Δύση - Point of view

Εν τάχει

Δύση



ΔΥΣΗ 

Δύση και πολιτισμικός σχετικισμός των παραδόσεων: ένας ελληνοδυτικός, ο Καστοριάδης, γράφει για το πρόβλημα της διαμάχης για το αν ο ελληνοδυτικός πολιτισμός και, ταυτόχρονα, τα δυτικά ανθρώπινα δικαιώματα, υπερέχουν αξιολογικώς των άλλων πολιτισμών, υποστηρίζοντας ότι σφάλουμε, αν νομίζουμε πως «αυτή η [ελληνοδυτική] παράδοση θα μπορούσε να επιβληθεί σε μια άλλη παράδοση ή να υποστηριχθεί εναντίον μιας άλλης παράδοσης, η οποία δεν θα υπολόγιζε καθόλου αυτή τη θέση ή θα την απέρριπτε» (Χώροι του ανθρώπου, Ύψιλον, σ. 182). Εδώ έχουμε την διατύπωση είτε της απογοήτευσης είτε της περιφρόνησης εκ μέρους του προς τους άλλους πολιτισμούς· και το δεύτερο μοιάζει πιθανότερο. Είναι σα να λέει ο Καστοριάδης: «είναι ανίκανες, οι άλλες παραδόσεις, να καταλάβουν τα ελληνοδυτικά πολιτισμικά αγαθά». Δε σκέφτεται ότι ίσως την ίδια στιγμή οι οπαδοί ή εκπρόσωπο των άλλων παραδόσεων θα λένε τα ίδια. Η υπεροψία αναμιγνύεται σε ίσες δόσεις με τον σχετικισμό της απογοήτευσης.
Αλλά ο Καστοριάδης εξηγεί καλλίτερα την άποψή του: «Το παράδοξο συνίσταται στο να υποστηρίζουμε ότι όλες οι κουλτούρες έχουν ίσα δικαιώματα· και αυτό από τη στιγμή που έχουμε απέναντί μας κουλτούρες οι οποίες δεν δέχονται ότι όλες οι κουλτούρες έχουν ίσα δικαιώματα, και διακηρύσσουν το δικαίωμά τους να επιβάλλουν το «δίκαιό» τους στις άλλες. Είναι παράδοξο να βεβαιώνουμε ότι η άποψη του Ισλάμ, παραδείγματος χάρι, αξίζει τόσο όσο οποιαδήποτε άλλη – όταν αυτή η άποψη του Ισλάμ συνίσταται στην θέση ότι μόνον η άποψη του Ισλάμ αξίζει. Και εμείς οι ίδιοι κάνουμε το ίδιο: βεβαιώνουμε ότι μόνον η άποψή μας, σύμφωνα με την οποία υπάρχει ισοδυναμία ανάμεσα στις κουλτούρες, αξίζει – αρνούμενοι έτσι την ίδια την αξία τής, ενδεχομένως «ιμπεριαλιστικής», άποψης τής τάδε άλλης κουλτούρας. Υπάρχει λοιπόν αυτή η παράδοξη μοναδικότητα της ευρωπαϊκής κουλτούρας και της ευρωπαϊκής παράδοσης, που συνίσταται στο ότι υποστηρίζει την ισοδυναμία de jure ανάμεσα σε όλες τις κουλτούρες ενώ οι άλλες κουλτούρες απορρίπτουν αυτήν την ισοδυναμία, και η ίδια η ευρωπαϊκή κουλτούρα την απορρίπτει, υπό μια έννοια, εξαιτίας του ίδιου τού γεγονότος ότι είναι η μόνη που την υποστηρίζει. (...) Θα πρέπει μήπως να θεωρήσουμε την κλειτοριδεκτομή και τον αγκτηριασμό των γυναικών, τον ακρωτηριασμό των κλεφτών, τα βασανιστήρια της αστυνομίας, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους «ψυχιατρικούς» πολιτικούς εγκλεισμούς ενδιαφέρουσες εθνογραφικές ιδιαιτερότητες των κοινωνιών που τις εφαρμόζουν; Είναι προφανές ότι (...) η απάντηση σ’ αυτό το είδος ερωτημάτων δεν μπορεί να δοθεί από την δύναμη (...). Σ’ όλα αυτά τα ερωτήματα οφείλουμε, κάθε φορά, να δίνουμε μια απάντηση που δεν έχει και δεν μπορεί να έχει επιστημονικό θεμέλιο, μια απάντηση βασισμένη στην πολιτική μας γνώμη, στην δόξα μας, στο πολιτικό μας βούλευσθαι, στην πολιτική μας ευθύνη. Και στην ευθύνη αυτή, ό,τι και να κάνουμε μετέχουμε όλοι εξίσου. Η απαίτηση της ισότητας θα υφίστατο ριζική στρέβλωση αν αφορούσε μόνον παθητικά "δικαιώματα"» (ό.π., σ. 229-230).
