Θρησκεία και έθνος
Η θρησκεία σίγουρα είναι και πολιτισμός. Και στη ζωη δεν ισχύει ότι κάθε τομέας της είναι αυστηρά προσηλωμένος στο αντικείμενό του. Δηλαδή η θρησκεία δεν είναι μόνο "θρησκεία" και άποψη περί θεότητας (μπορεί να είναι και σύμβολο εθνικό), η οικονομία δεν μόνο "οικονομία" και ικανοποίηση υλικών αναγκών (μπορεί να ναι και σύμβολο πολιτικό), η τέχνη δεν είναι μόνο "τέχνη" και "προσωπική έκφραση" (μπορεί να ναι ταυτόχρονα πολιτικό ή κοινωνικό ρεύμα/κίνημα). Κι ούτε είναι κακό αυτό που γίνεται με τη θρησκεία ή την οικονομία ή την τέχνη. Αρκεί όλα αυτά, οι φορείς τους, να μην χάνουν την επαφή με το πρωταρχικό αίτιο της ύπαρξής τους. Γιατί αλλιώς καταντούν κενά σύμβολα.
Θρησκεία και κράτος
porta aurea
ο χωρισμός κράτους-εκκλησίας κυρίως βασίζεται στην άποψη ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο αποτρέπεται ο θρησκευτικός φανατισμός και η βία μεταξύ αλλόδοξων. Το αίτημα για χωρισμό έχει επίσης συνδεθεί και με νεοφιλελεύθερα επιχειρήματα, τα οποία αντιμετωπίζοντας κάθε τι ως προϊόν δεν επιτρέπουν το μονοπώλιο του θρησκευτικού προϊόντος σε έναν πωλητή (μία εκκλησία ή δόγμα).
Η νεοφιλελεύθερη οπτική έχει δύο προβλήματα, πρώτον την αντίληψή της ότι ο ανταγωνισμός οδηγεί απαραίτητα σε αναβάθμιση της ποιότητας ενός προϊόντος, και δεύτερον ότι όλα αγοράζονται και πωλώνται, δηλαδή τον οικονομικό μονισμό της. Αλλά ούτε ο ανταγωνισμός οδηγεί απαραίτητα σε καλύτερης ποιότητας προϊόντα ούτε μπορεί στην πράξη να είναι συνεχώς ελεύθερος. Αν ήταν συνεχώς ελεύθερος, δε θα οδηγούσε σε μονοπώλια. Φαίνεται όμως ότι τους νεοφιλελεύθερους ενοχλεί ειδικά το θρησκευτικό ολιγοπώλιο ή μονοπώλιο αλλά όχι το μονοπώλιο ή ολιγοπώλιο λ.χ. στην παραγωγή πετρελαίου παγκοσμίως. Όπως και να 'χει, η ύπαρξη και η ελεύθερη ίδρυση Εκκλησιών λ.χ. στις ΗΠΑ δεν οδήγησε, μέσω του ελεύθερου ανταγωνισμού που η ίδια συνιστά, σε αναβάθμιση του προσφερόμενου (θρησκευτικού) προϊόντος, αλλά σε υποβάθμιση και χειροτέρευσή του, με Εκκλησίες-γιάφκες ή Εκκλησίες-εταιρείες τηλευαγγελιστών. Επιπλέον το ζήτημα δεν είναι αν θα επιτρέπεται η πώληση θρησκευτικού προϊόντος ή θα υπάρχει μονοπώλιο χάριν ενός δόγματος, αλλά αν ένα από αυτά θα απολαμβάνει ορισμένη ιδιαίτερη τιμή χωρίς παράλληλα να απαγορεύεται η διαφήμιση (και με τη μορφή του αντίστοιχου μαθήματος στα δημόσια σχολεία) των άλλων δογμάτων. Επίσης δεν αγοράζονται ούτε πωλώνται όλα τα προϊόντα (αγαθά ή υπηρεσίες)· ακόμη και σε ορισμένα οικονομικά αγαθά (π.χ. την φροντίδα των γονιών για τα παιδιά τους, την καθαριότητα των σπιτιών από τους ενοίκους τους) δεν υπάρχει αγορά, πώληση, αξία.
