[...] Εφόσον δεν έχω τον έλεγχο οπουδήποτε αλλού, έχω τον έλεγχο πάνω στον εαυτό μου. Οπότε είναι μία ύστατη λύση – διαφυγή, και ύστατος έλεγχος στο αδιέξοδο. Ελέγχω τον εαυτό μου και τον σκοτώνω. Όπως κάνει και ο σκορπιός όταν κυκλωθεί από φωτιά, γυρίζει την ουρά του και τρυπάει τον εαυτό του, αυτοκτονεί. Ή όπως κάνουν τα δελφίνια και οι φάλαινες όταν μολυνθεί το περιβάλλον τους, που βγαίνουν στην ξηρά και πεθαίνουν. Αυτοκτονούν.
Είναι ο ύστατος έλεγχος και βέβαια η ύστατη κραυγή προς ένα κοινωνικό σύνολο το οποίο αναγκάζει τα μέλη του να διαφύγουν προς τα… πάνω γιατί δεν υπάρχει διαφυγή από πουθενά αλλού [...]
Αφορμή για τις περισσότερες αυτοκτονές ‘όπως αναφέρουν οι πρόσφατες έρευνες είναι το οικονομικό αδιεόξοδο και η απόγνωση, οπότε όλο και περισσότεροι άνθρωποι βρίσκονται σε ψυχικό αδιέξοδο.
Και είναι θα λέγαμε “λογικό” να φτάνει κάποιος σε
αδιέξοδο, επειδή δεν έχει να ζήσει τον εαυτό του και την οικογένειά του
και συγχρόνως αισθάνεται μόνος, προδομένος και αβοήθητος, θα πέσει και
σε μελαγχολία και θα κάνει -σαφώς- και ιδέες αυτοκτονίας.
Επιπλέον μέσα σε αυτή την κρίση, διακινούνται
συναισθήματα και αποτυχίας, ειδικά όταν δεν τα καταφέρνει κάποιος
οικονομικά, διότι τα χρήματα είναι ένα μέσον ενήλικης συναλλαγής.
Σε αυτή την κρίση κινδυνεύουν περισσότερο οι άντρες γιατί
σε αυτούς πέφτει το βάρος να ζήσουν το σπίτι τους, έστω και σαν
επιφόρτωση μιας ιδέας, ενός παραδοσιακού ρόλου του «κουβαλητή». Γι αυτό
και οι άντρες, συντριπτικά, περνούν σε αυτοκτονία κάτω από τέτοιες
συνθήκες.
Το οικονομικό πρόβλημα, δηλαδή, μοιάζει να εισπράττεται ειδικά από τους άντρες, ως η μεγαλύτερη αδυναμία που δεν μπορούν ούτε να τη μοιραστούν, ούτε να ζητήσουν βοήθεια;
Είναι δύσκολο να ζητήσουν βοήθεια όπως επίσης και να
μοιραστούν το πρόβλημά τους ή να το εκφράσουν. Η κοινωνία, άλλωστε, έτσι
όπως είναι δομημένη, όλο και περισσότερο απομονώνει τα άτομα.
Παλιότερα, υπήρχαν δομές που στήριζαν τα άτομα που είχαν ανάγκη, όπως
ήταν οι ευρείες οικογένειες, οι γειτονιές, οι σχέσεις…
Μπορεί όμως, κάποιος να έχει, μεν, μία συντροφική σχέση αλλά να νιώθει μόνος του. Ειδικά
όταν η σύντροφος είναι επικριτική, ή φέρνει στο σπίτι τα περισσότερα
χρήματα και ο άντρας της καθόλου ή λιγότερα, τότε προσθέτονται και οι
ανταγωνισμοί στο ζευγάρι, και έτσι μπορεί να νιώθει εκτός από
αποτυχημένος οικονομικά και αποτυχημένος στη σχέση του, αλλά και σαν
πατέρας αν έχει παιδιά, και γενικά σε όλο το φάσμα –κοινωνικά και
οικογενειακά.
