Σάββατο απόγευμα. Γύρω στις 5. Ο καιρός έξω από το παράθυρο μουντός, σαν να θέλει να βρέξει και να μην το αποφασίζει. Στο δίπλα γραφείο, μέσα από το τζάμι που μας χωρίζει, βλέπω τον Στέφανο. Πηγμένος κι αυτός. Είμαστε κλειδωμένοι στο γραφείο από το πρωί της προηγούμενης και στην καλή περίπτωση θα μείνουμε μέχρι τη Δευτέρα. Στην κακή, για καμιά βδομάδα ακόμα. Δυο άλλες συνάδελφοι έχουν μόλις φύγει, μανούλες… να πεταχτούν και λίγο από το σπίτι. Η δουλειά είναι για είκοσι άτομα και την κάνουμε τέσσερα… ζήτω η κρίση.
Ψάχνω στο δίκτυο και βρίσκω ένα υπέροχο ηλιοβασίλεμα, κόκκινο όπως του πρέπει. Και το ανεβάζω στο Facebook με τη λεζάντα: «Με τον Στέφανο στην παραλία». Λίγο για να διασκεδάσω το χάλι μας, λίγο για να δω τι θα κάνουν οι φίλοι.
Και δεν αργούν. Like, like, like. «Ζηλεύω». «Θέλω κι εγώ». «Πάρτε με μαζί σας». «Σε ποια παραλία έχετε αράξει;»… Καλά, παραθύρια δεν έχουν να κοιτάξουν το χάλι απ’ έξω στο σπίτι τους; Θυμάμαι κι έναν καλό φίλο που μου παραπονιόταν: «Ανεβάζω ένα κείμενο και στα τρία δεύτερα μου κάνουν like. Γιατί δεν τα διαβάζουν;». «Το like είναι για σένα», του απαντούσα, «όχι για το κείμενο». «Ναι, αλλά εγώ το μοιράζομαι για να το ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ, όχι για να μου δείξουν ότι με αγαπάνε», επέμενε. Και φυσικά μ’ αγαπάνε κι εμένα οι φίλοι μου και χαίρονται που διασκεδάζω. Ματάκια δεν έχουν, όμως;
Τώρα θα μου πείτε ότι τόσος και τόσος κόσμος πιστεύει ότι μας ψεκάζουν, εμένα γιατί με πειράζει που όλοι πίστεψαν ότι ήμουνα με τον Στέφανο στην παραλία; Δεν με πειράζει, απλώς θαυμάζω για μια ακόμη φορά το μεγαλείο της ανθρώπινης αφέλειας… Και να ήμουνα δηλαδή, θα έτρεχα να το ποστάρω στο Facebook; Προφανώς έτσι πιστεύουν οι περισσότεροι, όπως πιστεύουν και ό,τι τους σερβίρουν.
Λέω να το πάρουμε λίγο διαφορετικά. Να ξεκινήσουμε από την παραδοχή ότι ΟΛΑ όσα βλέπουμε στο timeline μας είναι ψέματα, ακόμα και από τους φίλους μας, ειδικά από τους φίλους μας. Και μετά, αν θέλουμε, αν έχουμε τον χρόνο και τη διάθεση, να εξετάζουμε εάν είναι αλήθεια. Ετσι κι αλλιώς, όπως δείχνουν και πολλές έρευνες, ποτέ η εικόνα του εαυτού μας που δείχνουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι η πραγματική· είναι πάντα ωραιοποιημένη και αυτό κάνουν όλοι οι φίλοι μας (κι εμείς) ασυναίσθητα. Και μάλιστα εξαιτίας αυτού έρχεται και μια σειρά ακόμα φαινομένων ως συνέπεια: παρουσιαζόμαστε καλύτεροι, άρα μας κάνουν like, άρα ανεβαίνει η αυτοπεποίθηση και ως αποτέλεσμα: στην πραγματική ζωή, μόλις κλείσουμε το δίκτυο, λειτουργούμε με λιγότερο αυτοέλεγχο, άρα κάνουμε βλακείες!
Γι’ αυτό πιστεύω ότι το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να τα θεωρούμε όλα ψέματα. Τουλάχιστον μέχρι να ωριμάσουμε ως χρήστες. Γιατί ακόμα είμαστε στη φάση των προ-προ-προ-παππούδων μας που έβλεπαν στη μεγάλη οθόνη το τρένο κι έσκυβαν για να μην τους πατήσει.
Βάλια Καϊμάκη
Εφημερίδα Συντακτών