Η δικαιολόγηση της αιτίας
Μποτιλιάρισμα στον αυτοκινητόδρομο μεταξύ Βασιλείας και Φρανκφούρτης. Επισκευή του δρόμου. Νευριάζω. Επί ένα τέταρτο της ώρας πηγαίνω σημειωτόν. Ύστερα η κυκλοφορία συνεχίζεται κανονικά.Αλλά όχι για πολύ, μισή ώρα αργότερα ξανασταματάω. Πάλι λόγω της επισκευής του δρόμου. Αλλά, περιέργως, εκνευρίζομαι λιγότερο. Κατά μήκος του δρόμου μπορείς να διαβάσεις σε πινακίδες τοποθετημένες ανά τακτά διαστήματα: «Επισκευάζουμε τον δρόμο για την άνεση και την ασφάλεια σας».
Αυτά τα μποτιλιαρίσματα μου θυμίζουν ένα πείραμα που έκανε το 1971 η Έλλεν Λάνγκερ, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ. Περίμενε μέχρι να σχηματιστεί ουρά μπροστά στο φωτοτυπικό μηχάνημα της βιβλιοθήκης και στην συνέχεια απευθύνθηκε στα πρώτα άτομα της σειράς: «Συγγνώμη, έχω πέντε σελίδες. Μήπως μπορείτε να με αφήσετε να περάσω μπροστά;». Σπανίως την άφηναν να περάσει μπροστά.
Ύστερα επανέλαβε το πείραμα, αλλά αυτή τη φορά προβάλλοντας κάποιο λόγο: «Συγγνώμη, έχω πέντε σελίδες. Μήπως μπορείτε να μ'αφήσετε να περάσω; Έχω αργήσει». Και οι άνθρωποι που στέκονταν στην ουρά την άφηναν σχεδόν πάντα να περάσει μπροστά τους. Κατανοητό, το να είσαι βιαστικός είναι καλός λόγος. Αλλά σχηματιστεί ουρά. «Συγγνώμη, έχω πέντε σελίδες. Παρακαλώ, μπορείτε να μ'αφήσετε να περάσω γιατί θέλω να κάνω κάποιες φωτοτυπίες;» Και πάλι οι περισσότεροι την άφηναν να περάσει, παρόλο που ο λόγος που επικαλέστηκε ήταν γελοίος, αφού όλοι στέκονταν στην ουρά ακριβώς για τον ίδιο λόγο.
Συναντάμε μεγαλύτερη κατανόηση όταν δικαιολογούμε τη συμπεριφορά μας. Και δεν έχει μεγάλη σημασία αν η δικαιολογία που προβάλλουμε είναι λογική ή εντελώς παράλογη. Δεν είναι εκπληκτικό; Αρκεί να προσθέσουμε ένα «επειδή» ή ένα «διότι». Η ταμπέλα που δηλώνει «Επισκευάζουμε τον δρόμο για την άνεση και την ασφάλεια σας» είναι εντελώς περιττή.
Υποψιαζόμαστε ότι δεν το κάνουν για να φυτέψουν λουλούδια. Και, στο κάτω κάτω, αρκεί να ρίξεις μια ματιά από το τζάμι για να δεις τι συμβαίνει. Κι όμως, η επισήμανση του λόγου για τον οποίο η κυκλοφορία επιβραδύνεται μας ηρεμεί κάπως. Αν δεν αναφέρεται ρητά η αιτία, χάνουμε την ψυχραιμία μας.
