Τά 8 εἴδη τῶν λογισμῶν καί πῶς ἐξελίσσονται σέ ἁμαρτία τοῦ Ἅγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ:
Τά 8 εἴδη τῶν λογισμῶν καί πῶς ἐξελίσσονται σέ ἁμαρτία (σύμφωνα μέ τόν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Δαμασκηνόν).
Βασικά διακρίνουμε ὀκτώ λογισμούς τῆς κακίας, οἱ ὁποῖοι τείνουν νά ἐκτρέψουν τίς ψυχικές μας δυνάμεις καί νά τίς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό. Αὐτοί εἶναι σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό:
1. ΤΗΣ ΓΑΣΤΡΙΜΑΡΓΙΑΣ
2. ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ
3. ΤΗΣ ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑΣ
4. ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ
5. ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ
6. ΤΗΣ ΑΚΗΔΙΑΣ
7. ΤΗΣ ΚΕΝΟΔΟΞΙΑΣ
8. ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ.
Τὸ νὰ μᾶς παρενοχλοῦν ἢ νὰ μὴν μᾶς παρενοχλοῦν οἱ ὀκτὼ αὐτοὶ λογισμοί, αὐτὸ δὲν εἶναι στὴν ἐξουσία μας.
Τὸ νὰ ἐπιμένουμε ὅμως σὲ αὐτοὺς ἢ νὰ μὴν ἐπιμένουμε, νὰ κινοῦμε τὰ πάθη ἢ νὰ μὴν τὰ κινοῦμε αὐτὸ εἶναι στὴν ἐξουσία μας. Οἱ λογισμοί μέχρι νά φθάσουν νά γίνουν ἁμαρτία ἀκολουθοῦν μία συγκεκριμένη πορεία.
Προηγεῖται τοῦ Πάθους, ἡ Προσβολή τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ, ὁ Συνδυασμός καί ἡ Πάλη. Μετά τό Πάθος ἀκολουθεῖ ἡ Συγκατάθεση, ἡ Ἐνέργεια καί ἡ Αἰχμαλωσία. Τί εἶναι τό κάθε τί ἀκριβῶς μᾶς τό ἐξηγεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Στό λόγο του τόν Ψυχωφελῆ καί θαυμάσιο λέγει ὅτι στούς λογισμούς τῆς κακίας διακρίνουμε τά ἑξῆς: ΠΡΟΣΒΟΛΗ, ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ, ΠΑΛΗ, ΠΑΘΟΣ, ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗ, ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ.
Προσβολὴ εἶναι ἡ ἁπλὴ ὑπόμνηση τοῦ διαβόλου.«Κάνε τοῦτο ἢ ἐκεῖνο» ὅπως συνέβη στὸ Κύριο καὶ Θεό μας.«Πὲς νὰ γίνουν αὐτὲς οἱ πέτρες ψωμιὰ» (Ματθ. 4,3).
Αὐτό, ὅπως εἴπαμε, δὲν εἶναι στὴν ἐξουσία μας. Συνδυασμὸς εἶναι ἡ παραδοχὴ τοῦ λογισμοῦ ποὺ μᾶς ὑποβάλλει ὁ ἐχθρός, καὶ μὲ ἕνα τρόπο, ἡ μελέτη τοῦ πονηροῦ λογισμοῦ καὶ ἡδονικὴ συνομιλία μὲ τὴν προαίρεσή μας.
Πάθος εἶναι ἡ ἕξη ποὺ δημιουργεῖται ἀπὸ τὸν συνδυασμὸ τοῦ λογισμοῦ ποὺ ὑποβάλει ὁ ἐχθρός, καὶ ἡ κατὰ κάποιο τρόπο συνεχὴς μελέτη καὶ φαντασία.
Πάλη εἶναι ἡ ἀντίσταση στὸ λογισμὸ ποὺ γίνεται ἢ πρὸς κατάργηση τοῦ πάθους ποὺ αὐτὸς περιέχει – δηλαδὴ τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ – ἢ πρὸς συγκατάθεση, καθὼς λέει ὁ Ἀπόστολος. «Ἡ σάρκα ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος καὶ τὸ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός, καὶ αὐτὰ εἶναι ἀντίθετα μεταξύ τους».(Γάλ. 5,17.)
