Ήταν που λέτε μια φορά! - Point of view

Εν τάχει

Ήταν που λέτε μια φορά!




Τους πιο γνωστούς  στίχους των τραγουδιών που είπε ο Λάκης Παππάς, δεν τους έγραψε ο μεγάλος Νίκος Γκάτσος, αλλά ο … Γιάννης Αργύρης!

Για να θυμηθείτε – οι πιο παλιοί:
– Πάει κι αυτή η Κυριακή…
– Κάποιος γιορτάζει…
– Έλα μαζί μου, κάπου να πάμε…
– Μην κουραστείς να μ ‘ αγαπάς….



Αυτά είναι λίγα απο τα συναισθηματικά του τραγούδια.. Εγραψε πολλά σατιρικά, στα οποία σατίριζε και τον εαυτό του..
Αν δεν υπήρχαν οι πιο παλιοί του,  ο Ομηρος Αθηναίος, ο Γιώργος Οικονομίδης, ο  Ικαρος, ο Αρίας και ο πατέρας της Αλέκας Κανελλίδου στον κήπο του Μουσείου, ο οποίος όμως ήταν κυρίως μουσικός, (στον οποίο ελέχθη η ωραιότερη ατάκα, όπως έπαιζε πολύ ρομαντικά το βιολί του, ντυμένος πολύ σίκ, με μαύρο παντελόνι, άσπρο σακάκι σάρσκιν, μαύρο πουκάμισο, άσπρη γραβάτα και μαύρο μαντηλάκι, όταν πάνω στην πιό ρομαντική στιγμή, με τρομερή  Αυγουστιάτικη πανσέληνο, ακούστηκε μιά …αγριοφωνάρα απο πίσω:  ”Ρε Γιάννη… Σαν ..αρνητική φωτογραφία είσαι, αδερφέ μου“) θα λέγαμε λοιπόν ότι ο Αργύρης ήταν πολύ μεγάλος κομπέρ, ίσως ο μακροβιότερος όλων στην δουλειά αυτή, με ένα προτέρημα που δεν  είχε κανείς άλλος: Δεν είχε τίποτα γραμμένο !  Όλα του… κατέβαιναν εκείνη την ώρα….
Τα τραγούδια του, όσο μεν ήταν με τον Λάκη Παππά  τα έλεγε ο Παπάς, με την εκπληκτική του κιθάρα και την βραχνή φωνή του. Αλλά όταν ο Λάκης έφυγε για να φτιάξει δική του μπουάτ,  μαζί με τον ανιψιό του, τον μετέπειτα πολύ γνωστό τραγουδιστή Δημήτρη Ψαριανό, που είχε την  τιμή να τραγουδήσει στον “Μεγάλο Ερωτικό” του Μάνου Χατζηδάκι, μαζί με την πρωτοεμφανιζόμενη τότε Φλέρυ Νταντωνάκη, ο Αργύρης αναγκάστηκε  να  τραγουδήσει πλέον αυτός ο ίδιος , τα τραγούδια του…
¨Οσο για τον Λάκη, τιμωρήθηκε για την αποχώρησή του:
Το 1965 ηχογράφησε το τραγούδι: ”Κι ήταν που λέτε μιά φορά, οπούχαμε εναν βασιληά“… σε στίχους Ιάκωβου Καμπανέλλη και μουσική του Χατζηδάκι, από το έργο “Παραμύθι χωρίς όνομα” … Το τραγούδι είχε γίνει μεγάλη επιτυχία, ο Λάκης είχε.. ψιλοκαβαλήσει το καλάμι, αλλά η επιτυχία του δεν βασιζόταν στην ωραία πράγματι μουσική του, ούτε στην εκτέλεση του Λάκη, αλλά κυρίως στου στίχους του Καμπανέλλη, τους βαθύτατα.. αντιβασιλικούς – για την εποχή εκείνη…  Σας γράφω το πρώτο μέρος για να καταλάβετε για περί τίνος επρόκειτο:
”Ηταν που λέτε μιά φορά, οπούχαμε ενα βασιληά,  – καλο ανθρωπάκι (!)
Βαριά του ερχόταν η δουλειά, κι ήταν “τα ζώα μου αργά” – καλό ανθρωπάκι (!)
Απ’ το να τρέχει εδώ κι εκεί, κάλλιο είχε μάσα και πιοτί – κι έναν υπνάκι, αδειάζουνε τα μαγαζιά, κλέφτει τους νιούς η ξενητειά, πάει το ψωμάκι!!
Έτσι μας άφησε η χαρά κι έτσι μας βρήκε η συμφορά – και το φαρμάκι!
Ηταν που λέτε μιά φορά, οπούχαμε ενα βασιλιά, κάλο ανθρωπάκι … “
Σκεφτείτε οι πιό παλιοί, ότι αυτά έγιναν  το 1965… Τότε, για πολύ λιγότερα … σε έχαναν οι φίλοι σου!! Και σας πληροφορώ ότι οι άλλοι στίχοι ήταν ακόμα.. χειρότεροι!



