Στο “Ο Ηλίθιος”, ένα από τα πιο ιδιαίτερα συγγράμματα του μεγάλου ψυχογράφου και μυθιστοριογράφου, Ντοστογιέφσκι, θα έρθουμε σε επαφή με έναν από τους πιο πρωτότυπους και ξεχωριστούς χαρακτήρες που γνώρισε ποτέ η παγκόσμια λογοτεχνία. Θα ζήσουμε για λίγο δίπλα στον πιο αληθινό -και ταυτόχρονα τον πιο ουσιαστικά παραμυθένιο- πρίγκιπα΄ θα γνωρίσουμε ένα πνεύμα απαράμιλλης ειλικρίνειας και αφοπλιστικής απλότητας, μία κρυστάλλινη ψυχή που η ζωή της χάρισε μέσω μίας αρρώστιας το χάρισμα της αλήθειας.
Ντοστογιέφσκι ''Ο Ηλίθιος'' Ρωσική σειρά με ελληνικούς υπότιτλους
Το πιο σημαντικό όμως κατόρθωμα του Φιόντορ είναι η πιστή παρουσίαση μίας θαυμαστής χημικής αντίδρασης – μίας αντίδρασης όμως ολότελα προσωπικής και εσωτερικής, που καζάνι έχει τη ψυχή του ανθρώπου. Θα έχουμε τη τιμή και τη χαρά να δούμε πόσα δύναται να προκαλέσει μία μονάχα σταγόνα αλήθειας, σαν πέσει σ’ ένα ατελείωτο και μαύρο πέλαγος υποκρισίας και σκοτεινού ψεύδους. Θα δούμε πώς αυτή η υπέροχη σταγόνα -απόσταγμα θαρρεί κανείς, ή αιθέριο έλαιο, της καρδιάς του πρίγκιπα Μίσκιν- μπορεί να ξεσηκώσει φουρτούνες και καταιγίδες σε μία γαλήνια και ήρεμη θάλασσα ψευτιάς, που αιώνια είναι αναπαυμένη στην ευκολία της ανειλικρίνειας.
Ένας πρίγκιπας μεταξύ ηλιθίων
Ο Ντοστογιέφσκι φημίζεται για την ικανότητά του να διευθύνει, όπως μόνο μία ανυπέρβλητη μουσική ιδιοφυΐα μπορεί, μία εξαίσια και σχεδόν τέλεια αρμονισμένη ορχήστρα – μία ορχήστρα όμως που αντί για μουσικά όργανα έχει ανθρώπινους χαρακτήρες, αντί για νότες, συναισθήματα και αντί για συγχρονισμό, διαπροσωπικές σχέσεις. Ο “Ηλίθιος” όχι μόνο δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά είναι μία ακόμη περίτρανη επιβεβαίωση.
Όλοι οι χαρακτήρες είναι ανθρώπινοι. Το “είναι” τους σέρνεται από χειροπιαστά “θέλω”, η καρδιά τους σκίζεται από κάθε λογής συναισθήματα και δεν λείπουν αληθινά πάθη που μαστιγώνουν τη ψυχή τους. Ο καθένας ξεχωριστός, ο καθένας ενδιαφέρον για τη προσωπική του ιδιαιτερότητα. Οι “τύποι” σμίγουν με ιδιοτροπίες που έχουν τη ρίζα τους στη μοναδικότητα, είναι συνηθισμένοι και ταυτόχρονα μοναδικοί. Γι’ αυτό, μπορούμε να τους αντιληφθούμε ως αυτόνομες υπάρξεις, αλλά και ταυτόχρονα να ταυτιστούμε μαζί τους.
Κέντρο της εν λόγω “ορχήστρας ψυχών”, είναι ο πρίγκιπας Μίσκιν, γνωστός κι ως “ηλίθιος”. Θα κάνουμε ιδιαίτερη αναφορά σε αυτόν, μιας κι αποτελεί τον πυρήνα του έργου, είναι ο μουσικός που ορίζει τον ρυθμό και τις διακυμάνσεις της μουσικής μας σύνθεσης.
Ο Μίσκιν είναι πιο παραμυθένιος από κάθε άλλον ιππότη που θαυμάσαμε ποτέ σε παραμύθια και θρύλους, αλλά και ταυτόχρονα το ίδιο γήινος με κάθε άνθρωπο της καθημερινότητάς μας.