Αἰχμαλωσία εἶναι ἡ βίαιη καὶ ἀθέλητη ἀπαγωγὴ τῆς καρδιᾶς ποὺ τυραννιέται ἀπὸπροηγούμενο ἐθισμὸ στὴν ἁμαρτία καὶ μακρὰ συνήθεια. Συγκατάθεση εἶναι ἡ συγκατάνευση στὸ πάθος ποὺ περιέχει ὁ λογισμός.
Ἐνέργεια εἶναι ἡ ἴδια ἡ πράξη τοῦ ἐμπαθοῦς λογισμοῦ, στὸν ὁποῖο συγκατατεθήκαμε.
Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ ἀντιμετωπίζει ἀπαθῶς τὸ πρῶτο, δηλαδὴ τὴν προσβολή, ἢ τὸ διώχνει ἀμέσως μὲ ἀντίρρηση καὶ σταθερότητα, ἔκοψε μὲ μία καὶ ὅλα τὰ ἑπόμενα»[2]. Ὅποιος δέν ἀντιστέκεται στούς κακούς λογισμούς σκοτίζει τό νοῦ του, ἁμαρτάνει καί γεμίζει μέ πάθη.
Ο πονηρὸς δαίμονας ἐπειδὴ εἶναι ἀσώματος νοῦς, δὲν μπορεῖ διαφορετικὰ νὰ πλανήσει τὶς ψυχὲς, παρὰ μὲ τὴν φαντασία καὶ τοὺς λογισμούς. Γιὰ τὴν προσβολὴ ὁ Δαυΐδ λέει: «Κάθε πρωὶ σκότωνα ὅλους τοὺς ἁμαρτωλοὺς τῆς γῆς»(Ψαλμ.100,8). Καὶ ὁ μέγας Μωυσῆς λέει γιὰ τὴν συγκατάθεση: «Δὲν θὰ δώσεις τὴν συγκατάθεσή σου σ’ αὐτούς, γιὰ νὰ μὴν σὲ κάνουν καὶ ἁμαρτήσεις»(Ἐξ.23,32). Ἀπὸ τὴν Φιλοκαλία - Ἅγιος Ἡσύχιος (Πρὸς τὸν Θεόδουλο, Κεφ. 46.)
Η αμαρτία δεν είναι απλά η παράβαση του νόμου, αλλά έλλειψη αγάπης στον Θεό. Η αμαρτία φαντάζει πάντα πολύ ωραία, λίαν ελκυστική και σαγηνευτική. Συλλαμβάνεται στο νου, αποδέχεται και διαπράττεται. Η αμαρτία συνηθίζει να στερεί τη μακάρια γαλήνη της ψυχής. Η συννεφιά που προηγείται της αμαρτίας, μετά τη διάπραξή της υποχωρεί και ο άνθρωπος βλέποντας τη γυμνότητά του στενοχωρείται, θλίβεται κι έχει τύψεις. Η ουρά του διαβόλου επεμβαίνει, ώστε ο άνθρωπος ν’ απογοητευτεί και να μη θέλει να μετανοήσει.
Ο μέγας ψυχοανατόμος, όσιος Ιωάννης της Κλίμακος, όρισε με καταπληκτική σαφήνεια τα στάδια της αμαρτίας: Προσβολή, συνδυασμός, συγκατάθεση, αιχμαλωσία, πάλη, πάθος. Το πάθος γίνεται συνήθεια αγαπητή και χρόνια που παρασύρει τον άνθρωπο δίχως αντιστάσεις. Η αμαρτία σκοτίζει τον άνθρωπο. Σήμερα θεωρείται αδιάφορα, έχει γίνει κανόνας, ο άνθρωπος νομίζει πως κάνοντας ό,τι θέλει είναι και ελεύθερος. Όποιος νόμος και αν ψηφισθεί, η αμαρτία δεν θα παύσει να είναι αμαρτία και να ενοχλεί την ψυχή κάθε τίμιου, σοβαρού κι ευσυνείδητου ανθρώπου. Φθάσαμε το αφύσικο να το λέμε φυσικό και το παράλογο λογικό. Αποτέλεσμα της αμαρτίας: αποξένωση, απομόνωση, κενό, μοναξιά, απόγνωση και στενοχώρια.