Ο Λάκης, στο καινούριο του μαγαζί, δεν είχε πολλή δουλειά.. Ο κόσμος τον είχε μάθει μαζί με τον Αργύρη. Κι έτσι, άρχισε σιγά-σιγά να πίνει, κι όποιοι έμπαιναν μέσα ζοχαδιαζόντουσαν, οπότε για να τον καλύψει, άρχισε να τραγουδάει ο Δημήτρης ο Ψαριανός, που μέχρι τότε ήταν σερβιτόρος και λεγόταν… Μπέμπης!  Έτσι άρχισε η καριέρα του!
Κι ένα βράδυ, τελείως ξαφνικά, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα στο μαγαζί ο… Κωνσταντίνος, που έκατσε σ’ ενα τραπέζι,  ενώ οι 2 ..ντουλάπες που τον συνόδευαν, έκατσαν σε ένα άλλο…
Αφού τους σέρβιρε ο Ψαριανός, ο Λάκης έπιασε την κιθάρα του – η ατμόσφαιρα δεν σήκωνε.. πλακίτσες – και άρχισε να τραγουδάει..
“Ας’ τα αυτά – του λέει ο Κωνσταντίνος, θέλω τον Βασιληά !! “
Ναι μεν τον  ήθελε, αλλά πώς να γίνει  αυτό;;;;   Δηλαδή ο Λάκης δεν έπρεπε να κοιμηθεί στο σπίτι του  ξανά ;;;;
Δειλά-δειλά λέει: ” Μεγαλειότατε, έχω πολύν καιρό να το τραγουδήσω και δεν το θυμάμαι “…
Οπότε σηκώνεται η μιά.. ντουλάπα, πάει κοντά του και του λέει στο αυτί:
“Οταν ο Μεγαλειότατος ζητάει τον Βασιληά … εσύ θυμάσαι τον Βασιληά….. Τόσο απλά! “
Κι αρχίζει ο καϋμένος ο Λάκης να τραγουδάει με τρεμάμενη φωνή, περιμένοντας πότε… θα τούρθει!
Τελειώνει την πρώτη στροφή και ανακουφισμένος, αφήνει την κιθάρα του, ενώ ο κόσμος χειροκροτούσε  …  επίτηδες …
”ΟΛΟ” του λέει ο Κωνσταντίνος! Κόντευε να κλάψει ο Λάκης…. ”Δεν το θυμάμαι καθόλου Μεγαλειότατε “- λέει…
Ξανασηκώνεται η… ντουλάπα:    ”Οταν ο Μεγαλειότατος λέει   “ΟΛΟ” , εσύ το θυμάσαι ΟΛΟ…” !
Σχεδόν κλαίγοντας ο Λάκης , άλλωστε και οι στίχοι ταίριαζαν με.. κλάμα, αναγκάστηκε και το είπε όλο!
Οι.. κουφάλες οι άλλοι πελάτες, τρελαθήκανε στο χειροκρότημα – για να την … σπάσουν στον βασιλιά!!
Μετά από λίγο, ο Κωνσταντίνος σηκώθηκε, έκανε νόημα σε μιά ντουλάπα να.. πληρώσει, ο Λάκης δεν ήθελε να πάρει τα λεφτά,          η.. ντουλάπα  τα δικά της:  ”Όταν ο Μεγαλειότατος θέλει να πληρώσει, εσύ παίρνεις τα λεφτά“…
Τότε πήγαινα στον Λάκη τακτικά… μάλιστα με είχε βοηθήσει να αγοράσω μια καλή κιθάρα, από τον Παναγή… και τον  έβλεπα πάρα πολύ συχνά … Θυμάμαι λοιπόν ότι τουλάχιστον για ενα- δυό μήνες, κάθε φορά που άνοιγε η πόρτα του μαγαζιού του, έτρεμε όλόκληρος… Του  έλεγα να μην φοβάται, γιατί αν τον έπιαναν, δεν θα τον έπιαναν εκεί  μέσα, να τον βλέπουν όλοι…. Θα πήγαιναν στο σπίτι  του!
”Και ποιός σου είπε ότι στο σπίτι μου μπορώ και κοιμάμαι;;;;;;”    μου απήντησε …
