Για να είναι ένα ον ανθρώπινο, θα πρέπει να μετέχει της κοινής ανθρώπινης ουσίας, να μπορεί να υπάρχει με έναν ιδιαίτερο και μοναδικό τρόπο και να έχει συγκεκριμένες ιδιότητες και χαρακτηριστικά. Αν για την θεολογία ο άνθρωπος είναι μυστήριο, το ίδιο ισχύει και για τη σύγχρονη επιστήμη. Στην πραγματικότητα τόσο η ανθρώπινη ουσία, όσο και πολλές λειτουργίες, ιδιαίτερα όσον αφορά στον εγκέφαλο, εξακολουθούν να αποτελούν άλυτο γρίφο. Ωστόσο υπάρχει και η αντίθετη άποψη. Μια μερίδα ερευνητών πιστεύει ότι αν μπορέσουν κάποια στιγμή στο μέλλον να αντιγράψουν με κάθε λεπτομέρεια την υλική υπόσταση και συγκεκριμένα τον εγκέφαλο του ανθρώπου, τότε τίποτα δεν θα τους εμποδίσει από το να δημιουργήσουν άνθρωπο ή τέλος πάντων κάτι που να θεωρείται άνθρωπος.
Η πράξη όμως δεν φαίνεται να επιβεβαιώνει τη θεωρία. Γιατί ακόμα και εκείνοι οι οποίοι θεωρούν ότι ο άνθρωπος είναι επί της ουσίας ένας οργανικός αλγόριθμος[1], έχουν πολύ δρόμο ακόμα μέχρι να καταφέρουν να λύσουν πολύ βασικά ζητήματα γύρω από τις ανθρώπινες λειτουργίες και ιδιαίτερα σε ότι αφορά τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Παρόλ' αυτά πολλοί επιστήμονες θεωρούν ότι στο μέλλον το μυστήριο αυτό θα λυθεί, οπότε θα είναι σε θέση να κατασκευάσουν ακόμα και άνθρωπο. Θα είναι όμως πράγματι αυτή η κατασκευή άνθρωπος ή κάτι άλλο που θα του μοιάζει;
Για την ορθόδοξη θεολογία ο άνθρωπος έχει ουσία και υπάρχει ως υπόσταση. Η σχέση ουσίας και υπόστασης στην ανθρωπολογία, νοείται κατά τον τρόπο σχέσης ουσίας και υπόστασης των προσώπων της Αγίας Τριάδας[2]. Με τον όρο ουσία εννοείται η κοινή, για όλους τους ανθρώπους ποιότητα εκείνη που τους κατατάσσει στο ανθρώπινο είδος[3], ενώ με τον όρο υπόσταση ή πρόσωπο, νοείται ο ιδιαίτερος, μοναδικός και ανεπανάληπτος τρόπος ύπαρξης της ανθρώπινης ουσίας.
Η ουσία είναι το έδαφος πάνω στο οποίο ο άνθρωπος καλλιεργεί την προσωπικότητά του, με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Για να είμαστε πιο ακριβείς, ακόμα και τα ζώα και τα φυτά υπάρχουν με έναν συγκεκριμένο και ιδιαίτερο τρόπο. Αυτό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από την υπόλοιπη φύση, είναι ότι μπορεί να υπάρχει με έναν μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο, αλλά ακόμα περισσότερο το γεγονός ότι αποφασίζει και διαμορφώνει ο ίδιος συνειδητά αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο, σε αντίθεση με τη φύση, η οποία διαμορφώνεται με βάση αυτοματικούς μηχανισμούς, με σκοπό την προσαρμογή της στις συνθήκες, προκειμένου να συνεχίσει να επιβιώνει. Άρα οτιδήποτε είναι ζωντανό, υπάρχει γιατί μπορεί να έχει ουσία και υπόσταση.
Αντίθετα για τους Μετανθρωπιστές, η σχέση ουσίας και υπόστασης δεν είναι υποχρεωτική.
Οι υπολογιστές μπορούν να υπάρχουν σε πανομοιότυπα χωρίς κάποιο μοναδικό και ανεπανάληπτο τρόπο ύπαρξης, σε αντίθεση με τους ανθρώπους όπου είναι απολύτως αδύνατο να βρεθεί άνθρωπος ίδιος με κάποιον άλλο, ακόμα και εάν πρόκειται για μονοζυγωτικά δίδυμα. Είναι φανερό ότι ο υπολογιστής είναι αδύνατο με δική του θέληση να μπορεί να διαφοροποιήσει τον τρόπο ύπαρξής του.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Μετανθρωπισμού, καταργείται η διάκριση αλλά και η σχέση μεταξύ ουσίας και υπόστασης, ή για να είμαστε πιο ακριβείς, καταργείται η ίδια η έννοια της υπόστασης. Για τον Μετανθρωπισμό ένα είδος ανθρώπου, μπορεί να είναι μόνο υλική ουσία, μια μηχανική κατασκευή και τίποτα περισσότερο. Ένα ρομπότ μπορεί να παραχθεί σε αμέτρητα πανομοιότυπα μοντέλα, όπου κάθε έννοια τρόπου ύπαρξης είναι αδιανόητη και παρόλ' αυτά, αν μπορεί να εκτελεί τις ίδιες εργασίες με τον άνθρωπο και να παρουσιάζει τις ίδιες αντιδράσεις με αυτόν, να θεωρείται ένα νοήμων ον. Άρα βρισκόμαστε μπροστά στο παράδοξο, να θεωρείται ως ζωντανή και νοήμων ύπαρξη, ένα ον χωρίς υπόσταση.
