Ὅλα τά πάθη εἶναι ἀτιμωτικά γιά τόν ἄνθρωπο, ἰδιαίτερα ὅμως ἡ μανία τῶν ἀνδρῶν γιά τούς ἄνδρες. Συγκεφαλαιωτικά χαρακτηρίζει τήν ὁμοφυλοφιλία ὡς ἀσυγχώρητο πάθος, ὄχι γιατί πράγματι εἶναι, ἀλλά γιατί ὅλη ἡ ἀνδρική προσωπικότητα ὑφίσταται τέτοια διαστρέβλωση κατά τή χρόνια ὑποταγή σ’ αὐτό τό βδέλυγμα, πού εἶναι δύσκολο τό πάθος αὐτό νά τιθασσευθεῖ ἀπό τόν πεπτωκότα.
Εἶναι ἀξιοπρόσεκτη ἡ σταθερότητα τοῦ χρυσοῦ λόγου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἡ ἀκλόνητη λογική του, πού τή χρησιμοποιεῖ γιά τήν ἐν Χριστῷ πνευματική στήριξη τοῦ ποιμνίου του καί ἡ πανθομολογούμενη ἁγιοπνευματική θεοπνευστία του. Οὔτε καί οἱ ξένοι ὀρθολογιστές προτεστάντες ἐρευνητές τοῦ τήν ἀμφισβήτησαν. Ἕνα τέτοιο βράχο πίστεως εἰς Χριστόν καί βαθύτατης ἐν Χριστῷ ἀγάπης γιά τόν ἄνθρωπο χρειαζόμαστε στίς δύσκολες μέρες πού περνᾶμε καί πρέπει μέ πολλή προσοχή νά τόν ἀκούσουμε. Παραθέτουμε μέ τή σειρά πού ὁ ἴδιος ἐπέλεξε τά ἀτράνταχτα ἐπιχειρήματά του:
Εἶναι πολύ λυπηρό σήμερα νά παρασύρονται τά νεαρά ἀγόρια καί κορίτσια ἀπό τίς ἀνόητες καί προκλητικές δηλώσεις ἐπωνύμων ὁμοφυλοφίλων καί ἐγωιστικά φερόμενα νά θέλουν νά «τή σπάσουν», ὅπως λένε, στούς παραδοσιακούς γονεῖς τους, πού δέν μποροῦν μερικοί νά κρύψουν τόν πανικό τους μπροστά σέ μιά τέτοια ὀλέθρια «ἐπιλογή» τοῦ υἱοῦ τους ἤ τῆς θυγατέρας τους. Κανένα κανάλι ὅμως δέν ἀναφέρει, ἔστω σάν εἴδηση τώρα τελευταῖα, τόν πάντοτε ἐλλοχεύοντα κίνδυνο τῆς ἀρρώστιας τοῦ Aids.
Κατά τόν ἱερό Χρυσόστομο οὔτε τά ἄγρια ζῷα δέν ξεπερνοῦν τά ἑτεροφυλικά ἐρωτικά ὅρια. Ζοῦν κατά τήν ἐρωτική φύση καί ὁρμητικότητα πού τούς ἐνέβαλε ὁ πάντων Δημιουργός Θεός, γιά τό σκοπό διαιώνισης τοῦ εἴδους. Σχετική μείωση τῆς ἀγριότητός τους ἐπιτυγχάνεται κατά τή συνεύρεση, κάποια οἰκειότητα, ἡμερότητα καί ἐκτόνωση.