Αεροδρόμιο Φρανκφούρτης. Αναμονή για την επιβίβαση. Έπειτα, η ακόλουθη ανακοίνωση: «Η πτήση LH 1234 έχει τρεις ώρες καθυστέρηση». Πηγαίνω στη θύρα επιβίβασης και ρωτάω μια υπάλληλο ποια είναι η αίτια της καθυστέρησης. Ανεπιτυχώς. Γίνομαι έξαλλος: τι ντροπή να μας αφήνουν έτσι,στην άγνοια! Μια άλλη μέρα,στο ίδιο αεροδρόμιο, ακούω την ακόλουθη αναγγελία: «Η πτήση LH 5678 έχει τρεις ώρες καθυστέρηση για τεχνικούς λόγους». Η καθυστέρηση δεν ήταν μικρότερη, αλλά αυτό αρκούσε για να με καλμάρει, όπως και τους άλλους επιβάτες.
Οι άνθρωποι διψάνε για αιτιολογίες. Έχουμε αρρωστημένη ανάγκη να ακούμε «επειδή» ή «διότι», ακόμα κι αν ο λόγος που προβάλλεται δε στέκει. Αν είστε στέλεχος επιχείρησης, ξέρετε για τι πράγμα μιλάω. Αν δε δίνετε στους συνεργάτες σας κάποιο λόγο, βάσιμο ή όχι, το ενδιαφέρον τους μειώνεται. Δεν αρκεί να πείτε ότι ο σκοπός του εργοστασίου σας είναι να παράγει παπούτσια, ακόμα κι αν πρόκειται μόνο γι' αυτό. Όχι - το προσωπικό σας έχει ανάγκη από στόχους του στυλ: «Με τα παπούτσια μας, θέλουμε να φέρουμε επανάσταση στην αγορά» (ως συνήθως). Ή: «Με τα παπούτσια μας, κάνουμε τις γάμπες των γυναικών πιο όμορφες, άρα ομορφαίνουμε τον κόσμο».
Αν οι τιμές του χρηματιστηρίου ανεβαίνουν ή κατεβαίνουν κατά ο,5%,ένας δημοσιογράφος δε θα γράψει ποτέ αυτό που ανταποκρίνεται στην αλήθεια, δηλαδή ότι πρόκειται για τον συνεχή «λευκό θόρυβο» που εμψυχώνει τις αγορές, με άλλα λόγια για το τυχαίο αποτέλεσμα ενός μεγάλου αριθμού χρηματιστηριακών κινήσεων. Οι αναγνώστες θέλουν κάποια εξήγηση και ο δημοσιογράφος θα τους τη δώσει, ακόμα κι αν είναι εντελώς επουσιώδης (εκτιμώνται ιδιαιτέρως οι δηλώσεις των προέδρων των κεντρικών τραπεζών).
Αν σας ρωτήσουν γιατί δε σεβαστήκατε μια προθεσμία απαντήστε: «Γιατί δεν κατάφερα, δυστυχώς». Μια περιττή πληροφορία (γιατί αν τα είχατε καταφέρει, θα είχατε σεβαστεί την προθεσμία), αλλά συχνά αποδεκτή.
Μια μέρα, παρατηρούσα τη γυναίκα μου που χώριζε σχολαστικά τα μαύρα από τα μπλε ρούχα. Κάτι εντελώς παράλογο, γιατί, αν αυτά τα χρώματα ξεβάψουν, δεν υπάρχει πρόβλημα. Δεν υπήρχε πρόβλημα από την εποχή που ήμουν φοιτητής κι έπλενα τα ρούχα μου. Ρώτησα λοιπόν τη σύζυγό μου: «Γιατί χωρίζεις τα μπλε από τα μαύρα;». Μου απάντησε: «Διότι προτιμώ να τα πλένω χωριστά». Η απάντησή της μου ήταν αρκετή.
Συμπέρασμα: Το «διότι» έχει λόγο ύπαρξης. Η συνδετική φράση που αρχίζει με ένα «γιατί» φαίνεται ασήμαντη, είναι όμως το λιπαντικό των διαπροσωπικών σχέσεων.
Χρησιμοποιήστε τη λοιπόν ανενδοίαστα.
ΡΟΛΦ ΝΤΟΜΠΕΛΛΙ
Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