Εδώ βλέπουμε ότι ο Καστοριάδης αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην παραδοχή του σχετικισμού και στην απόρριψη της επιβολής ενός συστήματος αξιών μέσω της δύναμης=βίας (η οποία προϋποθέτει την απόλυτη σχετικότητα των πολιτισμικών ομάδων). Τα «παράδοξα», τα οποία ο Καστοριάδης παραθέτει και αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν, απλώς δείχνουν ότι κάθε πολιτισμός, κάθε παράδοση θεωρεί «αυτοδικαίως» ανώτερο τον εαυτό της. Αυτό είναι βέβαια ένα συμπέρασμα το οποίο ευνοεί σκετικιστικές αντιλήψεις· οι οποίες βέβαια διόλου δεν είναι απαραίτητο ότι οδηγούν στην «ανεκτικότητα των πάντων προς τους πάντες».
Η παραδοχή του σχετικισμού από τον Καστοριάδη έγκειται στην αναγνώριση ότι δεν υπάρχει «επιστημονικό θεμέλιο» στο ποια παράδοση είναι ανώτερη (κι άρα στο πώς απαντώνται τα ερωτήματα που έθεσε παραπάνω). Όταν όμως δεν υπάρχει δυνατότητα επιστημονικής θεμελίωσης της επιλογής της παράδοσης, τότε δεν υπάρχει και αντικειμενική ορθολογικότητα η οποία να καταδεικνύει με προφάνεια την υπεροχή της τάδε ή της δείνα παράδοσης έναντι των υπολοίπων. Εάν αυτή τη στάση ο Καστοριάδης την τηρούσε με συνέπεια, ώς τη λογική της απόληξη, τότε θα διαπίστωνε ότι δεν μπορεί να μην παραδεχτεί πως «το Ισλάμ αξίζει όσο και οι άλλες παραδόσεις»· παραδοχή η οποία είναι ανεξάρτητη από τι νομίζει το Ισλάμ για τις υπόλοιπες παραδόσεις. Ένας σχετικιστής που αναγνωρίζει την απουσία αντικειμενικού ορθολογικού-επιστημονικού κριτηρίου κατάταξης των παραδόσεων-πολιτισμών, μόνο (και) στην ισότιμη αξία του Ισλάμ μπορεί να καταλήξει. Ο Καστοριάδης, βέβαια αποδέχεται, έχοντας αναγνωρίσει την απουσία ορθολογικού κριτηρίου, ότι η επιλογή της ανώτερης παράδοσης είναι θέμα «γνώμης», «δόξας», «πολιτικής ευθύνης» και «βούλησης». Με άλλα λόγια αποδέχεται ότι μια κυρίαρχη, βουλησιοκρατούμενη μάλλον, Απόφαση καθορίζει τι είναι καλό και τι κακό, τι ανώτερο και τι κατώτερο. Προφανώς οι παραδόσεις-κουλτούρες δεν είναι οντότητες-άτομα στην Αγορά, ώστε να ψηφίζεται κάθε φορά, για έκαστο ζήτημα, η άποψη του καθενός. Είναι πολύ κλειστότερα συστήματα απ’ ό,τι ένας αρχαίος Αθηναίος και έχουν διαμορφωθεί με αντιλήψεις ριζικά αντίθετες, σε πολλές περιπτώσεις, δίχως καμμία κοινή «παιδεία». Ο Καστοριάδης όμως ξεχνά και τούτο: ότι εάν όλα (εδώ: η εκλογή της ανώτερης παράδοσης) είναι θέμα Απόφασης, τότε σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ παραδόσεων ή υποκειμένων τα οποία έχουν αποφασίσει υπέρ διαφορετικών παραδόσεων, προκειμένου για ζητήματα στα οποία δεν χωρά αμφιταλάντευση ή αναβολή λύσης τους, τότε μόνο η δύναμη-βία είναι η έσχατη απάντηση «σ’ αυτό το είδος ερωτημάτων». Λέμε έσχατη διότι αναφερόμαστε στις έσχατες κοσμοθεωρητικές προϋποθέσεις κάθε πολιτισμού και δεν αρνούμαστε τη δυνατότητα εύρεσης λύσης σε κάθε ζήτημα, όταν οι προοπτικές τέμνονται (στα επιμέρους). Όπως η κλειτοριδεκτομή είναι φρικτή για τους Δυτικούς, έτσι και λ.