1: Ζήνων ο Κιτιεύς 2: Επίκουρος 3: (Φεδερίκος II, Δούκας της Μάντοβα;) 4: Αναξίμανδρος ή Εμπεδοκλής; 5: Αβερρόης 6: Πυθαγόρας 7: Αλκιβιάδης ή ο Αλέξανδρος ο Μέγας; 8: Αντισθένης ή ο Ξενοφών; 9: Υπατία 10: Αισχίνης ή ο Ξενοφών; 11: Παρμενίδης; 12: Σωκράτης 13: Ηράκλειτος 14: Πλάτων 15: Αριστοτέλης 16: Διογένης της Σινώπης 17: Πλωτίνος 18: Ευκλείδης ή ο Αρχιμήδης 19: Ζωροάστρης 20: Κλαύδιος Πτολεμαίος; R: Απελλής 21: Πρωτογένης
ΑΝΑΞΑΡΧΟΣ (4ος αιώνας π.Χ.)
Ο εκλεκτός των Μουσών Πίνδαρος λογίζεται σαν ο πιο μεγάλος λυρικός αρχαίος ποιητής, που, με το στίχο του, σαγήνευσε κυριολεκτικά τους συγχρόνους του, αλλά και τους μεταγενέστερούς του πνευματικούς ανθρώπους, μαζί τους δε και τον λαό ολόκληρο. Γεννήθηκε στην περιοχή της Θήβας (Κυνός Κεφαλές) και πέθανε στο Άργος σε ηλικία 80 ετών. Στην προώθηση της φήμης του συντέλεσαν αρκετά πολύ οι μεγάλοι Πανελλήνιοι αγώνες, στους οποίους πάντοτε πήγαινε κι απάγγελνε ποιήματά του, δημιουργώντας εκεί και σχέσεις με τους «επαινόντες» τόσο της Βοιωτίας, όσο και άλλων πόλεων Ελληνικών. Συχνά δε είχε συνοδεύσει ως την πατρίδα τους τους βραβευμένους νικητές των αθλητικών αγωνισμάτων, όπου και πρωτοστατούσε στις καθιερωμένες «φιέστες» της υποδοχής τους, τα λεγόμενα «Επινίκια». Έγραψε σε σύνολο 17 έργα, από τα οποία σώθηκαν μόνο τα 4, που αντιστοιχούν σε νικητήρια ποιήματα του, τα εξής: «Ολυμπιονίκες», «Ισθμιονίκες», «Πυθιονίκες» και «Νεμεονίκες». Ορισμένα από τα ποιήματά του, διακρινόμενα για την υψηλή πηγαία έμπνευση και τη μεγαλοπρέπεια του ύφους του σπουδαίου αυτού ποιητή, αποτελούν πραγματικά μνημεία στον τομέα τους και τραγουδιόντουσαν επί πολλούς αιώνες ύστερα απ’ το θάνατό του. Η μούσα του Πίνδαρου εξύμνησε θεούς, ημίθεους, ήρωες, αθλητές, αλλά κι απλούς ανθρώπους του λαού (παρότι ο ίδιος είχε τόσο την προέλευση, όσο και τις πολιτικές του αντιλήψεις καθαρά ολιγαρχικές). Πήγε στη Σικελία, στην Αυλή του τυράννου, Ιέρωνα, όπου και παρακολούθησε - στη δε συνέχεια έψαλλε - τη μεγάλη έκρηξη της Αίτνας, που συνέβη κατά το έτος 472 π.Χ. Εξάλλου τον θεωρούσαν και σαν θρησκευτικό (κατά κάποιον τρόπο) ποιητή, προσηλωμένο ιδιαίτερα στο μαντείο των Δελφών, για το οποίο έγραψε κατά καιρούς θαυμάσιους ύμνους και παιάνες. Ο Μέγας Αλέξανδρος, όταν, μετά τη νίκη του στη Βοιωτική Χαιρώνεια, κατέστρεψε ολοκληρωτικά τη Θήβα, έδωσε εντολή στους στρατηγούς του να μην πειραχθεί μόνο και μόνο το σπίτι του «μουσοποιού» Πίνδαρου. Στα ποιήματά του βρίσκονται διάσπαρτα και αρκετά αποφθέγματα πολιτικό-ηθικού, κατά κανόνα, χαρακτήρα.
Ο Ιωάννης Στοβαίος ήταν Έλληνας συγγραφέας, με καταγωγή από τους Στόβους της Μακεδονίας, από όπου και πηγάζει το όνομά του. Το έργο του είναι προϊόν ερανισμού και αποτελείται από δύο τμήματα. Το ένα από αυτά τιτλοφορείται «Εκλογαί» και το άλλο «Ανθολόγιον». Για τη σύνταξή του, ο Στοβαίος έλαβε υπόψιν του 204 φιλοσόφους και ιστορικούς, 150 ποιητές και 120 ρήτορες όλων των εποχών, από τον Όμηρο μέχρι και τον καιρό που έζησε. Το έργο του αυτό περιλαμβάνει, κατά βάση, διάφορα ηθικά διδάγματα και γνωμικά, θεωρείται δε σαν ένα από τα μεγαλύτερα γνωστά ως σήμερα γνωμολογικά έργα και συγχρόνως πολυτιμότατο βοήθημα ,που πέτυχε να διασώσει ως τις μέρες μας ολόκληρο πλήθος από αποσπάσματα έργων πεζογράφων και ποιητών της αρχαιότητας, τα οποία έχουνε απωλέσθη κατά το μεταξύ διάστημα.
