Ἀνθρώπινα δικαιώματα - Point of view

Εν τάχει

Ἀνθρώπινα δικαιώματα


ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ:

Στην εποχή μας τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είναι κάτι τόσο αυτονόητο και αποδεκτό από όλους που ξαφνιάζεται κανείς, αν αναλογιστεί ότι λ.χ. στις αρχές του 20ού αι. κυριαρχούσαν ακόμη ρατσιστικές αντιλήψεις στον πολιτισμένο δυτικό κόσμο.

            Δεν πρέπει να πιστεύσουμε ότι η επίκληση, στον χώρο της πολιτικής, των Α.Δ. από όλους, πλούσιους και φτωχούς, Δυτικούς και μη, οφείλεται στην ηθικοποίηση των ανθρώπων, ότι δηλαδή γίναμε καλλίτεροι ηθικά. Τουλάχιστον πρέπει να αμφιβάλλουμε γι’ αυτό και να δούμε γιατί οι Δυτικοί και οι αναπτυσσόμενοι λαοί επικαλούνται ο καθένας τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πάντως η ιστορία έχει αποδείξει ότι πάντοτε, όποτε οι ηθικές αρχές διακηρύσσονται από τα κράτη και γενικά όσους έχουν πολιτικές επιδιώξεις, αυτό συνεπαγόταν την υποταγή των ηθικών αρχών στις πολιτικές επιδιώξεις. Έτσι, η «ηθική αρχή» της Σταυροφορίας χρησιμοποιήθηκε από την πολιτική κι όχι το αντίθετο.

            Η Δύση πρωτοχρησιμοποίησε τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ως όπλο κατά του κομμουνισμού με τη μομφή ότι ο τελευταίος καταπατούσε την «ελευθερία» των ανθρώπων. Η προπαγάνδα αυτή ήταν αρκετά επιτυχημένη, αν αναλογιστούμε τις αντιδράσεις των ανατολικοευρωπαίων το 1989. Η Δύση συνέχισε να χρησιμοποιεί τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ως πολιτικό όπλο για την επιβολή των θέσεων και των συμφερόντων της. Όπου έκρινε αυτή όπου υπήρχε «παραβίαση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», κινητοποιούσε τις δυνάμεις της, έπειθε τον κόσμο μέσω των ΜΜΕ για το πόσο «χασάπης» ή «τύραννος» ήταν κάποιος δικτατορίσκος και για το πόσο η ίδια επιθυμούσε την Δημοκρατία και την Ελευθερία και επεμβαίνει σε διάφορες περιοχές του κόσμου, ανάλογα με τα οικονομικά-γεωπολιτικά συμφέροντά της, πάντα όμως στο όνομα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της «Ελευθερίας». Το πόσο υποκριτικό είναι αυτό και το ότι τα κίνητρά της είναι υλικά κι όχι ιδεαλιστικά φαίνεται από το γεγονός ότι η Δύση δεν επεμβαίνει στρατιωτικώς ούτε σε περιοχές όπου παραβιάζονται τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αλλά δεν έχει οικονομικό-γεωπολιτικό συμφέρον (π.χ. Κύπρος) ούτε σε περιοχές όπου παραβιάζονται τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αλλά φοβάται να συγκρουστεί (π.χ. Κίνα). Επισείοντας επιλεκτικά λοιπόν τον μπαμπούλα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων η Δύση θεωρεί (και το κατορθώνει ώς τώρα) ότι μπορεί να ελέγχει την υπόλοιπη ανθρωπότητα, όχι απλώς με την στρατιωτική απειλή αλλά και με την ψυχολογική υποβολή και τρομοκρατία. Γιατί λ.χ., αναφορικά με το δεύτερο, είναι άλλο πράγμα να προκαλείται σοκ στην κοινή γνώμη για τους διαβολικούς Ταλιμπάν ή την Αλ Κάιντα, κι άλλο μην προκαλείται σοκ για το γεγονός και τις μεθόδους της θανατικής ποινής στις ΗΠΑ. Τα «Ανθρώπινα Δικαιώματα» λοιπόν είναι ένα πολυτιμότατο ιδεολογικό-πολιτικό όπλο της Δύσης στην προσπάθεια καθυπόταξης των αντίθετων κρατών και δυνάμεων· όπως ο [σοβιετικός] «Διεθνισμός» ήταν το άλλοθι της ΕΣΣΔ για τις εισβολές στην Ουγγαρία και την Τσεχοσλοβακία.