χ. η έκτρωση είναι φρικτή για το Ισλάμ· και θα πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι αν το Ισλάμ κυριαρχούσε, τότε οι ισλαμικές οργανώσεις ισλαμικών ανθρώπινων δικαιωμάτων θα έκαναν ενημερωτική εκστρατεία για να πάψουν οι εκτρώσεις στην βάρβαρη Δύση. Άλλωστε ο Καστοριάδης (ό.π., σ. 182, που παραθέσαμε στην αρχή) αναγνωρίζει την αδυναμία συνεννόησης μεταξύ διαφορετικών ή αντιδιαμετρικά αντίθετων παραδόσεων. Τίθεται το ζήτημα λοιπόν, πώς μπορεί να αρνείται την δύναμη-βία (είτε ως αναπόδραστη-αναπόφευκτη απόρροια του σχετικισμού είτε – κυρίως – ως θεμιτό τρόπο επιβολής του δυτικού πολιτισμικού παραδείγματος) ενώ ταυτόχρονα αρνείται την ύπαρξη αντικειμενικού κριτήριου, άρα και δυνατότητας έλλογης συμφωνίας με βάση το τελευταίο; (26/2/2007)
Πάντως ο Καστοριάδης, σε άλλο κείμενό του, τρία χρόνια πριν τους Χώρους του ανθρώπου, αναφερόταν στην «ευφοριογόνο σχιζοφρένεια των διανοουμένων προσκόπων... οι οποίοι κηρύσσουν συγχρόνως τα δικαιώματα του ανθρώπου και την ριζική διαφορά των πολιτισμών ως απαγορεύουσα κάθε αξιολογική κρίση επί των άλλων πολιτισμών (Ο θρυμματισμένος κόσμος, σ. 40, «σκέψεις πάνω στο ρατσισμό», κείμενο 1989). Μάλιστα υπερθεμάτιζε ότι ο αγώνας κατά του ρατσισμού «δεν πρέπει να αποτελέσει πρόσχημα για να παραιτηθούμε από την υπεράσπιση αξιών που δημιουργήθηκαν "σ’ εμάς", που θεωρούμε ισχύουσες για όλους, που δεν έχουν τίποτα να κάνουν με τη ράτσα ή με το χρώμα του δέρματος και στις οποίες θέλουμε, ναι, λελογισμένα να μεταστρέψουμε όλη την ανθρωπότητα» (ό.π., σ. 40). Το πόσο δυνατό είναι το «λελογισμένα» προφανώς το αντιλήφθηκε αργότερα. (21/4/2007)
Πάντως αυτό που προβλέπεται να γίνεται (και να συνεχίσει να γίνεται) αναφορικά με την στάση της  Δύσης προς τους μη δυτικούς πολιτισμούς και τις μη δυτικές παραδόσεις είναι η ίδια αμήχανη πολιτική. Δηλαδή η Δύση θα κηρύσσει πολιτισμικό αγαθό τα μη δυτικά αβλαβή λαογραφικά στοιχεία, τα φαγητά, τις ανατολίτικες μεθόδους εκγύμνασης-εναρμόνισης «νου και σώματος» κ.λπ., τα οποία και θα πρέπει, κατά τη Δύση, να αποτελούν αντικείμενο ανοχής και διαφύλαξης.  Από την άλλη, η Δύση θα επεμβαίνει εκτός Δύσης ([για] όσο μπορεί), για να απαγορεύει το σκληρό ποινικό δίκαιο ή τους υποστηρικτές του «ιερού πολέμου», δείχνοντας τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύει την αρχή της ισότητας των πολιτισμών, την οποία αποδέχεται ονομαστικώς.