Βάλλονται περισσότερο οι άντρες, αλλά όποιος άνθρωπος
κι αν βρεθεί σε μια ανάλογη κατάσταση έχει πολλές πιθανότητες να
καταλήξει σε αυτοκτονία.
Εκείνοι που πλέον δεν έχουν καμία στήριξη από την
ευρεία οικογένεια, δεν έχουν χρήματα, δεν μπορούν να παρέχουν οτιδήποτε,
είναι ακόμα πιο απομονωμένοι, πιο δυστυχείς και με ιδέες αυτοκτονίας…
Ένα κοινωνικό φαινόμενο που όλο και περισσότερο θα το συναντάμε.
Η αυτοκτονία είναι και μίσος προς τον ίδιο σου τον εαυτό, εφόσον φτάνεις να τον σκοτώσεις. Είναι
πολύς θυμός για τον εαυτό. Όμως δεν είναι μόνον αυτό. Είναι και μία
φυγή, ένας έλεγχος: Εφόσον δεν έχω τον έλεγχο οπουδήποτε αλλού, έχω τον
έλεγχο πάνω στον εαυτό μου. Οπότε είναι μία ύστατη λύση – διαφυγή, και
ύστατος έλεγχος στο αδιέξοδο. Ελέγχω τον εαυτό μου και τον σκοτώνω. Όπως
κάνει και ο σκορπιός όταν κυκλωθεί από φωτιά, γυρίζει την ουρά του και
τρυπάει τον εαυτό του, αυτοκτονεί. Ή όπως κάνουν τα δελφίνια και οι
φάλαινες όταν μολυνθεί το περιβάλλον τους, που βγαίνουν στην ξηρά και
πεθαίνουν. Αυτοκτονούν.
Είναι ο ύστατος έλεγχος και βέβαια η ύστατη κραυγή
προς ένα κοινωνικό σύνολο το οποίο αναγκάζει τα μέλη του να διαφύγουν
προς τα… πάνω γιατί δεν υπάρχει διαφυγή από πουθενά αλλού.
Η δυσκολία να διαχειριστεί κάποιος μια τόσο δύσκολη κατάσταση, πόσο
επιβαρύνεται και από εκείνο το κύμα -των προηγούμενων δεκαετιών- της
«θετικής ενέργειας», του «να περνάμε καλά», του όλοι να δείχνουν καλά,
με τα δυσάρεστα συναισθήματα να αναβάλλονται επ’ αόριστον για την
διαχείρισή τους και να μην τα αγγίζουμε.
Μας έχει βρει, εν ολίγοις απροετοίμαστους, διότι οι άνθρωποι, κατά πλειοψηφία, δεν άγγιζαν τα συναισθήματά τους και δη τα δυσάρεστα και τα επώδυνα. Ξαφνικά,
βρίσκεσαι αντιμέτωπος με ένα επώδυνο συναίσθημα το οποίο δεν μπορείς
ούτε καν να το αγγίξεις, όχι να το βιώσεις και να το διαχειριστείς…
Οι άνθρωποι απέφευγαν να έρθουν σε επαφή, όντως, με
τα γκρι συναισθήματα. Έμοιαζε για χρόνια, ότι έπρεπε να τα αφήσουν στο
πλάι και να σκεφτούν μόνο τα θετικά και τα ευχάριστα. Αυτό είναι
θαυμάσιο όταν συμβαίνει, αλλά όχι σε υπέρμετρο βαθμό, γιατί τότε, είναι
και αυτό μία… φούσκα!
Και βέβαια πολλοί άνθρωποι ήταν απροετοίμαστοι, και την πάτησαν, μέσα σε αυτή την εικόνα του «όλα καλά!» .
