Τόνων και πνευμάτων απολογία - Point of view

Εν τάχει

Τόνων και πνευμάτων απολογία



Αξιότιμοι κύριοι δικαστές, ερίτιμοι λόγιοι, λογογράφοι, γλωσσολόγοι, φιλόλογοι, ακαδημαϊκοί, ερευνητές και λοιποί περί την γλώτταν  ημών τυρβάζοντες  αλλά και εσείς που την μιλάτε και τη νοιάζεστε.  Εδώ και δύο σχεδόν δεκαετίες έχουμε εκβληθεί από την επίσημη ελληνική, δηλαδή από τη γλώσσα που αναγνωρίζει η ελληνική πολιτεία ως επίσημη.  Πριν από είκοσι έξι περίπου χρόνια, σε μια μεταμεσονύκτια συνεδρίασή της η Βουλή των Ελλήνων αποφάσισε να μας εξοστρακίσει ανεπιστρεπτί από την γραπτή γλώσσα, όπου επί περισσότερες από δύο χιλιετίες κοσμούσαμε και συμπληρώναμε τις λέξεις.
   Σε τόσο μεγάλη δυσμένεια και περιφρόνηση έχουμε πια περιέλθει, ώστε αναγκαζόμαστε να συντάξουμε και να δημοσιεύσουμε κι αυτήν ακόμα την απολογία μας ερήμην μας.  
   Δεν μπορείτε, αξιότιμοι κύριοι δικαστές, να νιώσετε την οδύνη της βίαιης αποκοπής μας από τις αγαπημένες μας λέξεις,  με τις οποίες μας  ένωναν προαιώνιοι δεσμοί αίματος.  Τώρα πλέον περιφερόμαστε άστεγοι κι απορφανισμένοι αναζητώντας καταφύγιο σε λιγοστά περιοδικά κι εκδοτικούς οίκους,  που ακόμα μας τιμούν κι επιμένουν να μας εκτυπώνουν. Όμως η παρηγοριά αυτή είναι μικρή, αφού φυτοζωούμε σαν εξόριστοι στην  ίδια μας την πατρίδα. 
  Ξέρουμε  πως με αυτά μας τα λόγια, αξιότιμοι κύριοι δικαστές, δεν πρόκειται να σας συγκινήσουμε και να επηρεάσουμε την άτεγκτη επιστημονική σας ορθοφροσύνη.  Θα προσπαθήσουμε, λοιπόν, να σας πείσουμε. Αλλά μην περιμένετε από εμάς δικανική δεινότητα, γιατί δεν είμαστε δικολάβοι σαν αυτούς που μας καταδίκασαν.
  Λένε πως είμαστε βάρος και πως δυσχεραίναμε την εκμάθηση της γλώσσας μας από τους νέους μαθητές και την επικέντρωσή τους σε πράγματα πιο ουσιώδη από εμάς. Η υποτιθέμενη όμως ευκολία είναι επαρκής λόγος για την κατάργησή μας; Ευδοκιμεί η παιδεία που  επιβάλλει στον μαθητή την μικρότερη δυνατή προσπάθεια ή αυτή που   τον προγυμνάζει με απαιτητικές ασκήσεις; Κι αλήθεια, είμαστε τόσο βάρος για τον δύσμοιρο μαθητή, ο οποίος  συνήθως καταφέρνει να μάθει πράγματα πολύ δυσκολότερα από εμάς; Υπάρχουν ασιατικοί λαοί που διατηρούν μέχρι σήμερα ιδεογραμματικά συστήματα γραφής ασύγκριτα απαιτητικότερα  από τα πολυτονικά ελληνικά. Στην Ιαπωνία οι νεαροί μαθητές πρέπει να εκμάθουν χιλιάδες ιδεογράμματα. Γιατί εκεί η διατήρηση κι η εκμάθηση μιας τόσο πολυπλοκότερης γραφής δεν γίνεται, όπως εμείς,  τροχοπέδη για την μορφωτική και γενικότερη ευημερία αυτών των λαών; 
  Ίσως  επειδή εκείνοι δεν διαθέτουν  κάποιους γραφικούς ανθρώπους που φέρουν το κακόηχο όνομα «συνδικαλιστές». Αυτοί οι συνδικαλιστές μας είχαν βάλει από καιρό στο μάτι. Πίστευαν πως αν καταφέρουν να μας εξοβελίσουν θα τους χρεωνόταν μια ακόμα «δημοκρατική» παροχή στον λαό σαν να περιέκοπταν κάποιον επαχθή δασμό ή φόρο. Το ίδιο φαίνεται πως  πίστευαν κι οι άνθρωποι που κυβερνούσαν τον τόπο εκείνα τα χρόνια. Κι επειδή οι δασμοί κι οι φόροι δεν καταργούνται τόσο εύκολα, και μάλιστα σε βάθος χρόνου, κατάργησαν εμάς.
