Φθορά ξένης ιδιοκτησίας - Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019) - Point of view

Εν τάχει

Φθορά ξένης ιδιοκτησίας - Ποινικός Κώδικας (Νόμος 4619/2019)



-  Άρθρο 378


  Συνελήφθη,  άτομο, όπου εκκρεμεί σε βάρος του απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικών….

για τα αδικήματα της εξύβρισης, της απειλής, της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας και της στάσης, με ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών και έξι μηνών.



Άρθρο 361 - Ποινικός Κώδικας - Εξύβριση



Σε δίκη στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Βόλου οι τρεις κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι για εξύβριση και εναντίον τους επιβλήθηκε χρηματική ποινή 15.000 ευρώ για τον κάθε έναν.


Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με έρευνα ποσό ύψους 10.000 ευρώ έχει εκτιμηθεί ότι κοστίζει στο ελληνικό δημόσιο μία υπόθεση εξύβρισης λόγω και έργω και απλής σωματικής βλάβης που εκδικάζεται στο Δικαστήριο και αφορά σε οικογενειακές ή άλλες διαφορές που θα μπορούσαν να επιλυθούν ειρηνικά στο τραπέζι του διαλόγου. Κοστίζει ακριβά και ταλαιπωρεί συνάμα και τους πολίτες που έχουν σοβαρούς λόγους να καταφεύγουν στη Δικαιοσύνη.

Όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363), προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Η χρηματική ποινή μπορεί να επιβληθεί και μαζί με την ποινή της φυλάκισης.




Αποτελέσματα αναζήτησης


Αποτελέσματα ιστού


Άρθρο 378 - Φθορά ξένης ιδιοκτησίας


Η φθορά ξένης ιδιοκτησίας αποτελεί ένα από τα εγκλήματα που στρέφονται κατά του έννομου αγαθού της περιουσίας. Συγκεκριμένα, όποιος με πρόθεση βλάπτει ή καταστρέφει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή καθιστά τη χρήση του με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ανέφικτη.

Ο νόμος βέβαια θέτει τις τις δύο ακόλουθες προϋποθέσεις για να υφίσταται το εν λόγο έγκλημα:

α) ο δράστης να έχει πρόθεση να βλάψει ή να καταστρέψει το ξένο πράγμα και να μην το έβλαψε από αμέλεια (για παράδειγμα δεν υπάρχει το έγκλημα της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας σε τροχαίο ατύχημα καθώς δε νοείται φθορά ξένης ιδιοκτησίας από αμέλεια) και 

β) να πρόκειται για καταστροφή ή βλάβη ξένου αντικειμένου και όχι δικό του. Επιπρόσθετα, αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος στο γνωστικό και βουλητικό του δράστη, δηλαδή είναι αρκετό ο δράστης να προέβλεψε ως ενδεχόμενη τη καταστροφή ή βλάβη του ξένου πράγματος και παραταύτα να αδιαφόρησε για την επελθούσα φθορά στη ξένη ιδιοκτησία.


 Η φθορά ξένης ιδιοκτησίας είναι ένα πολύτροπο έγκλημα καθώς μπορεί να τελεστεί με πλείονες τρόπους, είτε με ολική καταστροφή της ξένης ιδιοκτησίας (για παράδειγμα φωτιά σε ακινητοποιημένο όχημα από την οποία μένει μόνο στάχτη), είτε με μερική καταστροφή (για παράδειγμα σκίσιμο παντελονιού κατά τη διάρκεια καυγά), είτε με το να καταστήσει ο δράστης της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας το αντικείμενο μη ικανό να πραγματοποιήσει το σκοπό για το οποίο είναι προορισμένο (για παράδειγμα τρύπημα στα δύο ελαστικά της μοτοσυκλέτας που έστω και παροδικά καθιστά τη χρήση της ανέφικτη).