Σ’ αυτό το κλίμα, κάποιος που έπαιρνε έναν
μισθό και δεν του έφτανε να ζήσει -γιατί ποιος, όλα αυτά τα προηγούμενα
χρόνια, μπορούσε να ζήσει με έναν βασικό μισθό; Δεν ανακαλύψαμε… σήμερα
την Αμερική. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια κάποιος που εργαζόταν δεν
μπορούσε να ζήσει ανεξάρτητος μόνο με τον βασικό μισθό χωρίς κάποια
επιπλέον βοήθεια από τους γονείς κλπ. Πώς να μοιραζόταν το πρόβλημά του,
σε αυτό το ξέφρενο πάρτι… που όλοι θα τον έλεγαν μίζερο; Έπαιρνε,
λοιπόν, ένα δάνειο για να μπορεί να ανταποκριθεί στο… θέατρο που
παιζόταν.
Και κατέφευγε για να επιβιώσει, στην όλη φούσκα που
ξέρουμε με τη λογική του «έχουμε», με αποτέλεσμα σήμερα να είναι
απολύτως προσγειωμένος άγρια σε μια πραγματικότητα που τον καλεί να
πάρει τις ευθύνες του, που όμως δεν γνωρίζει τρόπους να την
αντιμετωπίσει.
Κυρίως όμως, μέσα σε όλο αυτό, βρίσκεται εντελώς
μόνος ο άνθρωπος. Δεν συναντιέται. Και θεωρεί ότι είναι και ο μόνος που
έχει αυτό το πρόβλημα. Οι άνθρωποι είναι απομονωμένοι και στις σχέσεις
τους μέσα στα ίδια τα σπίτια τους και στις γειτονιές τους και με τους
φίλους τους και με τα πάντα, δεν υπάρχει συλλογικότητα (ίσως πολύ λίγη).
Έχουν μοιραστεί το «πάρτι» που λέγαμε, αλλά δεν έχουν
καθίσει να μοιραστούν τίποτα επί της ουσίας, όπως όλα εκείνα τα γκρί
συναισθήματα…
Ανέβαλε να διαχειριστεί τα όποια δύσκολα
συναισθήματα, όπως και το να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι δεν του φτάνει
ο μισθός για να ζήσει.
Ανέβαλε ουσιαστικά την επαφή με τον εαυτό του, και με
τους δίπλα του. Οπότε, έχει μείνει τώρα απομονωμένος να αντιμετωπίσει
τη σκληρή πραγματικότητα.
Που δεν ξέρει να την διαχειριστεί γιατί δεν ασχολήθηκε να την διαχειριστεί ποτέ.
Ακριβώς. Κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει, όπου κι αν
βρισκόμαστε, είναι όσο μπορούμε να συνομιλούμε με άλλους ανθρώπους.
Δηλαδή, να φτιάξουμε μεταξύ μας ομάδες στήριξης, με όποιον τρόπο, μέσα
στην πολυκατοικία, στη γειτονιά, οπουδήποτε, για να μοιραστούμε αυτό το
δύσκολο που περνάμε. Να είμαστε δηλαδή ανοιχτοί στο να ακούσουμε
πράγματα, ο ένας από τον άλλον.
Επίσης, οι άνθρωποι είναι καλό να μη διστάζουν να
ζητήσουνε βοήθεια. Γιατί εκεί αυτό πάει και «χτυπάει» πάνω σε ένα άλλο
μότο των προηγούμενων δεκαετιών, το «πρέπει να τα καταφέρω μόνος μου», ή
το «δεν επιτρέπεται να είμαι αδύναμος», όπως και στο σημερινό του
«είμαι αποτυχημένος» κλπ. Πρέπει, λοιπόν, να ζητήσουν βοήθεια οι
άνθρωποι, πριν καταλήξουν στο ότι δεν υπάρχει τίποτα άλλο παρά να
αυτοκτονήσουν.
Μα την λέξη βοήθεια, την έχουν συνδέσει οι περισσότεροι, με την λέξη ανικανότητα και με την λέξη αποτυχία…
Και αδυναμία, ναι. Κι όμως, υπάρχουν άνθρωποι της
διπλανής πόρτας, υπάρχουν και ειδικοί. Να ζητήσουν βοήθεια, να
καταφύγουν σε δομές που ευτυχώς ακόμη υπάρχουν…
Έχουν μάθει όμως να ζητάνε βοήθεια μόνο
πληρώνοντας κάποιο τίμημα. Δηλαδή, θέλω αυτό, θα σου δώσω το άλλο. Deal!