“Παει κι αυτή η Κυριακή”      …πάει και ο Λάκης….
Δ.Β.
Υ.Γ. Η πλάκα είναι οτι όταν ξεκίνησα να γράφω, ήθελα να σας πώ, τα καταπληκτικά για την εποχή τους λογοπαίγνια του Αργύρη…. αλλά με παρέσυρε ο Λάκης!! Ο Λάκης  ήταν μαθητής  του Μηλιαρέση, κι όποιος ήταν μαθητής του Μηλιαρέση, ήξερε να παίζει κιθάρα… Ο Λάκης, δεν είχε λεφτά για ακριβή κιθάρα και είχε αγοράσει μια … φτηνή, πάλι του Παναγή, αλλά από ξύλο καρυδιάς!
Ένας Γάλλος, ο Robert Bouchet, στενός φίλος του διάσημου  κιθαριστικού ζεύγους Ida Presti & Alexandre Lagoya, πού  άκουγε κάθε μέρα τα προβλήματά τους με τις κιθάρες τους, χωρίς να τους πεί τίποτα, μελέτησε πολύ τους παληούς κατασκευαστές, διάλεξε τα ξύλα που ήθελε, βρήκε το κατάλληλο βερνίκι, αντέγραψε αρχικά την κιθάρα Torres, έφτιαξε μιά κιθάρα και ένα απόγευμα, όταν ιδωθήκανε, τους έδωσε την κιθάρα και τους είπε να την δοκιμάσουν. Τρελλάθηκαν!!! Τον παρακαλούσαν να τους πεί πού την βρήκε… Όπως καταλαβαίνετε,  έγινε  κατασκευαστής για τις…  καλύτερες κιθάρες στον κόσμο: Το όνομά  Bouchet, και το να έχεις κιθάρα από αυτόν, ήταν ένα άπιαστο όνειρο!!    Κάτι σαν τα βιολιά Stradivarius!
Σε μιά άλλη μπουάτ –όχι επώνυμη–, τραγουδούσε η .. Τζοβάνα Φραγκούλη.  Αν και 14 χρονών τότε , είχε ακριβώς το ίδιο μπόϊ με το σημερινό, και την έφερνε και την έπαιρνε η μάνα της – για τον… φόβο των Ιουδαίων. Τραγουδούσε  μαζί με  κάποιον Θοδωρή Κάτσαρη…  κακό τραγουδιστή, κακό κιθαρίστα, με ένα μόνον πλεονέκτημα:  Είχε μια πολύ πλούσια, γριά – γκόμενα! Η οποία, καψουρεμένη, του έκανε δώρο στην γιορτή του… τί;;;
Μιά κιθάρα Bouchet!!!
Βούηξε τότε η Πλάκα: Ο Κάτσαρης παίζει με Bouchet!
… Μα αφού δεν ξέρει να παίζει!
… Ναί, μαλάκα, αλλά έχεις εσύ Bouchet ;;;
Και σιγά-σιγά, πήγαν όλοι να τον ακούσουν, ή μάλλον να ακούσουν την  κιθάρα! Στο τέλος πήγε και ο Λάκης  να τον ακούσει, ομολογουμένως με… ματωμένη την καρδιά! Η αλήθεια είναι ότι η μεν κιθάρα είχε όντως καταπληκτικό ήχο, αλλά ο κιθαρίστας ήταν για…. σφάξιμο…
Ο κακομοίρης ο Λάκης δεν άντεξε πολύ και σηκώθηκε σιωπηλά να φύγει .. Ο Κάτσαρης όμως τον είδε από την  σκηνή  και του είπε- ειρωνικά:  “Από τώρα φεύγετε κύριε Παππά;  Δεν σας άρεσε;”
Ο Λάκης έκανε τότε μιά κίνηση του χεριού του, που σημαίνει ”άσε μας κι εσύ” και είπε την φράση που συνόδευσε από τότε τον Κάτσαρη, μέχρι που δεν μπόρεσε πιά να μείνει στην Πλάκα:
” Ασε μας ρε… ημικλασσικέ ” !!
Δ.Β.

Pages