            Αντίστοιχα οι μη δυτικοί λαοί επικαλούνται τα Ανθρώπινα Δικαιώματα με σκοπό να θεμελιώσουν με έσχατα επιχειρήματα το δικαίωμα να είναι ισότιμοι πολιτικά και οικονομικά με τη Δύση· η Τανζανία ή ο Παναμάς έχουν τα ίδια δικαιώματα στην παγκόσμια σκηνή με την Αγγλία ή τις ΗΠΑ. Επίσης τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είναι ένα μέσο για να «πείσουν» τη Δύση (αλλά και τον εαυτό τους) οι μη δυτικοί λαοί για το «δικαίωμά» τους να κατανέμονται με ίσο τρόπο σε όλους οι παγκόσμιοι πόροι και ο παγκόσμιος πλούτος. Δηλαδή οι μη δυτικοί λαοί ερμηνεύουν τις διακηρύξεις των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υλικώς ενώ η Δύση τις ερμηνεύει ιδεαλιστικά και μόνο κατ’ όνομα, δηλ. αρκούμενη απλώς στην εξάλειψη λ.χ. των βασανιστηρίων, των δικτατοριών, της ανελευθερίας του λόγου κοκ. Οι μη δυτικοί λαοί μέσω των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταλήγουν να πιστεύουν ότι ορισμένα υλικά αγαθά (λ.χ. τα αγαθά του καταναλωτικού δυτικού πολιτισμού) τούς ανήκουν δικαιωματικά, δηλαδή μόνο και μόνο επειδή αυτοί είναι – όπως και ο κάθε απλός Δυτικός – άνθρωποι και όχι χάριν ελεημοσύνης της Δύσης. Όμως η Δύση το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε είναι να μοιραστεί τον πλούτο της κι άρα την παγκόσμια κυριαρχία με τους αριθμητικά υπέρτερους υπανάπτυκτους λαούς. Εάν ερμήνευε τις διακηρύξεις των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων υλικώς, η Δύση θα έπρεπε λοιπόν να μοιράσει τον πλούτο και τους πόρους της ισότιμα σε όλους τους λαούς της Γης, δηλαδή να αυτοκτονήσει πολιτικώς. Γιατί, ποιος θα την έπειθε (κι έχει δίκαιο ν’ ανησυχεί) ότι μόλις οι νυν υπανάπτυκτοι λαοί εξισώνονταν μ’ αυτήν σε επίπεδο οικονομικής και πολιτικής ισχύος δεν θα έπρατταν εναντίον της ακριβώς ό,τι είχε διαπράξει αυτή εναντίον τους μεταξύ του 16ου και 20ού αι.; Και να μη συνέβαινε αυτό όμως, η Δύση γνωρίζει ότι το μοίρασμα του σημερινού πλούτου των λίγων θα σήμαινε γενική φτώχεια και ειδικότερα την μείωση του δικού της πλούτου και βιοτικού επιπέδου. Άλλο πράγμα να μοιράζονται ένα χρηματικό ποσό λ.χ. τρεις άνθρωποι κι άλλο είκοσι. Αλλά επιπλέον, ακόμη κι αν δεν μοίραζε τον πλούτο της, η Δύση, εάν ήταν πιστή στα Ανθρώπινα Δικαιώματα, θα έπρεπε να επιτρέψει στα εκατοντάδες εκατομμύρια των υπανάπτυκτων μη Δυτικών να εισέλθουν στη Δύση και να απολαύσουν εκεί τα υλικώς ερμηνευόμενα δικαιώματά τους – ένας πραγματικός εφιάλτης για τους καλοζωισμένους Δυτικούς. Ενδεικτικό ότι η Δύση συναισθάνεται τα παραπάνω είναι ότι εμμέσως πλην σαφώς έχει επιλέξει να εφαρμόζει τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην ίδια τη Δύση με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της κρατικής κυριαρχίας. Δηλαδή παρ’ όλες τις διακηρύξεις της Δύσης, το Δυτικό κράτος είναι υπεράνω των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Δηλαδή: όχι απλώς η Δύση θέλει να παίζει το ρόλο του ισχυρότερου ελεήμονα (κι όχι του ίσου αδελφού) εκτός των συνόρων της, αλλά ούτε δέχεται την κατάλυση της κυριαρχίας της για να πραγματωθούν πλήρως όλα τα φανταστικά ή πραγματικά «δικαιώματα» που θα απαιτούν οι ξένοι.