Πολύ ἀνόητα σήμερα παγιδεύονται νέοι ἄνθρωποι, ἀλλά καί ἄλλων ἡλικιῶν στά δίκτυα γοητευτικῶν ἀνθρώπων, πού τούς παρασύρουν ὕπουλα στό Σοδομισμό. Δέν ὑπάρχει λέει ὁ ἅγιος, πιό φοβερό πρᾶγμα ἀπό τήν προσβολή αὐτή. «Καί γιά νά μάθεις πόσο μεγάλο κακό εἶναι αὐτό, ἄν κάποιος ἐρχόταν καί σοῦ ὑποσχόταν ἀπό ἄνθρωπο νά σέ κάνει σκύλο, ἄραγε δέ θά τόν ἀπέφευγες σάν κακοῦργο; Ἀλλά νά, δέν ἔκανες τόν ἑαυτό σου σκύλο ἀπό ἄνθρωπο, ἀλλά κάτι πιό ἀτιμωτικό ἀπό τό ζῷο αὐτό. Γιατί ὁ σκύλος εἶναι χρήσιμος, ἐνῷ αὐτός, πού μοιάζει μέ πόρνη δέν εἶναι χρήσιμος πουθενά…» Ἄν ἀπειλοῦσε κάποιος τούς ἄνδρες, ὅτι μπορεῖ νά τούς κάνει νά συλλαμβάνουν, νά κυοφοροῦν, νά γεννοῦν, νά περνοῦν περίοδο λοχείας, τί θά ἔκανες, πῶς θά ἀντιδροῦσες, θά χάλαγες τόν κόσμο ἀπό τίς φωνές σου γιά τά περίεργα ἤ θά λούφαζες παθητικά, φοβικά, κομπλεξικά;
«1. Ἐνῷ ὁ Κύριος συνωμιλοῦσε ἀκόμη μέ τόν Ἀβραάμ, οἱ δύο ἄγγελοι, πού ἐχωρίσθησαν ἀπό αὐτούς, ἔφθασαν εἰς τά Σόδομα κατά τό βράδυ διά νά ἐκτελέσουν τήν ἐντολήν πού ἔλαβαν ἀπό τόν Θεόν. Παρ’ ὅλον ὅτι ἐτελείωσε ἡ ἡμέρα, ὁ Λώτ ἐκάθητο κοντά εἰς τήν πύλη τῶν Σοδόμων ἕτοιμος νά προσφέρη φιλοξενίαν, διότι ἐγνώριζε τήν κακότητα καί τό ἀφιλόξενον τῶν Σοδομιτῶν.
Ὅταν εἶδε τούς δύο ἀγγέλους, ἐσηκώθη ἀπό τήν θέσιν του καί ἔτρεξε πρός συνάντησίν των καί τούς ἐπροσκύνησε μέ τό πρόσωπον εἰς τήν γῆν, ἄν καί δέν ἐγνώριζε ὅτι ἦσαν ἄγγελοι 2. καί τούς εἶπε: «Κύριοι, νά περάσετε, παρακαλῶ, εἰς τό σπίτι τοῦ δούλου σας, καί διανυκτερεύσετε κοντά μου καί πλύνετε τά πόδια σας, πού εἶναι κουρασμένα καί λερωμένα ἀπό τήν ὁδοιπορίαν, καί ἀφοῦ σηκωθῆτε ἐνωρίς αὔριον τό πρωί συνεχίζετε τόν δρόμον σας». Οἱδύο ἄγγελοι ὅμως ἀπάντησαν: «Ὅχι· θά περάσωμεν τήν νύκτα εἰς τήν πλατεῖαν τῆς πόλεως, εἰς τό ὕπαιθρον».
3. Ὅταν ὁ Λώτ εἶδεν ὅτι ἀρνοῦνται ἐπέμεινε· τούς ἐβίαζε μέ παρακλήσεις καί τούς ἐπίεζε μέ ἱκεσίες νά δεχθοῦν τήν πρόσκλησίν του. Οἱ δύο ἄγγελοι, κατόπιν τῆς ἐπιμονῆς του, ὑπεχώρησαν, ἐλοξοδρόμησαν καί ἐμβῆκαν εἰς τό σπίτι του. Καί ὁ Λώτ τούς παρέθεσε δεῖπνον· τούς ἔδωκε νά πιοῦν, τούς ἔψησεν εἰς τήν φωτιάν ἄζυμες κουλοῦρες καί ἔφαγαν.
4. Προτοῦ ὅμως κοιμηθοῦν οἱ δύο φιλοξενούμενοι, οἱ Σοδο¬μῖτες, ἀπό τοῦ νεωτέρου μέχρι τοῦ γεροντοτέρου, ὅλος ἀνεξαιρέ¬τως ὁ λαός τῶν Σοδόμων, ἐκύκλωσαν τό σπίτι τοῦ Λώτ. 5. Καί ἐνῷ ἐστέκοντο ἔξω ἀπό αὐτό, ἐφώναζαν πρός τόν Λώτ καί τοῦ ἔλεγαν: «Ποῦ εἶναι οἱ δύο ἄνδρες πού ἦλθαν τήν νύκτα εἰς τό σπίτι σου; Βγάλε τους ἔξω, παράδωσέ τους εἰς ἡμᾶς διά νά ἀσελγήσωμεν εἰς αὐτούς»!
6. Ὁ Λώτ ἐβγῆκε ἔξω ἀπό τήν πόρταν καί ἦλθε πρός αὐτούς καί ἐπειδή ἐφοβεῖτο διά τήν ἀσφάλειαν τῶν ξένων ἐτράβηξε πίσω του τήν πόρτα, ὥστε νά κλείση καλά. 7. Καί τούς εἶπε: «Ἀδελφοί· κατ’ οὐδένα τρόπον, καθόλου δέν πρέπει νά προβῆτε εἰς αὐτήν τήν αἰσχράν πρᾶξιν.
