Πώς και γιατί εκλογικεύουμε παράλογες επιλογές
Επί μισόν αιώνα, οι κλινικοί ψυχολόγοι προσπαθούν να κατανοήσουν τη φύση ενός ανθρώπινου χαρίσματος: την «εκλογίκευση της παράλογης συμπεριφοράς». Γιατί, άραγε, εξελιχθήκαμε με έναν εγκέφαλο που καλωσορίζει την επιθυμία μας να αγοράσουμε ένα φωσφοριζέ σαραβαλάκι που καίει πολύ βενζίνη; Ο εγκέφαλός μας μας λέει «Μπράβο» ενώ οι φίλοι μας αναφωνούν: «Μα, είσαι καλά;».
Αυτή η «αυτοπαραπλάνηση» είναι προϊόν της λεγόμενης «γνωσιακής παραφωνίας», λένε οι ψυχολόγοι, εξηγώντας ότι συχνά αγνοούμε τη «λογική μας» για να εντυπωσιάσουμε τους γύρω μας, να διατηρήσουμε την «ηθική μας οντότητα» και να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή μας.
Αν πράγματι αυτό συμβαίνει, τότε οι πίθηκοι καπουτσίνοι είναι πολύ πιο σύνθετα όντα από ό,τι πιστεύαμε. Ή, ίσως, εμείς οι άνθρωποι είμαστε πολύ πιο απλοϊκά. Σε μελέτη που δημοσιεύεται στο Psychological Science, ερευνητές του Πανεπιστημίου Γέιλ διαπίστωσαν ότι η «γνωσιακή παραφωνία» παρατηρείται τόσο σε πιθήκους όσο και σε τετράχρονα παιδιά.
Πρώτα το 1956
Το πείραμα αντιγράφει άλλο που έγινε το 1956 και απέδειξε την ύπαρξη της «γνωσιακής παραφωνίας». Τότε, ο δρ Λίον Φέστινγκερ έπεισε τον φοιτητή του Τζακ Μπρεμ να μεταφέρει τα δώρα του γάμου του στο εργαστήριο και ζήτησε από εθελοντές να αξιολογήσουν πόσο επιθυμητά τους ήταν ορισμένα από αυτά, όπως ένα χρονόμετρο, ένα ραδιόφωνο ή μία τοστιέρα. Τους επιτράπηκε να επιλέξουν μεταξύ δύο αντικειμένων που θεωρούσαν ισάξια - το ένα, που μάλιστα, θα έπαιρναν μαζί τους μετά την ολοκλήρωση του πειράματος. (Οταν τελείωσε το πείραμα, ο Μπρεμ ομολόγησε στους εθελοντές ότι δεν μπορούσε να τους χαρίσει κανένα από τα δώρα του, με αποτέλεσμα μια γυναίκα να ξεσπάσει σε λυγμούς.) Αφού έκαναν την επιλογή, προσδιορίζοντας ποιο ήταν το αντικείμενο που έβρισκαν πιο επιθυμητό, τους ζητήθηκε να αξιολογήσουν τα αντικείμενα εκ νέου. Ξαφνικά είχαν τη δυνατότητα να εκφράσουν νέα άποψη για την αξία των πραγμάτων. Και, όμως, παρέμειναν σταθεροί στην αρχική τους επιλογή. Αυτοί που είχαν επιλέξει, λόγου χάρη, την τοστιέρα αντί της φρυγανιέρας, θεωρούσαν ότι είχαν κάνει την καλύτερη επιλογή και ότι η φρυγανιέρα είχε μικρότερη αξία. Εν ολίγοις, «έπεισαν» τους εαυτούς τους ότι είχαν κάνει τη σωστή επιλογή.
Το ίδιο ακριβώς έπραξαν παιδιά και καπουτσίνοι που μελετήθηκαν από τη Λουίζα Ιγκαν, τη Λόρι Σάντος και τον Πολ Μπλουμ.
Οταν κάποιος πίθηκος έδειχνε τον ίδιο βαθμό προτίμησης για την κόκκινη, την μπλε και την πράσινη καραμέλα, οι ερευνητές τον ανάγκαζαν να επιλέξει ανάμεσα σε δύο. Αν διάλεγε την κόκκινη, αντί της μπλε, σήμαινε ότι έδινε μικρότερη αξία στη δεύτερη. Στη συνέχεια όταν κλήθηκε να διαλέξει ανάμεσα στην μπλε και την πράσινη, κατά πάσα πιθανότητα θα απέρριπτε εκ νέου την μπλε. Αρα ο πίθηκος συμπεριφερόταν όπως ο άνθρωπος και δικαιολογούσε ή, καλύτερα, επέμενε στην αρχική του επιλογή.
Οι άνθρωποι, όμως, αντιμετωπίζουν τη «γνωσιακή παραφωνία» -τη σύγκρουση αντικρουόμενων σκέψεων- με την κατάργηση μιας εξ αυτών. Η πεποίθηση ότι η τοστιέρα είναι ένα αντικείμενο που θα έπρεπε να είχαμε διαλέξει συγκρούεται με τη γνώση ότι επιλέξαμε άλλο. Γι' αυτό και ο ανθρώπινος εγκέφαλος απλώς εξουδετερώνει την πρώτη σκέψη.
Οταν παρατηρούμε σε άλλους τη διαδικασία εκλογίκευσης, τη θεωρούμε γελοία ή ακόμα και παθολογική. Πιστεύουμε ότι καταλαμβάνονται από μια ακαταμάχητη ανάγκη να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους ή απλώς λένε ασύστολα ψεύδη που ούτε και οι ίδιοι θα μπορούσαν ποτέ να πιστέψουν.
Εφόσον, όμως, τέτοιοι μηχανισμοί παρατηρούνται σε παιδιά και πρωτεύοντα, όπως στους ενήλικες, πόσο εκούσια και συνειδητή είναι η εκλογίκευση των επιλογών μας;
Η ανάγκη να δικαιολογήσουμε τις αποφάσεις μας μπορεί να μοιάζει παράλογη ή και μικροπρεπής, ακριβώς σαν την αλεπού στον μύθο του Αισώπου, που όταν δεν κατάφερε να φτάσει τα σταφύλια, είπε «άγουρα είναι» και εγκατέλειψε την προσπάθεια. Ο Αίσωπος, όμως, αγνοούσε την ανάγκη του μηχανισμού εκλογίκευσης στην εξελικτική μας πορεία.
Από τη στιγμή που πάρουμε μια απόφαση, η επαναδιαπραγμάτευσή της θα επενέβαινε σε σοβαρότερες διεργασίες. Ενας πίθηκος που «άγχεται» για την ορθότητα των διατροφικών του επιλογών, δαπανά ενέργεια η οποία θα του χρειαστεί για να βρει το επόμενο γεύμα.
Ακόμα, λοιπόν, κι αν αγοράσατε το φωσφοριζέ κίτρινο σαραβαλάκι που «πίνει βενζίνη σαν νεροφίδα», θα πείσετε τον εαυτό σας ότι το οικονομικότερο γαλάζιο ήταν άσχημο και αργό. Ετσι μπορείτε να προχωρήσετε με τη ζωή σας. Ισως το υποσυνείδητό σας αντιλαμβάνεται ότι δεν έχετε χρόνο για να μετανοήσετε για την επιλογή σας. Πρέπει να βρείτε χρήματα για να πληρώσετε το νέο σας φωσφοριζέ απόκτημα.
_______
Πηγη: nytimes.com