Αυτή ακριβώς η συνείδηση είναι η ρίζα, η αιτία, η πηγή και η συνθήκη δημιουργίας του νέου πλάσματος
Είναι γνωστό ότι στον πρώιμο Βουδισμό η συνείδηση θεωρείται ως το στοιχείο εκείνο που επιβιώνει του σωματικού θανάτου και μετενσαρκώνεται σε άλλο σώμα. Τούτο σημαίνει ότι κατά τη διάρκεια της σύλληψης, τη στιγμή που το σπέρμα ενώνεται με το ωάριο, ένα τρίτο, εξωγενές στοιχείο (η συνείδηση) συνηχεί αρμονικά με το συγκεκριμένο έμβρυο. Σύμφωνα με τον Βούδα, χωρίς τη συμμετοχή της συνείδησης δεν μπορεί να προκύψει σύλληψη.
«Βούδας: – Εάν η συνείδηση, έχοντας εισέλθει στη μήτρα της μητέρας, απομακρυνθεί για κάποιο λόγο, τότε θα μπορούσε το έμβρυο (νους- και-σώμα) να αποκτήσει ζωή και να εισέλθει σ’ αυτόν τον κόσμο;
Ανάντα: – Όχι Κύριε.
Βούδας : – Και αν η συνείδηση ενός τέτοιου πλάσματος, αγοριού ή κοριτσιού, διακόπτονταν, θα μπορούσε το έμβρυο να μεγαλώσει, να αναπτυχθεί και να ωριμάσει;
Ανάντα: – Όχι Κύριε.
Βούδας: – Επομένως, Ανάντα, αυτή ακριβώς η συνείδηση είναι η ρίζα, η αιτία, η πηγή και η συνθήκη δημιουργίας του νέου πλάσματος».
Το θέμα της επανενσάρκωσης της συνείδησης αποτελεί ταμπού στον σύγχρονο κόσμο. Ακόμη και άνθρωποι, που πρόσκεινται ευμενώς στον Βουδισμό, αντιμετωπίζουν με αμηχανία το θέμα τούτο. Ο λόγος είναι το ότι οι προκαταλήψεις τους, που έχουν τη ρίζα τους στον υλισμό αλλά και στον μονοθεϊσμό, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια κατανόησης των λόγων του Βούδα.
Όμως, το θέμα της επαναγέννησης/επανενσάρκωσης υπάρχει και διδάσκεται χωρίς περιστροφές σε πολλά Βουδιστικά κείμενα (όπως η Μαχανιντάνα Σούτρα).
Φαίνεται ότι τα μυαλά των Βουδιστών της Δύσης δεν είναι εύφορο έδαφος για τέτοιες διδασκαλίες, που φαίνονται να απορρίπτουν τελείως την υλιστική νοοτροπία του σύγχρονου ανθρώπου.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι η συνείδηση επιβιώνει του σωματικού θανάτου και μπορεί να επανενσαρκωθεί με νέα μορφή, όπως λέει ο Βούδας.
Αυτήν ακριβώς τη στιγμή καθένας από μας βρίσκεται πιασμένος σε μια θηλιά συνείδησης: οι δύο πόλοι της συνείδησης – υποκείμενο και αντικείμενο – αλληλοενδυναμώνονται και αλληλοεπιβεβαιώνονται.
Όταν η αντικειμενική πλευρά της συνείδησης παύει – δηλαδή το σώμα πεθαίνει – τότε ένα νέο φάσμα μορφών/αντικειμένων κάνει την εμφάνισή του και προσφέρεται να ενωθεί μαζί μας, καθώς εμείς(ως υποκείμενο), κατεχόμενοι από την αρχέγονη δίψα για υλική ύπαρξη, επιθυμούμε ένα νέο σώμα. Η θηλιά αρχίζει να ξαναδημιουργείται.
«Βούδας: – Εάν η συνείδηση, έχοντας εισέλθει στη μήτρα της μητέρας, απομακρυνθεί για κάποιο λόγο, τότε θα μπορούσε το έμβρυο (νους- και-σώμα) να αποκτήσει ζωή και να εισέλθει σ’ αυτόν τον κόσμο;
Ανάντα: – Όχι Κύριε.
