«Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον» (Α’ Προς Κορινθίους, 13:1), γράφει ο απόστολος Παύλος στους χριστιανούς της Κορίνθου του 1ου αιώνα μ.Χ., συμβουλεύοντάς τους για το θεολογικό υπόβαθρο του μυστηρίου του γάμου. Ποιες όμως είναι αυτές οι «Γλώσσες των Αγγέλων» στις οποίες αναφέρεται; Από ποια παράδοση αντλεί αυτή την αντίληψη, ότι δηλαδή υπάρχουν «αγγελικές γλώσσες» όπως ακριβώς υπάρχουν διαφορετικές ανθρώπινες γλώσσες;
Αγγελική υποτίθεται ότι ήταν η γλώσσα που ο Θεός χρησιμοποίησε για να δημιουργήσει τον κόσμο και που αργότερα χρησιμοποιήθηκε από τον Αδάμ για να μιλήσει με τον Θεό και τους αγγέλους και να ονομάσει όλα τα υπάρχοντα.
Μετά την πτώση του από τον Παράδεισο, ο Αδάμ έχασε τη γλώσσα και δημιούργησε μια μορφή προ-Εβραϊκή βασισμένη στην αόριστη μνήμη του για την Αγγελική.
Αυτή η προ-Εβραϊκή, τότε, ήταν η καθολική ανθρώπινη γλώσσα μέχρι την εποχή της Σύγχυσης των Γλωσσών στον Πύργο της Βαβέλ.
Μετά από αυτό, αναπτύχθηκαν όλες οι διάφορες ανθρώπινες γλώσσες, συμπεριλαμβανομένου ενός ακόμα πιο τροποποιημένου εβραϊκού (το οποίο γνωρίζουμε ως " βιβλική εβραϊκή ").
Από την εποχή του Αδάμ η Αγγελική ήταν κρυμμένη από τους ανθρώπους με την εξαίρεση του πατριάρχη Ένοχ, ο οποίος, σύμφωνα με τους αγγέλους, κατέγραψε το "Βιβλίο του Λογαέτ" για την ανθρωπότητα.
Το βιβλίο χάθηκε και πάλι στο Κατακλυσμό του Νώε
Στην Παλαιά Διαθήκη, όπως επίσης και στην Ιουδαϊκή παράδοση της εποχής του Δεύτερου Ναού, δεν βρίσκουμε την παραμικρή αναφορά σε κάποια ξεχωριστή «αγγελική γλώσσα». Για να ρίξουμε φως σε αυτό το ερώτημα, θα πρέπει να ανατρέξουμε στις αντιλήψεις και τα κατακερματισμένα κείμενα των Ελληνιζόντων Ιουδαίων του 1ου αιώνα μ.Χ., στον αριθμό των οποίων λογίζεται, σύμφωνα με τους περισσότερους μελετητές, και ο Σαούλ της Ταρσού, όπως ήταν το Εβραϊκό όνομα του αποστόλου Παύλου, ενώ το Paulus αποτελούσε το Λατινικό του προσωνύμιο.
Σ’ ένα από τα υμνολόγια των Θεραπευτών (ένα Ελληνιστικό παρακλάδι της αδελφότητας των εκλεκτικών Ιουδαίων Εσσαίων) που μας σώζεται με τον τίτλο «Η διαθήκη του Ιώβ» και χρονολογείται ανάμεσα στο 100 π.Χ. – 100 μ.Χ., διαβάζουμε τα εξής για μία από τις κόρες του Ιώβ:
«Και προσέλαβε μίαν άλλη καρδία, η οποία δεν σκεφτόταν πια τα πράγματα αυτού του κόσμου, αλλά με έκσταση και χρησιμοποιώντας την αγγελική διάλεκτο ύψωνε έναν ύμνο στον Θεό αγγελικώ τω τρόπω» (T. Job, 48:2-3)
Σε ακόλουθα αποσπάσματα του ιδίου κειμένου (T. Job, 49:1-50:3) διαβάζουμε ότι και οι άλλες κόρες του Ιώβ έμαθαν «τη διάλεκτο των Αρχών ή Παρατηρητών (μια κατηγορία αγγελικών πλασμάτων που στην μετάφραση των Εβδομήκοντα αναφέρονται ως «είρ», όπως στο Δ’ κεφάλαιο του Δανιήλ, στο στίχο 17, «Δια συγκρίματος είρ ο λόγος, και ρήμα κλπ…», ο οποίος στις περισσότερες νεοελληνικές εκδόσεις αποδίδεται απλώς με τον γενικό όρο «άγγελος») καθώς επίσης διδάχθηκαν και τη «διάλεκτο των Χερουβίμ». Δεν θα ήταν παράλογο, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι όχι μόνο ο απόστολος Παύλος ενστερνιζόταν αυτές τις αντιλήψεις αλλά και ότι ήταν γνωστές στους χριστιανούς του Ελλαδικού χώρου, οι οποίοι τους πρώτους αιώνες αντιλαμβάνονταν τον χριστιανισμό μέσα από το πρίσμα του Ελληνίζοντος Ιουδαϊσμού.