  Βέβαια, οι κυβερνήτες εκείνου του καιρού πιέζονταν κι από ανθρώπους πολύ πιο υπολογίσιμους από τους επονομαζόμενους «συνδικαλιστές». Αυτοί ήταν οι μεγάλοι εκδότες. Για τους τελευταίους η παραμονή μας στη γραπτή γλώσσα ήταν οικονομικά ασύμφορη. Τους στοιχίζαμε χρόνο ( σημαίναμε δηλαδή περισσότερα χτυπήματα στα πληκτρολόγια) άρα και χρήμα. Εμείς δεν είχαμε να αντιτάξουμε σ’ αυτούς τους νεόπλουτους εμπόρους τίποτε άλλο εκτός από την αριστοκρατική καταγωγή μας. Ανήκαμε σε αρχαία γενιά.  Αλλά κι αυτή μας αμφισβητήθηκε, όπως θα δείτε πιο κάτω. 
   Για να μας εξορίσουν, οι άρχοντες του δήμου χρειάζονταν ένα επιστημονικό άλλοθι. Και δεν δυσκολεύθηκαν να το βρουν.  Κάποιοι φιλόλογοι υποστήριξαν πως δεν υπήρχαμε και πως μας έφεραν στη ζωή οι αλεξανδρινοί γραμματικοί.  Το ό, τι δεν ανεβάζαμε την καταγωγή μας στην Αθήνα του χρυσού αιώνα του Περικλή ακύρωνε τα πάνω από δυόμισι χιλιάδες χρόνια της αγέραστης παρουσίας μας. Με την ίδια λογική, θα μπορούσαν  να αφαιρεθούν οι τίτλοι καταγωγής και από τα μικρά γράμματα, που αυτά υπήρξαν πολύ μεταγενέστερά μας, αφού καθιερώθηκαν μόλις στην βυζαντινή εποχή. Μάλιστα καθώς γράφαμε αυτά τα λόγια τα μικρά γράμματα άρχισαν να δυσανασχετούν και να αγωνιούν και χρειάστηκε να τα καθησυχάσουμε λέγοντάς τους πως για την ώρα δεν κινδυνεύουν.
    Όμως δεν ήταν ακριβώς έτσι. Όταν  μας είπαν πως δεν υπήρχαμε στους κλασσικούς χρόνους, η πανάρχαια μνήμη μας ξεσηκώθηκε αγανακτισμένη. Ακούς εκεί δεν υπήρχαμε! Υπήρχαμε. Θέλουμε να πούμε πως οι άνθρωποι τότε μας είχαν στο στόμα τους, μας πρόφεραν. Αυτά που δεν είχαν ακόμα επινοηθεί ήταν τα  γραπτά σημεία που μας δήλωναν. Έτσι έγινε και με άλλες γλώσσες, όπου η γραφή δεν απέδιδε  όλους τους φθόγγους. Στα εβραϊκά λόγου χάριν και τις άλλες σημιτικές γλώσσες αρχικά γράφονταν μόνο τα σύμφωνα κι όχι τα φωνήεντα. Αλλά, βέβαια, τα φωνήεντα υπήρχαν,  έστω κι αν τα σημεία που τους αντιστοιχούσαν  εφευρέθηκαν  πολύ αργότερα-υπό μορφήν στιγμών κάτω απ’ τα σύμφωνα ( συγχωρέστε, κύριοι δικαστές, τον επιστημονικό σχολαστικισμό μας).   Ετούτα ακριβώς τα σημεία- δηλαδή το γραπτό μας ένδυμα- έφτιαξαν  οι αλεξανδρινοί γραμματικοί, και μάλιστα όταν αρχίσαμε να χανόμαστε από το στόμα. Έτσι  περάσαμε, στην περγαμηνή, τον πάπυρο και το χαρτί  για να θυμίζουμε κάτι που υπήρχε και τώρα κέρδιζε μια δεύτερη ζωή. Επομένως,  με εμάς συμβαίνει ό, τι και με το η, το ω, το υ, το αι, το οι, μ’ όλη, με δυο λόγια, την ιστορική μας ορθογραφία.  
   Φοβόμαστε πως το κακό που άρχισε με εμάς μπορεί να επεκταθεί και στα υπόλοιπα γράμματα και, αν οι επιστήμονες που πρώτοι εισηγήθηκαν την εξάλειψή μας ήταν συνεπείς  με τις απόψεις τους, θα έπρεπε να αμφισβητήσουν όλη την ορθογραφία. Μπορεί κάποιοι άλλοι στο μέλλον να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους. 
  Εμείς όμως, οι τόνοι και τα πνεύματα, που σιγά-σιγά χανόμαστε, θέλουμε να σας θυμίσουμε πως ό, τι σας ενώνει με γλώσσα των προγόνων σας (που είναι πρόγονοί σας εκ γλώσσης κι όχι εξ αίματος) είναι οι λέξεις, όπως τις γράφετε κι όχι όπως τις λέτε, γιατί, απ’ ό, τι θυμόμαστε, τότε, στα αρχαία χρόνια, οι λέξεις προφέρονταν αρκετά διαφορετικά. Αυτή τη συνέχεια είναι στο χέρι σας να τη διακόψετε ή  να την κρατήσετε. Αν πιστεύετε, βέβαια, πως αξίζει τον κόπο να κάνετε κάτι τέτοιο. Βλέπετε, η πίστη  στις αξίες δεν θεμελιώνεται πάνω στη πειθώ. Για αυτό κι εμείς πρέπει να σταματήσουμε εδώ. 
Γιώργος Βαρθαλίτης 
Πρωτοδημοσιεύθηκε στην Αυγή

Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του Σπύρου Βασιλείου.
πηγή κειμένου: Aντίφωνο

Pages