            Αναπόφευκτα λοιπόν τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των μεν έρχονται αντιμέτωπα με τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των δε, καθώς στο όνομα της ίδιας Ιδέας οι μεν αναγνωρίζουν διαφορετικές αξίες και διαφορετικές καταστάσεις από τους δε. Καθώς μάλιστα η Δυτική ερμηνεία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι το αντίθετο της μη Δυτικής ερμηνείας, η σύγκρουση θα είναι σφοδρότατη. Έτσι καταρρίπτεται η εξεπίτηδες διαδιδόμενη εκ Δυσμών μυθολογία ότι αρκεί η αποδοχή ή πραγμάτωση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων από όλους, για να επέλθει ειρήνη κι ευτυχία. Γιατί η μυθολογία αυτή ούτε μάς λέει (σκόπιμα) ποια απ’ τις δύο ερμηνείες είναι η «αληθινή» ούτε μπορεί να μας πείσει ότι η αποδοχή της  ονομαστικής-ιδεαλιστικής ερμηνείας και όχι της υλικής θα καθησυχάσει τους πεινασμένους μη Δυτικούς – όπως και οι φτωχοί της Δύσης δεν καθησυχάστηκαν τον 19ο αι. από την αστική ερμηνεία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του 18ου αι., αλλά επαναστατούσαν απαιτώντας την υλική ερμηνεία τους. Και γιατί, είναι άλλο πράγμα να πραγματώνονται ιδεαλιστικά τα Ανθρώπινα Δικαιώματα σε 7 και σε 15 δις. ανθρώπους κι άλλο να πραγματώνονται υλικά σε 7 και σε 15 δις. Βλέπουμε δηλαδή ότι όσο περισσότερο παγκόσμια αναγνωρίζεται μια αρχή, τόσο πιο περίπλοκη γίνεται η ερμηνεία και η εφαρμογή της κι ότι τα Ανθρώπινα Δικαιώματα μπορούν να παίξουν όχι μόνο ρόλο ειρηνευτικό αλλά κυρίως διχαστικό, αφού οι αντίπαλοι θα αγωνίζονται για την επικράτηση της δικής τους ερμηνείας – και μάλιστα θα αγωνίζονται με την ειλικρινή πίστη ότι έχουν το δίκαιο με το μέρος τους ζητώντας ένα αυτονόητο δικαίωμα, λ.χ. το δικαίωμά τους στο κότερο.

Η Δύση νομίζει ότι νικώντας την ΕΣΣΔ και εξαπατώντας τους Ανατολικοευρωπαίους με την «Ελευθερία» ξεμπέρδεψε εύκολα, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται σε τρομερό δίλημμα, ή να δείξει ολοφάνερα ότι προδίδει τις ιδέες της ή να εξισωθεί οικονομικοπολιτικά με τον υπόλοιπο πλανήτη και να αυτοκτονήσει. Πάντως μακροπρόθεσμα η χρησιμοποίηση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για σκοπούς παγκόσμιας κυριαρχίας θα γίνεται ολοένα δυσκολότερη, γιατί θα καταφαίνεται η υποκρισία, ενώ το κόστος θα αυξάνεται. Η έμπρακτη άρνηση ή αδυναμία, από την άλλη, της Δύσης να μοιραστεί τα Ανθρώπινα Δικαιώματά της με τους υπανάπτυκτους λαούς θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην πτώση της δημοτικότητας των Δυτικών Ιδεών στους μη Δυτικούς λαούς· γιατί αυτοί περίμεναν από τα «Ανθρώπινα Δικαιώματα» εξίσωση του βιοτικού επιπέδου και κατάργηση της εκμετάλλευσης, αλλά όταν δουν ότι αυτό δε θα γίνει (κι όταν θα αγανακτήσουν με τις επιλεκτικές, υποκριτικές Δυτικές επεμβάσεις) τότε θα στραφούν εναντίον κάθε δυτικής πνευματικής ιδέας επιστρέφοντας με περηφάνια στην πνευματική τους κοιτίδα, στην οποία ως γνωστόν επιτρέπονται φιλάνθρωπες πράξεις όπως ο αποκεφαλισμός, το κόψιμο χεριών, ποδιών, η μαστίγωση, το κάψιμο της χήρας με τον νεκρό άντρα της, τα κινέζικα βασανιστήρια κ.ά. Αυτό θα είναι το έργο της Δύσης.

