Έστω ότι κάποιος Αμερικανός επιστήμονας ανακοινώνει ότι επίκειται το τέλος του κόσμου ή, εν πάση περιπτώσει, ότι πρόκειται να καταστραφεί ένα μεγάλο τμήμα της ηπείρου, και μάλιστα τόσο ξαφνικά, ώστε να είναι βέβαιο ότι εκατομμύρια άνθρωποι θα παραδώσουν το πνεύμα. Αν επιβεβαιωνόταν η πρόβλεψη, ποια επίδραση πιστεύετε ότι θα ασκούσε στον κόσμο από τη στιγμή της επαλήθευσής της και ως την εκδήλωση της καταστροφής; Και, τέλος, τι θα κάνατε εσείς προσωπικά τη στερνή εκείνη ώρα;
Νομίζω ότι η ζωή, αίφνης, θα μας φαινόταν υπέροχη, αν τυχόν μας απειλούσε ο θάνατος, όπως λέτε. Σκεφτείτε μόνο πόσα σχέδια, ταξίδια, ειδύλλια ή μελήματα μας επιφυλάσσει, τα οποία καθίστανται αόρατα ένεκα της οκνηρίας μας που, με τη βεβαιότητα ότι υπάρχει μέλλον, αναβάλλει επ’ αόριστον.Αλλά μπροστά στην απειλή ότι όλ’ αυτά θα έπαυαν διά παντός να είναι εφικτά, πόσο ωραία θα μας φαινόταν ξανά η ζωή! Αχ! Ας μην ήταν να γίνει τώρα αυτή η καταστροφή και δε θα διστάζαμε διόλου να επισκεφτούμε τις νέες αίθουσες του Λούβρου, να πέσουμε στα πόδια της δίδας X, να ταξιδέψουμε στην Ινδία.Η καταστροφή δεν επέρχεται, αλλά εμείς δεν κάνουμε τίποτε απ’ όλα αυτά, διότι επανερχόμαστε στην καρδιά της καθημερινότητας, όπου η ολιγωρία νεκρώνει την επιθυμία μας. Κι όμως δε θα έπρεπε να έχουμε ανάγκη την καταστροφή για να αγαπούμε τη ζωή σήμερα. Θα ήταν αρκετό να σκεφτούμε ότι είμαστε άνθρωποι και ότι μπορεί κάλλιστα να πεθάνουμε απόψε.Το ότι προσηλωνόμαστε στη ζωή αμέσως μόλις αντιληφθούμε το επικείμενο του θανάτου υποδηλώνει ότι, ενόσω το τέλος ήταν εκτός του οπτικού μας πεδίου, δεν είχαμε χάσει το κέφι μας για την ίδια τη ζωή, αλλά για την τετριμμένη εκδοχή της που βιώνουμε, ότι δηλαδή η δυσφορία μας ήταν μάλλον αποτέλεσμα ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής και όχι κάποιας ανέκκλητης κατήφειας που είναι τάχα εγγενής στο ανθρώπινο βίωμα. Αν τυχόν εγκαταλείπαμε την πεποίθηση που μας διακρίνει συνήθως, ότι είμαστε αθάνατοι, θα μας έρχονταν στο νου πλήθη δυνατοτήτων, τις οποίες ουδέποτε επιχειρήσαμε να πραγματώσουμε και οι οποίες λανθάνουν κάτω από την επιφάνεια αυτής της φαινομενικά ανεπιθύμητης, φαινομενικά αιώνιας ύπαρξης.Εφόσον, όμως, φέρεται να είναι βέβαιο ότι αν παραδεχτούμε τη θνητότητά μας, θα παρακινηθούμε να αναθεωρήσουμε τις προτεραιότητες μας, τι μας εμποδίζει να τις επανεκτιμήσουμε από τώρα, χωρίς αυτή την ευκαιρία; Ίσως, πράγματι, να βιώναμε κατά το ήμισυ τη ζωή μας, πριν έρθουμε αντιμέτωποι με τις συνέπειες του θανάτου — όμως σε τι συνίσταται να ζεις στο ακέραιο; Το να αποδεχτούμε απλώς το αναπότρεπτο του θανάτου δεν εγγυάται ότι θα βιώσουμε βαθιά κάποια λογική απάντηση στο ερώτημα πώς θα συμπληρώσουμε το υπόλοιπο ημερολόγιό μας. Ενδέχεται, μάλιστα, ο πανικός μας για το τικ τακ του ρολογιού να μας εξωθήσει σε θεαματικές απερισκεψίες. Οι προτάσεις που στάλθηκαν από τους επιφανείς του Παρισιού στον Αδιάλλακτο ήταν αρκούντως αντιφατικές: θαυμασμός του αλπικού τοπίου, περισυλλογή σχετικά με το μέλλον στο υπερπέραν, τένις, γκολφ. Ήταν όμως γόνιμοι τρόποι όλα αυτά για να περάσει κανείς τις τελευταίες ώρες του ως τον αφανισμό της ηπείρου;