Βούδας : – Και αν η συνείδηση ενός τέτοιου πλάσματος, αγοριού ή κοριτσιού, διακόπτονταν, θα μπορούσε το έμβρυο να μεγαλώσει, να αναπτυχθεί και να ωριμάσει;
Ανάντα: – Όχι Κύριε.
Βούδας: – Επομένως, Ανάντα, αυτή ακριβώς η συνείδηση είναι η ρίζα, η αιτία, η πηγή και η συνθήκη δημιουργίας του νέου πλάσματος».
Το θέμα της επανενσάρκωσης της συνείδησης αποτελεί ταμπού στον σύγχρονο κόσμο. Ακόμη και άνθρωποι, που πρόσκεινται ευμενώς στον Βουδισμό, αντιμετωπίζουν με αμηχανία το θέμα τούτο. Ο λόγος είναι το ότι οι προκαταλήψεις τους, που έχουν τη ρίζα τους στον υλισμό αλλά και στον μονοθεϊσμό, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια κατανόησης των λόγων του Βούδα.
Όμως, το θέμα της επαναγέννησης/επανενσάρκωσης υπάρχει και διδάσκεται χωρίς περιστροφές σε πολλά Βουδιστικά κείμενα (όπως η Μαχανιντάνα Σούτρα).
Φαίνεται ότι τα μυαλά των Βουδιστών της Δύσης δεν είναι εύφορο έδαφος για τέτοιες διδασκαλίες, που φαίνονται να απορρίπτουν τελείως την υλιστική νοοτροπία του σύγχρονου ανθρώπου.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι η συνείδηση επιβιώνει του σωματικού θανάτου και μπορεί να επανενσαρκωθεί με νέα μορφή, όπως λέει ο Βούδας.
Αυτήν ακριβώς τη στιγμή καθένας από μας βρίσκεται πιασμένος σε μια θηλιά συνείδησης: οι δύο πόλοι της συνείδησης – υποκείμενο και αντικείμενο – αλληλοενδυναμώνονται και αλληλοεπιβεβαιώνονται.
Όταν η αντικειμενική πλευρά της συνείδησης παύει – δηλαδή το σώμα πεθαίνει – τότε ένα νέο φάσμα μορφών/αντικειμένων κάνει την εμφάνισή του και προσφέρεται να ενωθεί μαζί μας, καθώς εμείς(ως υποκείμενο), κατεχόμενοι από την αρχέγονη δίψα για υλική ύπαρξη, επιθυμούμε ένα νέο σώμα. Η θηλιά αρχίζει να ξαναδημιουργείται.
Μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς
Όταν μιλάμε στην Ορθόδοξη παράδοση για διάκριση μεταξύ ουσίας και ενεργείας στον Θεό, εννοούμε την φυσική ενέργεια της ουσίας, η οποία διακρίνεται από την ουσία του Θεού. Αλλά η φυσική ενέργεια της ουσίας του Θεού δεν είναι κάτι το διαφορετικό και ξεχωριστό από την ουσία του Θεού. Δεν είναι άλλο η ουσία και άλλο η ενέργεια της ουσίας. Όμως ωρισμένοι δικοί μας θεολόγοι μιλάνε για την ενέργεια του Θεού σαν να είναι κάτι διαφορετικό από την ουσία του Θεού. Λένε δηλαδή ότι άλλο είναι η ουσία του Θεού και άλλο είναι η ενέργεια της ουσίας.
Πράγματι αυτήν την εντύπωση μπορεί να αποκομίσει κάποιος, όταν διαβάζει τους Πατέρες, ότι δηλαδή άλλο πράγμα είναι η ουσία και άλλο η ενέργεια του Θεού. Όμως εκφράζονται έτσι οι Πατέρες μόνο για να τονίσουν την διάκριση μεταξύ ουσίας και ενεργείας στον Θεό. Εκείνο όμως που αυτοί οι θεολόγοι δεν παρατηρούν είναι ότι οι Πατέρες λένε ότι η ενέργεια του Θεού είναι η φυσική ενέργεια της ουσίας του Θεού, δηλαδή ότι είναι ουσιώδης ενέργεια. Η ουσία του Θεού έχει μία φυσική ενέργεια, η οποία οφείλεται στην ύπαρξι της ουσίας. Γι’ αυτήν την φυσική ενέργεια της ουσίας μιλάνε οι Πατέρες.