            Στην μεταμοντέρνα Δύση κυριαρχούν δύο αντίθετες αντιλήψεις σχετικές με την ηθική και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, αυτή του ηθικού σχετικισμού και αυτή του ηθικού οικουμενισμού. Η δεύτερη έχει αναμφίβολα τον τελευταίο λόγο, γιατί οι οπαδοί του ηθικού σχετικισμού δεν μπορούν να τραβήξουν ώς το τέρμα τη σκέψη τους (π.χ. να πουν ότι η ύπαρξη βασανιστηρίων ή κλειτοριδεκτομής οφείλεται σε μια θεμιτή πολιτισμική διαφορά) δίχως να χαρακτηριστούν οπαδοί του Ολοκληρωτισμού ή μηδενιστές κι επικίνδυνοι και να περιθωριοποιηθούν. Γι’ αυτό οι οπαδοί του ηθικού σχετικισμού είναι αναγκασμένοι να υιοθετούν το λεξιλόγιο του ηθικού οικουμενισμού και να ισχυρίζονται ότι μόνον εάν όλοι μας κατανοήσουμε τη σχετικότητα των αξιών και των απόψεων μπορεί να δημιουργηθεί κλίμα ανοχής και ειρήνης στον κόσμο. Οι δε οπαδοί του ηθικού οικουμενισμού έχουν πάρει το μεγαλόπρεπο ύφος του γεμάτου αηδία για τους «υποβιβαστές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας» ανθρωπιστή και τιμητή. Ωστόσο υπάρχουν τρία προβλήματα για τις δύο απόψεις. Πρώτον η διακήρυξη ή η αποδοχή οικουμενικών αξιών αυτή καθεαυτή δεν συνεπάγεται την βελτίωση της ζωής των ανθρώπων· και παλιότερα επικράτησαν αξίες που σ’ ορισμένους πολιτισμούς θεωρήθηκαν οικουμενικές, ωστόσο η ονομαστική αποδοχή τους δεν έλυσε τίποτα. Δεύτερον ο σχετικισμός δεν είναι διόλου σίγουρο ότι φέρνει την ανοχή: μπορεί κάλλιστα να σφάζει κανείς αδίστακτα κάποιους έχοντας ταυτόχρονα πλήρη επίγνωση της σχετικότητας των συμφερόντων και των σκοπών/αξιών του. Τρίτον, πρέπει να ανεχόμαστε τους εχθρούς της ανοχής; Το ερώτημα μοιάζει σοφιστικό, αλλά εάν  ισχύει η αρχή της αμοιβαιότητας, τότε πρέπει να ανεχόμαστε μόνο όσους δέχονται την αρχή της ανοχής: αλλά αν δεν είμαστε ανεκτικοί προς όλους παρά μόνο προς όσους συμφωνούν μαζί μας, τότε δεν είμαστε ανεκτικοί.

            Τα Ανθρώπινα Δικαιώματα απαιτούν οικουμενική ισχύ, γιατί ακριβώς οι ιδεολογικές προϋποθέσεις τους απαιτούν οικουμενική ισχύ. Αυτές είναι η προσπάθεια ανίχνευσης των ηθικών αξιών μέσα στα πράγματα, όπως λ.χ. του χρώματος στα πράγματα (έτσι θεωρούσε ο Grotius, για παράδειγμα) και η συρρίκνωση του ανθρώπινου όντος στη λογικότητά του, δηλαδή στην ικανότητα να σκέφτεται και ν’ αποφασίζει έλλογα. Όμως αφενός δεν αποδεικνύεται καμμία ηθική αξία μέσα στα πράγματα, εκτός του ανθρώπου, αφετέρου είναι γνωστό ότι η λογικότητα δεν είναι παρά μόνο ένα από τα στοιχεία του ανθρώπου. Η ικανότητά του να επιλέγει διαφορετικές αντιλήψεις (πολιτισμούς) και να διαφοροποιείται διόλου δεν λαμβάνεται υπόψη. Η αναφορά στην κοινή φύση του ανθρώπου δεν προσθέτει περισσότερο. Ὅπως στὴν ἀρχαιότητα ὁρισμένοι φιλόσοφοι κατέληγαν πὼς ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νὰ εἴμαστε ὅλοι ἴσοι, ἀδελφωμένοι κ.λ.π., ἔτσι κάποιοι ἄλλοι, ἐπίσης ἀρχαῖοι φιλόσοφοι κατέληγαν στὰ ἀκριβῶς ἀντίθετα συμπεράσματα γιὰ τὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι εἴμαστε ἄνισοι, ὅτι πρέπει νὰ ἰσχύῃ τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυρότερου κ.λ.π. Χωρὶς καθόλου νὰ πρέπει νὰ ὑποστηρίζει κανεὶς ὅτι εἶναι κακὸ νὰ ὑπάρχουν Ἀνθρώπινα Δικαιώματα, ἡ θεμελίωσή τους εἶναι ἐντελῶς ἀβάσιμη, τόσο ἀβάσιμη ὅσο καὶ ἡ προσπάθεια νὰ ὑποστηριχτεῖ λογικῶς ἡ ἀνισότητα τῶν ἀνθρώπων. Τὸ πόσο ἔμπρακτα ἀβάσιμη εἶναι φαίνεται κι ἀπὸ μιὰ ἄλλη παλαιότερη θεμελίωση τῆς ἰσότητας τῶν ἀνθρώπων, στὴ βάση τῆς ἰσότητας μπροστᾶ στὸ Θεό. Αὐτὴ δὲν ἀρκοῦσε γιὰ νὰ ἐξισωθοῦν πολιτικᾶ καὶ οἰκονομικᾶ οἱ ἄνθρωποι.

