ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΑ
Ἡ "ἰσχυρὴ νεοφιλελεύθερη Τουρκία"
Ένας από τους μύθους που κυκλοφορούν ευρέως είναι αυτός της ισχυρής Τουρκίας. Ο
λόγος για τον οποίο προσπαθώ να τον αντικρούσω στο άρθρο περί Νεοφιλελευθερισμού
είναι ότι ως αιτία προβολής από κάποιους της ισχυρής Τουρκίας θεωρείται ότι η
Τουρκία ακολουθεί νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική σε αντίθεση με την Ελλάδα,
το «τελευταίο κομμουνιστικό καθεστώς στην Ευρώπη». Έτσι, παράλληλα με
τηλεοπτικές εκπομπές οι οποίες επικεντρώνονται στην «καλή πλευρά» της Τουρκίας,
η χώρα αυτή εξιδανικεύεται, άλλοτε ως ο μαγευτικός τόπος στον οποίο θα θέλαμε
όλοι να ζήσουμε και άλλοτε ως ο πανίσχυρος γείτονας στις αξιώσεις του οποίου
είναι παράλογο να εναντιωθούμε. Ας δούμε όμως τα αποτελέσματα του
νεοφιλελευθερισμού στην, σε αντίθεση με την Ελλάδα, «μη κομμουνιστική» Τουρκία.
1) Όσον αφορά την βρεφική και
παιδική θνησιμότητα (παγκόσμια λίστα του ΟΗΕ -http://www.un.org/esa/population/publications/wpp2006/WPP2006_Highlights_rev.pdf)
α/α
|
χώρα
|
Βρεφική
θνησιμότητα (θάνατοι ανά 1000 γεννήσεις μη νεκρών παιδιών)
|
Θνησιμότητα
παιδιών κάτω των 5 ετών (θάνατοι ανά 1000 γεννήσεις μη νεκρών παιδιών)
|
38
|
Ελλάδα
|
6,7
|
7,8
|
110
|
Τουρκία
|
27,5
|
31,6
|
Στην Τουρκία το ποσοστό των βρεφών και μικρών παιδιών που πεθαίνουν είναι
τριπλάσιο από τα αντίστοιχα ποσοστά στην (για λίγο ακόμη) μη νεοφιλελεύθερη
«τελευταία κομμουνιστική χώρα», την Ελλάδα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της
CIA, για το 2009 το ποσοστό των τουρκόπουλων, βρεφών
και παιδιών κάτω των 5, που πεθαίνουν είναι πενταπλάσιο από το αντίστοιχο
ελληνικό ποσοστό:
α/α
|
Χώρα
|
Βρεφική
θνησιμότητα (θάνατοι ανά 1000 γεννήσεις μη νεκρών παιδιών)
|
38
|
Ελλάδα
|
5,16
|
140
|
Τουρκία
|
25,78
|
2) Ένας άλλος δείκτης, που
δείχνει την τρομερή επιτυχία του νεοφιλελευθερισμού στην Τουρκία είναι το κατά
κεφαλήν ΑΕΠ. Παρατίθενται τρεις πηγές. Η πρώτη, του
ΔΝΤ για το 2010 (http://imf.org/external/pubs/ft/weo/2011/01/weodata/index.aspx):
α/α
|
Χώρα
|
δολάρια ΗΠΑ
|
29
|
Ελλάδα
|
28.434
|
64
|
Τουρκία
|
13.464
|
Η
δεύτερη πηγή είναι η Παγκόσμια Τράπεζα, για το 2009 (http://databank.worldbank.org/ddp/home.do?Step=12&id=4&CNO=2):
α/α
|
Χώρα
|
δολάρια ΗΠΑ
|
25
|
Ελλάδα
|
29.663
|
53
|
Τουρκία
|
13.668
|
Η τρίτη πηγή είναι η
CIA για το 2010 (https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/rankorder/2004rank.html):
α/α
|
Χώρα
|
δολάρια ΗΠΑ
|
32
|
Ελλάδα
|
30.200
|
73
|
Τουρκία
|
12.300
|
Αν
πιστέψει κανείς τα ΜΜΕ, το «κόμμα του Μνημονίου» και τις δήθεν «τουριστικές»
τηλεοπτικές εκπομπές, οι οποίες προβάλλουν τους λίγους πλούσιους Τούρκους και
μόνον τις πλούσιες περιοχές της Τουρκίας, οι Έλληνες πρέπει να αισθάνονται
μειονεκτικά ως προς τους Τούρκους. Το αντίθετο ακριβώς δείχνει η πραγματικότητα:
Η οικονομική πολιτική της Τουρκίας, που πρέπει να αποτελεί πρότυπο, συνεπάγεται
ότι οι Τούρκοι κατά μέσο όρο βγάζουν κάθε χρόνο μόλις το 1/3 των χρημάτων που
βγάζουν οι Έλληνες.
3) Ας δούμε ένα άλλο
κριτήριο, το βαθμό αλφαβητισμού, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ:
α/α
|
Χώρα
|
Ποσοστό
αλφαβητισμού
|
59
|
Ελλάδα
|
97,1
|
104
|
Τουρκία
|
88,7
|
Η
Τουρκία βρίσκεται τόσο πίσω από την Ελλάδα όσο η Ελλάδα από την πρώτη θέση. Κι
όμως, σύμφωνα με τους Νεοφιλελεύθερους και τους Εκσυγχρονιστές και όσους
αρέσκονται στο αυτομαστίγωμα η (και θεσμικά) ιδιωτικοποίηση της παιδείας
συνεπάγεται άνοδο του επιπέδου της εκπαίδευσης!
4)
Τελευταίο κριτήριο σύμφωνα με τον ΟΗΕ, η λίστα των κρατών της Ευρώπης με το
προσδόκιμο χρόνο ζωής για τους πολίτες τους (http://www.un.org/esa/population/publications/wpp2006/WPP2006_Highlights_rev.pdf):
Χώρα
|
Προσδόκιμο
ζωής σε χρόνια
|
Ελλάδα
|
79,5
|
Τουρκία
|
73,7
|
Μάλιστα, αν δεχτούμε τα στοιχεία της CIA (https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/rankorder/2102rank.html),
τότε παγκοσμίως:
α/α
|
Χώρα
|
Προσδόκιμο ζωής σε χρόνια
|
30
|
79,92
|
|
126
|
72,50
|
Ὅταν, λοιπόν, κάνουν κάποιοι λόγο μὲ θαυμασμὸ γιὰ
τὴν Τουρκία, τὴν ὁποία πρέπει νὰ μιμηθοῦμε, ἂς ἔχουν τὴν στοιχειώδη ἔλλειψη
ἀτιμίας (ἔχει σημασία ἡ διατύπωση),
ὥστε νὰ πληροφοροῦν τοὺς Ἕλληνες τί συνεπάγεται ἡ μετατροπὴ τῆς Ἑλλάδας ἀπὸ "τὴν
τελευταία κομμουνιστικὴ χώρα τῆς Εὐρώπης" σὲ μιὰ γειτονικὴ νεοφιλελεύθερη
οἰκονομία-πρότυπο, τὴν Τουρκία. (5/5/2011)
Τὸ μέγεθος τοῦ Δημόσιου Τομέα στὴν
Ἑλλάδα καὶ στὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση τῶν 15
Παρακάτω δείχνουμε ὅτι, ἀντίθετα ἀπὸ τὴν
καθεστωτικὴ προπαγάνδα τῆς ἀντικομμουνιστικῆς λαϊκῆς Δεξιᾶς, τῶν Νεοφιλελεύθερων
καὶ τῶν Ἐκσυγχρονιστῶν, οἱ ἑλληνικὲς δημόσιες δαπάνες δὲν εἶναι οὔτε κατὰ
διάνοια οἱ μεγαλύτερες ἐντὸς τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης τῶν 15. Παραθέτουμε δύο πηγές
ποὺ ἀναφέρονται στὶς δημόσιες δαπάνες ὡς % ποσοστὸ τοῦ ΑΕΠ:
Α') ἀπὸ τὸ Heritage Foundation
και τη Wall Street Journal (http://www.heritage.org/index/explore?view=by-variables)
για το έτος 2010:
α/α | Χώρα | ποσοστὸ |
1 | Γαλλία | 52,8 |
2 | Σουηδία | 52,5 |
3 | Δανία | 51,8 |
4 | Βέλγιο | 50,0 |
5 | Φιλανδία | 49,5 |
6 | Αυστρία | 49,0 |
7 | Ιταλία | 48,8 |
8 | Μ. Βρετανία | 47,3 |
9 | Ελλάδα | 46,8 |
10 | Πορτογαλία | 46,1 |
11 | Ολλανδία | 45,9 |
12 | Γερμανία | 43,7 |
13 | Ιρλανδία | 42,0 |
14 | Ισπανία | 41,1 |
15 | Λουξεμβούργο | 37,5 |
Ἡ Ἑλλάδα βρίσκεται στὴν 9η θέση, δηλαδὴ περίπου
στὴ μέση.
Β) ἀπὸ τὴν Eurostat (http://epp.eurostat.ec.europa.eu/tgm/table.do?tab=table&plugin=1&language=en&pcode=tec00023):
|
Ἡ χορτάτη Ἑλλάδα
(II)
Ἡ ἄποψη ὅτι οἱ Ἕλληνες εἶναι λαὸς ὁ ὁποῖος
δανείζεται ὑπερβολικὰ καὶ καταναλώνει, εἶναι ὑπερχρεωμένος καὶ ὡς ἐκ τούτου ζεῖ
πέρα ἀπὸ τὶς δυνατότητές του εἶναι σωστὴ ἀλλὰ πρέπει νὰ τεθεῖ μὲσα στὰ σωστὰ
πλαίσια. Τὰ πλαίσια αὐτὰ παρέχονται ἀπὸ τὴ σύγκριση μὲ τὶς χῶρες ἐκεῖνες στὶς
ὁποῖες θεωροῦμε ὅτι πρέπει νὰ μοιάσει ἡ Ἑλλάδα εἴτε σὲ γειτονικὲς χῶρες, ὅπως ἡ
Τουρκία, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν ἐπίσης πρότυπο ἀνάπτυξης κατὰ τοὺς
νεοφιλελεύθερους. Τὸ συμπέρασμα ποὺ προκύπτει εἶναι ὅτι οἱ Ἕλληνες δὲν εἶναι
οὔτε ὁ πιὸ χρεωμένος λαός, οὔτε οἱ πιὸ σπάταλοι, καὶ κατὰ συνέπεια δὲν μπορεῖ νὰ
γίνεται λόγος γιὰ χορτάτους Ἕλληνες. Παρακάτω παρουσιάζονται ὁρισμένα στοιχεῖα
γιὰ τὸ χρέος, τὸ κατὰ κεφαλὴν χρέος (Πηγή:
CIA The World Factbook,
https://www.cia.gov/library/publications/the-world-factbook/index.html).
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΧΡΕΟΣ ΩΣ % ΠΟΣΟΣΤΟ
ΤΟΥ ΑΕΠ
|
||
Χώρα
|
Ποσοστό
|
|
1
|
Ιρλανδία
|
1028 %
|
2
|
Ολλανδία
|
468 %
|
3
|
Βρετανία
|
417 %
|
4
|
Βέλγιο
|
287 %
|
5
|
Πορτογαλία
|
217 %
|
6
|
Αυστρία
|
212 %
|
7
|
Δανία
|
196 %
|
8
|
Γαλλία
|
189 %
|
9
|
ΕΛΛΑΔΑ
|
167 %
|
10
|
Σουηδία
|
165 %
|
11
|
Ισπανία
|
164 %
|
12
|
Γερμανία
|
159 %
|
13
|
Φιλανδία
|
153 %
|
14
|
Ιταλία
|
110 %
|
15
|
ΗΠΑ
|
95 %
|
16
|
Καναδάς
|
62 %
|
17
|
Τουρκία
|
44 %
|
18
|
Ιαπωνία
|
42 %
|
Ἡ
διεφθαρμένη Ἑλλάδα ἔχει πολὺ μικρότερο χρέος ἀπὸ τὴν Ὀλλανδία, τὴν Βρετανία, τὴν
Αὐστρία, τὴ Γαλλία, καὶ σχεδὸν ἴσο χρέος μὲ τὴν Σουηδία καὶ τὴ Γερμανία. Τὸ
ποσοστὸ τοῦ κατὰ κεφαλὴν χρέους ἔχει ὡς ἑξῆς:
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ ΧΡΕΟΣ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ
(χιλιάδες δολάρια ΗΠΑ)
|
||
Χώρα
|
Ποσό
|
|
1
|
Ιρλανδία
|
516
|
2
|
Ολλανδία
|
227
|
3
|
Βρετανία
|
147
|
4
|
Βέλγιο
|
126
|
5
|
Δανία
|
110
|
6
|
Αυστρία
|
97
|
7
|
Γαλλία
|
80
|
8
|
Σουηδία
|
73
|
9
|
Φιλανδία
|
68
|
10
|
Γερμανία
|
63
|
11
|
Ισπανία
|
53
|
12
|
ΕΛΛΑΔΑ
|
50
|
13
|
Πορτογαλία
|
48
|
14
|
ΗΠΑ
|
44
|
15
|
Ιταλία
|
39
|
16
|
Καναδάς
|
25
|
17
|
Ιαπωνία
|
17
|
18
|
Τουρκία
|
4
|
Δηλαδή, ὁ
μέσος Ὀλλανδὸς πολίτης χρωστᾶ 4,5 φορὲς παραπάνω ἀπὸ τὸν μέσο Ἕλληνα, ὁ Βρετανὸς
3 φορὲς παραπάνω, ὁ Δανὸς καὶ ὁ Αὐστριακὸς δύο φορὲς παραπάνω ἀπὸ ἐμᾶς, καὶ ὁ
Γάλλος, ὁ Σουηδός, ὁ Φιλανδός, ὁ Γερμανὸς κι ὁ Ἰσπανὸς χρωστᾶνε περισσότερα ἀπ'
ὅ,τι ὁ μέσος Ἕλληνας. Ἂν ἀφαιρέσουμε τὰ ποσὰ ποὺ χρωστᾶ ὁ κάθε πολίτης κάθε
χώρας ἀπὸ τὸ ἀντίστοιχο μέσο κατὰ κεφαλὴν ἐτήσιο εἰσόδημα κάθε χώρας καὶ
διαιρέσουμε ὅ,τι προκύψει μὲ τὸ κατὰ κεφαλὴν ἐτήσιο εἰσόδημα (στοιχεῖα τοῦ
2009), τότε ἔχουμε:
Χώρα | (Ετήσιο Χρέος - Εισόδημα) /Ετήσιο Εισόδημα | |
1 | Ιρλανδία | 1251 % |
2 | Ολλανδία | 468 % |
3 | Βρετανία | 322 % |
4 | Βέλγιο | 238 % |
5 | Δανία | 202 % |
6 | Αυστρία | 144 % |
7 | Γαλλία | 142 % |
8 | Πορτογαλία | 111 % |
9 | Σουηδία | 95 % |
10 | Φιλανδία | 97 % |
11 | Γερμανία | 82 % |
12 | Ισπανία | 78 % |
13 | ΕΛΛΑΔΑ | 59 % |
14 | Ιταλία | 29% |
15 | ΗΠΑ | -6% |
16 | Καναδάς | -35% |
17 | Ιαπωνία | -49% |
18 | Τουρκία | -66% |
Μὲ ἄλλα
λόγια, ὁ μέσος Ὀλλανδὸς χρωστᾶ 4,5 φορὲς περισσότερα ἀπὸ ὅσα βγάζει, ὁ μέσος
Βρετανὸς 3 φορὲς παραπάνω ἀπὸ ὅσα βγάζει, ὁ Βέλγος κι ὁ Δανὸς 2 φορὲς παραπάνω,
ἐνῶ ὁ μέσος Ἕλληνας χρωστᾶ λιγότερα σὲ σχέση μὲ ὅσα βγάζει συγκριτικὰ μὲ τὸν
Αὐστριακό, τὸν Γάλλο, τὸν Σουηδό, τὸν Φιλανδό, τὸν Γερμανὸ καὶ τὸν Ἱσπανό.
Μόνο ὁ Ἰταλὸς στὴν Ε.Ε. τῶν 15 χρωστᾶ λιγότερα ἀπὸ τὸν Ἕλληνα σὲ σχέση μὲ
ὅσα βγάζει. Ὁ Ἕλληνας, λοιπόν, σαφῶς καὶ ζεῖ μὲ δανεικὰ καὶ πέραν τῶν
δυνατοτήτων του, ἀλλὰ σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ αὐτὸ συμβαίνει σὲ ὅλες τὶς
δυτικοευρωπαϊκὲς χῶρες. Ἀσφαλῶς μερικοὶ θὰ παρατηρήσουν τὰ καλὰ ποσοστὰ τῆς
γειτονικῆς Τουρκίας. Μποροῦν, λοιπόν, νὰ ζήσουν στὴν Τουρκία μὲ μ.ο. ἐτήσιου
εἰσοδήματος 11600 δολάρια ΗΠΑ, τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ὁ μέσος Ἕλληνας ἔχει
ἐτήσιο εἰσόδημα 30-31 χιλιάδες; (22/1/2011)
Ἡ χορτάτη Ἑλλάδα
Ο μύθος, νεοφιλελεύθερος, εδώ έγκειται στην άποψη
ότι οι Έλληνες και ειδικά ο λαός χόρτασαν και ευνοήθηκαν μέσω των επιδοτήσεων
της Ε.Ε., και άρα τώρα πρέπει να πληρώσουν για τον πλούτο που αποκτήθηκε ανήθικα
εις βάρος άλλων λαών και δίχως εργασία και παραγωγικότητα. Ασφαλώς δεν
είναι ψέμα ότι η Ελλάδα εισέπραξε ευρωπαϊκά κονδύλια και ποσά που αλλιώς δεν θα
είχε στη διάθεσή της ποτέ, μέσω της Ε.Ε. Αλλά η διανομή του πλούτου δείχνει ότι
μπορεί η Ελλάδα να ευνοήθηκε, ο ελληνικός λαός όμως δεν "απόλαυσε" τον πλούτο
που εισέρρευσε, μια και αυτός κατέληξε στις τζέπες των πλουσιότερων.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (http://stats.oecd.org/index.aspx?,
επιλέγουμε διαδοχικά Social and welfare statistics,
Social Protection, Income distribution- Poverty, Income
distribution-Poverty) βλέπουμε για
τα μέσα της δεκαετίας του 2000 το ποσοστό του πληθυσμού για κάθε χώρα το οποίο
έχει εισόδημα κάτω από το 40% του μέσου εισοδήματος (Percentage
of people with an income below 40% of median income) μετά τους φόρους και
πληρωμές (after taxes and transfers). Εκεί, για την
Ε.Ε. βλέπουμε τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες με μεγαλύτερο ποσοστό:
Ισπανία 8,1%, Πορτογαλία 7,4%, ΕΛΛΑΔΑ 7%, Ιρλανδία 7%,
Ιταλία 6,6%, Γερμανία 6,3%, Ολλανδία 4%, Αυστρία 3,4%, Βέλγιο 3,1%, Γαλλία 2,8%,
Δανία 2,1%. Η Ελλάδα είναι μεταξύ των τριών πρώτων χωρών με τη μεγαλύτερη
ανισοκατανομή εισοδήματος παρ' όλα τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Το ίδιο
αναφέρει και η Eurostat (http://epp.eurostat.ec.europa.eu/tgm/table.do?tab=table&plugin=1&language=en&pcode=tessi180).
Ως δείκτης χρησιμοποιείται, ανά χώρα, το πηλίκο του συνολικού εισοδήματος
που έλαβε το 20% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα προς το συνολικό
εισόδημα που έλαβε το 20% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα (The ratio
of total income received by the 20 % of the population with the highest income (top
quintile) to that received by the 20 % of the population with the lowest income
(lowest quintile). Income must be understood as equivalised disposable income).
Όπως είναι προφανές, όσο μεγαλύτερος είναι ο δείκτης, τόσο μεγαλύτερη η
ανισοκατανομή του πλούτου. Για το 2009 ο δείκτης ήταν:
Ισπανία 6,0. ΕΛΛΑΔΑ 5,8. Ιταλία 5,2. Βρετανία 5,2. Γερμανία 4,5. Γαλλία 4,4.
Ιρλανδία 4,2. Ολλανδία 4,0. Αυστρία 3,7. Φιλανδία 3,7. Σουηδία 3,7. Δανία 3,6
(2008). Νορβηγία 3,4. Σλοβενία 3,2.
Μπορεί κανείς να δει το κατά μ.ο. χαμηλότερο ετήσιο εισόδημα σε κάθε χώρα
σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ (http://stats.oecd.org/index.aspx?,
επιλέγουμε διαδοχικά Labour, Earnings,
Minimum wages at current prices): Ολλανδία
18013, Βέλγιο 17288, Γαλλία 15952, Ιρλανδία 14165, Ισπανία 8736,
ΕΛΛΑΔΑ 8465,
Πορτογαλία 6300. Οι μέσες ετήσιες απολαβές ανά χώρα είναι,
σε ευρώ: (Labour, Earnings, Average annual wages):
Ολλανδία 40.219, Βέλγιο 38.097, Αυστρία 36.439, Φιλανδία 36.148,
Γαλλία 34.424,
Γερμανία 31.858,
Ιταλία 27.533,
Ισπανία 26.323,
ΕΛΛΑΔΑ 21.693,
Πορτογαλία 16.396.
Το προηγούμενο μπορεί να συνδυαστεί με τα στοιχεία σχετικά με τη φορολογία στην
Ε.Ε. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με τη μικρότερη φορολογία (http://epp.eurostat.ec.europa.eu/tgm/table.do?tab=table&init=1&language=en&pcode=tec00020&plugin=1)
όπως φαίνεται (Taxes on production and imports (ESA95 code D.2) consist of
compulsory, unrequited payments, in cash or in kind which are levied by general
government, in respect of the production and importation of goods and services,
the employment of labour, the ownership or use of land, buildings or other
assets used in production). Εκεί βλέπουμε: Σουηδία
18,7. Δανία 16,8. Κύπρος 15,1. Γαλλία 14,9. Αυστρία 14,7. Ιταλία 13,6. Φιλανδία
13,5. Γερμανία/Πορτογαλία 12,7. Βέλγιο 12,6. Ολλανδία 11,9. Βρετανία 11,7.
ΕΛΛΑΔΑ 11,1. Ισπανία 8,7. Επίσης, όσον αφορά στην
τωρινή φορολογία του εισοδήματος και του πλούτου (http://epp.eurostat.ec.europa.eu/tgm/table.do?tab=table&init=1&language=en&pcode=tec00018&plugin=1 Current taxes on income, wealth, etc. (ESA95 code D.5) cover all
compulsory, unrequited payments, in cash or in kind, levied periodically by
general government and by the rest of the world on the income and wealth of
institutional units):
Δανία 30,5. Βρετανία 16,8.
Βέλγιο 16,5. Ιταλία 14,4. Αυστρία 12,9. Ισπανία / Γαλλία 11,7. Ολλανδία
11,5%. Γερμανία 10,7. Πορτογαλία 8,6. ΕΛΛΑΔΑ 8,0.
Τὰ στοιχεῖα εἶναι ἀποκαλυπτικά (βλ. ἐφ. Αὐγὴ 30-12-2010
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=590169): Τὸ 2009 "αὐξήθηκε
αἰσθητά, κατὰ 4,7 ἑκατοστιαῖες μονάδες (καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὸ 47,9% στὸ 52,6%)
τὸ ποσοστὸ τῆς συμμετοχῆς τῶν μισθωτῶν καὶ τῶν συνταξιούχων στὰ συνολικὰ
φορολογικὰ βάρη. Οἱ παραπάνω κατηγορίες φορολογουμένων, πλήρωσαν κατὰ μέσο ὅρο
φόρους αὐξημένους κατὰ 5%-10%! ....οἱ ἐπιχειρήσεις δήλωσαν φορολογητέα κέρδη
16,07 δισ. εὐρὼ τὸ 2009 ἔναντι 19,42 δισ. εὐρὼ τὸ 2008...Ἡ φοροδοτικὴ συμμετοχὴ
τῶν μισθωτῶν καὶ τῶν συνταξιούχων στὰ συνολικὰ φορολογικὰ βάρη αὐξήθηκε
σημαντικὰ τὸ 2009 σὲ σύγκριση μὲ τὸ 2008, μὲ ποσοστὸ συμμετοχῆς στὸν συνολικὸ
φόρο εἰσοδήματος (φυσικῶν καὶ νομικῶν προσώπων) αὐξημένο ἀπὸ 47,94% τὸ 2008 σὲ
52,59% τὸ 2009. Τὸ ἀντίστροφο ἰσχύει μὲ τὴ συμμετοχὴ τῶν νομικῶν προσώπων
(μεγάλων καὶ μεσαίων ἑταιρειῶν) στὴ συνολικὴ φορολογικὴ ἐπιβάρυνση, καθὼς
μειώθηκε ἀπὸ 35,01% τὸ 2008 σὲ 30,79% τὸ 2009 καὶ τὴ συμμετοχὴ τῶν λοιπῶν
φυσικῶν προσώπων (αὐτοαπασχολούμενων, ἀγροτῶν καὶ εἰσοδηματιῶν) μειώθηκε ἀπὸ
17,05% τὸ 2008 σὲ 16,62% τὸ 2009...Εἰσόδημα χαμηλότερο τοῦ ἀφορολογήτου δήλωσε
τὸ 87% τῶν εἰσοδηματιῶν, τὸ 56,3% τῶν ἐμποροβιοτεχνῶν, τὸ 97,2% τῶν ἀγροτῶν καὶ
τὸ 70% τῶν ἐλευθέρων ἐπαγγελματιῶν!" (βλ. τὸν ἱστοτόπο τῆς Γενικῆς Γραμματείας
Πληροφοριακῶν Συστημάτων τοῦ Ὑπ. Οἰκονομικῶν,
http://www.gsis.gr/ggps/statistika/statistika.html, γιὰ τὸ ἔτος 2009 στὸ "Στατιστικὰ
Δελτία Φορολογικῶν Δεδομένων"
http://www.gsis.gr/statistiko_deltio/statistiko_deltio_2009/statdeltio2009.pdf)
(4/1/2011)
Με άλλα λόγια: Η φορολογία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι μικρότερη,
οι κατώτατες ετήσιες απολαβές μικρές, οι μισθωτοί και συνταξιούχοι πληρώνουν ενώ
οι εργοδότες, εισοδηματίες και αυτοαπασχολούμενοι κερδίζουν και ταυτόχρονα
δηλώνουν ελάχιστα κέρδη, η ανισοκατανομή του πλούτου είναι μεγάλη.
Τίποτα δεν δικαιολογεί την άποψη ότι οι Έλληνες συλλογικά αποκόμισαν πλούτο
τέτοιο παρά τα δεκάδες δισεκατομμύρια που δόθηκαν στην Ελλάδα. Ούτε ο λαός ούτε
οι "μικροαστοί" επωφελήθηκαν από το τεράστιο φαγοπότι των ευρωπαϊκών
επιδοτήσεων, τουλάχιστον τόσο ώστε να είναι οι ηθικοί ένοχοι, οι χωρίς κόπο κι
εργασία πλούσιοι που τώρα πρέπει να πληρώσουν για τις αμαρτίες τους. (30/12/2010)
οἱ τεμπέληδες Ἕλληνες
Οι «τεμπέληδες»
Έλληνες εργαζόμενοι δουλεύουν πολύ περισσότερο από τους Γερμανούς,
τους Ολλανδούς και τους Σκανδιναβούς, και μάλιστα έρχονται πρώτοι σε
ώρες εργασίας σε ολόκληρη την Ε.Ε., σύμφωνα με έκθεση που έδωσε χθες
στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως προκύπτει από την έκθεση,
οι Έλληνες εργαζόμενοι δουλεύουν 2.120 ώρες το χρόνο και
καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στην Ε.Ε., ενώ οι Γερμανοί έρχονται
προτελευταίοι με μόνο 1.432 ώρες και οι Ολλανδοί τελευταίοι με 1.389
ώρες... Μετά τους Έλληνες, έρχονται οι Τσέχοι (1.992 ώρες), οι
Ούγγροι (1.988) και οι Πολωνοί (1.969) (βλ. εφ. Ελευθεροτυπία
22-12-2010,
http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=22/12/2010&id=235349).
Αναλυτικά οι Έλληνες δουλεύουν πιο πολύ από Ιταλούς, Φιλανδούς,
Άγγλους, Αυστριακούς, Ισπανούς, Σουηδούς, Δανούς, Βέλγους, Γάλλους,
Γερμανούς και Ολλανδούς, καθώς και από Τσέχους, Ούγγρους, Πολωνούς,
Σλοβάκους, Πορτογάλους, Ιρλανδούς, και το μ.ο. της Ευρώπης. Ενώ το
2008 σε σύγκριση με το 1990 οι Έλληνες δούλεψαν ίδιες ώρες όλο το
χρόνο, οι Τσέχοι, οι Ούγγροι, οι Πολωνοί, οι Ιταλοί, οι Σλοβάκοι, οι
Πορτογάλοι, οι Φιλανδοί, οι Άγγλοι, οι Αυστριακοί, οι Ισπανοί, οι
Σουηδοί, οι Ιρλανδοί, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί δούλεψαν λιγότερες
ώρες.
Για του λόγου το αληθές τα στοιχεία του ΟΟΣΑ αποδεικνύουν το ίδιο (http://stats.oecd.org/index.aspx?,
επιλέγουμε διαδοχικά Labour, Labour
force statistics, Hours
worked, Average annual hours actually worked per
worker). Ο μέσος όρος των ετήσιων ωρών εργασίας ανά
εργαζόμενο και χώρα έχει για το 2009 ως εξής:
ΕΛΛΑΔΑ 2119, Πολωνία
1966, Ιταλία 1773, Πορτογαλία 1719, Ισπανία 1654, Φιλανδία 1652,
Αγγλία 1646, Αυστρία 1621, Σουηδία 1610, Δανία 1563, Γαλλία 1554,
Ιρλανδία 1549, Ιρλανδία 1549, Νορβηγία 1407, Γερμανία 1390, Ολλανδία
1378.
Τι σημαίνουν αυτά; Με δεδομένη την πρόοδο της τεχνολογίας για την
ίδια δουλειά σήμερα απαιτούνται λιγότερες ώρες εργασίας απ' ό,τι στο
παρελθόν. Κι αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες είναι εργατικοί αλλά τα
αφεντικά τους όντας κρατικοδίαιτα λαμόγια δεν ευνοούν την
καινοτομία, την ανάπτυξη τεχνογνωσίας κ.λπ., όπως
οι ευρωπαίοι συνάδελφοί τους, αλλά προτιμούν το εύκολο χρήμα των
επιδοτήσεων και την μείωση των μισθών των εργαζομένων στις
επιχειρήσεις τους. (25/12/2010)
τὸ μέγεθος τοῦ δημόσιου τομέα
Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ γνωστὰ ψέματα γιὰ τὸ ἑλληνικὸ
δημόσιο εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀφορᾶ στὸ μέγεθός του, δηλαδὴ στὸν ἀριθμὸ τῶν δημόσιων
ὑπαλλήλων. Δὲν χρειάζεται νὰ ἀναφέρω συγκεκριμένα ποιοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι τὸ
ἑλληνικὸ δημόσιο εἶναι ὑπερβολικὰ μεγάλο καὶ ὅτι ἐξαιτίας τοῦ μεγέθους του ἡ
χώρα ὁδηγεῖται στὴν οἰκονομικὴ κατάρρευση. Εἶναι δεκάδες δημοσιογράφοι καὶ
πολιτικοὶ αὐτοὶ ποὺ ἰσχυρίστηκαν καὶ ἰσχυρίζονται τὰ παραπάνω ἢ ὅτι οἱ
ἀπασχολούμενοι στὸν δημόσιο τομέα εἶναι 1-1,5 ἢ καὶ 2 ἑκατομμύρια,
μόνιμοι καὶ μή. Τὸ ψέμα αὐτὸ ἐπαναλαμβάνεται διαρκῶς ἀπὸ τηλεοπτικὰ
κανάλια, ραδιόφωνα, ἐφημερίδες, ἔτσι ὥστε θεωρεῖται αὐταπόδεικτη ἀλήθεια. Ὡστόσο εἶναι σαφέστατα ἕνα ψέμα.
Ὁποιαδήποτε σύγκριση μὲ δυτικοευρωπαϊκὲς καὶ δυτικὲς χῶρες ἀποδεικνύει ὅτι τὸ
ποσοστὸ τῶν ἑλλήνων ἐργαζόμενων στὸ ἑλληνικὸ δημόσιο ὄχι ἁπλῶς δὲν εἶναι τὸ
μεγαλύτερο ποσοστὸ πανευρωπαϊκὰ ἢ δυτικά, ἀλλὰ ὅτι τὸ ποσοστὸ ἀπασχόλησης στὸ
ἑλληνικὸ δημόσιο κινεῖται στὸ μέσο ὅρο τῶν συγκρινόμενων δυτικῶν καὶ
δυτικοευρωπαϊκῶν χωρῶν. Ἔτσι, ὅπως βλέπουμε στὸν πίνακα στὴ σελίδα
6 τοῦ
http://129.3.20.41/eps/pe/papers/0507/0507011.pdf (στοιχεία τοῦ
OECD), τότε παρατηροῦμε ὅτι τὸ ἑλληνικὸ ποσοστὸ
ἀνέρχεται γιὰ τὸ 2002 στὸ 11,4%, πολὺ πιὸ πίσω ἀπὸ τὸ 12,2% τοῦ ποσοστοῦ τῆς
Αὐστρίας, 13% τῆς Ἰσπανίας, 14,4% τῆς Ἰταλίας, 14,7 τῶν ΗΠΑ, 16,8 τοῦ Βελγίου,
17% τῆς Πορτογαλίας, 17,8 τῆς Ἀγγλίας, 21,2% τῆς Γαλλίας, 22,4% της Φιλανδίας,
29% τῆς Δανίας καὶ 30 τῆς Σουηδίας. Τὸ ἐπιχείρημα ὅτι, ἀντίθετα μὲ ὅ,τι
συμβαίνει στὶς παραπάνω χῶρες, στὴν καταμέτρηση τῶν δημόσιων ὑπαλλήλων τῆς
Ἑλλάδας δὲν προσμετρῶνται καὶ οἱ ἐργαζόμενοι στὸν εὐρύτερο δημόσιο τομέα κι
ἑπομένως τὸ ἑλληνικὸ ποσοστὸ εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ ἐμφανιζόμενο εἶναι ψέμα.