Η πιο περίεργη ίσως περίπτωση καταγραφής αυτής της «αγγελικής γλώσσας» μας έρχεται από τον πανεπιστήμονα [John Dee (1527-1609) μετάβαση στο άρθρο], τον 16ο αιώνα, μαθηματικό της Οξφόρδης, γεωγράφο, αστρονόμο, αλχημιστή και προσωπικό αστρολόγο της βασίλισσας Ελισάβετ της 1ης.
Ο δρ. Dee, ένα από τα πιο λαμπρά μυαλά της εποχής του και άνθρωπος εξαιρετικής μόρφωσης ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα, πίστευε ακράδαντα ότι είχε διδαχθεί την «αγγελική γλώσσα» μέσα από υπερφυσική επικοινωνία μ’ έναν Άγγελο Κυρίου, ονόματι Νάλβατζ (“A true & faithful relation of what passed for many yeers between Dr. John Dee and some spirits”, Meric Causabon, 1659). Στα προσωπικά ημερολόγια του Dee, τα οποία ο ίδιος ουδέποτε σκόπευε να φέρει στο φως της δημοσιότητας και, για την ακρίβεια, είχε θάψει, φοβούμενος μην κατηγορηθεί ως αιρετικός ή, ακόμα χειρότερα, ως μάγος, παρουσιάζει ένα ολόκληρο αλφάβητο αυτής της «αγγελική γλώσσας» καθώς και κανόνες σύνταξης και γραμματικής.
Αν και σήμερα αυτή η γλώσσα είναι γνωστή ως «Ενωχιανή», ο ίδιος ο ο Dee την αποκαλεί «Ιερή γλώσσα», «Ουράνια ομιλία», «Πρώτη γλώσσα του Θεού-Χριστού» και «γλώσσα των αγγέλων».
Οι απόψεις των σημερινών μελετητών διίστανται: κάποιοι ισχυρίζονται ότι πρόκειται για μια επίπλαστη γλώσσα, ένα γλωσσολογικό κατασκεύασμα ή διανοητικό παίγνιο του λαμπρού μυαλού του Dee, ενώ άλλοι επιμένουν ότι πρόκειται για μια γλώσσα η οποία δεν έχει τίποτα το κοινό με οτιδήποτε το ανθρώπινο και παρουσιάζει μια μαθηματική αρτιότητα πέρα από κάθε φαντασία.
Θα μπορούσε, άραγε, να υφίσταται μια τέτοια γλώσσα; Η ιδέα φαίνεται να είναι βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ψυχή. Ήδη από τα βάθη της αρχαιότητας, ο Όμηρος διαχωρίζει την «αυδή», την ανθρώπινη λαλιά, από την «ομφή» ή «όσσα», τη θεϊκή φωνή, και μας μιλά για την «γλώσσα των θεών» και τα διαφορετικά ονόματα που εκείνη έδινε σε τόπους και πλάσματα. Δεχόμενοι ότι ολόκληρη η δημιουργία ξεπήδησε από έναν και μόνο θεϊκό Λόγο, πόσο, αλήθεια, παράδοξο είναι να υποθέσουμε ότι αυτός ο λόγος προσέλαβε απειράριθμες εκφάνσεις, σε ολόκληρη την κλίμακα της εγκόσμιας και υπερκόσμιας ιεραρχίας;