            Ἡ γέννηση τῆς ἰδέας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων στὴ Δύση ὀφείλεται, πρῶτον στὸ ὅτι μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ δυτικοῦ τμήματος τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἀπὸ τοὺς βαρβάρους, ὅλα ξεκίνησαν ἐκεῖ ἀπὸ μηδενικὴ βάση, καὶ συνεπῶς δὲν ὑπῆρχε κάποια ἀρχαία κληρονομιὰ καὶ πολιτισμὸς νὰ ἐπηρεάσῃ τὴ σκέψη καὶ τὶς ἐξελίξεις, καὶ δεύτερο ἡ ἀπάνθρωπη τακτικὴ τῆς δυτικῆς ἐκκληςίας καὶ οἱ αἱματηροὶ  θρησκευτικοὶ πόλεμοι, ὤθησαν τοὺς ἀνθρώπους νὰ ψάξουν γιὰ μιὰ ἀντικειμενικότερη – ἄρα καὶ τάχα «ἀπολυτότερη» – θεμελίωση τῶν στοιχειωδῶν δικαιωμάτων καὶ ἀξιοπρέπειας ποὺ ἀξίζει κάθε ἄνθρωπος, πέρα ἀπὸ τὴ θρησκεία.

            Τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δεν είναι κάτι ουρανοκατέβατο, αλλά είναι αποφάσεις και δημιούργημα ανθρώπων. Ποιων ανθρωπων όμως, και σε ποια εποχή; Όχι φυσικά όλων. Δεν συνήλθε όλη η Ανθρωπότητα για να αποφασίσει τι είναι τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Κάποτε, κάποιοι Άγγλοι απαίτησαν στοιχειώδη δικαιώματα από το μονάρχη τους, κάποτε κάποιοι Αμερικανοί διακήρυξαν τα στοιχειώδη δικαιώματα, κάποτε, κάποιοι Γάλλοι στα 1789 συναθροίστηκαν και είπαν, ότι ανθρώπινα δικαιώματα είναι αυτό κι εκείνο κι ετούτο. Μετά, αυτός ο ορισμός των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων άρχισε να γίνεται κοινά αποδεκτός σε όλον τον δυτικό κόσμο. Τέλος, όταν ιδρύθηκε ο ΟΗΕ, υιοθέτησε πάνω-κάτω τον δυτικό αυτόν ορισμό, μια και οι κυρίαρχες δυνάμεις ήταν δυτικές και ευρωπαϊκές. Πρέπει να γίνει κάποτε κατανοητό πως η έννοια «ανθρώπινο δικαίωμα» δεν είναι κάτι το απόλυτο, αλλά συναρτάται από την έννοια «άνθρωπος». Το τι σημαίνει «άνθρωπος» δεν είναι κάτι τόσο απλό όσο φαίνεται. Κάθε πολιτισμός έχει διαφορετική αντίληψη για τον άνθρωπο, για τη θέση του στον κόσμο, για τον κόσμο καθεαυτό. Δεν έχουν όλοι οι πολιτισμοί κοινή αντίληψη γι’ αυτά τα πράγματα. Γι’ αυτό και κάθε πολιτισμός έχει τη δική του αντίληψη περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δηλαδή για το τι δικαιούται να έχει καθένας ως άνθρωπος. Ωστόσο, ολοφάνερα δεν μπορεί ο πολιτισμός των Ινδών ή των απω-ανατολιτών να επιβάλλει την αντίληψή του για τον άνθρωπο: η επιβολή αυτή γίνεται μόνο με την προϋπόθεση ότι έχει επιβληθεί πολιτικώς-στρατιωτικώς-οικονομικώς η Ινδία ή η Απω Ανατολή σε όλον τον πλανήτη. Ἔτσι, ἡ μόνη αἰτιολόγηση τῆς «οἰκουμενικότητας» τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων εἶναι ἡ ὑλικὴ ἐπικράτηση τῆς Δύσης. Αὐτὸ ὅμως εἶναι ὑλικὸ κι ὄχι φιλοσοφικὸ ἐπιχείρημα. Ἂν ἐπικρατοῦσε τὸ Ἰσλὰμ, θὰ θεωροῦσαν ὅλοι τὴν ἰσλαμικὴ ἀνθρωπο-λογία ὡς «οἰκουμενική». Θὰ φαινόταν αὐτονόητο σὲ ὅλους πὼς τὸ Ἰσλὰμ «παρέχει» τὸν καλλίτερο ἄνθρωπισμό. Παρομοίως, τὰ Α.Δ. ὁρίζονται ἔτσι, ὥστε ἡ σφαγὴ ἀμάχων μέσω βομβαρδισμῶν στὴ Δρέσδη ἢ στὶς πόλεις Χιροσίμα καὶ Ναγκασάκι τὸ 1945 νὰ μὴ θεωροῦνται ἐγκλήματα πολέμου καὶ παραβίαση τῶν Α.Δ., ἐπειδὴ ὁ σκοπὸς τῶν βομβαρδισμῶν ἦταν ἠθικὸς καὶ καλός, ἐνῶ οἱ ἐν ψυχρῶ σφαγὲς ἀμάχων ἀπὸ τοὺς Ναζὶ νὰ θεωροῦνται ἐγκλήματα πολέμου καὶ παραβίαση τῶν Α.Δ., ἐπειδὴ ὁ σκοπὸς τῶν σφαγῶν αὐτῶν ἦταν ἀνήθικος καὶ κακός. Ἄρα, παρὰ τὴν ἐπίσημη διακήρυξη καὶ τῆν ἐπιθυμία τῶν ὑπερασπιστῶν τῶν Α.Δ., οἱ ἴδιες πράξεις δὲν εἶναι πάντοτε ἠθικὲς ἢ ἀνήθικες, ἀλλὰ ἡ κρίση, ἀναφορικὰ πρὸς τὰ Α.Δ., γι' αὐτὲς γίνεται ἀνάλογα μὲ τὸν σκοπὸ τῶν πράξεων αὐτῶν καί, φυσικά, ἀνάλογα μὲ τὸ ποιὸς εἶναι ὁ ὑλικὰ κυρίαρχος.

