giuseppe e la moglie di putifarre
via ΚΑΤΑ καιρούς επινοούνται κάποιοι λεκτικοί χαρακτηρισμοί για να υποδηλώνουν ορισμένα σύνδρομα της κοινωνικής παθογένειας, οι οποίοι κυριαρχούν στον καθημερινό διαλογισμό και καταλήγουν του «συρμού». Έτσι τα τελευταία χρόνια εμφανίσθηκε ο χαρακτηρισμός του «λαμόγιου», που συντόμως γενικεύθηκε σε όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Είναι δε αξιοσημείωτο ότι η ετυμολογία της λέξεως αυτής δεν ανευρίσκεται στην πλουσιοτάτη ελληνική λεξικογραφία και προφανώς αποτελεί ξενόφωνο ιδίωμα, προερχόμενο από την ιταλική λέξη « la moglie», που κατά μία έννοια σημαίνει τον ασθενή ή καταβεβλημένο και χρησιμοποιείται στη σύγχρονη ελληνική φρασεολογία, υπονοώντας μεταφορικώς τον κατεργάρη, δόλιο, καταφερτζή, ραδιούργο, προδότη, φαύλο, καταχραστή, καιροσκόπο και γενικώς τον αντικοινωνικό και ηθικώς ξεπεσμένο άνθρωπο. Και δεν είναι υπερβολή να λεχθεί, ότι ο χαρακτηρισμός αυτός είναι συνώνυμος του «κοινωνικού εγκληματία».
Βεβαίως δεν θα αναλύσουμε εδώ τις επιμέρους κατηγορίες των «λαμόγιων» και τις κατά περίπτωση μεθοδεύσεις και ιδιοτελείς σκοπιμότητες, διότι τούτο θα απαιτούσε μεγάλο χρόνο και ικανή ποσότητα χάρτου και μελάνης, όπως τούτο καταφαίνεται από την πληθώρα των συνδρόμων «λαμογιάς» που καταγράφονται σε όλες τις εποχές της ιστορικής διαδρομής του ανθρωπίνου γένους και αμαυρώνουν την υπόστασή του, αποτελώντας θλιβερά παραδείγματα προς αποφυγή.
Ενδεικτικώς σταχυολογούμε τυχαίως περιπτώσεις λαμογιάς από την Παλαιά Διαθήκη, τη δολοφονία του Άβελ από τον αδελφό του Κάιν, λόγω ζηλοφθονίας, και την υφαρπαγή με δολιότητα των πρωτοτοκίων του Ησαύ από τον αδελφό του Ιακώβ (Γέν.ΚΖ΄). Ενώ από το απώτερο και απώτατο ιστορικό παρελθόν της χώρας μας επισημαίνουμε την προδοσία του Εφιάλτη που καθοδήγησε τους Πέρσες σε κυκλωτικό ελιγμό και κατέληξε στην αυτοθυσία των 300 του Λεωνίδα, καθώς και την προδοσία στην Κερκόπορτα της Κωνσταντινουπόλεως που κατάφερε την άλωση της Πόλεως από τους Οθωμανούς και την πτώση του Βυζαντίου.
Βαρυσήμαντο επίσης παράδειγμα αποτρόπαιης διαγωγής «λαμόγιου» αποτελεί η προδοσία από τον φιλάργυρο Ιούδα, ο οποίος όχι μόνο «κλέπτης ήν και το γλωσσόκομον (ταμειακό απόθεμα) είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν» (Ιωάν. ΙΒ΄ 6), αλλά και τον Διδάσκαλό του παρέδωσε στους σταυρωτές «αντί τριάκοντα αργυρίων» (Ματθ. ΚΣΤ΄ 14–16). Σημειώνουμε ακόμη ότι και η Σταύρωση του Ιησού μεθοδεύτηκε από τα λαμόγια της εποχής του, τους οποίους Εκείνος είχε προηγουμένως κατακεραυνώσει με τα φοβερά και διαχρονικά «ουαί υμίν υποκριταί…» (Ματθ. ΚΓ΄ 23–29), με τα οποία και σήμερα θα μπορούσε κάποιος να επιπλήξει τους διάφορους υπονομευτές της κοινωνικής ευρυθμίας.
Διότι δυστυχώς και στη σύγχρονη εποχή μας υποβόσκει τέτοια πλησμονή «λαμογιάς», τόσο στις ιδιωτικές συναλλαγές των πολιτών, όσο και στις σχέσεις τους με τον κρατικό οργανισμό –όπως τούτο καταδεικνύεται και από τις αλλεπάλληλες αποκαλύψεις καταχραστών της εξουσίας και του δημοσίου πλούτου– ώστε τείνει να γενικευθεί η διαπίστωση ότι ο αγώνας επιβιώσεως των ανθρώπων δεν επικεντρώνεται στην κοινωφελή συνεργασία των μελών της κοινωνίας, αλλά στην αδίστακτη εφαρμογή της θηριώδους προτροπής «άρπαξε να φας και κλέψε να ’χεις».