Το άλλο που τονίζουν οι Πατέρες είναι ότι αυτή η φυσική ενέργεια της ουσίας του Θεού, όπως και η ουσία του Θεού, είναι απολύτως απλή. Αυτή όμως η μία απλή ενέργεια μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς. Τι σημαίνει όμως αυτό; Εξ επόψεως του νόμου των αντιθέσεων του Αριστοτέλους αυτό είναι μία ανοησία. Διότι τι σημαίνει λογικά μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς; Δηλαδή τι σημαίνει ότι αυτή η ενέργεια κομματιάζεται χωρίς να κομματιάζεται; Πώς δηλαδή κάτι μπορεί να γίνεται πολλά και ταυτόχρονα να παραμένει ένα; Όμως όντως αυτή η απλή ενέργεια μερίζεται αμερίστως εν μεριστοίς! Το λένε οι Πατέρες αυτό το πράγμα. Το λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Αλλά η ίδια έκφρασις υπάρχει και στον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, καθώς και στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Όλοι τους λένε ότι αυτή η απλή ενέργεια πολλαπλασιάζεται. Πώς; Απολλαπλασιάστως. Πού; Εν πολλοίς.
Τι σημαίνει όμως αυτό; Σημαίνει ότι, όταν ο προφήτης έλθη σε θέωση, κατά την οποία βρίσκεται σε επαφή με τον Θεό, βλέπει ότι αυτή η απλή ενέργεια του Θεού υπάρχει μέσα σε όλα τα κτίσματα. Μία είναι η ενέργεια του Θεού, αλλά με πολλά αποτελέσματα. Και η μία αυτή ενέργεια, είναι σε κάθε τι μία ενέργεια. Και ότι μέσα σε κάθε μία από αυτές τις ενέργειες όλος ο Θεός είναι παρών!
Ο Θεός, όταν δημιουργεί τον κόσμον, δημιουργεί τον κόσμον όχι κατ’ ουσίαν, αλλά κατ’ ενέργειαν και κατά βούλησιν. Οπότε υπάρχει ένωσις της ακτίστου ενεργείας του Θεού με τα κτίσματα.
Η ενέργεια του Θεού είναι πολύ απλή. Διακρίνεται όμως σε δημιουργική ενέργεια του Θεού, σε προνοητική (συντηρητική) ενέργεια του Θεού, σε καθαρτική ενέργεια του Θεού, σε φωτιστική ενέργεια του Θεού, σε θεωτική ενέργεια του Θεού. Μεταξύ αυτών των μορφών της μίας και μόνης ενεργείας του Θεού δεν υπάρχει ταυτότης. Αν υπήρχε ταυτότης, τότε όλα τα κτίσματα θα μετείχαν π.χ. στην θεωτική ενέργεια του Θεού. Τι θα εσήμαινε όμως αυτό; Ότι όλα τα κτίσματα θα έβλεπαν τον Θεόν. Πώς το ξέρομε όμως ότι δεν υπάρχει ταυτότης; Από την εμπειρία της Θείας Χάριτος η Εκκλησία ξέρει πολύ καλά ότι η φωτιστική π.χ. ενέργεια του Θεού δεν είναι το ίδιο με την θεωτική ενέργεια του Θεού. Γιατί; Διότι εκείνοι που φθάνουν στην θέωση είναι οι Άγιοι. Οι άλλοι δεν φθάνουν στην θέωση.
Οπότε το μερίζεται εν μεριστοίς δεν σημαίνει ότι αυτό που είναι μεγάλο (ο Θεός) μεριζόμενο, γίνεται μικρό, ότι λιγοστεύει δηλαδή ο Θεός.