            Και σ’ αυτήν την περίπτωση, όπως και σ’ άλλες, ωστόσο πρέπει να πιστεύουμε άλλα και να κάνουμε άλλα. Η δράση υπέρ των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μόνον με την προϋπόθεση της πίστης στην οικουμενικότητα και μοναδικότητά τους είναι δυνατή. Γιατί αλλιώς ο υπερασπιστής τους νοιώθει ότι παραβιάζει τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αυτών στους οποίους προσπαθεί να επιβάλλει τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Σχετικά ή μη, απαραίτητος όρος ύπαρξής τους είναι ο εξορκισμός της σχετικότητάς τους, ανεξάρτητα αν στο μέλλον θα χρησιμοποιούνται για βομβαρδισμούς ή για ανθρωπιστική βοήθεια. Όσο για εκείνους τους Δυτικούς που δηλώνουν «αμέτοχοι στα πολιτικά παιχνίδια της Δύσης με τα ανθρώπινα δικαιώματα» παίρνοντας μέρος στον αγώνα υπέρ των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μπορούμε να πούμε πως η ειλικρίνειά τους δεν συνεπάγεται ότι δεν είναι, είτε το γνωρίζουν είτε το αρνούνται, τα κορόιδα της Δύσης ή τα θύματα της ετερογονίας των σκοπών, τα οποία αγωνίζονται υπέρ ιστορικών εξελίξεων, διεργασιών και αποτελεσμάτων πολύ διαφορετικών από αυτά που οι ίδιοι επιδιώκουν με τις αλτρουιστικές πράξεις τους. Γιατί όπως άλλο η σκοπούμενη από την πραγματική ωφέλεια, έτσι και, πολύ συχνά, άλλο το τι κάνουμε κι άλλο το τι νομίζουμε ότι κάνουμε. Οι αγωνιζόμενοι Δυτικοί υπέρ των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναγκαστικά επικροτούν ως «μη χείρον βέλτιστον» τις στρατιωτικές-πολιτικές επεμβάσεις της Δύσης εκτός Δύσης, γιατί κατανοούν πως δεν επιτυγχάνονται διαφορετικά οι δικοί τους σκοποί· και πράγματι, εάν ήταν μόνες τους, δίχως την ανθρωπιστική ρητορεία και πολεμική των δυτικών κρατών – και δίχως «ευαγή ιδρύματα» χρηματοδοτούμενα από πολυεκατομμυριούχους – οι ανθρωπιστικές οργανώσεις θα ήταν περιθωριοποιημένες. Ωστόσο θα είναι πάντα ένα ηθικό δίλλημα, για τους πιο συνειδητοποιημένους εξ αυτών, η παραπάνω αποδοχή. (6/1/2007)

            Ορισμένοι πιστεύουν ότι η έννοια των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Α.Δ.) είναι αποκλειστικώς η Δυτική. Ωστόσο και το Ισλάμ, αν δεν επιμείνουμε στις λέξεις, έχει τα ισλαμικά Ανθρώπινα Δικαιώματα, τα οποία βέβαια είναι τελείως διαφορετικά από τα Δυτικά. Οι ισλαμιστές όμως ισχυρίζονται ότι τα ισλαμικά Α.Δ. είναι τα πραγματικά, τα σωστά Α.Δ. Οι Δυτικοί εκπλήσσονται με τέτοιες δηλώσεις και αντιτείνουν ότι τα δυτικά Α.Δ. βασίζονται στον ορθό λόγο. Όμως οι ισλαμιστές αντιτείνουν ότι τα ισλαμικά Α.Δ. βασίζονται στο Κοράνι, άρα εμπεριέχουν τον ορθό λόγο. Είναι επομένως λανθασμένο να λέγεται ότι οι μη δυτικοί πολιτισμοί δεν έχουν μια κάποια αντίληψη για τα δικαιώματα των ανθρώπων που ζουν στις κοινωνίες τους.

