουν τα ημισφαίρια.
Το πλήθος παρακολουθούσε έχοντας βουβαθεί, καθώς τα δυνατά άλογα έλξης τραβούσαν γογγύζοντας- παρά τα καμτσίκια, όμως, που ανεβοκατέβαιναν στις ράχες τους, δεν τα κατάφερναν να αποχωρίσουν τα ημισφαίρια. Ο Γκέρικε απευθύνθηκε στον αυτοκράτορα και στο πλήθος. Τους είπε πως δεν επρόκειτο για τέχνασμα. Αυτό που κρατούσε μαζί τα ημισφαίρια ήταν η πίεση του αέρα γύρω τους. Το κενό μέσα στη σφαίρα σήμαινε πως δεν υπήρχε αντίθετη πίεση για να εξισορροπήσει την εξωτερική δύναμη, η οποία ήταν ισχυρότερη από τη δύναμη των δεκαέξι αλόγων. Ο αυτοκράτορας απόμεινε εκστατικός, ένα συναίσθημα που απηχούσαν και τα κατάπληκτα πρόσωπα του συγκεντρωμένου πλήθους, που ξέσπασε σε χειροκροτήματα.
Ο Γκέρικε, όμως, σήκωσε το χέρι του επιβάλλοντας σιωπή. Το πείραμα δεν είχε τελειώσει ακόμα. Ο Γκέρικε αποσύνδεσε την αντλία. Το πλήθος άρχισε να κοιτάζει με περιέργεια. Ακούστηκε ξαφνικά ο συριστικός ήχος του αέρα που, λόγω της εξωτερικής πίεσης, εισερχόταν ορμητικά για να γεμίσει το κενό στην άδεια σφαίρα. Και τότε, χωρίς προειδοποίηση, τα δυο χάλκινα ημισφαίρια αποχωρίστηκαν από μόνα τους και έπεσαν καταγής. Δεν υπήρχε πλέον κενό και η εσωτερική πίεση ήταν ίση με την εξωτερική, οπότε δεν υπήρχε καμιά δύναμη για να τα κρατάει ενωμένα.
Το πείραμα του Γκέρικε έγινε σύντομα πολύ διάσημο και αυτός άρχισε να κάνει επιδείξεις σε ολόκληρη τη Γερμανία. Οι θρύλοι για τον άθλο του Μαγδεμβούργου έκαναν το γύρο της Ευρώπης, δεν έπαυαν να φιλοτεχνούνται γκραβούρες που τον απεικόνιζαν, ενώ μια διαστρεβλωμένη εκδοχή του διάβηκε κάποτε τη Μάγχη και έφτασε στην Αγγλία, από την οποία, κατά τα λεγάμενα πολλών, προέρχεται και το παιδικό τραγουδάκι για τον Χάμπτι Ντάμπτι:
Σε -μάντρα πάνω κάθησε ο Χάμπτι Ντάμπτι, λέει.
Μεγάλη τούμπα έφαγε ο Χάμπτι Ντάμπτι, κλαίει.
Τ’ άλογα φέρνει ο Βασιλιάς, φωνάζει κάθε του άντρα,
Τον Χάμπτι Ντάμπτι δεν μπορούν να βάλουνε στη μάντρα.
Δεν ήταν δα η πρώτη - και δε θα ήταν και η τελευταία — φορά, που στην Αγγλία επικρατούσε μια παρανόηση σχετικά με τα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα..
Απόσπασμα από το βιβλίο "Το όνειρο του Μεντελέγιεφ" του Paul Strathern
Tags
# επιστήμη
# feature
Share This
Newer Article
-Μαμά, είδα τον Νίκο αγκαλιά με ένα φίλο του
Older Article
Οι ήρωες της παλαιάς διαθήκης δεν είναι τέλειοι άνθρωποι!