Όχι σαν συνθήκη του «σχετίζομαι». Κι έχοντας στο βάθος, όλοι στο μυαλό
τους, περισσότερο, ένα μεταφρασμένο -ή όχι- οικονομικό αντίτιμο.
Η συναλλαγή του παίρνω-δίνω ανέκαθεν υφίστατο, και
καλό είναι να υφίσταται, όμως είναι να κάνουμε όλοι μια μεγάλη
προσπάθεια να αποκαταστήσουμε το παίρνω-δίνω, το οποίο είναι η υγιής
συναλλαγή στις σχέσεις μας, όχι μόνο υλικά αλλά και μέσα στο να
συν-κατασκευάσουμε νόημα.
Καλούμαστε να συν-κατασκευάσουμε νόημα, να βοηθήσουμε
ο ένας τον άλλον, ώστε να δώσουμε μία προοπτική στα πράγματα. Γιατί δεν
έχουμε όραμα αυτή τη στιγμή. Κι ο άνθρωπος που έχει μελαγχολία και
κάνει ιδεασμό με την αυτοκτονία και περνάει στην αυτοκτονία στερείται
στόχων και οράματος!
Γι’ αυτό λέω ότι έχει πολύ μεγάλη σημασία να βγούμε
όσο μπορούμε από την απομόνωση, να είμαστε ανοιχτοί σε αυτή την ιδέα,
για να μπορέσουμε και να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον πάνω σε αυτό.
Επειδή όμως, η παγκόσμια αξία είναι το κέρδος
και το χρήμα, ο άνθρωπος εκτιμούνταν κυρίως με οικονομικά κριτήρια.
Όπως έχεις πει και εσύ, σημασία είχε το «τι έχω» και όχι «ποιος είμαι».
Όταν, λοιπόν, κάποιος σήμερα μέσα σε αυτή την κρίση δεν έχει χρήματα,
αισθάνεται το απόλυτο τίποτα!
Γι αυτό τώρα καλούμαστε να αναθεωρήσουμε και τις
αξίες μας. Σε αυτή την πολύ δύσκολη κατάσταση έχουμε και αυτό: Να
επαναπροσδιορίσουμε ποιες είναι οι αξίες. Και μπορεί να βρούμε κι άλλες,
ξεχασμένες αξίες, ξεχασμένες γλώσσες που μιλούσαμε μεταξύ μας.
Αυτοί οι άνθρωποι που αυτοκτονούν τις έχουν χάσει. Είναι τα θύματα αυτού του πολέμου.
Γι αυτό λέω ότι έχει πολύ σημασία, πριν κάποιος
καταλήξει τελικά ότι θα αυτοκτονήσει, να αναζητήσει συνομιλητές, οι
οποίοι μπορεί να είναι από το χώρο της ψυχικής υγείας, ειδικούς, ή
ανθρώπους που εμπιστεύεται, ή άλλους ανθρώπους που βρίσκονται επίσης σε
δύσκολη κατάσταση.
Όπως είναι εκείνοι, δηλαδή, οι οποίοι προσπαθούν να
βγουν από τη χρήση ψυχότροπων ουσιών και συναντιούνται παγκοσμίως σε
ομάδες αυτοβοήθειας συζητώντας πάνω στο πρόβλημα της χρήσης τους και στο
πώς θα βγουν από αυτό; (όπως π.χ. είναι οι ανώνυμοι, οι θεραπευτικές
κοινότητες κλπ.).
Διότι, όλοι οι άνθρωποι εν δυνάμει είναι «χρήστες» σε
κάτι. Οι περισσότεροι σήμερα, είμαστε χρήστες χρήματος. Και επίσης
προσπαθήσαμε να καλύψουμε τα κενά μας σε χρήμα. Έφυγε το χρήμα και
έμεινε το κενό.