            Η απολυτοποίηση των Α.Δ. από όσους τα θεωρούν λίγο-πολύ ένα είδος νέας θρησκείας, την οποία πρέπει να ακολουθήσουν όλοι, σκοντάφτει τόσο στην διαπολιτισμική διαφορά (ισλαμικά - δυτικά Α.Δ.), όσο και στην ενδοπολιτισμική αντιπαράθεση, καθώς και στο γεγονός ότι ενώ διατείνονται ότι τα Α.Δ. φέρνουν την ειρήνη, είναι αναγκασμένοι, όσοι τα θεωρούν ως αναγκαία νέα θρησκεία, να τα επιβάλλουν με τη βία κι επομένως λ.χ. να σφάζουν προκειμένου να αποτρέπουν τη σφαγή. Έτσι η παραβίαση των Α.Δ. ακριβώς επειδή γίνεται προσπάθεια να εφαρμοσθούν τα Α.Δ. συνεχίζεται. (11/9/2007)

            Ασφαλώς τα παραπάνω δε σημαίνουν ότι η άποψη που αντιτίθεται στα Α.Δ. (π.χ. η τοποθέτηση ενός Ηγέτη ή μιας θρησκείας αντί αυτών) είναι περισσότερο λογικά βασισμένη, με λιγότερες αντιφάσεις ή με λιγότερα πρακτικά προβλήματα. Καταρχήν δεν μπορεί να σταθεί ιδεολογία η οποία να μην έχει μια, κάποια, αντίληψη περί υποχρεώσεων και (ανθρωπίνων) δικαιωμάτων και, έτσι, ακόμη κι αν αρνείται την έννοια των Α.Δ., αναγκαστικώς πρακτικά καθορίζει τα δικαιώματα που πρέπει να έχουν οι άνθρωποι. Κατά δεύτερον τα "προνεωτερικά Α.Δ." στη Δύση δεν ήταν και τα καλλίτερα, με βάση τα σημερινά δυτικά κριτήριά μας για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Κατά τρίτον, εντός της δυτικής παράδοσης και με δεδομένο ότι κυρίαρχη στη Δύση είναι μια συγκεκριμένη ερμηνεία των Α.Δ. καθώς και μια συγκεκριμένη παράδοση, αναπόφευκτα τα κριτήριά μας για το Καλό και το Χρήσιμο είναι τα ίδια με αυτά που τα Α.Δ. διακηρύσσουν και, συνεπώς, τα Α.Δ. θεωρούνται αναπόφευκτα ως κάτι καλό, ως πρόοδος, εξανθρωπισμός κ.λπ. Όμως αυτή η θεώρηση παύει να έχει νόημα εκτός Δύσης. (5/12/2007)

Περισσότερα για τον πολιτισμικό σχετικισμό και τη Δύση στο άρθρο ΔΥΣΗ, του β' μέρους

επιθυμία, ανθρώπινο δικαίωμα και τα όρια ανοχής στη μετατροπή της σε ανθρώπινο δικαίωμα.