Εκτός από το ζήτημα της υπόστασης, έγινε αναφορά και στο θέμα των ανθρώπινων χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων. Ποιες είναι αυτές οι ιδιότητες που χαρακτηρίζουν μία ύπαρξη ως ανθρώπινη; Με βάση όσα αναφέρθηκαν στις προηγούμενες ενότητες, είναι φανερό ότι τόσο όσον αφορά στην ορθόδοξη ανθρωπολογία, όσο και στη σύγχρονη επιστημονική σκέψη, ένα ον μπορεί να χαρακτηριστεί ως άνθρωπος αν διαθέτει, εκτός από συγκεκριμένα σωματικά χαρακτηριστικά, συνείδηση, ελεύθερη βούληση και συναισθήματα.
Σε αυτό φαίνεται να συμφωνούν οι ερευνητές και οι φιλόσοφοι, συμπεριλαμβανομένων και των Μετανθρωπιστών. Το ζήτημα όμως βρίσκεται στο ερώτημα, σε τι συνίσταται το κάθε ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά και αν αυτά είναι μονοπώλιο ή όχι του ανθρώπου. Τα τρία χαρακτηριστικά της συνείδησης, ελεύθερης βούλησης και συναισθημάτων, είναι φανερό ότι συνδέονται στενά μεταξύ τους, αφενός γιατί είναι και τα τρία προϊόντα ενός ανεπτυγμένου εγκεφάλου και αφετέρου γιατί το κάθε ένα προϋποθέτει και το άλλο. Η ελεύθερη βούληση προϋποθέτει συνειδητή επιλογή, η δε συνείδηση οδηγεί εκ των πραγμάτων σε επιλογές, ενώ τα συναισθήματα προϋποθέτουν αυτεπίγνωση, ενσυναίσθηση και ελευθερία.
Όσον αφορά στη συνείδηση, οι Μετανθρωπιστές θεωρούν ότι εάν αντιγραφεί ο εγκέφαλος με τους νευρώνες και τα τρισεκατομμύρια των συνάψεων του, θα καταστεί δυνατό να δημιουργηθεί συνείδηση. Αυτό οδηγεί στην άποψη ότι εφόσον μια μηχανή θα έχει συνείδηση, θα έχει ταυτόχρονα και ελεύθερη βούληση, αλλά και συναισθήματα. Ωστόσο μέχρι σήμερα η συγκεκριμένη θεωρία, στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης, ενώ είναι από ολόκληρη την επιστημονική κοινότητα παραδεκτό ότι είναι ακόμη άγνωστο τι είναι η συνείδηση και πώς μπορεί να δημιουργηθεί[4].
Στην καλύτερη περίπτωση, με τις σύγχρονες νευροαπεικονιστικές εξετάσεις, οι επιστήμονες παρατηρούν τις συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, οι οποίες φωτίζονται όταν επιτελούνται κάποιες συναισθηματικές ή μαθησιακές εργασίες (φυσικοί συσχετισμοί εμπειριών), αλλά αυτό αφήνει αναπάντητα ερωτηματικά για τη φύση αυτών των λειτουργιών και τον τρόπο που επιτελούνται[5].
Πρόκειται για το δυσεπίλυτο πρόβλημα των qualia, των απολύτως υποκειμενικών και παράλληλα υπαρκτών εμπειριών, που είναι αδύνατο να εξεταστούν με αντικειμενικό και φυσικό (εργαστηριακό) τρόπο, λόγω του υποκειμενικού και βιωματικού χαρακτήρα τους[6].
Από πλευράς θεολογίας είναι φανερό ότι η υλιστική περί του ανθρώπου αντίληψη και κατά συνέπεια η δημιουργία πνευματικών εμπειριών και συνείδησης σε μία μηχανική κατασκευή, όσο εξελιγμένη και αν είναι αυτή, έρχεται σε αντίθεση με τη υφιστάμενη πραγματικότητα.
