Διογένης ο κυνικός - Point of view

Εν τάχει

Διογένης ο κυνικός




Ο κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος της κυνικής φιλοσοφίας. Γεννήθηκε στη Σινώπη και νέος ήρθε στην Αθήνα, για να μαθητεύσει στον ιδρυτή της κυνικής φιλοσοφίας Αντισθένη. Ζούσε πότε στην Αθήνα, πότε στην Κόρινθο, όπου και πέθανε στα 323 π.Χ. σε βαθύ γήρας.
diogenesΟ Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει μακρότατο κατάλογο των έργων του φιλοσόφου, από τα οποία όμως τίποτα δεν διασώθηκε. Ο ίδιος συνέλεξε αποφθέγματα, ανέκδοτα και λεπτομέρειες από το βίο του μεγάλου κυνικού. Πολλά όμως απ’ αυτά είναι επινοήματα ίσως των μεταγενεστέρων θαυμαστών του. Ο βίος του Διογένη ήτο λιτότατος, οι δε Αθηναίοι τον υπεραγαπούσαν για την ετοιμότητα και την ευφυΐα του, με τις οποίες απαντούσε σε κάθε ερώτηση που του έκαναν, καθώς και για τον αδυσώπητο και τραχύ τρόπο με τον οποίο έσκωπτε τα κακώς έχοντα στην κοινωνία. Τη σκέψη του την απασχολούσαν αποκλειστικά τα ηθικοκοινωνικά προβλήματα, η δε διδασκαλία του, ουσιαστικά, ήταν επαναστατική και ανατρεπτική της υφισταμένης τάξεως.
Ο Διογένης επεδίωκε ριζική μεταβολή και μεταμόρφωση της ανθρώπινης κοινωνίας και της διεφθαρμένης ανθρώπινης φύσεως. Οι άνθρωποι – έλεγε – έχουν πλασθεί από τη φύση με ευγενές μέταλλο, που το ενόθευσαν όμως οι περιστάσεις. Γι’ αυτό, πρέπει να αναχωνευθεί και να ξαναχαραχθεί, για να ξαναγίνει ο άνθρωπος εικόνα του Θεού. Ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται με τη σωκρατική μέθοδο δια της γνώσεως.
Ο άνθρωπος πρέπει να σπουδάσει τον εαυτό του και να κατανοήσει την ανθρώπινη φύση. Έτσι ο άνθρωπος θα αποκτήσει την ύψιστη ευδαιμονία. Κυρίως εξαιρεί την αναγκαιότητα της επιστροφής του ανθρώπου στη φύση, όπως αργότερα ο Ρουσσώ.
Η φύση, λέγει ο Διογένης, εφοδίασε τον άνθρωπο με όλα τα προς το ζην, αλλά αυτός δημιούργησε τεχνητές και ανύπαρκτες επιθυμίες και ανάγκες που τον οδηγούν συχνά στην πονηρία και στη διαφθορά. Ο φυσικός και λιτός βίος είναι ασύγκριτα πιο ηδονικός από το βίο του πολιτισμένου ανθρώπου, ο οποίος κυνηγά τεχνητές ηδονές και ζει βίο αθλιότερο και από εκείνο των ζώων.
Ο Διογένης, κατά την παράδοση, στεγαζόταν μέσα σ’ ένα πιθάρι, με φύλακες τα σκυλιά του, αποδεικνύοντας, έτσι, πως και το σπίτι ακόμα ήταν κάτι το περιττό.
Ως γνωστόν το όνομα των «κυνικών» φιλοσόφων προέρχεται από τη λέξη «κύων», δηλαδή σκύλος. Ο Διογένης μάλιστα θαύμαζε τους σκύλους για την απλότητα τους. Οι σκύλοι δεν είχαν ανάγκη πολυτέλειας, αλλά αρκούνταν με τα λίγα και μπορούσαν να ξεχωρίσουν τους αληθινούς απ’ τους ψεύτικους φίλους.
Συνήθιζαν, μάλιστα, οι κυνικοί να λένε ότι «διαφέρουμε από τους άλλους σκύλους, διότι εμείς δεν δαγκώνουμε τους εχθρούς αλλά τους φίλους, για να τους διορθώσουμε».