Γεννήθηκε στην Αμάσσεια του Πόντου, όπου και πέθανε, σε ηλικία 90 περίπου ετών. Υπήρξε γεωγράφος, ιστορικός και στωικός φιλόσοφος. Ειδικότερα, ως γεωγράφος, θεωρείται σαν ο διασημότερος της αρχαίας εποχής. Ταξίδεψε σε πάρα πολλά μέρη, γνωρίζοντας έτσι καλά τον κόσμο του καιρού του, αφού πιο πριν είχε σπουδάσει και αποχτήσει μόρφωση εξειδικευμένη κι εκλεκτή σε Σχολές της Νύδσσας, της Ρώμης και της Αλεξάνδρειας. Στο διάστημα των ταξιδιών του φρόντισε να συλλέξει όλο το απαιτούμενο υλικό, το οποίο τον βοήθησε μετά τη συγγραφή των δύο μεγάλων έργων ου, που είναι: 1) Τα «Ιστορικά υπομνήματα», σε 47 συνολικά βιβλία (λίγα μόνο αποσπάσματα από αυτά έχουν ως σήμερα διασωθεί) και 2) Τα περίφημα «Γεωγραφικά» του, σε 17 βιβλία. Το δεύτερο αυτό έργο του Στράβωνα διασώθηκε σχεδόν ολόκληρο, χαρίζοντας του τη φήμη και τη δόξα στους κατοπινούς αιώνες. Πρόκειται για ένα περιληπτικό μεν, αλλά σαφέστατο και μεθοδικό σύγγραμμα, όχι απλά και μόνο χρήσιμο, αλλά και πραγματικά πολύτιμο σε ότι αφορά την πληροφόρηση για τα πράγματα της εποχής του.
Ο Πόπλιος Σύρος ήταν Ρωμαίος μιμογράφος και ηθοποιός, που καταγόταν από τη Συρία (απ’ όπου και το όνομά του). Έγραψε πολλούς πετυχημένους μίμους, τους οποίους και ανέβασε κατόπιν σε θέατρα του Ρωμαϊκού κράτους, περιοδεύοντας γι’ αυτό σε ολόκληρη την Ιταλία. Από όλες γενικά τις συγγραφές του διασώθηκαν μόνο γύρω στα 700 γνωμικά και αποφθέγματά του, τα οποία είχε γράψει με βάση το αποκαλούμενο «ιαμβικό τρίμετρο».
Ο διασημότερος φιλόσοφος όλων των αιώνων και των εποχών Σωκράτης, γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης, γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου, μετά από μια ζωή πλουσιότατη σε δράση και διδασκαλία, φιλοσοφική, πέθανε το 399 π.Χ. πίνοντας το κώνειο, ύστερα απ’ τη γνωστή θανατική καταδίκη του, σε ηλικία 70 ετών. Πριν απ’ όλα τα άλλα θεωρούμε απαραίτητο να υπενθυμίσουμε εδώ τον χρησμό εκείνο του αρχαίου μαντείου, ο οποίος έλεγε, όπως έχουμε αναφέρει και σε άλλο σημείο,: «Σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ’ απάντων Σωκράτης σοφότατος». Αρχικά ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν γλύπτης· αλλά σε λίγο το παράτησε κι άρχισε να ασχολείται αποκλειστικά με τη φιλοσοφία, την οποία θεράπευσε σε όλο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του. Μαθήτευσε κοντά στον Αναξαγόρα και άλλους φιλοσόφους του και τού του· το αποτέλεσμα ήταν να αναδειχτεί πολύ σύντομα σαν λίαν σπουδαίος και μεγάλος φιλόσοφος των Αθηνών, που, με τη διαλεκτικά διατυπωμένη περίφημη διδασκαλία του, συνάρπαζε κυριολεκτικά τους μαθητές του και τον κόσμο, ο οποίος συνέρεε και κατανυχτικά τον άκουγε. Από τη στιγμή, που αποφάσισε να αφοσιωθεί στις φιλοσοφικές του διατριβές, δεν ασκούσε κάποιο άλλο επάγγελμα καθαρά βιοποριστικό· αλλά, ελεύθερος, γυρνούσε στις όχθες του Ιλισσού, τα καταστήματα και τις διάφορες στοές της πόλης, άσχημος γενικά κατά την όψη, ξυπόλητος και κακοφορεμένος, διδάσκοντας, παροτρύνοντας, συμβουλεύοντας και καυτηριάζοντας (ανάλογα με την περίσταση) τους οπαδούς του κι όσους άλλους τον περιστοίχιζαν. Δεν έγραψε κανένα έργο, ότι δε γνωρίζουμε σχετικά με αυτόν αντλείται από συγγράμματα των μαθητών του