Περί διαφοράς των εναντίον ημών νοητών πολέμων, περί νίκης και ήττας και ότι πρέπει επιμελώς να εναντιωνόμαστε στα πάθη.
«Διαφορά λοιπόν είναι ο εναντίον ημών πόλεμος του νοερού αγώνος, οι νίκες και οι ήττες, -είπαν οι Πατέρες-, πρώτον η προσβολή, έπειτα ο συνδυασμός, μετά από αυτά η συγκατάθεση, έπειτα η αιχμαλωσία και μετά ταύτα το πάθος».
«Προσβολή» λοιπόν ονόμασαν οι άγιοι Πατέρες Ιωάννης της Κλίμακος και Φιλόθεος ο Σιναΐτης «κάποιον ψιλό λογισμό, η εικόνα του τυχόντος πράγματος, η οποία νεοφανώς εισφέρεται στην καρδία και εμφανίζεται στο νουν». Ο δε Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει: «Προσβολή είναι η παρά του εχθρού γινομένη υπόμνησις, π.χ. Κάμε τούτο η εκείνο, όπως επί του Κυρίου και Θεού ημών: Είπε ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένονται. Απλώς ειπείν, τούτο είναι οποιοσδήποτε λογισμός, ο οποίος προσφέρεται στον νουν του ανθρώπου. «Και τούτο, -λέγουν-, είναι χωρίς αμαρτία και δεν έχει «ούτε έπαινο, ούτε μομφή, επειδή δεν είναι εντός ημών».
Διότι είναι αδύνατον να μη μας έλθει προσβολή , του εχθρικού λογισμού, όπως λέγει ο Συμεών ο Νέος Θεολόγος: «Προς τούτο εύρε ο διάβολος με τους δαίμονας του είσοδον αφού έκαμε τον άνθρωπον να εκδιωχθεί από τον Παράδεισο και από τον Θεό εξ αιτίας της παρακοής στον να σαλεύει το λογικό έκαστου με τους λογισμούς. Διότι των προκοψάντων και των τελείων είναι το να παραμένουν ασάλευτοι.
«Αλλά και εις τούτους συμβαίνει κατά καιρόν να σαλευτούν», όπως λέγει ο άγιος Ισαάκ.
«Συνδυασμός» -όπως λέγουν-, είναι όταν συνομιλήσει κανείς προς το εμφανισθέν με εμπάθεια η απαθώς, δηλαδή η πρόσληψις του υπό του εχθρού προσφερομένου λογισμού, τουτέστιν, όταν γίνει μελέτη και συνομιλία με αυτόν εκ προαιρέσεως ημών». Τούτο είναι το να λογισθεί κανείς οποιανδήποτε σκέψη εισφερόμενη εις τον νουν του. «Αυτό, -είπον-, δεν είναι παντελώς αναμάρτητο. Έχει δε έπαινο, όταν καταταχθεί θεαρέστως». Το κατατάσσομε λοιπόν ούτως: Αν κανείς δεν αποκόψει την προσβολή του πονηρού λογισμού, αλλά συνομιλήσει ολίγον με αυτόν, ο εχθρός μεν του επιβάλλει να έχει εμπαθή λογισμό, αυτός δε πρέπει να επιδίωξη να τον μεταβολή εις καλόν. Περί του πως πρέπει να τους μεταβάλλουμε σε καλούς λογισμούς, θα μιλήσουμε, αργότερα αν ο Θεός μας δώσει τον λόγο.
«Συγκατάθεση» δε λέγουν την ενήδονο κλίση της ψυχής προς τον εμφανισθέντα λογισμό η προς την εμφανιζόμενη εικόνα, τουτέστιν, όταν κανείς προσδεχόμενος τους λογισμούς ή τας εικόνας, οι οποίες παρίστανται υπό του εχθρού, και συνομιλούν με αυτούς, νοερός συγκατατεθεί ολίγον να γίνει ούτος, όπως λέγει ο λογισμός του εχθρού. «Τούτο, -λέγουν-, «είναι ανάλογο προς την κατάσταση του αθλούντα».
