Ήρθες. Μου χτύπησες την πόρτα κι εγώ σου άνοιξα. Σε έβαλα να καθίσεις.
Με κοίταξες με μάτια γουρλωμένα. Φοβήθηκες μη δεν σε αναγνωρίσω.
“Σε ξέρω”, σου είπα. Ξέρω τι είσαι. Ξέρω τι θέλεις.
Να σε κοιτάξω στα μάτια χωρίς να φοβηθώ αυτή τη φοβισμένη, γουρλωμένη σου ματιά.
Να σε κοιτάξω κατάματα με δάκρυα στα μάτια.
“Όχι”, μου είπες. Δεν μου φτάνει αυτό.
“Θέλω να μ’ αγαπήσεις. Θέλω να μη με απωθείς άλλο από μέσα σου. Θέλω να μη με εγκλωβίζεις συνέχεια κάτω απ’ το χαλάκι. Θέλω να με δεις με αγάπη. Να με δεις στις σιωπές σου. Να με δεις στο σώμα σου. Να με δεις στην ψυχή σου.
Δεν θέλω να σε πονάω, μα είμαι τραύμα και ξέρω πως το κάνω. Δε θέλω να σε ταλαιπωρώ, μα είμαι τραύμα και γυρεύω την ανακούφιση και την παρηγοριά.
Δεν θέλω να έρχομαι ξανά και ξανά στη ζωή σου, μα είναι απαραίτητο για να με καθαρίζεις κάθε φορά ακόμα περισσότερο. Δεν σου ζητάω πολλά. Ξέρω όμως ότι σου ζητάω δύσκολα. Σου ζητάω βοήθεια. Σου ζητάω προστασία. Σου ζητάω όρια. Σου ζητάω να με σεργιανίσεις στη μοναξιά και την ερημιά της ψυχής σου. Σου ζητάω να με κάνεις κοινωνό της αγωνίας και του άγχους σου. Μη με αφήνεις τόσο καιρό στα σκοτάδια μου.
Έχω ανάγκη το φως να ζεσταθώ για να γιάνω. Άσε με να υπάρχω δίπλα σου, ήσυχο θα είμαι, κι ας μην έχω ηρεμία. Άσε με να σου μιλήσω. Σαν μ’ ακούσεις με τα αυτιά της καρδιάς σου, δεν θα με φοβάσαι άλλο. Φίλος θέλω να γίνω, καρδιακός κι αληθινός. Κι ας σου φαίνεται οξύμωρο τώρα. Δεν είμαι εδώ για να σε βασανίζω. Είμαι εδώ για να σε αφυπνίζω.
Άλλη μορφή γυρεύω να μου δώσεις. Πιο καθαρή και όμορφη. Να μεταμορφωθώ από πόνο σε μάθημα. Από κάμπια σε πεταλούδα. Από θυμός σε ειρήνη. Από άγχος σε δημιουργικότητα. Από δύναμη σε αδυναμία.
Κοίταξέ με. Μη με φοβάσαι. Κομμάτι σου είμαι που γυρεύω τη ζεστασιά της καρδιάς σου. Κομμάτι απ’ τη σάρκα και την ψυχή σου. Αγκάλιασέ με να μαλακώσω. Αγκάλιασέ με να ησυχάσω τη σκέψη του μυαλού μου. Δεν με ωφελούν οι τόσες σκέψεις και οι νοητικές λειτουργίες άλλο. Τα ξέρεις πια τα γιατί. Δεν θέλω την τακτοποίηση του νου σου. Θέλω τη θέρμη της καρδιάς σου, την ευσπλαχνική σου αγκαλιά. Θέλω την απελευθέρωση της θλίψης μου.
Μη με φοβάσαι. Σ’ αγαπώ, σε νιώθω, σε αισθάνομαι. Βίωσέ με να γίνουμε ένα. Μη με μάχεσαι άλλο. Το χάδι σου θέλω και την βαθιά σου κατανόηση. Όχι μόνο με το μυαλό, μα κυρίως με την καρδιά σου. Μη με κλείνεις άλλο πια στο κουτάκι μου. Ασφυκτιώ στις γωνίες, με πιάνει πλάκωμα εκεί, ανάσα σου λέω δεν παίρνω. Άσε με να σου μιλάω ειλικρινά. Άσε με να προπορεύομαι για να φτάσω στον προορισμό μου. Εκεί όπου από τραύμα γίνομαι θαύμα! Αυτός είναι ο σκοπός μου, αυτός και ο προσανατολισμός μου! Συγχώρα με για να μεταμορφωθώ!
Συγχώρα με να πάρω δύναμη να γίνω η δύναμή σου!
Συγχώρα με να λυτρωθώ!”.
Είμαι το Τραύμα σου και Σ' αγαπώ
Κι Εγώ...
Κάθισα δίπλα σου σιωπηλά, σου έπιασα το χέρι και έμεινα εκεί, κοιτώντας σε στα μάτια, να επικοινωνώ μαζί σου στη σιωπή μέχρι που άκουσα τους χτύπους της καρδιάς σου.
Κι εκεί κατάλαβα πως οι χτύποι της καρδιάς σου ήταν ίδιοι με τους χτύπους της δικής μου καρδιάς.
Σ’ ευχαριστώ που ήρθες να μου διδάξεις πως είναι να μαλακώνεις και να γίνεσαι ακόμα πιο άνθρωπος μέσα απ’ τον πόνο.
Σ’ ευχαριστώ που μ’ έμαθες να συμφιλιώνομαι με ό,τι με έχει πληγώσει.
Σ’ ευχαριστώ που μ’ έμαθες να ακούω το θεϊκό κομμάτι μέσα μου.
Σ’ ευχαριστώ που μου έδωσες το χρόνο να το επεξεργαστώ.
Σ’ ευχαριστώ που μέσα από τη δική σου δύναμη πάνω μου, παραδέχθηκα κι αφέθηκα να νιώσω τόσο ευαίσθητος και ευάλωτος και συνάμα τόσο δυνατός.
Σ’ ευχαριστώ για την επίσκεψή σου. Σ’ ευχαριστώ που δεν με ξέχασες σε μια γωνιά παρατημένο κι εγκαταλελειμμένο.
Σ’ ευχαριστώ που με αγάπη μου μαθαίνεις τα όρια και την αναγκαιότητα να εκφράζομαι.
Πόσο τελικά με αγαπάς για να μου βάζεις τόσο δύσκολα!
Άργησα να το νιώσω, μα… δεν είν’ ποτέ αργά για θαύματα!