Το συγκεκριμένο έγκλημα υπάρχει σε δύο εκδοχές στη βασική και στη προνομιούχα.Στη βασική του μορφή ο νόμος προβλέπει φυλάκιση μέχρι 2 έτη, ενώ σε περίπτωση που η ζημιά στη ξένη περιουσία είναι ελαφρά ή η αξία του πράγματος μικρή τότε επιβάλλεται είτε φυλάκιση μέχρι 6 μήνες, είτε χρηματική ποινή ( από 150 μέχρι 15000 ευρώ). Απαραίτητη είναι η έγκληση* του παθόντα -ιδιοκτήτη μέσα σε αποκλειστικήυ προθεσμία 3 μηνών από τότε που έμαθε για τη ζημιά, ώστε να κινηθεί η ποινική δίωξη.


Άρθρο 374. Διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπής. Η κλοπή τιμωρείται, με κάθειρξη μέχρι 10 ετών: α) αν από τόπο προορισμένον για θρησκευτική λατρεία αφαιρέθηκε πράγμα αφιερωμένο σ’ αυτή.

Τέλος, υπάρχει η δυνατότητα στο δράστη να απαλλαγεί από κάθε ποινή αν αποζημιώσει πλήρως τον ζημιωθέντα ή τους κληρονόμους του σε περίπτωση που αυτός δε ζει, με τον όρο το θύμα να δηλώσει πως ικανοποιήθηκε μέχρι την ημέρα του Δικαστηρίου.


Τι προβλέπει ο νόμος για τη φθορά ξένης ιδιοκτησίας


1. Όποιος καταστρέφει ή βλάπτει ξένο (ολικά ή εν μέρει) πράγμα ή με άλλον τρόπο καθιστά ανέφικτη τη χρήση του τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή και αν το πράγμα είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ή τοποθετημένο σε δημόσιο χώρο με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Αν το πράγμα είναι μικρής αξίας ή η ζημία που προκλήθηκε είναι ελαφρά, ο υπαίτιος τιμωρείται με χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας.

2. Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος αν το αντικείμενο της πράξης που προβλέπεται στο εδάφιο α΄ της προηγούμενης παραγράφου είναι πράγμα που χρησιμεύει για κοινό όφελος ή καλλιτεχνικό ή ιστορικό μνημείο ή αν η φθορά έγινε με φωτιά ή με εκρηκτικές ύλες. 

3.  Υφαιρέσεις Κλοπή ή υπεξαίρεση που έγινε:

 α) μεταξύ συγγενών και αγχιστειών σε ευθεία γραμμή, θετών γονέων και θετών τέκνων, συζύγων και μνηστευμένων, αδελφών καθώς και των συζύγων και των μνηστήρων τους. 

β) από σύζυγο στην περιουσία που άφησε ο σύζυγός του.


 γ) εναντίον επιτρόπου ή επιμελητή του υπαιτίου, καθώς επίσης και σε βάρος προσώπου με το οποίο ο υπαίτιος ή συμμέτοχος διατελεί σε σχέση εξάρτησης ή ζει στο ίδιο σπίτι, διώκεται μόνο ύστερα από έγκληση.


ποινή για απειλή

  Η δίωξη και η ποινή για απειλή, υπάγεται στα εγκλήματα κατά της προσωπικής ελευθερίας και προβλέπεται στο άρθρο 333 του Ποινικού Κώδικα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο:
   “1. Όποιος προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία απειλώντας τον με βία ή άλλη παράνομη πράξη ή παράλειψη τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή.
    Με την ποινή του προηγούμενου εδαφίου τιμωρείται και όποιος, χωρίς απειλή βίας ή άλλης παράνομης πράξης ή παράλειψης, προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία.

