Δεν ήσουν ο μεγάλος μου έρωτας.
Όχι, σε καμία περίπτωση. Για την ακρίβεια, δε σε ερωτεύτηκα ποτέ. Αυτή είναι η αλήθεια, μπορώ πια να την πω στον εαυτό μου. Πάνω που άρχιζα να νιώθω κάτι για σένα, τότε, πριν από ένα χρόνο και κάτι, μου είπες ότι δεν μπορείς να είσαι μαζί μου και χωρίσαμε. Για να επιστρέψεις λίγες μέρες μετά και να μου πεις πόσο δε μπορείς να ζήσεις χωρίς εμένα. Κι αυτό κράτησε πάνω από ένα χρόνο.
Όχι, σε καμία περίπτωση. Για την ακρίβεια, δε σε ερωτεύτηκα ποτέ. Αυτή είναι η αλήθεια, μπορώ πια να την πω στον εαυτό μου. Πάνω που άρχιζα να νιώθω κάτι για σένα, τότε, πριν από ένα χρόνο και κάτι, μου είπες ότι δεν μπορείς να είσαι μαζί μου και χωρίσαμε. Για να επιστρέψεις λίγες μέρες μετά και να μου πεις πόσο δε μπορείς να ζήσεις χωρίς εμένα. Κι αυτό κράτησε πάνω από ένα χρόνο.
Διαστήματα μαζί και χώρια. Ίσα μοιρασμένα, λες και μια αόρατη νοημοσύνη μετρούσε τον χρόνο και τα αισθήματα και τα μοίραζε δίκαια και στους δύο μας. Σε σένα, που δεν μπορούσες να συμβιβαστείς μʾ αυτό που ήθελα, και σε μένα που δεν ήθελα να συμβιβαστώ μʾ αυτό που μπορούσες.
Άντε βγάλε άκρη…
Το παίξαμε αυτό το παιχνίδι πάνω από ένα χρόνο. Για ένα μεγάλο διάστημα, δε σου κρύβω, το απολάμβανα. Αυτά τα ξαφνικά μηνύματα μέσα στη νύχτα, οι απρόσμενες συναντήσεις, οι ερωτικές εξομολογήσεις σε μεταμεσονύκτια μπαράκια τελευταίας διαλογής αφού μόνο αυτά ήταν ανοιχτά τόσο αργά, η γλυκιά προσδοκία ότι αυτή τη φορά όλα θα ήταν διαφορετικά, η βιαστική οδήγηση προς το σπίτι σου γιατί η ανάγκη του ενός για τον άλλον ξεχείλιζε, ο παθιασμένος έρωτας, οι ηδονές που κυρίευαν όλες μας τις αισθήσεις και η αποδοχή των πιο ανομολόγητων επιθυμιών μας ήταν για μένα αυτό που είχα ανάγκη εκείνη την εποχή.
Και μετά, τα τρυφερά «σ’ αγαπώ» και η σφικτή, σχεδόν ασφυκτική, αγκαλιά σου όλη νύχτα, κάθε νύχτα, ήταν η αόρατη κλωστή που με έδενε μαζί σου όταν απομακρυνόσουν. Που μου έδινε τη σιγουριά ότι δε θα αναζητήσεις τελικά κάποια άλλη γυναίκα.
Πάλεψες πολύ να φύγεις. Στο αναγνωρίζω. Ποτέ δεν έχω δει άνδρα να παλεύει τόσο πολύ να φύγει από μια γυναίκα. Πάντα μάταια, γιατί πάντα επέστρεφες. Σε κάθε επιστροφή σου, έδινες πάντα κάτι περισσότερο από την προηγούμενη φορά: έκανες μια πιο βαθειά εξομολόγηση, έμενες μεγαλύτερο διάστημα, ήσουν πιο δοτικός, μου έδινες χώρο και χρόνο στη ζωή σου.
Κάπου εκεί έχασα εγώ το παιχνίδι. Πόνταρα όλα μου τα χρήματα σε σένα. Αφέθηκα πιστεύοντας ότι η αγάπη μου, δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα σε αγγίξει. Θα σε κάνει να νιώσεις ασφαλής. Θα γίνει ο μίτος που θα σε φέρει πιο κοντά στην αλήθεια σου. Θα σου δείξει πως η μοναδική δικαιολογία που σε έδιωχνε μακριά μου ήταν απλά μια πρόφαση. Εξαιρετική, αλλά πρόφαση.