Θεωρητική βάση για να καθιερωθούν κάποια δικαιώματα ως τέτοια, δηλαδή ανθρώπινα δικαιώματα, δεν μπορεί παρά να είναι η επιθυμία μιας ομάδας ή της πλειοψηφίας της κοινωνίας για θέσπιση ορισμένων πραγμάτων κι επιθυμιών ως ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα οποία στο εξής θεωρούνται φυσικά. Ήθελαν κάποιοι άνθρωποι να αποκτήσουν το δικαίωμα της ψήφου, του ελέγχου των κρατικών εσόδων ή το απαραβίαστο της ιδιοκτησίας, και διακήρυξαν ότι αυτά είναι ανθρώπινα δικαιώματα που όλοι τα έχουν, απλώς και μόνο επειδή είναι άνθρωποι. Στη συνέχεια προστέθηκαν και άλλα τέτοια ανθρώπινα δικαιώματα στη λίστα. Όλη αυτή η διαδικασία έγινε με τέτοιο τρόπο, ώστε κανείς δεν κατανοούσε ότι απλώς, κάθε φορά, κάποιοι απαιτούσαν να μετατραπεί μια επιθυμία τους σε ανθρώπινο δικαίωμα κι έπειτα όλοι φαντάζονταν πως η πλέον θεσμοθετημένη σε Α.Δ. επιθυμία ήταν προαιώνιο, "φυσικό" Α.Δ. Δεν κατανοούσε κανείς (και ίσως ακόμη δεν κατανοεί) ότι αντί για θεσμοθέτηση ενός προαιώνιου πράγματος στην πραγματικότητα είχαμε - δια της βίας ή μέσω ψηφοφορίας - προσθήκη του πράγματος αυτού (ή της επιθυμίας) σε μια λίστα η οποία λέγεται "Ανθρώπινα Δικαιώματα", ότι δηλαδή τα ανθρώπινα δικαιώματα θεσπίζονται κανονιστικά και μάλιστα σταδιακά (όχι όλα μαζί). Τυπικό παράδειγμα είναι σήμερα τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων στο γάμο. Στα 1789, όταν διακηρύσσονταν τα ανθρώπινα δικαιώματα, δε φανταζόταν κανείς ότι η επιθυμία των ομοφυλόφιλων για γάμο μεταξύ τους θα μετατρεπόταν σε Α.Δ. (ή ότι κάποιοι θα επεδίωκαν να την θεσμοθετήσουν ως Α.Δ.). Ωστόσο, ακριβώς επειδή τα Α.Δ. γίνονται τέτοια κανονιστικώς, δηλαδή δεν είναι "φυσικά", αλλά "κοινωνικά", είτε χάρη στην απαίτηση της πλειοψηφίας είτε χάρη στον αγώνα μιας ενδεχομένως μικρής, αλλά ισχυρής μειοψηφίας, τίποτε δεν αποκλείει στο μέλλον να ζητάται να ανακηρυχθούν σε Α.Δ. πράγματα τα οποία μας φαίνονται ταμπού ή απαράδεκτα. Όταν ζητηθεί και επιτευχθεί κάτι τέτοιο, τότε αυτά τα πράγματα θα αρχίσουν να φαίνονται "φυσικά" και μάλιστα να θεωρείται ότι εξανέκαθεν ήταν δικαίωμα των ανθρώπων, το οποίο παραβιαζόταν στις παλιότερες (και στη δική μας) εποχές.
            Προκειμένου να μπει ένα όριο, όταν - και αν - γίνει κατανοητό ότι τα Α.Δ. είναι κοινωνικά και όχι φυσικά ή προαιώνια και συνεπώς καθένας μπορεί να ζητήσει να ανακηρυχθεί Α.Δ. η οποιαδήποτε επιθυμία του, υπάρχουν δύο λύσεις, οι οποίες όμως εφαρμόζονται και τώρα. Σύμφωνα με την πρώτη λύση αναζητάται η θεμελίωση των Α.Δ. σε κάτι εξωανθρώπινο, στη(ν ανθρώπινη) Φύση, η οποία ως απαράλλαχτη δείχνει και ποιες επιθυμίες ή πράγματα συνιστούν φυσικά, δηλαδή προαιώνια, δικαιώματα και ποιες επιθυμίες δεν συνιστούν Α.Δ. Αλλά αυτό γίνεται και σήμερα: θεωρούμε τα έως τώρα θεσμοθετημένα ως Α.Δ. φυσικά και τόσο αυτονόητα, ώστε κατακρίνουμε τις εποχές στις οποίες δεν είχαν αναγνωριστεί ως τέτοια. Σύμφωνα με την άλλη λύση μια ομάδα σοφών ή αντιπροσώπων μας θα καθόριζε μια για πάντα το περιεχόμενο των Α.Δ., ποια και πόσα είναι αυτά, απαγορεύοντας την προσθήκη ή την αφαίρεση σε αυτά άλλων επιθυμιών ή πραγμάτων. Όμως τα τώρα αναγνωρισμένα ως Α.Δ. είναι τέτοια εξαιτίας της απόφασης κάποιων, λίγων, "σοφών" ή ισχυρών Γάλλων, Αμερικάνων κ.λπ. ή των επιτροπών-αντιπροσώπων των λαών στον ΟΗΕ. Από την άλλη, τίποτα δεν παραμένει αιώνια αποδεκτό. Η συνειδητοποίηση όμως ότι οι τρόποι "περιορισμού" των Α.Δ., ώστε σε αυτά να περιλαμβάνονται μόνο τα "πραγματικά" και "φυσικά" (που η "πραγματική" αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου συνεπάγεται) δικαιώματα, έχουν εφαρμοστεί δίχως το ποθητό αποτέλεσμα (γιατί στην πρώτη λύση, όλοι μπορούν να δουν πως ό,τι σήμερα θεωρείται Α.Δ. χτες δεν θεωρείτο και πως οι αντιπρόσωποι-σοφοί έρχονται και παρέρχονται), συνεπάγεται μόνο την αποδοχή της άποψης ότι τα πάντα μπορούν να μετατραπούν σε ανθρώπινο δικαίωμα, απλώς και μόνο εάν το ζητήσει μια ισχυρή μειοψηφία ή η πλειοψηφία κι ότι δεν υπάρχει όριο. (28/6/2008)
Porta Aurea

Pages