Τοιαύτη δε είναι η κατάστασης εκάστου των αθλούντων:
Εάν μεν έφθασε κανείς εις προκοπή και έλαβε παρά του Θεού την βοήθεια να διώξει τους λογισμούς, αυτός αν ολιγωρήσει και εξ αμελείας δεν επιδίωξη να αποτρέψει τους πονηρούς λογισμούς, δεν είναι χωρίς αμαρτία. Εάν δε κανείς είναι αρχάριος και αδύνατος να εκδίωξη τις προσβολές του πονηρού, αυτός αν συγκατατεθεί έπ' ολίγον στον πονηρό λογισμό, άλλ' ευθύς εξομολογηθεί στον Κύριον, μετανοών και αυτομεμφόμενος, και όταν επικαλείται Αυτών σε βοήθεια, -όπως είναι γεγραμμένο «Εξομολογείστε τω Κυρίω και επικαλείστε το όνομα το Άγιον Αυτού» -και εις αυτόν συγχωρεί ο Θεός ένεκεν του ελέους Του δια την ασθένειά του. Τούτο δε ελέχθη υπό των Πατέρων περί της συγκαταθέσεως του λογισμού, όταν ακουσίως νικηθεί κανείς υπό του λογισμού, ευρισκόμενος στον αγώνα.
Η δε ρίζα του νοός του είναι στερεωμένη στο να μη αμαρτάνει και να μη πράττει ενεργώς την ανομία. Ο δε Γρηγόριος ο Σιναΐτης λέγει˙ «Ύστερον ακολουθούν τα πάθη μετά την πάλη και την συγκατάθεση». Και εννοείται ότι περί της συγκαταθέσεως ταύτης είπεν ο Άγιος ούτος, ότι «όποιος προσδέχεται τους λογισμούς του εχθρού εκουσίως και συνομιλεί και συνδυάζεται με αυτούς, αυτός νικάτε ύπ' αυτών και προς τούτοις ήδη δεν παλαίει ενάντια του πάθους, αλλά συγκατατίθεται έσωθέν του να πράξη με βεβαιότητα την αμαρτία ή αν και θεληματικώς επιζήτηση να πράξη ενεργώς εκείνο, εις το οποίον συγκατετέθη με τον λογισμό του, αλλά κωλυθή είτε λόγω του τόπου ή δι' ωρισμένας άλλας αιτίας: τούτο είναι βαρύτατο και κατατάσσεται στα απαγορευμένα»
Η δε αιχμαλωσία η επίμονος συνουσία προς το τυχόν και αφανιστική της αρίστης ημών καταστάσεως είναι η βιαία και ακουσία απαγωγή της καρδίας, όταν ο νους αιχμαλωτισθεί υπό των λογισμών, τουτέστιν, με την βία απαχθεί σε πονηρούς λογισμούς, και χωρίς να το θελήσεις άλλ' αιφνιδίως του Θεού βοηθούντος, επιστρέψεις εις τον εαυτόν σου. Όταν κανείς ωσάν υπό της θύελλας και των κυμάτων φερόμενος και από την καλή κατάσταση απαγόμενος προς τους πονηρούς λογισμούς, δεν δύναται να έλθει σε γαλήνια και ειρηνική κατάσταση, -τούτο συμβαίνει μάλιστα από τον θόρυβο και από τις πολλές και ανωφελείς ομιλίας- αυτή είναι η επίμονος συνουσία προς το τυχόν και αφανιστική της καλής ημών καταστάσεως. Τούτο κρίνεται άλλως αν συμβεί εν καιρώ προσευχής και άλλως αν όχι εν καιρώ προσευχής και άλλως αν πρόκειται περί ουδετέρων και άλλως αν πρόκειται περί πονηρών λογισμών. όταν λοιπόν αιχμαλωτισθεί κανείς εν καιρώ προσευχής υπό πονηρών λογισμών, αυτό είναι βαρύτατο, διότι εν καιρώ προσευχής πρέπει να συνάγωμεν τον νουν επί τον Θεόν και να προσέχουμε στην προσευχή και να αποτρέπομαι τους παντός είδους λογισμούς.