Σε μια όχι και τόσο φημισμένη σχολή, που οι μαθητές της ήταν ή κακοπληρωτές ή αποδιωγμένοι απ’ τις φημισμένες σχολές, εκείνην του Αντισθένους, ο Διογένης βάλθηκε να σπουδάσει φιλοσοφία. Η σχολή είχε την έδρα της στου Κυνοσάργους, μια περιοχή υποβαθμισμένη. Ο κεντρικός άξονας της φιλοσοφίας της σχολής του Αντισθένους, ήταν ότι η ευτυχία δεν βρίσκεται στα πλούτη. Άρα δεν είναι αναγκαία τα χρήματα, ούτε φυσικά και η δουλειά, ούτε τα σπίτια, οι ανέσεις και τα πολυτελή ενδύματα. Αυτό όχι μόνο άρεσε στο Διογένη αλλά τον βόλευε, αφού ήταν πιο φτωχός κι απ’ τον φτωχότερο ντόπιο ή ξένο. Πήρε λοιπόν μετά τις σπουδές του ένα ραβδί στο χέρι του, ένα σακούλι στον ώμο, βρήκε κι ένα πιθάρι και το χρησιμοποιούσε για σπίτι του. Όλη μέρα την πέρναγε στην Αγορά. Έλεγε εξυπνάδες, έλεγε φιλοσοφίες και τον κάνανε χάζι τα διάφορα πηγαδάκια που φτιάχνονταν γύρω του.
Πολλοί τον αντιμετώπιζαν ως ζητιάνο λόγω της εμφάνισής του , όμως δεν τόλμαγαν να του το πουν ή να του εναντιωθούν , γιατί ο Διογένης με έξυπνο, χιουμοριστικό, κυνικό και λακωνικό λόγο τους εξευτέλιζε και τους έκανε πολλές φορές να φεύγουν απ’ τα πηγαδάκια άρον – άρον. Αλλά και πολλοί άλλοι , φτωχοί ή και πλούσιοι  τον καλόβλεπαν και γι’ αυτό τον προσκαλούσαν στα συμπόσιά τους ή να τους έρχεται για εκδρομή στα εξοχικά τους. Οι υποστηρικτές του έβλεπαν στο πρόσωπό του εκείνον που φανερά έλεγε όσα οι ίδιοι θα ήθελαν να βροντοφωνάξουν και δεν τόλμαγαν λόγω κοινωνικής θέσης ή δειλίας . Εκείνος πάλι δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία . Πήγαινε παντού. Δεν καθόταν ήσυχος ποτέ σ’ ένα μέρος. Με όλους ανακατευόταν και για όλα. Μια μέρα ενώ ταξίδευε για την Αίγινα , πειρατές κατέλαβαν το πλοίο και τον πούλησαν δούλο στην Κρήτη σ’ έναν Κορίνθιο έμπορο, τον Ξενιάδη.
Στο ήσυχο σπίτι του τελευταίου ο Διογένης ανέλαβε την διαπαιδαγώγηση των παιδιών του κυρίου του. Τα έμαθε Ιστορία, ποίηση και φιλοσοφία, όπως ο ίδιος έκρινε και έβλεπε τα πράγματα. Τα έμαθε να είναι ολιγαρκή, να ντύνονται ελαφρά, να γυμνάζονται, να έχουν υπομονή και να περιφρονούν τις συμβατικότητες και τα πλούτη. Ο Ξενιάδης και τα παιδιά του τον λάτρευαν τον Διογένη. Ο κυνικός είχε τόσες ελευθερίες από τον κύριο του ώστε όποτε ήθελε έφευγε και επισκεπτόταν την Αθήνα για όσο χρονικό διάστημα ήθελε. Στην Αθήνα ο Διογένης πήγαινε κάθε χρόνο, ιδιαίτερα τους χειμώνες. Κάθε που πήγαινε γινόταν συρροή για να τον δουν και να του μιλήσουν . Και βέβαια όπου ο Διογένης, εκεί και τα μεγάλα πηγαδάκια, ιδιαίτερα από εκείνους που κάτι τους ταίριαζε στην φιλοσοφία του κυνικού.
Εκεί στην Κόρινθο έγινε η περιβόητη συνάντησή του με τον Αλέξανδρο, που ενώ όλοι έτρεχαν ξωπίσω του, ο Διογένης λιαζόταν αδιαφορώντας για το νεαρό επίδοξο κοσμοκράτορα. Όταν ο Αλέξανδρος τον πλησίασε, τον προέτρεψε να του ζητήσει ό,τι θέλει και ο Διογένης του έδωσε την παροιμιώδη απάντηση: «Μη μου κρύβεις τον ήλιο!»
Ο Αλέξανδρος ξαφνιάστηκε, διότι είχε συνηθίσει να περιτριγυρίζεται από κόλακες, και τον ρώτησε αν τον φοβάται. Ο Διογένης ρώτησε: «Είσαι καλό πράγμα ή κακό;» Ο Αλέξανδρος απάντησε: «Καλό». Ο Διογένης για άλλη μια φορά τον άφησε άναυδο: «Τότε ποιος άνθρωπος φοβάται το καλό;»
Οι απόψεις του Διογένη δεν στέκονταν σε απλά λόγια. Ήταν κυρίως τρόπος ζωής. Ο κυνικός φιλόσοφος δεν δέχεται τα πλούτη. « Ζει μέσα σ’ ένα πιθάρι, πίνει νερό με τα χέρια του. Πρώτα έπινε νερό με μια σπασμένη κούπα. Όταν όμως είδε μια μέρα ένα σκυλί να πίνει νερό με τη γλώσσα του , πέταξε και την κούπα, φωνάζοντας ότι είναι περιττή. Η κούπα ήταν ένα σκουπίδι, κάτι που υπήρχε, αλλά που κανείς δεν το χρειάζεται πραγματικά, είναι μια πλαστή ανάγκη , ένα δημιούργημα του πολιτισμού. Πολιτισμός για τον κυνικό σημαίνει συλλογή ή καλύτερα παραγωγή σκουπιδιών.