Ο άνθρωπος είναι μια ψυχοσωματική οντότητα, ένα όν που μετέχει και του υλικού αλλά και του πνευματικού κόσμου, είναι το μεθόριο μεταξύ της αισθητής και της νοητής πραγματικότητας. Η νοητή πραγματικότητα είναι νοητή, ακριβώς επειδή είναι αδύνατο να γίνει αισθητή από τις ανθρώπινες αισθήσεις, αλλά και από τη χρήση οποιουδήποτε υπερσύγχρονου τεχνικού εργαλείου. Το μη αντιληπτό όμως είναι διαφορετικό από το μη υπαρκτό.
Σήμερα η επιστήμη έχει αποδεχθεί την ύπαρξη μιας πραγματικότητας, η οποία διαφεύγει των αντιληπτικών ικανοτήτων τόσο του ανθρώπινου οργανισμού, όσο και των δυνατοτήτων των πλέον σύγχρονων εργαλείων, τα οποία επί της ουσίας δεν είναι τίποτε παραπάνω από την μέγιστη επέκταση των αντιληπτικών ανθρώπινων ικανοτήτων. Έχει επίσης αποδειχθεί ότι αυτά τα οποία συλλαμβάνουν οι αισθήσεις, γίνονται αντιληπτά με έναν τελείως υποκειμενικό τρόπο, ο οποίος οφείλεται στην συγκεκριμένη δομή και λειτουργία του εγκεφάλου[7].
Όλα αυτά έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτά που η θεολογική και ιδιαίτερα η πατερική σκέψη, διδάσκουν εδώ και αιώνες. Το γεγονός δηλαδή πως υπάρχει μία πραγματικότητα η οποία εκτείνεται πέρα και πάνω από την ύλη και πέρα από τις αισθητηριακές μας ικανότητες. Είναι η πραγματικότητα εκείνη, της οποίας μετέχει ως προς το νοητικό του μέρος ο άνθρωπος.
Εφόσον η ανθρώπινη ύπαρξη είναι μία ψυχοσωματική οντότητα, η οποία ξεπερνά τις ανθρώπινες αντιληπτικές δυνατότητες, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να μπορέσει ο άνθρωπος να γίνει αντικείμενο αντιγραφής. Παράλληλα, δημιουργούνται ένα σωρό ερωτηματικά με βάση τη θεωρία της αντιγραφής του ανθρώπινου εγκεφάλου. Οι προβληματισμοί αυτοί, απασχολούν και τους επιστήμονες του Μετανθρωπισμού καθώς οδηγούν σε μια σειρά παράλογων ερωτημάτων, με κυριότερο το ζήτημα των πανομοιότυπων εγκεφάλων, που έθεσε ο ίδιος ο N. Bostrom, στο άρθρο του «Quantityofexperience:brain–duplicationanddegreesofconsciousness»[8] και στο οποίο διερωτάται αν η δημιουργία αντιγράφου ενός εγκεφάλου θα δημιουργούσε και μία νέα συνείδηση, ή αν οι δύο εγκέφαλοι θα μοιράζονταν την ίδια συνείδηση ταυτόχρονα[9].
Παραπομπές:
[1]Y. N Harari., Homo Deus,341.
[2] Ι. Ζηζιούλα, «Δίκαιον και πρόσωπο στην Ορθόδοξη Θεολογία», 50.
[3] Χρ. Τερέζη, «Η ορθοδοξία και ο σεβασμός της ανθρώπινης προσωπικότητας», στο: Α. Αυγουστίδης, Κ. Ζορμπάς, Β. Θερμός, Ν. Κοκοσαλάκης, Α. Μελισσάρης, Χρ. Τερέζης, Η Ορθοδοξία ως Πολιτιστικό Επίτευγμα και τα προβλήματα του Σύγχρονου Ανθρώπου, (Πάτρα: έκδ. ΕλληνικούΑνοικτούΠανεπιστημίου, 2002) 26.
[4]S. Russell, Συμβατή με τον άνθρωπο; Η τεχνητή νοημοσύνη και το πρόβλημα του ελέγχου, (Αθήνα: εκδόσεις Τραυλός, 2021) 35.
[5] Μ. Καφάτου, Βιώνοντας τη ζωντανή παρουσία, (Αθήνα: Εκδόσεις Μέλισσα, 2017) 40.
[6]Όπ.,41.
[7] Βλ. Μ. Δανέζη, «Το υπέροχο Σύμπαν του μέλλοντός μας», στον διαδικτυακό τόπο: https://manosdanezis.gr/wp-content/uploads/2017/08/23-2.pdf ( ημερομηνία ανάκτησης: 25/4/2021).
[8]N. Bostrom, «Quantityofexperience: brain – duplicationanddegreesofconsciousness»,στονδιαδικτυακότόπο:https://www.nickbostrom.com(ημερομηνίαανάκτησης: 26/4/2021).
[9]Όπ.