Είμαστε πρεζάκια! Αλλά αυτό που χρειάζεται, είναι να
μπούμε πια σε ομάδες αποτοξίνωσης από το χρήμα -Δεν το έχουμε πια.
Τέλος-, ομάδες στήριξης, να αντιμετωπίσουμε το κενό μας, να
κατασκευάσουμε άλλες έννοιες, όραμα, στόχους, για να μπορέσουμε να
ζήσουμε.
Πρέπει λοιπόν να δούμε πως θα ζήσουμε, αλλιώς. Όπως
ακριβώς που κάνουν οι χρήστες ουσιών, για να απεξαρτηθούν, είναι και για
μας ο δρόμος!
Όσο μένουμε απομονωμένοι, απλώς αυτοκτονούμε. Πρέπει να δούμε πως θα πάμε παρακάτω. Όσοι αποφασίσουμε να ζήσουμε…
Επίσης, εκείνοι που
έχουν ακόμη πρέζα, δηλαδή χρήματα, δεν θα είναι καλό -αν μη τι άλλο- να
βλέπουν τι συμβαίνει γύρω τους, προσπαθώντας να κατανοήσουν κάτι από
αυτό που ζει η συντριπτική πλειοψηφία; Να μην ζουν τελείως, δηλαδή, στον
κόσμο τους;
Μα αυτό υπάγεται στην έννοια της απομόνωσης και ενός
απύθμενου εγώ, το οποίο δεν μπορεί να δρά συλλογικά, αλλά μόνον ατομικά.
Οπότε έχουμε πολλές Μαρίες Αντουανέτες σήμερα, σαφέστατα, εγκλωβισμένες
στον πλούτο και σε φόβο (άκουσα και μία παροιμία, επί των ημερών, που
λέει: «Βοήθα με πτωχέ, να μην γίνω σαν και σένα»).
Οπότε έχουμε την απομόνωση και των Μαρίων Αντουανέτων
και από την άλλη έχουμε των σκλάβων. Το θέμα είναι, πώς αυτές οι δύο
ομάδες, θα φύγουν από τα όριά τους και θα μπορέσουν να έρθουν σε κάποια
επικοινωνία.
Και να βγουν οι μεν από τον θυμό απέναντι στην όποια
Αντουανέτα και να βγει και η Αντουανέτα από το κουκλόσπιτο για να
ασχοληθεί με τους υπόλοιπους με κάποιον τρόπο, με όποιον τρόπο ο καθένας
κρίνει ότι μπορεί να… μοιραστεί. Όχι απαραίτητα τα χρήματά του, αλλά
οτιδήποτε.
Μιλάμε λοιπόν για συλλογικότητα και αλληλεγγύη. Γιατί
και πλούσιοι και φτωχοί χρήστες υπάρχουν. Όλοι όμως έχουν ένα κοινό
διακύβευμα: Το πώς θα τα καταφέρουν να ζήσουν.
Διότι μακροπρόθεσμα θα έχουμε τεράστια κοινωνική αναταραχή, και κάθε μέρα δεν έχουμε μόνο μία αυτοκτονία, έχουμε και ένα φόνο!
Οπότε είναι προς συμφέρον όλων να επικοινωνήσουμε
μεταξύ μας, για να μπορέσουν και οι μεν να μην φοβούνται να βγούν στο
δρόμο, και οι άλλοι να είναι λιγότερο εξαθλιωμένοι.
Τι έχουμε να πούμε σε έναν άνθρωπο που βρίσκεται στο παρά πέντε πριν την αυτοκτονία;
Να μιλήσει. Να ψάξει να βρει ανθρώπους να μιλήσει.
Είναι να γίνουμε όλοι σαν τον Διογένη με το φανάρι του, που έψαχνε
ανθρώπους. Λοιπόν, να πάρουμε το φανάρι μας -κι αυτός φτωχός ήταν- και
να ψάξουμε ανθρώπους.-
Πηγή: tvxs.gr – συνέντευξη της Ελένης Νίνα (Κλινικός Ψυχολόγος και Ψυχοθεραπεύτρια Οικογένειας) στο tvxs.gr