Κοίταξε πως ανυψώνεται σαν σύννεφο ζωντανό
το απαστράπτον συντριβάνι
πως φλέγεται, πως διασπάται
στον ήλιο ο υγρός ατμός του.
Ανέβηκε σαν ακτίνα στον ουρανό
Έχει αγγίξει το ύψος το ποθητό,
και πάλι με την σκόνη χρώματος φωτιάς
Είναι καταδικασμένο να πέσει στο χώμα.
Ω δέσμη νερού της θανάσιμης σκέψεως.
Ω δέσμη νερού ανεξάντλητη!
Ποιος νόμος ασύλληπτος
σε κινεί, σε συνταράζει;
Πόσο άπληστα αναζητείς τον ουρανό!
Αλλά ένα χέρι αόρατο, μοιραίο
την ακτίνα σου επίμονα διαθλώντας
Την γκρεμίζει σε σταγόνες από τα ύψη.