Ὅλα τά ποτάμια πᾶνε στήν θάλασσα· καί ἡ θάλασσα νερό δέν χορταίνει
(Ἐκκλ. 1,7)!
(Ἐκκλ. 1,7)!
Τί ὄμορφα λόγια!
Ποτάμια εἶναι οἱ ἅγιοι. Ἔργο τους καί ἀποστολή τους εἶναι, μέ τά ἔργα τους, μέ τίς ἀρετές τους, καί μέ τά λόγια τους, νά ποτίζουν τήν διψασμένη γῆ: τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, πού ζοῦν σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή στήν γῆ κατά σάρκα.
Μά ὅση δραστηριότητα καί ἄν ἀναπτύσσουν οἱ ἅγιοι, καί ὅσες καί ἄν δίνουν συμβουλές, οἱ ἄνθρωποι θά μένουν διψασμένοι, ἄν δέν ψάξουν νά βροῦνε οἱ ἴδιοι τόν τρόπο, νά ξαναγυρίσουν μόνοι τους, μέ τήν καρδιά τους, στήν Πηγή ἐκείνη, ἀπό τήν ὁποία ξεπηγάζουν τά ἔργα πού κάνουν οἱ ἅγιοι.
Καί ὅσο θά τό ἀμελοῦν, ὅσο θά ἀμελοῦν νά ξαναγυρίσουν μέσα τους, στήν καρδιά τους, στόν ἔσω ἄνθρωπο καί νά πιαστοῦν ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ μας, καί νά δεθοῦν μέ πόθο μαζί Του, τό χέρι τους, σέ ὅ,τι κι ἄν προσπαθοῦν νά κάμουν, θά πέφτει πάντα ἄψυχο· καί ὁ λόγος τους, ὄχι ἁπλᾶ δέν θά δροσίζει τά χείλη τους, ἀλλά ἀντίθετα, ὅλο καί πιό πολύ θά τά στεγνώνει!
Οἱ ἅγιοι ἀγωνίζονταν, ὅλο καί πιό πολύ, νά ξαναγυρίζουν μέσα τους, καλλιεργώντας τήν ἀγάπη· καί ἐκεῖ στά βάθη τῆς καρδιᾶς τους εὕρισκαν καί ρουφοῦσαν ἐκεῖνα, πού τώρα, μέ τήν δράση τους, μέ τά ἔργα τους, καί μέ τά λόγια τους, τά διοχετεύουν στόν κόσμο. Κάπως ἔτσι ἔμαθαν οἱ ἅγιοι, νά ἀγαπᾶνε ἐκεῖνα πού τώρα τά φέρνουν στό στόμα τους καί τά διδάσκουν.
Μετάφραση: +ὁ Νικοπόλεως Μελέτιος
Πηγή: Το κανδυλάκι