Αν συμβεί όχι εν καιρώ προσευχής και ως προς τας εν τω βίω αναγκαίας χρείας, τα τοιαύτα είναι χωρίς αμαρτία, επειδή και οι Άγιοι πλήρωσαν τας εν τω βίω τούτω αναγκαίας χρείας κατά τρόπον εύλογων. Εις οποιονδήποτε λοιπόν λογισμό ευρίσκεται ο νους με ευσεβή γνώμη, είναι με τον Θεόν. Τους δε πονηρούς λογισμούς πρέπει πάντοτε να αποστρεφώμεθα.
Πάθος δε αληθώς λέγουν εκείνο, το οποίον εμφωλεύει επί μακρόν χρόνον εν τη ψυχή και οδηγεί αυτήν ωσάν εις έξιν δια της προς αυτό συνήθειας. Και όταν αυτή λοιπόν έλθει αυθαιρέτως και οικειοθελώς εις αυτό, σαλεύει αυτήν συνεχώς με εμπαθείς λογισμούς, οίτινες εμβάλλονται υπό του εχθρού, αφού στερεώθηκε από τον συνδυασμό και από την συχνή συνομιλία και κατάντησε σε συνήθεια δια της πολλής μελέτης και φαντασίας. Τούτο δε συμβαίνει, όταν ο εχθρός παραστήσει εις τον άνθρωπον οποιονδήποτε εμπαθές πράγμα επί μέρους και ανάψει αυτόν εις έρωτα αυτού πλέον των άλλων, και είτε θέλει, είτε δεν θέλει, νικηθεί ύπ' αυτού νοερός. Αυτό δε συμβαίνει προ παντός, όταν ο άνθρωπος πριν εξ αμελείας επί πολύ συνεδυάσθη και συνομίλησε με τον λογισμό, δηλαδή, αφού εκ προαιρέσεως εσκέφθη απρεπώς περί του πράγματος τούτου. Αυτό όμως υπόκειται εν πάσιν είτε στην σύμμετρο μετάνοια, είτε έστιν μέλλουσα κόλασιν, δηλαδή, πρέπει να μετανοήσει και να προσευχηθεί κανείς υπέρ της απελευθερώσεως από το τοιούτο πάθος.
Διότι στην μέλλουσα κόλασιν υπόκειται κανείς δια το αμετανόητο, όχι δια τον πόλεμο. Αν θα συνέβαινε τούτο, δεν θα ήτο δυνατόν να λάβουν μερικοί άφεσιν χωρίς τελεία απάθεια, καθώς λέγει ο Πέτρος ο Δαμασκηνός. «Αρμόζει δε εις τον πολεμούμενο από οποιονδήποτε πάθος να εναντιωθεί επιμελώς εις αυτό», είπον οι Πατέρες. όπως θα πούμε περί του πάθους της πορνείας, όταν κανείς πολεμείται από ένα πάθος προς ένα πρόσωπον, πρέπει παντί τρόπω να απομακρυνθεί απ' αυτό και να αποφυγή τις συνομιλίες και τας συντυχίες και την επαφή των ματιών και την οσμή του. Διότι «οποίος δεν φυλάσσεται από όλα αυτά, αυτός εργάζεται το πάθος και πορνεύει δια των λογισμών εν τη καρδία», είπον οι Πατέρες. Αυτός μόνος ανάφτει την κάμινο των παθών και εισάγει ως θηρία τους πονηρούς λογισμούς.
ΤΟΥ ΕΝ ΟΣΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΝΕΙΛΟΥ ΣΟΡΣΚΥ
ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ, ΒΙΟΣ , ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΣΙΚΗ και ΣΧΟΛΙΑ
ΜΟΝΑΧΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ GROLIMUND
ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΣΩΖΟΜΕΝΑ ΑΣΚΗΤΙΚΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ, ΒΙΟΣ , ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΡΩΣΙΚΗ και ΣΧΟΛΙΑ
ΜΟΝΑΧΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ GROLIMUND