Πλάτωνα, Ξενοφώντα και Αριστοτέλη. Με τη διδασκαλία του προσπάθησε να διορθώσει τα «κακώς κείμενα» της κοινωνίας, κηρύσσοντας συνέχεια την αλήθεια και την αρετή. Δίδασκε πάντα δωρεάν και ποριζόταν τα αναγκαία για το «ζην» μόνο από τις προσφορές των οπαδών του. Ξεκινούσε τη διδασκαλία του από τα Γυμνάσια κάθε πρωί και την παρέτεινε το απόγευμα στους περιπάτους και ως αργά το βράδυ. Ανάμεσα στους μαθητές του συγκαταλέγονται πλείστοι όσοι υστερότερα σπουδαίοι και ισχυροί παράγοντες των γραμμάτων και της αθηναϊκής πολιτικής, σαν τον Πλάτων, τον Αλκιβιάδη, τον Αισχίνη, τον Αντισθένη, τον Ευκλείδη, τον Κρίτωνα, τον Φαίδωνα κ.α. Πρέσβευε και δίδασκε ότι υπάρχει ένα υπέρτατο ον, το οποίο το ονόμαζε «δαιμόνιον μεγίστης σοφίας και αγαθότητας». Από το σημείο αυτό ξεκινώντας μερικοί εχθροί του, που δεν τον χώνευαν γιατί έλεγχε συνέχεια το βίο και την πολιτεία του, ως παραγόντων της δημόσιας αθηναϊκής ζωής, τον κατηγόρησαν πως στρέφεται δήθεν εναντίον στους αναγνωρισμένους θεούς, εισάγοντας «καινά δαιμόνια» και παραβιάζοντας έτσι το νόμο, ο οποίος, με ποινή θανάτου, απαγόρευε κάθε προσβολή των καθιερωμένων θεοτήτων της εποχής. Και συνάμα ότι με τον τρόπο του αυτό διαφθείρει τη νεολαία της πόλης και διαδίδει μεταξύ της νέες ανατρεπτικές ιδέες. Μετά την κατηγορία, ο ρήτορας Λυσίας προσφέρθηκε να τον υπερασπιστεί δωρεάν· αλλά ο Σωκράτης δεν το δέχθηκε αυτό κι ανέλαβε από μόνος του την υπεράσπισή του μπροστά στο από 500 μέλη δικαστήριο, που τον δίκασε. Παρότι στην απολογία του απέδειξε περίτρανα την αθωότητά του, με δύναμη και διαλεκτική δεινότητα πραγματικά ασύγκριτες, εντούτοις, η απόφαση βγήκε τελικά καταδικαστική σε βάρος του (με πλειοψηφία 283 ψήφων, σε σύνολο 500). Όταν, αμέσως μετά, του είπαν να υποβάλει αίτηση μετατροπής της ποινής του σε εξορία ή πρόστιμο, αυτός πάλι αρνήθηκε να το κάνει, λέγοντας πως, αν το έκανε αυτό, θα ήταν σαν παραδεχόταν ο ίδιος την ενοχή του. Όταν επίσης, κατά τις τελευταίες μέρες πριν απ’ τη θανάτωσή του, ο μαθητής του Κρίτωνας του υπέδειξε να δραπετεύσει (είχε δωροδοκήσει του φύλακές του) και στη συνέχεια να φυγαδευτεί μακριά, εκείνος ξανά αρνήθηκε, λέγοντας ότι χρέος του πολίτη είναι να υπακούει στους κείμενους νόμους της πατρίδας του. Την ημέρα της εκτέλεσής του, αφού έκανε πιο πριν στους μαθητές του μια υπέροχη διδασκαλία, σχετική με την αθανασία της ψυχής, με θαυμαστή κι απόλυτη αταραξία, πήρε από το δεσμοφύλακα του το φλιτζάνι με το κώνειο και, όταν το ήπιε. «εξεμάρτησε το ζήν», δίνοντας με τον τρόπο τούτο, στον κόσμο ένα ισχυρότατο παράδειγμα φιλοπατρίας, αρετής και τέλειας προσήλωσης στους νόμους και τις πεποιθήσεις του. Μεταξύ των γνωμικών και αποφθεγμάτων του Σωκράτη ξεχωρίζουν, κατά τη γνώμη μας, τα παρακάτω τρία: 1) «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα», που σημαίνει: «Ένα ξέρω, πως τίποτα δεν ξέρω» (μπροστά στον απέραντο ωκεανό της ανθρώπινης γνώσης). 2) «Αρχή σοφίας της αγνοίας η γνώσις», δηλαδή: «Η γνώση της άγνοιας του συνιστά την αφετηρία της (αληθινής) σοφίας για έναν άνθρωπο». 3) «Η παιδεία, καθάπερ ευδαίμων χώρα, πάντα τ’ αγαθά φέρει», που σημαίνει: «Όπως ακριβώς μια εύφορη χώρα, έτσι κι η παιδεία μας φέρνει όλα τα εν γένει καλά».