    2.  Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση.”
   Συνεπώς, η δίωξη και η ποινή για απειλή, στοιχειοθετείται όταν:
   α)  Με οποιοδήποτε τρόπο, προφορικό, γραπτό, νεύματα, εκφράσεις, κινήσεις, ο δράστης απειλήσει το θύμα. Εάν η απειλή συνδυάζεται με προσβολή άλλου εννόμου αγαθού του θύματος, ο δράστης τιμωρείται με την αντίστοιχη διάταξη που προστατεύει αυτό το αγαθό. Για παράδειγμα, εάν ο δράστης απειλήσει με όπλο το θύμα για να  τον εξαναγκάζει να του το παραδώσει τα χρήματά του, τιμωρείται για ληστεία (αρ. 380 ΠΚ).
   β)  Δημιουργείται στο θύμα “τρόμος ή ανησυχία”, ακόμη και χωρίς απειλή, στην περίπτωση “επίμονης καταδίωξης ή παρακολούθησή του”, ενώ στο σημείο αυτό, αναφέρεται από τον νομοθέτη ενδεικτικός τρόπος “όπως ιδίως με την επιδίωξη διαρκούς επαφής μέσω τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού μέσου ή με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον αυτού”. Το κριτήριο της αναφοράς για τη διαπίστωση της πρόκλησης τρόμου ή ανησυχίας, είναι ο συγκεκριμένος άνθρωπος και όχι ο μέσος συνετός αντίστοιχος.
   γ) Υπάρχει δόλος, δηλαδή, ο δράστης θα πρέπει να έχει σκοπό να προκαλέσει “τρόμος ή ανησυχία” στο θύμα.
    δ) Η απειλή, αφορά παράνομη πράξη.
   Επιπρόσθετα, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί ότι, δεν απαιτείται να είναι πραγματοποιήσιμη η απειλή, είναι όμως απαραίτητο το θύμα να θεωρεί την απειλή ως τέτοια και, να του προκαλέσει τρόμο ή ανησυχία.
   Περαιτέρω, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με την παρ. 2 του εν λόγω άρθρου (333 ΠΚ), για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση. Κατά συνέπεια, “…. το αξιόποινο εξαλείφεται αν ο δικαιούχος δεν υποβάλει την έγκληση μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που έλαβε γνώση για την πράξη που τελέστηκε και για το πρόσωπο που την τέλεσε ή για έναν από τους συμμετόχους της.” (παρ.1, αρ. 117 ΠΚ). Δηλαδή, ΔΕΝ ΤΙΜΩΡΕΊΤΑΙ, εάν δικαιούχος δεν υποβάλει την έγκληση μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που έλαβε γνώση για την πράξη.
  Τέλος, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί επιγραμματικά ότι, η δίωξη και η ποινή για απειλή, εξειδικεύεται και κλιμακώνεται περαιτέρω, στο πλαίσιο του ν.  3500/2006, “Για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας και άλλες διατάξεις” (άρθρο 7: ενδοοικογενειακή παράνομη βία και απειλή και άρθρο 10: παρακώλυση απονομής της δικαιοσύνης).
Υ.Γ. Το άρθρο έχει σκοπό να δώσει μία γενική περιγραφή του θέματος, ώστε να καταστήσει την αρχική πληροφορία χρήσιμη ως σημείο προσοχής και όχι να αντικαταστήσει τον δικηγόρο. Οι παράγοντες σε κάθε επιμέρους υπόθεση πιθανόν να διαφοροποιούν ριζικά τον τρόπο ενέργειας.


Σημειώσεις επί του νόμου

Ο νέος Ποινικός Κώδικας, όπως κωδικοποιήθηκε με τον Ν. 4619/2019, με ημερομηνία ισχύος την 1η Ιουλίου 2019




Αποτελέσματα αναζήτησης

Αποτελέσματα ιστού

*Διαφορά μεταξύ μήνυσης, έγκλησης και αγωγής

Αποτελέσματα αναζήτησης

Αποτελέσματα ιστούΔιαφορά μεταξύ μήνυσης, έγκλησης και αγωγής



Μια βαθιά διαστρεβλωμένη πεποίθηση δεσπόζει στη σκέψη πολλών ανθρώπων που δε γνωρίζουν νομικά. Θεωρούν από δικαιολογημένη άγνοια πως μήνυση, έγκληση και αγωγή είναι λέξεις που περιγράφουν την ίδια ενέργεια κατά του αντιδίκου. Ας εξεταστεί λοιπόν η διαφορά τους:

Αρχικά λοιπόν η μήνυση έχει σαν αποδέκτη της τον αρμόδιο εισαγγελέα και σκοπός της είναι να καταγγελθεί ένα έγκλημα που γίνεται σε βάρος τρίτου προσώπου για παράδειγμα βλέπουμε κάποιον να αρπάζει τη τσάντα μιας κυρίας και τον μηνύουμε για ληστεία.

Έγκληση γίνεται για τα εγκλήματα που τελούνται εις βάρος μας για παράδειγμα κάποιος μας βρίζει και υποβάλλουμε έγκληση για εξύβριση εναντίον του. Σε αυτή τη περίπτωση θα πρέπει μέσα στην αποκλειστική και περιοριστική προθεσμία των τριών μηνών να τον εγκαλέσουμε για εξύβριση.

Ο εισαγγελέας όταν λάβει τη μήνυση ή την έγκληση μας θα δράσει ως εξής: είτε α)θα διατάξει τον κατηγορούμενο να εμφανιστεί σε δίκη, είτε β) θα δώσει εντολή για έρευνα ώστε να συλλεχθούν περισσότερα στοιχεία ώστε να μην υπάρχει ενδεχόμενο να θιχτούν άδικα υπολήψεις στη κοινωνία, είτε γ) να τη τοποθετήσει στο κρίνοντας πως είναι αβάσιμη.

Σημαντικό να τονιστεί πως με τη μήνυση ή την έγκληση επιδιώκεται να τιμωρηθεί ο δράστης ενός εγκλήματος όπως ορίζει ο ποινικός κώδικας και όχι να αποκατασταθεί οικονομικά το θύμα. Για να καταβληθεί αποζημίωση θα πρέπει να ασκηθεί αγωγή, η οποία εξετάζεται από τα αρμόδια αστικά δικαστήρια. Τα ποινικά όπως επισημάνθηκε είναι αρμόδια για μηνύσεις-εγκλήσεις για να τιμωρήσουν το δράστη αν είναι απαραίτητο σε σωφρονιστικό κατάστημα και όχι για να μας αποζημιώσουν.
Υπάρχουν βέβαια και αγωγές που δεν έχουν άμεσο χρηματικό περιεχόμενο, όπως η αγωγή λύσης του γάμου, το γνωστό σε όλους διαζύγιο που ασχολείται με την ικανοποίηση ιδιωτικών- αστικών δικαιωμάτων είτε με τη μορφή του συναινετικού είτε με την εκδοχή της αντιδικίας.

Είναι γνωστό όμως στη πράξη να ασκούνται ταυτόχρονα τόσο η αγωγή όσο και η μήνυση. Αυτό κρίνεται ως θεμιτό καθώς με αυτόν τον τρόπο εξετάζεται η υπόθεση στην ολότητα της και δημιουργείται ένα δικαστικό συνεχές. Για παράδειγμα σε μια βαριά σκοπούμενη ή επιδιωκόμενη σωματική βλάβη το ποινικό δικαστήριο θα αποφασίσει αν τελέστηκε το έγκλημα και ποια ποινή θα επιβληθεί, ενώ το πολιτικό δικαστήριο θα κρίνει για το ύψος της αποζημίωσης καθώς και της ηθικής βλάβης.

Τέλος να γίνει σαφές πως το ένα δικαστήριο δε δεσμεύεται από τη κρίση του άλλου και έτσι μπορεί να εξάγει διαφορετική απόφαση για παράδειγμα να κριθεί ένοχος ο κατηγορούμενος στο ποινικό δικαστήριο και το αστικό να μη τον υποχρεώσει σε αποζημίωση και αντίστροφα.

via

Pages