Σου άρεσε να λες ότι είμαστε η Carrie και ο Big. Όμως, δυστυχώς μωρό μου δεν είμαστε. Κι ας έχω τα ίδια μαλλιά και την ίδια αδυναμία σε σένα. Κι ας έχεις την ίδια γοητεία και τον ίδιο φόβο δέσμευσης. Εμάς δε μας περιμένει κανένα happy end στο Παρίσι. Εμείς τελειώσαμε οριστικά την τελευταία φορά που ήρθες εδώ. Αφού είχαμε χιλιοτσακίσει ο ένας τον άλλον με αλήθειες και ψέματα, αφού είχαμε χρησιμοποιήσει όσα όπλα διαθέταμε ο ένας εναντίον του άλλου.
Όταν μπήκες στο σπίτι μου είδα έναν τσακισμένο άνδρα. Η εξομολόγησή σου με συγκλόνισε. Είναι τόσο οδυνηρή η συνειδητοποίηση πως η αγάπη σου έχει φέρει έναν άνθρωπο στα όριά του.
Εκείνη τη στιγμή αποφάσισα πως δε θα σε ξαναδώ ποτέ. Γιʾ αυτό σε κανάκεψα, σε χάιδεψα, σε αγάπησα όσο περισσότερο μπορούσα. Σε άφησα να μείνεις, ενώ δεν το κάνω ποτέ γιατί προστατεύω τον χώρο μου από αναμνήσεις.
Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα ούτε λεπτό. Απόλαυσα τη σφιχτή αγκαλιά σου, τα πλεγμένα δάχτυλά σου στα δικά μου, την ανάσα σου στα μαλλιά μου. Κι όταν άλλαξες πλευρό, σε έσφιξα πάνω μου και σε χάιδευα για να αποτυπώσω το κορμί σου, αυτήν την τελευταία φορά. Όλη νύχτα…
Σου χρωστάω μια αλήθεια ακόμη. Μια αλήθεια που ποτέ δε σου είπα: εσύ ήσουν ο καθρέφτης μου. Σε κατηγορούσα πως φοβάσαι, όμως κι εγώ έτρεμα μήπως έρθεις και μου πεις «ναι, θα είμαστε μαζί οριστικά». Δε θα μπορούσα να διαχειριστώ μια τέτοια δέσμευση, κι ας διακήρυττα πόσο πολύ το ήθελα. Μέσα σε ‘σένα έβλεπα τα δικά μου φοβικά κομμάτια. Μαζί σου έμαθα να τ’ αγαπώ και να τα αποδέχομαι. Τα αγκάλιασα και τα κανάκεψα, μέχρι που γλύκαναν.
Έτσι, τώρα, χάρη σε σένα, ξέρω. Δε φοβάμαι πια να ονειρευτώ μια οικογένεια. Αντίθετα, θέλω να την διεκδικήσω. Εκείνο το κοριτσάκι με τα πράσινα μάτια, που σου ψιθύρισα στ αυτί, το είδα καθαρά μπροστά μου να μου γελάει. Μ’ άκουσες άραγε ή σε είχε προλάβει ο ύπνος;
Θυμάμαι πως σε ένα από τα πρώτα μας ραντεβού με είχες ρωτήσει ποιο είναι το αγαπημένο μου συναίσθημα. Σου είχα πει «η χαρά» κι εσύ μου είχες πει «εμένα η ελευθερία».
Σήμερα σου δίνω πίσω την ελευθερία σου. Εγώ έχω ήδη πάρει τη χαρά μου. Τώρα θα βαδίσουμε χώρια. Έκλεισα όλα τα κανάλια επικοινωνίας μεταξύ μας. Περισσότερο για να προστατεύσω εσένα, για να μειώσω την έκθεσή σου στην εικόνα μου. Θα σου είναι πιο εύκολο έτσι. Δεν ντρέπομαι να το πω.
Έχασα. Πόνταρα σε σένα και σ’ έχασα. Όμως δε με νοιάζει ποιος νίκησε. Τα ρέστα μου, δικά σου. Πάρʾ τα όλα εσύ. Τ’ άξιζες άλλωστε.
Έχασα. Πόνταρα σε σένα και σ’ έχασα. Όμως δε με νοιάζει ποιος νίκησε. Τα ρέστα μου, δικά σου. Πάρʾ τα όλα εσύ. Τ’ άξιζες άλλωστε.
Της Χαράς Ντάτση.