8. Διά νά καθησυχάσετε τήν ἔξαρσιν τῆς μανίας σας καί διά νά εἶναι ἐλαφροτέρα ἡ ἁμαρτία πού τολμᾶτε, ἔχω δύο θυγατέρες παρθένους, πού δέν ἐγνώρισαν ἄνδρα, μέσα εἰς τό σπίτι· θά σᾶς παραδώσω αὐτές καί χρησιμοποιήσετέ τες ὅπως σᾶς ἀρέσει· χορτάσετε τήν πονηράν ἐπιθυμίαν σας μέ αὐτές. Μόνον μή ἀδικήσετε τούς δύο ἄνδρες, πού φιλοξενῶ, διά νά μή θεωρηθῶ ἐγώ αἴτιος τῆς προσβολῆς αὐτῆς· διότι ἐμβῆκαν εἰς τό σπίτι μου κάτω ἀπό τά δοκάρια τοῦ σπιτιοῦ μου, ὡς φιλοξενούμενοι, καί πρέπει νά τούς προστατεύσω.
9. Οἱ ἀκόλαστοι ὅμως Σοδομῖτες τοῦ ἀπάντησαν: «Φύγε ἀπό ἐκεῖ· δέν εἶσαι μόνιμος κάτοικος ἐδῶ. Ἦλθες ἀπό ἄλλην χώραν, μένεις μαζί μας ὡς ξένος καί θέλεις νά γίνεις δικαστής καί κριτής μας; Τώρα λοιπόν θά κακοποιήσωμεν περισσότερον ἐσένα παρά τούς φιλοξενουμένους σου». Καί ὥρμησαν ὡς λύκοι κατά τοῦ Λώτ καί ἐπλησίασαν εἰς τήν πόρταν διά νά τήν σπάσουν καί νά μποῦν μέσα εἰς τό σπίτι.
10. Ἀφοῦ ὁ Λώτ ἔκαμεν ὅ,τι τοῦ ἦταν δυνατόν, οἱ δύο φιλοξενούμενοι ἐφανέ-ρωσαν τήν δύναμίν των καί τόν ὑπερασπίσθηκαν. Ἄπλωσαν τά χέρια των, τόν ἐτράβηξαν κοντά τους μέσα εἰς τό σπίτι τόν Λώτ καί ἔκλεισαν τήν πόρταν μέ τόσην εὐκολίαν, ὡσάν νά μή ἦταν κανείς ἀπ’ ἔξω. 11. Τούς δέ ἄνδρες τούς Σοδομῖτες, πού ἦσαν συγκεντρωμένοι ἐμπρός εἰς τήν πόρταν τοῦ σπιτιοῦ, τούς ἐτιμώρησαν ὅλους μέ ἀορασίαν, ἀπό μικροῦ μέχρι μεγάλου· τότε ὅλοι ἐκεῖνοι ἕνεκα τῆς ἀορασίας παρέλυσαν καί ἀπέκαμαν εἰς τήν ἀναζήτησιν τῆς πόρτας τοῦ σπιτιοῦ τοῦ Λώτ».
Θά πρέπει παιδαγωγικῶς νά ξεχωρίσουμε τούς ὁμοφυλοφίλους ἤ τίς ὁμοφυλοφίλους πού δέν ἔχουν πέσει στή σαρκική ἁμαρτία καί ἐκείνους ἤ ἐκεῖνες πού ἔχουν «ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τά ταμποῦ τοῦ παρελθόντος» καί ἔχουν σαρκικές σχέσεις καί ἴσως προχωροῦν σέ μιά μοντέρνα συμβίωση ὁμοφυλοφίλων.
Οἱ πρῶτοι δίνουν σκληρές μάχες γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό δαίμονα τῆς ὁμοφυλοφιλίας πού προσπαθεῖ νά κατακτήσει μέ τούς αἰσχρότερους λογισμούς τό νοῦ τοῦ ἀγωνιστῆ ὁμοφιλόφιλου καί στή συνέχεια νά μαυρίσει τήν ψυχή του μήπως καί καταφέρει νά γκρεμίσει τόν ἀγωνιζόμενο.
Οἱ δεύτεροι πού ἔχουν ἰσοπεδωθεῖ ἀπό τή συγκατάθεση στή σαρκική ὁμοφυλοφιλική ἁμαρτία θά πρέπει νά ζητοῦν ἐμπόνως τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, νά ἐξομολογοῦνται συχνά καί μέ εἰλικρίνεια καί κάποια στιγμή θά τύχουν τοῦ Θείου ἐλέους. Θά καταφέρουν, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, νά διαλύσουν «τάς μηχανάς τοῦ ἐχθροῦ» καί νά ἀποτινάξουν τή βδελυκτή σαρκική ὁμοφυλοφιλική ἁμαρτία καί νά ἀκυρώσουν τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου. Χρειάζεται ἡ συμπαράσταση τοῦ πνευματικοῦ πατέρα δίπλα τους, ἡ ἐν Χριστῷ καθοδήγησή τους μέχρι νά καταλάβουν ὅτι δέν εἶναι ἀδύνατη ἡ διόρθωση καί ἡ εὐθυδρόμηση ἀφοῦ «τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις, δυνατά παρά τῷ Θεῷ».