Bastein-Lepage_Diogenes
Τόσο εξαιρετική ήταν η αυστηρότητα και η απλότητα της ζωής του, ώστε αργότερα οι Στωικοί τον αποκάλεσαν τέλειο άνθρωπο και σοφό! Θεωρούσε τις ομιλίες του Πλάτωνα ως χάσιμο χρόνου.
«Όταν ο Πλάτωνας διατύπωσε τον ορισμό ότι ο «άνθρωπος είναι δίποδο ζώο χωρίς φτερά», και ο ορισμός αυτός είχε γίνει αποδεκτός, ο Διογένης μαδάει έναν πετεινό, τον βάζει μέσα στη σχολή [του Πλάτωνα] και λέει: «Αυτός είναι ο άνθρωπος του Πλάτωνα». Εξαιτίας αυτού προστέθηκε στον ορισμό το “με πλατιά νύχια”. (Διογένης Λαέρτιος, Φιλοσόφων βίων και δογμάτων συναγωγή VI 40.)
Ο Διογένης καυτηριάζει την υποκρισία και τα ευτελή κίνητρα τα ενδεδυμένα με ωραία ιδανικά και συγκινητικές ιδεολογίες. Αυτό άλλωστε είναι και το νόημα ενός γνωστού για τον Διογένη περιστατικού, όταν , όπως μας παραδίδει ο Διογένης ο Λαέρτιος, μέρα καταμεσήμερο κρατώντας ένα φανάρι στο χέρι περπατούσε τους δρόμους της Αθήνας , ψάχνοντας να βρει έναν άνθρωπο. Αν και αντισυμβατικοί λοιπόν οι κυνικοί, τοποθέτησαν το κέντρο βάρους της ηθικής και της αλλαγής μέσα στον άνθρωπο παρά έξω στον κοινωνία. Η περιφρόνηση του Διογένη προς το χρήμα, όπως και του Ζήνωνος αργότερα, επεκτεινόταν με το κήρυγμά του να καταργηθεί ως μη αναγκαίο.
Ο Κράτης, μαθητής του Διογένη, εύπορος, άκουσε τη συμβουλή του δασκάλου του και ρευστοποίησε την μεγάλη περιουσία του και τη μοίρασε σε πάμπτωχους ανθρώπους .Ο ίδιος έγινε σπουδαίος κυνικός φιλόσοφος στην συνέχεια.
Παρατηρούμε  ότι τόσον ο Σωκράτης όσον και οι Κυνικοί , έχουν  πάρα πολλά κοινά σημεία , άσχετα αν φαίνεται ότι τα εκφράζουν διαφορετικά . Πάντως η στροφή προς τα έσω, η εσωτερική επανάσταση, η απελευθέρωση του εαυτού μας από τα πάθη και τις πλαστές ανάγκες , η λαχτάρα τέλος του κάθε ανθρώπου να ζει και να κινείται ανάμεσα σε αληθινούς ανθρώπους χωρίς ιδιοτέλειες και μάσκες , όλα τούτα θα μπορούσαν να θεωρηθούν προδρομικά στοιχεία της χριστιανικής φιλοσοφίας αιώνες πριν την ανάπτυξη και μορφοποίησή της με αρχαιομαθείς χριστιανούς , όπως ο Απόστολος Παύλος και οι Μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας.
Ο κυνικός φιλόσοφος είναι ένας άνθρωπος ελεύθερος . Γι’ αυτό και δεν φοβάται τίποτα, ούτε και τον θάνατο. Πολλοί κυνικοί σε βαθιά γηρατειά αυτοκτόνησαν, κάτι σύνηθες σε κυνικό. Ο Διογένης αυτοκτόνησε κατ’ άλλους κρατώντας την αναπνοή του ή κατ’ άλλους τρώγοντας ηθελημένα αρκετό ωμό χταπόδι και πεθαίνοντας από βαρυστομαχιά. Οι Αθηναίοι αλλά και οι παλιοί συμπατριώτες του οι Σινωπείς τον ετίμησαν θεωρώντας τον θάνατό του σημαντική απώλεια για τις πόλεις τους.
via

Pages