Αποκαλύπτεται δηλαδή το φαινόμενο: αντί η πολιτισμική εξέλιξη του ανθρώπου να βελτιώσει και την κοινωνικο-ηθική του υπόσταση, κατέστησε αυτόν τόσο πολύ υποχείριο της ύλης και κατ’ επέκταση περισσότερο επιρρεπή στην πανουργία για τον κορεσμό της απληστίας του. Επαληθεύεται έτσι η ρήση των Λατίνων «homo homini lupus» (ο άνθρωπος κατά του ανθρώπου λύκος). Και όπως είναι γνωστό, όταν ο λύκος επιπέσει σε αγέλη προβάτων, την αποδεκατίζει, κατασπαράζοντας όσα ζώα μπορέσει, χωρίς να αρκείται στον χορτασμό του με ένα από αυτά.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αδίστακτης λαμογιάς επισημαίνουμε συνοπτικώς: την αφροσύνη που προκαλεί τη διατροφική μόλυνση, την ασύστολη κατάλυση του περιβάλλοντος, τη διαπλοκή γενικώς που επιπολάζει στην κοινωνική δομή και διαφθείρει τη λειτουργικότητά της, την απάνθρωπη εκμετάλλευση των ανθρώπινων αναγκών από ανάλγητους συνανθρώπους μας και την προσχηματική επίκληση θείων ιδεών (ελευθερίας, δικαιοσύνης, θρησκείας κ.λ.π.) από θεσμικούς ταγούς της κοινωνίας, που παραπλανούν ακόμη και κράτη ολόκληρα και οδηγούν στη δημιουργία ανομολόγητων αδικιών, δυστυχιών και παντοειδών πολέμων.
Και δεν διαφεύγει την προσοχή μας, ότι ακόμη και τα θεμελιώδη κοινωνικά λειτουργήματα του κρατικού μηχανισμού μεταλλάχθηκαν σε καιροσκοπικά επαγγέλματα πλουτισμού των επιτηδείων σε βάρος των πολλών. Κατά τις πρόσφατες μάλιστα δημοσκοπήσεις, έχει εμπεδωθεί η κοινή συνείδηση, ότι ακόμη και το κορυφαίο λειτούργημα του πολιτικού κατά κανόνα απεργάζεται την επιδίωξη ιδιοτελών συμφερόντων και δεν εμφορείται «εξ αγαθού συνειδότος» για προσφορά στην κοινωφέλεια.
Έτσι φθάσαμε δυστυχώς σε τέτοιο βαθμό πωρώσεως, ώστε ο χαρακτηρισμός του «λαμόγιου» –αντί να αποτελεί βαρύτατη ύβρη και κοινωνική απαξία– έχει αναχθεί σε «τίτλο τιμής» και ίνδαλμα ζηλευτής ευωχίας, με αποτέλεσμα και όσοι δεν είναι «λαμόγια» επιθυμούν να ήσαν ή να γίνουν «λαμόγια». Διανύουμε δηλαδή μία εντόνως αντικοινωνική «εποχή των λαμόγιων», που φέρει χαρακτήρα πανδημικής λοιμώξεως και που ασφαλώς οδηγεί την κοινωνία μας σε τέτοιες επικίνδυνες αναταράξεις με αναπόφευκτη αποδόμησή της, τις επώδυνες συνέπειες της οποίας πληρώνει και θα πληρώσει αδιακρίτως το κοινωνικό σύνολο.
Δεν απομένει λοιπόν τίποτε άλλο από τα να απευθύνουμε την υστάτη έκκληση-προτροπή προς τα κάθε λογής (εν ενεργεία ή εν δυνάμει) «λαμόγια», να συναισθανθούν τη βαρβαρότητα του απάνθρωπου λογισμού τους και να μεταγνώσουν. Δεν ευχόμαστε βεβαίως την σπανίως ακολουθουμένη ευαισθησία του Ιούδα που «απελθών απήγξατο» (Ματθ. ΚΖ΄3,5), αλλ’ ας αποτάξουν το βδελυρό ατόπημά τους και με φιλαλληλία και αγάπη να ενταχθούν στον κοινωνικό τους προορισμό, για μία κοινωνία δικαίου, ειρήνης και ευδαιμονίας, τα αγαθά της οποίας θα συναπολαμβάνουν και οι ίδιοι και οι επίγονοί τους. Το απαιτεί η πρόσκαιρη ύπαρξή μας και η ψυχική τους γαλήνη!