Ἡ ψυχολογία τῶν κληρικῶν πού διακατέχονται ἀπό τό θανάσιμο πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας μεταλλάσσεται σέ ψυχολογία κατ’ οὐσίαν διωκτῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐνυπάρχουσα ἤ ἐναπομείνασα ἔστω καί ἀμυδρά φωνή τῆς συνειδήσεώς τους κραυγάζει γιά τήν ἐσφαλμένη πορεία τους καί γιά τήν ὁσημέραι ἀλλοτριούμενη προσωπικότητα πού διαμορφώνουν. Νευρικότητα ἀπίστευτη μέχρι διχασμοῦ τῆς προσωπικότητας, ἔμμονη ἀντιπάθεια πρός συγκεκριμένα πρόσωπα, φοβερή ἀμέλεια στά συγκεκριμένα λειτουργικά καί ποιμαντικά καθήκοντα, ἀδιαφορία γιά τήν οἰκογένειά τους, ἄν κατά τύχη εἶναι ἔγγαμοι, καί οὐσιαστική ἐκμηδένιση τοῦ ἀγγελικοῦ σχήματος, ἄν εἶναι ἄγαμοι. Ξεκοίλιασμα μανιακό, μέ διάφορα σοφίσματα, τῶν Ἱερῶν Κανόνων, συνοδευόμενο μέ ὑποκριτικό καί εὐσεβιστικό ἄλλοθι γιά ἐκσυγχρονισμό τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄν τελικά ἐνταχθεῖ καί μείνει ὁ ὑποψήφιος ἤ νεαρός κληρικός μέσα στά κυκλώματα τῶν ὁμοφυλοφίλων, ἀσφαλῶς καί θά ὑποστεῖ τίς συνέπειες τῆς ἰδιότυπης μέν ἀλλά φοβερῆς ἀλλοτριώσεως κατά τά μέτρα καί τά καλούπια, πού οἱ πολύπειροι πάτρωνες ὁμοφυλόφιλοι μεθοδεύουν.
Ὑπάρχουν καί οἱ σπάνιες ἐξαιρέσεις τῶν μετανοούντων ἤ μετανοημένων ὁμοφυλοφίλων κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι ὑποφέρουν πνευματικά, ψυχολογικά, ὑπαρξιακά, ἴσως καί σωματικά, μά μέ τίποτα δέν μποροῦν νά ἀναπαυθοῦν καί νά ἡσυχάσουν ἀπό τόν ἀδυσώπητο βασανισμό τῆς συνειδήσεως. Ἄν δέ μετανοήσουν κατάβαθα καί δέν παραιτηθοῦν τοῦ ὑψίστου ποιμαντικοῦ λειτουργήματος, ποτέ δέ θά ἀναπαυθοῦν καί δέν θά ἀποκτήσουν τήν ἐν τοῖς ἐγκάτοις ἐμπειρία τῆς πλήρους ἐκ Θεοῦ συγχωρήσεως.
Εἶναι ἀπογοητευτικές οἱ περιγραφές πού μᾶς κάνουν κατά τήν ἱερά ἐξομολόγηση ὁμοφυλόφιλοι ἀσθενεῖς μέ Aids. Διαλυμένες προ¬σωπικό-τητες, θλιβερά ἐρείπια παλεύουν νά ἐπιβιώσουν, ἐναλλάσ¬σοντας βαριές θεραπεῖες, μετανοιωμένοι γιά τίς ἀπερίσκεπτες παθιασμένες ὁμοφυ-λοφιλικές ἐπαφές, πού τούς καταντοῦν περιθωριακούς σκελετούς ἀξιολύπητους. Μανιώδεις ἀναζητητές τῆς διάστροφης, ἀπολυτοποιημέ-νης, δαιμονιώδους ἡδονῆς παρασύρουν καί ἄλλους καί ἄλλους ἐρωτικούς τάχα συντρόφους, πού ἀφρόνως ἀρχικά τούς ἐμπιστεύονται καί τελικά μένουν ἄθλιοι ἐξαπατημένοι, μόνοι μονότατοι, στήν ὑπαρξιακή τους μοναξιά.
ἐφημερίου Ι.Ν Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου