Ο αλληγορικός συμβολισμός των δύο δρόμων που έχει να ακολουθήσει ο άνθρωπος, αποδεικνύει φανερά ότι υπάρχει η δυνατότητα επιλογής, μια τέτοια έκανε και ο μικρός γιος και ανατρέπει την οικογενειακή ισορροπία.
Αρχίζει η περιγραφή της παραβολής, στην οποία γίνεται λόγος για έναν άνθρωπο, που έχει δύο υιούς.
Ο μικρότερος εκ των υιών εμφανίζεται μπροστά στον πατέρα του και απαιτεί το μερίδιο της περιουσίας που του αναλογεί.
Ο νεότερος γιος συμβολίζει όλους εμάς που δεν θέλουμε να παραμείνουμε υπό έλεγχο και να ζήσουμε μια ζωή όπως Εκείνος θέλει, αλλά θέλουμε να ζήσουμε την δική μας ζωή, που είναι μακριά από κάθε έλεγχο, μακριά από κάθε επίβλεψη. Έτσι παίρνουμε την απόφαση να κάνουμε μια ζωή αντίθετη με όλα όσα Εκείνος ζητάει από εμάς.
Ο νεότερος γιος έφυγε σε χώρα μακρινή, φανερώνοντας ότι αποστατεί και διακόπτει κάθε σχέση με τον Θεό (πατέρα) και τη θρησκεία (οικογένειά) του. Η διακοπή αυτής της σχέσης είναι η ουσία της ασωτίας. Ο μικρότερος υιός ζώντας άσωτα («ζων ασώτως» = ζώντας χωρίς σωτηρία), σκόρπισε όλη την περιουσία του.
Ο άγιος Γρηγόριος τονίζει ότι η περιουσία μας πάνω από όλα είναι ο νους μας. Άσωτος υιός είναι ο νους του ανθρώπου, που ζει έξω από την καρδιά... (και για όσο μένουμε στους κόλπους της σωτηρίας (οικογένειας) τον έχουμε συνηγμένο στον εαυτό του και στον πρώτο και ανώτατο νου).
Τα αισχρά πάθη αφαιρούν από τον άνθρωπο την καθαρότητα του νου, αφαιρούν τη ντροπή και την καλαισθησία από την καρδιά του και τον κάνουν αναιδή. Επιπλέον αιχμαλωτίζουν τη θέλησή του με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη μπορεί να κυβερνήσει τον εαυτό του και καταλήγει να οδηγείται από τα πάθη του. Αν ο νους μας δεν προσηλωθεί, γίνεται σα θηρίο και ορμάει σαν τρελός εναντίον όλων εκείνων που δε συμφωνούν με τις παράλογες ορέξεις του.
Στη συνέχεια ο άσωτος, αφού έχασε ολόκληρη την περιουσία του, έγινε δούλος, η δουλεία είναι άλλη μια συνέπεια της απώλειας. Ο άσωτος πίστευε ότι όσο ήταν κοντά στον πατέρα του στερούνταν την ελευθερία του, αλλά τελικώς κατέληξε στην χειρότερη δουλεία και έγινε χοιροβοσκός. Με τους χοίρους εννοείται κάθε ακαθαρσία και κάθε πάθος, στα οποία μπορούν και οι άνθρωποι όπως οι χοίροι να κυλιούνται στη λάσπη των παθών τους. Η παραβολή στοχεύει στο πιο εξευτελιστικό από τα έργα, στα οποία εργάζονταν οι δούλοι της εποχής εκείνης, για να παρουσιάσει ακόμα καλύτερα την κατάσταση του ασώτου. Γίνεται δούλος ζώντας κάτω από τον ζυγό των παθών της αρεσκείας του.
Οι πολίτες της μακρινής χώρας, στην οποία πήγε ο άσωτος της παραβολής, είναι οι δαίμονες. Ο άσωτος παρά την εξευτελιστική θέση, στην οποία βρέθηκε, δεν κατάφερε να χορτάσει την πείνα του. Ο μικρότερος γιος, αφού έζησε αρκετό καιρό στην αθλιότητα, κάποια στιγμή αντιλήφθηκε την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει.
Συναισθάνθηκε την δυστυχία του και αυτή η συναίσθηση αποτελεί το πρώτο γνώρισμα της μεταμέλειας. Επιστρέφει μετανοιωμένος και επιθυμεί να επιστρέψει κοντά στον πατέρα του, ακόμα και σαν υπηρέτης του. Εξομολογείται στον πατέρα του την κατάντια του. Ο άσωτος εμφανίζεται συντριμμένος όχι μόνο για το κατάντημά του, αλλά και γιατί περιφρόνησε την εξουσία και την προστασία του πατέρα (Θεού).
Μετά την περιγραφή της αμαρτίας, της μετανοίας και της εξομολόγησης του ασώτου υιού ο άγιος Γρηγόριος παρουσιάζει την εγκάρδια υποδοχή που έκανε ο αγαθός πατέρας στον άσωτο γιο του που επέστρεψε. Η παραβολή φανερώνει τη φιλανθρωπία του Θεού για τους αμαρτωλούς καθώς και την πλήρη δικαίωση των μετανοούντων. Ο πατέρας της παραβολής ευσπλαχνίστηκε τον γιο του που επέστρεψε μετανοιωμένος και τον υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά.
Στην υποδοχή του ασώτου υιού παρατηρούμε μερικούς συμβολισμούς ο γιος ενδύεται υποδήματα και δακτυλίδι τα οποία στερούνται οι δούλοι, αυτό γίνεται για να βεβαιωθεί ότι πια δεν είναι δούλος αλλά μέλος της οικογένειας του αγαθού πατρός. Η αποκατάσταση του ασώτου είναι πλήρης, όπως πλήρης ήταν και η μετάνοια και η πίστη του μετανοήσαντος βαθιά. Η στολή, η οποία ενδύεται, συμβολίζει την καθαρότητα και την αναγέννηση. Την καθαρότητα αυτή την έχασε όταν την απαρνήθηκε, αλλά όταν μετανόησε και επέστρεψε, πήρε άφεση. Το δακτυλίδι συμβολίζει τον αρραβώνα, δια του οποίου η ψυχή συνδέεται και πάλι εις δεσμό αγνό και άσπιλο. Τα υποδήματα είναι η ενίσχυση για να βαδίζει με ασφάλεια τον δρόμο της αρετής.
Στη συνέχεια ο πατέρας ζητάει από τους δούλους να ετοιμάσουν τραπέζι και για την περίσταση να ετοιμαστεί ένα πολύτιμο φαγητό, να θυσιαστεί το μοσχάρι, το οποίο μεγάλωναν για μια ιδιαίτερη περίσταση. Η θυσία του μόσχου του σιτευτού έγινε για να ευφρανθεί ο γιος που επέστρεψε και να αναγνωριστεί ως μέλος της οικογένειας του πατέρα του.
Συνεχίζοντας την ανάλυση της παραβολής ο άγιος Γρηγόριος κάνει λόγο για τη συμπεριφορά του πρεσβύτερου υιού, η οποία είναι μικροπρεπής και ζηλότυπη, εγωιστική και ξένη προς την αγάπη που αποπνέει μία αρμονική οικογένεια. Ο χαρακτήρας του πρεσβύτερου υιού είναι τελείως ξένος προς τον οικογενειακό χαρακτήρα. Είναι μια πλήρης περιγραφή του χαρακτήρα των Φαρισαίων.
Φτάνοντας προς το τέλος της παραβολής βλέπουμε τη συμπεριφορά του αγαθού πατέρα προς τον εγωιστή γιο του∙ όσο στοργική και συγκινητική ήταν η στάση του προς τον άσωτο υιό του άλλο τόσο συγκινητική ήταν και προς τον μεγαλύτερο. Το έλεος, η χάρις και η συγκατάβαση του Θεού μας σε όσους μετανόησαν είναι τόσο έντονα στη συμπεριφορά Του απέναντί τους, όπως επίσης και σε όσους φέρθηκαν όπως ο πρεσβύτερος γιος. Ο πράος και αγαθός πατέρας, ο Θεός μας, έχει τόσο λεπτή και τρυφερή συμπεριφορά με σκοπό να ελκύσει και τους δύστροπους και εγωιστές.
Το όνομα του ασώτου.
Στην παραβολή αυτή δεν αναφέρθηκε στο όνομα του άσωτου υιού. Αυτό έγινε για δύο λόγους:
α) Επειδή ο Θεός δεν αρέσκεται στο να φανερώνει, να δημοσιοποιεί και να διαπομπεύει, όπως συμβαίνει μ’ εμάς τους ανθρώπους. Αντίθετα, καλύπτει, παρηγορεί και θεραπεύει τις όποιες αδυναμίες και πάθη.
β) Επειδή ο άσωτος αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα όλους εμάς τους αμαρτωλούς και γι’ αυτό το όνομά του θα μπορούσε να είναι το όνομα οποιουδήποτε από εμάς.
Ο μεγάλος αδελφός τυπικά σωστός, αλλά μέσα του δεν είχε την αίσθηση του πατέρα (Θεού). Δεν υπήρχε αγάπη, γι’ αυτό και όχι μόνο δεν ένιωσε χαρά που επέστρεψε ο αδελφός του, αλλά, αντίθετα, οργίστηκε!
Αυτός είναι και ο λόγος που ο μόνον τυπικά σωστός γιος δεν σώζεται τελικά, αφού αρνείται να εναρμονιστεί με τους της οικείας νόμους, αρνείται δηλαδή να συνεχίσει τη μυστηριακή ζωή (που είναι απαραίτητη προϋπόθεση), μαζί με τον αδελφό του, που, αντίθετα μ’ εκείνον, μετανόησε και σώθηκε. Αυτός εκπροσωπεί τους Φαρισαίους, οι οποίοι ποτέ δεν υποδέχονταν με χαρά τη μεταμέλεια ενός αμαρτωλού, θεωρώντας ότι του αξίζει η κόλαση. Εμπιστεύονταν μόνο τη δική τους δικαιοσύνη, αλλά με την αυτοδικαίωση αυτή αποδεικνύεται ότι βρίσκονταν στους αγρούς, δηλαδή έξω από τον οίκο της καρδιάς τους. Είχαν την πίστη ότι ανήκουν στον Θεό, όπως ο μεγάλος γιός της παραβολής, χωρίς να εννοούν ότι στην πραγματικότητα δεν είχαν δώσει ποτέ την καρδιά τους στον επουράνιο Πατέρα. Δεν είχαν καμιά γνώση του Θεού ούτε ήλθαν ποτέ σε κοινωνία με το Πνεύμα Του.
Η συμπεριφορά του πατέρα. Από τη στιγμή που ο άσωτος υιός επέλεξε να ζήσει μακριά από πατέρα του, όπως δηλαδή και οι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν μια ζωή μακριά, ο πατέρας του δεν τον ξέχασε ποτέ, αλλά περίμενε καθημερινά την επιστροφή του υιού του, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον Θεό – Πατέρα, από Τον οποίο επιλέγουμε να απομακρυνθούμε. Και όταν κάποια στιγμή ο άσωτος, θυμούμενος την πρότερη καλή ζωή του και μετανοώντας για τις πράξεις του, επέστρεψε στο σπίτι του πατέρα του, αυτός δεν τον περίμενε αραχτός στη πολυθρόνα του σπιτιού, αλλά, λόγω της καθημερινής αδημονίας του να δει τον γιο του να επιστρέφει, τον είδε από μακριά και έτρεξε ο ίδιος προς αυτόν, τον αγκάλιασε και τον φίλησε. Δεν τον άφησε καν να απολογηθεί, αλλά του έδειξε πως αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η ζωή του γιου του από δω και μετά.
Είναι εξέχουσα η στιγμή, κατά την οποία ο άνθρωπος «έρχεται εις εαυτόν».
Οι ησυχαστές του δέκατου τέταρτου αιώνα έκαναν συχνή χρήση της φράσεως αυτής, που υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η αμαρτία, διαχέει τον νου προς τον εξωτερικό κόσμο. Άσωτος υιός είναι, κατά την παράδοση, ο νους του ανθρώπου, ο οποίος, όταν αποχωρίζεται από τη μνήμη του Θεού, καθίσταται είτε θηριώδης είτε δαιμονιώδης (η πρώτη κίνηση).
… Προκειμένου να ενοποιηθεί η φύση του ανθρώπου, ο νους πρέπει να ενωθεί και πάλι με την καρδιά με μια θεραπευτική κίνηση προς τα μέσα, (ἡ δεύτερη κίνηση).
Είναι αναγκαίο να κατεβεί και να αναπαυθεί στην καρδιά, ώστε ενωμένος πάλι με αυτήν να μπορεί να κυβερνά αποτελεσματικά την ύπαρξη του ανθρώπου. Όταν ολόκληρη η ύπαρξή του, συμπεριλαμβανομένου και του σώματος, συγκεντρωθεί στην καρδιά, συντελείται μια τρίτη κίνηση, αυτή τη φορά προς τον Ἴδιο τον Θεό.
Έτσι θεραπεύεται ο άνθρωπος.
Ἀκολουθώντας τά τρία πνευματικά στάδια:
Κάθαρση ἀπό τά πάθη,
φωτισμός τοῦ νοῦ,
Θέωση: πλήρη Κοινωνία μαζί Του