“Βεβαιώθηκα απόλυτα”, του λέει ο γιατρός, “πως είστε ένα παιδί, δηλαδή ολότελα παιδί. Μονάχα στο μπόι και στο πρόσωπο μοιάζετε με άντρα, μα στην ανάπτυξη, στην ψυχή, στο χαρακτήρα, ίσως ίσως και στο μυαλό, δεν έχετε ενηλικιωθεί και θα μείνετε έτσι έστω κι αν ζήσετε εξήντα χρόνια”.
Θα μπορούσε κανείς να τον παρομοιάσει με τον επαναστατημένο άνθρωπο του Καμύ – έναν επαναστάτη που κηρύττει τη προσωπική του αλήθεια, την οποία και δεν δέχεται να βεβηλώσει για οποιονδήποτε λόγο. Ο Αλμπέρ Καμύ έλεγε πως: “Ελεύθερος είναι αυτός που λέει την αλήθεια” – ε, λοιπόν, δύσκολο να βρούμε πιο ελεύθερο άνθρωπο από τον πρίγκιπα Μίσκιν.
Αυτή η εξέχουσα ιδιαιτερότητά του, ωστόσο, έχει τις ρίζες της σε ένα ψυχικό υπόβαθρο που είναι πέρα για πέρα ρεαλιστικό. Ο Μίσκιν δεν είναι ούτε ουρανοκατέβατος, ούτε ημίθεος – ο Ντοστογιέφσκι φρόντισε να ζωγραφίσει το πορτρέτο του με γήινα χρώματα, παρμένα από τη ζωή. Και, καθώς θα εξερευνούμε περισσότερο το διήγημα, τόσα περισσότερα θα μαθαίνουμε για το αριστοτεχνικό ψυχογράφημα στο οποίο τον στήριξε ο συγγραφέας.
Ο πρίγκιπάς μας ήταν βέβαια επιληπτικός, αλλά ο Φιόντορ δεν θα μπορούσε να αρκεστεί σε μία τόσο μονοδιάστατη αιτιολόγηση του χαρακτήρα του. Πίσω από το προσωπείο της ειλικρίνειας κρύβονται τεράστιοι πυλώνες ιδεολογίας και τρομακτικά αφομοιωμένων πεποιθήσεων, που σπρώχνουν τον ήρωά μας να πράττει όπως πράττει (τους οποίους ούτε ο ίδιος αντιλαμβάνεται). Κι όταν αυτοί οι πυλώνες ζευγαρώνονται με την εκ φύσεως τάση του προς την επιληψία, το αποτέλεσμα είναι ένας τόσο ιδιαίτερος άνθρωπος, που δεν παύει ωστόσο να είναι άνθρωπος.
Μία σταγόνα αλήθειας σε ένα πέλαγος ψεύδους
Τα γεγονότα διαδραματίζονται σε μία κοινωνία και μέσω ανθρώπων που όλοι έχουμε συνηθίσει – ανθρώπους που θυσιάζουν την προσωπική τους αλήθεια και τα βαθύτερα “θέλω” τους είτε στον βωμό της κοινωνικής ευπρέπειας, είτε στα “Πρέπει” μίας αρρωστημένης αντίληψης για το πώς θα έπρεπε να λειτουργούν οι διαπροσωπικές σχέσεις.
Όλοι λένε ψέματα – άλλοι περισσότερα, άλλοι λιγότερα. Όλοι παριστάνουν κάτι, σε ανθρώπους που δεν τους ενδιαφέρουν ουσιαστικά, για να χτίσουν σχέσεις που εν τέλει τους εγκλωβίζουν ακόμα πιο βαθιά στον βούρκο του ψέματος. Ένας στρατηγός που παριστάνει τον νέο Ναπολέοντα, μία μάνα που πιέζει τα παιδιά της για να μη γίνουν όπως εκείνη (τη στιγμή όμως που τους στερεί κάθε δικαίωμα στην πρωτοτυπία), ένας νέος που διψάει για επιβεβαίωση και αγάπη από τους γύρω του και τη ζητάει μέσα από τον πόλεμο που τους ασκεί και τα εγκλήματα που κάνει κατά του εαυτού του.
Σε αυτό το διήγημα του μέγα ψυχαναλυτή Ντοστογιέφσκι, μαθαίνουμε και αντιλαμβανόμαστε μία βασική ενδογενή διαδικασία της ψυχοσύνθεσης του ανθρώπου. Όλοι έχουμε βαθύτερα και αληθινά “θέλω”, έχουμε όμως επίσης και τον φόβο της απόρριψης. Όταν αυτά τα δύο αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, το αποτέλεσμα είναι μία σχεδόν σχιζοφρενική και παρανοϊκή συμπεριφορά, ένας άνθρωπος που κυνηγάει τους στόχους του μέσα από παντελώς παράδοξες μεθόδους. Για παράδειγμα, κάνει κακό στον εαυτό του για να λάβει την αγάπη των άλλων, ή σπρώχνει τους άλλους μακριά του, μόνο και μόνο επειδή έχει ανάγκη να τους βλέπει να ξανάρχονται! Ο παραλογισμός και η αφαίμαξη της απλότητας όσον αφορά τις πράξεις του ανθρώπου μάλλον είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση – και στο έργο αυτό υπάρχει μεγάλο φάσμα χαρακτήρων, οπότε και θα την ζήσουμε σε μεγάλη έκταση.
“Είναι στιγμές που νομίζω πως δεν έχω δίκιο να σκέφτομαι έτσι΄ γιατί βέβαια η ειλικρίνεια αξίζει περισσότερο απ’ τη σωστή χειρονομία.”
Μέσα σε αυτόν τον κυκλώνα, εισέρχεται απρόσκλητος ο πρίγκιπας Μίσκιν. Με όλους είναι ειλικρινής, λέει αυτό που σκέφτεται, δηλώνει πώς πραγματικά αισθάνεται για τον καθένα και δεν κρύβει απολύτως (μα απολύτως) τίποτα για τον εαυτό του. Κάθε σκέψη του διαχέεται ακαριαία στον περίγυρό του, όπως και κάθε πρόθεση και βούληση. Δεν μιλάει με υπονοούμενα, δεν λέει “μισόλογα” και πραγματικά ζητάει αυτό που θέλει.
Όλοι, όπως είναι φυσικό, τον αντιμετωπίζουν στην αρχή σαν εξωγήινο ή παράφρονα – ή και τα δύο μαζί. Άλλοι με περισσότερη δυσπιστία, άλλοι με λιγότερη. Όταν όμως πείθονται για την ακεραιότητα του χαρακτήρα του, βλέπουμε πως αναπτύσσουν μαζί του μία σχέση που τους είναι ολότελα πρωτόγνωρη. Για πρώτη φορά λένε την αλήθεια (τουλάχιστον όση αντέχουν να παραδεχθούν οι ίδιοι στον εαυτό τους), αφήνονται στο υπέροχο πέπλο της εμπιστοσύνης και μοιράζονται τον τεμαχισμένο εαυτό τους.
Ο Μίσκιν, ακριβώς επειδή δεν έχει προσδοκίες από κανέναν, απλώς τους δέχεται γι’ αυτό που είναι. Η τρομακτική διεισδυτικότητά του όσον αφορά τις ανθρώπινες ψυχές, για την οποία και διακρίνεται, δεν αποτελεί κάποιο θείο χάρισμα ή ένα απόκτημα σκληρής εξάσκησης πάνω στη ψυχανάλυση΄ η ικανότητά του να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί τη ψυχοσύνθεση του συνομιλητή του έγκειται απλώς στο γεγονός ότι δεν τον μυθοποιεί και δεν έχει άλογες προσδοκίες από αυτόν. Μπορεί απλώς να τον ακούσει – να τον ακούσει όμως βαθιά και ουσιαστικά, δίχως να επεμβαίνει το “εγώ” του και να πλάθει ψεύτικα είδωλα. Δεν θέλει από κανέναν να είναι κάτι πέρα από αυτό που είναι, δεν ζητάει από κανέναν κάτι το οποίο δεν θα ήταν διατεθειμένος να δώσει – συνεπώς, τους επιτρέπει να είναι ο εαυτός τους.