Ασφαλώς δεν είναι και η Δύση η μόνη παράδοση που (μπορεί να) φέρεται έτσι προς τους άλλους. Δεν τίθεται θέμα υποκρισίας ειδικά της Δύσης, όπως νομίζουν ίσως οι «αντιιμπεριαλιστές» και οι αντιδυτικοί. Αν στο μέλλον επικρατήσουν γεωπολιτικά-οικονομικά άλλοι πολιτισμοί (π.χ. Κίνα, Ινδία), είναι σίγουρο ότι, ακόμη κι αν υιοθετούσαν κατ’ όνομα την αρχή της ισότητας των πολιτισμών, στην πραγματικότητα θα την μεθερμήνευαν έτσι, ώστε από την μεθερμηνευμένη αρχή να απορρέει λογικά η απέχθειά τους για τους «απολίτιστους Δυτικούς» και ο ισχυρισμός ότι ο δικός τους (Ισλαμικός, Κινεζικός κ.λπ) πολιτισμός είναι ανώτερος, αν οι συνήθειες των Δυτικών διαφέρουν από τις συνήθειες του κυρίαρχου πολιτισμού. Είμαστε από τώρα σε θέση να γνωρίζουμε ότι αν στο μέλλον γίνει παγκόσμια κυρίαρχος ένας μη δυτικός πολιτισμός, θα φέρεται προς τους υποταγμένους πολιτισμούς (δλδ και προς τον Δυτικό) με τον ίδιο τρόπο που φέρεται σήμερα η Δύση: για παράδειγμα, οι Ασιάτες, οι Ισλαμιστές, οι Αφρικανοί και Λατινοαμερικάνοι δείχνουν τεράστια ικανότητα εκμάθησης και χρήσης των δυτικών οπλικών συστημάτων, αλλά αδυνατούν πλήρως να κατανοήσουν τον δυτικό πνευματικό πολιτισμό (Ρώμη-Ελλάδα, Χριστιανισμός, Διαφωτισμός), ο οποίος τους φαίνεται μάλιστα ανόητος και απεχθής. Φαίνεται έτσι πόσο ρηχά αφομοιώνουν τον δυτικό πολιτισμό. (6/3/2007)
Η μοναξιά μας και η «ελληνική Δύση».
Είμαστε πολύ πιο δυτικοί απ' όσο φανταζόμαστε ότι είμαστε. Το χειρότερο είναι ότι πιστεύουν ότι αυτό είναι αναγκαστικά κακό. Το κύριο ζήτημα όμως δεν είναι αυτό. Είναι ότι δεν μπορούμε τόσο επιπόλαια,  ελληνοκεντρικά ή ελληνορθόδοξα, να απορρίψουμε τη Δύση, γιατί δεν έχουμε πού να πάμε, και τί να κάνουμε χωρίς την τεχνολογία της, χωρίς την κουλτούρα της. Δεν μπορούμε να πάμε σε καμμία ανύπαρκτη εδώ και 500 χρόνια καθ' ημάς Ανατολή, σε καμμία ανύπαρκτη εδώ και 1400 χρόνια ελληνορωμαϊκή/ελληνιστική ανατολική Μεσόγειο, σε κανένα ανύπαρκτο εδώ και 800 χρόνια πανορθόδοξο βαλκανικό πανηγύρι και σε καμμιά τάχατες αμόλυντη κι δήθεν ανώτερη κλασσική αρχαιότητα. Και φυσικά, δεν θέλουμε να πάμε μαζί με τους "λαούς": του Ιράκ, του Αφγανιστάν και πάει λέγοντας. Γιατί, ό,τι απέμεινε από όλα τα ελληνικά αυτά παρελθόντα υπάρχει μόνο σε μάς, στο κρατίδιό μας, εξαφανίστηκε από όλες τις άλλες περιοχές και κουλτούρες όπου ψάχνουμε να πάμε για να ξεφύγουμε από τη Δύση, και δεν μας αρκεί για να ζήσουμε σαν άνθρωποι του 2004 κι όχι του 1800. Τη στιγμή που οι διπλανοί μας, πρώην συμπολίτες της παλιάς εκείνης Ρωμανίας, εξισλαμισμένοι και μη, κάνουν σα παλαβοί για μια δυτική άνεση που θα κάνει τη ζωή πιο ανθρώπινη, είναι θράσος των ελληνοκεντρικών και των ελληνορθόδοξων να μιλάνε με χλευασμό για ό,τι αυτοί κατέχουν και δεν το εκτιμούν. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Δε  καταλαβαίνουν τι θα πει, για πρώτη φορά στην ιστορία να μη διώκεσαι για τη θρησκεία σου, να μπορείς να έχεις αντίθετη άποψη. Για πρώτη φορά στην ιστορία να μην εξευτελίζονται σαν να ήταν ζώα από τις οικογένειές τους οι γυναίκες. Αυτά τα θεωρούν παρακμή κι από πάνω, ένδειξη ηθικής σαπίλας.