Η ουμανιστική οπτική, από την άλλη πλευρά, συνιστά γενίκευση βασισμένη όμως σε ορισμένα απτά ιστορικά παραδείγματα: στον αγγλικό εμφύλιο πόλεμο καθώς και στους θρησκευτικούς δυτικοευρωπαϊκούς πολέμους. Όμως ακριβώς η σύγκριση της Αγγλίας με τις ΗΠΑ δείχνει ότι ο θρησκευτικός πλουραλισμός και ο χωρισμός κράτους-εκκλησίας δεν αποφέρει την μείωση του θρησκευτικού φανατισμού. Στην Αγγλία, όπου ο μονάρχης είναι αρχηγός της αγγλικανικής εκκλησίας και όπου η τελευταία είναι κρατική και μάλιστα απαγορεύεται σε μη αγγλικανό να είναι αρχηγός του κράτους, δεν υπάρχει θρησκευτικός φανατισμός ούτε διακρίσεις κατά των αλλόδοξων. Αντίθετα στις ΗΠΑ, όπου το κράτος είναι αυστηρά χωρισμένο από τη θρησκεία, όπου ο κάθε φανατικός μπορεί ελεύθερα να ιδρύσει εκ του μηδενός ένα θρησκευτικό κατάστημα δόγμα (για να μιλήσουμε με την νεοφιλελεύθερη γλώσσα), εκεί ο θρησκευτικός φανατισμός είναι ιδιαίτερα αυξημένος. Το ζήτημα του χωρισμού κράτους-εκκλησίας λοιπόν είναι δευτερεύον ή αδιάφορο. Το πραγματικό αίτιο είναι η διάχυτη κοινωνική κουλτούρα και όχι οι σχέσεις του κράτους με την θρησκεία. Στην Τουρκία η θρησκεία είναι διαχωρισμένη από το κράτος, δίχως ωστόσο οι Τούρκοι να είναι θρησκευτικά ανεκτικοί ή αδιάφοροι. Τόσο, επομένως, σε μία τεχνολογικά υπανάπτυκτη χώρα όσο και σε μια τεχνολογική υπερδύναμη ο θρησκευτικός φανατισμός είναι ενισχυμένος παρ' όλο που ισχύει ο χωρισμός κράτους-εκκλησίας και στις δύο χώρες αυτές.
Οι υπέρμαχοι του χωρισμού αυτού, λοιπόν, είναι αναγκασμένοι, αν παραδεχθούν το παραπάνω συμπέρασμα, να δράσουν κανονιστικά, να προτείνουν εκτός από τον εν λόγω χωρισμό (τον οποίον τώρα κρατούν ως το λάβαρο της υπόθεσής τους) και την "δημοκρατική" "διαπαιδαγώγηση" της κοινωνίας (εννοείται παρά την θέλησή της) με δωρεάν ή επιδοτούμενα από τα κρατικά σχολεία μαθήματα θρησκευτικής αδιαφορίας και σχετικισμού υπό την μορφή της "θρησκειολογίας", προκειμένου να λάβει χώρα η "αποθεολογικοποίηση της σκέψης" (η ειρωνεία έγκειται στο ότι τέτοια μαθήματα, αν υπάρξουν, θα χρηματοδοτούνται υποχρεωτικά ακόμη και από όσους δεν θα το επιθυμούν)· ασφαλώς δε θα προτείνουν σχολικό μάθημα αθεϊσμού, όπως οι κομμουνιστές αντίπαλοί τους της "ανοιχτής κοινωνίας". Αλλά το συμπέρασμα είναι ότι και για τους υπέρμαχους του χωρισμού κράτους-εκκλησίας, όπως και για τους εχθρούς του, αυτός συνιστά συνήθως μία πρόφαση και απλώς ένα στάδιο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος είναι ο προσηλυτισμός της κοινωνίας στις θύραθεν ή στις θρησκευτικές απόψεις τους.