“…αυτό που αρχίζει με ψέμα, τελειώνει με ψέμα”.
Κι αυτό επειδή πρέπει να έχουμε το απαραίτητο και -διόλου ευκαταφρόνητο- θάρρος να Επιτρέπουμε στους άλλους να Είναι ο εαυτός τους, αν θέλουμε αληθινούς ανθρώπους γύρω μας αντί για ηθοποιούς και μαριονέτες – ένα θάρρος που πηγάζει από τον σεβασμό στην αλήθεια του εαυτού μας, αλλά και στην αλήθεια των συνανθρώπων μας. Κι ο Μίσκιν έχει αυτό το θάρρος.
Ένα αεράκι ειλικρίνειας
Πιστεύω πως το πιο σωστό είναι να αφήσω τον Μίσκιν να κλείσει αυτό το άρθρο.
“Θέλω όλα να τα εξηγήσω, όλα, όλα, όλα! Ω, ναι! Νομίζετε πως είμαι ουτοπιστής; Ιδεολόγος; Ω, όχι, οι σκέψεις μου, μα το Θεό, είναι τόσο απλές… Δε με πιστεύετε; Χαμογελάτε; Ξέρετε, ώρες-ώρες γίνομαι χυδαίος, γιατί χάνω στην πίστη μου΄ πριν λίγη ώρα ερχόμουν εδώ πέρα και σκεφτόμουν: “Μα πώς θα κουβεντιάσω μαζί τους; Με ποια λέξη θα πρέπει ν’ αρχίσω για να καταλάβουν κάτι, έστω και το ελάχιστο;”. Πόσο φοβόμουν, για σας όμως φοβόμουν περισσότερο, τρομερά, τρομερά! Κι όμως, ήταν τάχα δικαιολογημένος ο φόβος μου, δεν ήταν ντροπή μου να φοβάμαι; Τι σημασία έχει που σε κάθε πρωτοπόρο αναλογούν αμέτρητοι καθυστερημένοι και κακοί; Αυτή είναι ίσα-ίσα η χαρά μου, που είμαι τώρα σίγουρος πως δεν είναι καθόλου αμέτρητοι, μα είναι όλοι τους ζωντανό υλικό!
Εξάλλου, δεν υπάρχει λόγος να ντρεπόμαστε που είμαστε γελοίοι, ψέματα; Γιατί αυτό είναι αλήθεια, είμαστε γελοίοι, ελαφρόμυαλοι, έχουμε κακές συνήθειες, πλήττουμε, δεν ξέρουμε να βλέπουμε σωστά, δεν καταλαβαίνουμε τίποτα, όλοι μας έτσι είμαστε, και σεις και γω και κείνοι. Να, εσείς δεν το θεωρείτε βέβαια προσβλητικό που σας το λέω κατάμουτρα πως είστε γελοίοι, έτσι δεν είναι; Κι αφού είναι έτσι, δεν είστε λοιπόν θαυμάσιο υλικό; Ξέρετε, κατά τη γνώμη μου, το να ‘ναι κανείς γελοίος είναι καμιά φορά καλό, ίσως-ίσως καλύτερα να ‘ναι κανείς γελοίος΄ μπορεί να συγχωρέσει ευκολότερα ο ένας τον άλλον, να καταλάβει κανείς όλα αμέσως, δεν μπορεί ν’ αρχίσει μονομιάς απ’ την τελειότητα! Για να φτάσεις στην τελειότητα, πρέπει πολλά να μην καταλαβαίνεις πρώτα. κι αν τα καταλάβουμε πολύ γρήγορα, δεν αποκλείεται να μην τα καταλάβουμε καλά. Αυτό το λέω σε σας, σε σας που μπορέσατε κιόλας όσα να καταλάβετε και… να μην καταλάβετε. Τώρα πια δεν φοβάμαι για σας΄ δεν πιστεύω να θυμώνετε που κάθεται ένα παιδί και σας λέει τέτοια πράματα. Και βέβαια όχι!
Ω εσείς θα μπορέσετε να ξεχάσετε και να συγχωρέσετε καμιά προσβολή΄ γιατί το δυσκολότερο απ’ όλα είναι να συγχωρέσει κανείς εκείνους που δεν του έκαναν καμιά προσβολή.”
via