            Πολλοί βολεύονται με την θεωρία περί Ελληνικής Δύσης. Η θεωρία αυτή πάνω-κάτω είναι γνωστή και διδάσκεται και στα σχολεία: η Δύση, η Αναγέννηση, η μελέτη των αρχαίων κειμένων, ο δυτικός πολιτισμός είναι ελληνικός στις βάσεις του. Αυτά όλα είναι τόσο απλοϊκά, που αν τα εξέταζαν καλλίτερα, θα έβρισκαν χίλιες δυο διαφορές. Καταρχήν η ερμηνεία των αρχαίων κειμένων έγινε μέσω της ήδη υπάρχουσας δυτικής πνευματικής προϊστορίας και μέσω των πνευματικών αναγκών και πολιτικών επιδιώξεων της Δύσης. Μόνο και μόνο η διαφορά μεταξύ των Ολυμπιακών Παιχνιδιών-Olympic GAMES (Κάτι σαν Παιχνίδια Δίχως Σύνορα) και των Ολυμπιακών ΑΓΩΝΩΝ είναι ίσως αρκετή. Το cogito ergo sum ποτέ δεν θα μπορούσε να το διανοηθεί κάποιος αρχαίος -ούτε καν ορθολογιστής-. Δεν υπάρχει ζήτημα υποκειμενικότητας-αντικειμενικότητας για τον αρχαίο, ενώ για τον δυτικό υπάρχει. Ο ορθός λόγος της Δύσης είναι κάτι που έχει τη θέση του θεού, ενώ για τον ηράκλειτο ήταν κοινός και συμπαντικός, ένα είδος παγκόσμιας αρμονίας και λογικής. Η δυτική δημοκρατία είναι έμμεση κι όχι άμεση. Το ότι μελετάν τα ίδια κείμενα δεν σημαίνει ότι βγάζουν τα ίδια συμπεράσματα με τους αρχαίους.
Δύση και αναγέννηση.
Η Δύση είναι η πρώτη στην ιστορία εποχή που μπόρεσε να αρνηθεί το δικό της άμεσο παρελθόν, της γοτθικής και λατινικής μεσαιωνικής κουλτούρας, και να ανατρέξει σε ένα παρελθόν 15 αιώνων πίσω, σε μία παράδοση (την αρχαία ελληνική) που από την ίδια της την ουσία δεν ήταν δυνατό να βγει (η αρχαία παράδοση αυτή) έξω από τα στενά όρια (με την έννοια ότι λίγοι θα καθόταν να διαβάσουν αρχαία κείμενα) της "ουμανιστικής παιδείας". Γι αυτό και ενώ πριν, στη λατινο-γοτθική εποχή ο λαός, "η μαζική ψυχή", ήταν ο δημιουργός και αποδέκτης των πολιτισμικών αξιών, μετά, εκεί γύρω στον 14-16ο αιώνα, οι αξίες της κοινωνίας αυτής ήρθαν από ένα παρελθόν παντελώς άσχετο με την ζωντανή παράδοση και εμπειρία των δυτικών λαών αυτών, οι οποίοι έμειναν παθητικοί αποδέκτες πλέον.
Δύσης μοντέλο.
Ο επικρατών τρόπος ζωής σήμερα είναι ο Δυτικός, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της ελεύθερης αγοράς, μια και ο άλλος δυτικός τρόπος, ο κομμουνισμός, απέτυχε. Δεδομένου όμως πως αν η ελεύθερη αγορά και ο δυτικός καταναλωτικός τρόπος ζωής επικρατήσουν σε όλο τον πλανήτη (π.χ. κι ο τελευταίος βεδουίνος ή ο κάτοικος της ζούγκλας του Αμαζονίου, να αποκτήσει αυτοκίνητο, και ψυγείο) θα είχαμε καταστροφή του περιβάλλοντος. Παρόλα αυτά, η Δύση έχει πείσει και τον τελευταίο φτωχό του υπόλοιπου κόσμου να επιθυμεί να ζήσει όπως αυτή, και να ακολουθήσει το παράδειγμά της. Αυτό όμως ούτε είναι δυνατόν, αλλά κι αν γινόταν θα είχαμε οικολογική καταστροφή. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως όταν ένας τρόπος ζωής και μια νοηματοδότηση του βίου (το κέρδος, οι δυτικές ανέσεις) αδυνατεί ή δεν πρέπει να επεκταθεί σε όλον τον πλανήτη, τότε ο τρόπος αυτός ζωής, ο δυτικός, έχει φτάσει σε αδιέξοδο, κι έχει αποτύχει ως συνολική-παγκόσμιας εμβέλειας πρόταση.
Porta Aurea

Pages