Γιὰ παράδειγμα στὴ Γερμανία (βλ.
http://www.unikonstanz.de/bogumil/kuhlmann/Download/KuhlmannRoeber1.pdf),
δὲν θεωροῦνται δημόσιοι ὑπάλληλοι οἱ στρατιωτικοί, οἱ ὁποῖοι ὡστόσο στὴν Ἑλλάδα
συμπεριλήφθηκαν στὸν συνολικὸ ἀριθμὸ τῶν δημόσιων ὑπαλλήλων κατὰ τὴν ἀπογραφή
τοῦ 2010. Δηλαδή, ἐὰν ὁ ἑλληνικὸς τρόπος καταγραφῆς τῶν δημόσιων ὑπαλλήλων ἦταν
ἀκριβῶς ὁ γερμανικός, τότε -γιὰ παράδειγμα- ἀπὸ τοὺς 625 χιλιάδες μόνιμους τοὺς
ὁποίους ἀναφέρει ἡ ἀπογραφὴ τοῦ 2010, στοὺς ὁποίους συμπεριλαμβάνονται κληρικοί,
στρατιωτικοὶ (~170 χιλιάδες) καὶ Σώματα Ἀσφαλείας, δηλ. ἀστυνομικοί/πυροσβέστες
(~70 χλδ), γύρω στοὺς 250-60 χιλιάδες, θὰ καταλήγαμε σὲ μόνο 370 χιλιάδες
μόνιμους ὑπαλλήλους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἂν ἀφαιρούσαμε τοὺς γιατροὺς καὶ
νοσηλευτὲς θὰ καταλήγαμε σὲ ἀκόμα μικρότερο ἀριθμό.
Πέρα ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ OECD ὑπάρχουν καὶ τὰ στοιχεῖα
τοῦ Διεθνοῦς Ὀργανισμοῦ Ἐργασίας (http://laborsta.ilo.org).
Ἐκεῖ διασαφηνίζεται ἡ ἔννοια τοῦ δημόσιου τομέα. Σὲ αὐτὸν συμπεριλαμβάνονται ὄχι
μόνο τὸ κεντρικὸ κράτος (ὑπουργεῖα κ.ο.κ.) καὶ ἡ ἀποκεντρωμένη διοίκηση καὶ
αὐτοδιοίκηση ἀλλὰ καὶ οἱ ἐλεγχόμενες ἀπὸ τὸ Δημόσιο ἐπιχειρήσεις (βλ.
http://laborsta.ilo.org/applv8/data/sectore.html). Ἔτσι, σύμφωνα μὲ τὶς
στατιστικὲς τοῦ ILO (ἐπιλέγουμε τὴ χώρα ἡ ὁποία μᾶς
ἐνδιαφέρει στὸ
http://laborsta.ilo.org/STP/guest) τὸ ποσοστὸ τῶν ἐργαζόμενων στὸν εὐρύτερο
δημόσιο τομέα γιὰ τὸ 2006 ἦταν Σουηδία: 34%, Δανία: 33,81%, Γαλλία: 29%, Ὀλλανδία:
27,7%, Ἑλλάδα: 22,56%, Ἡνωμένο Βασίλειο: 20%, ΗΠΑ: 16,15%, Ἑλβετία: 15,9%
(2005), Ἰταλία: 14,66%, Γερμανία: 14,6%. Ἡ Ἑλλάδα καὶ σὲ αὐτὴ τὴν καταγραφὴ
βρίσκεται κάπου στὴ μέση, ἀρκετὰ πίσω ἀπὸ μεγάλες δυτικὲς χῶρες, ὅπως ἡ Γαλλία.
Ἐντυπωσιακὸ εἶναι ὅτι τὸ ἀγγλικὸ ποσοστό, δηλαδὴ τὸ ποσοστὸ τῆς χώρας ὅπου
πρωτοεφαρμόστηκε ἡ νεοφιλελεύθερη λαίλαπα πλησιάζει τὸ ποσοστὸ τῆς "τελευταίας
κομμουνιστικῆς χώρας στὴν Εὐρώπη", ὅπως χαρακτηρίζουν τὴν Ἑλλάδα ὁρισμένοι.
Τὸ ἀντεπιχείρημα ὅτι κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς ἀπογραφῆς εἶχαν ἀπολυθεῖ οἱ συμβασιοῦχοι
καὶ συνεπῶς ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐργαζόμενων στὸν δημόσιο τομέα ἦταν μεγαλύτερος ἀπὸ
αὐτὸν ποὺ ἔδωσε ἡ ἀπογραφή, εἶναι ψέμα, γιατὶ ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν ἀπογραφὴ καὶ
μετὰ ἀπὸ αὐτὴν ἐργάζονταν στὸ δημόσιοι ὅλοι οἱ συμβασιοῦχοι τῶν ὁποίων ἡ σύμβαση
δὲν εἶχε λήξει ἀκόμη. Γενικότερα τὸ ἐπιχείρημα τῶν μὴ προσμετρώμενων
συμβασιούχων εἶναι λανθασμένο: Πολλοὶ συμβασιοῦχοι παλαιότερων ἐποχῶν
μονιμοποιήθηκαν λ.χ. στοὺς "καποδιστριακοὺς Δήμους" (καὶ ὄχι μόνο αὐτοὶ) ἔτσι
ὥστε νὰ εἶναι ἐντελῶς δίχως νόημα ὁ διαχωρισμός τους ἀπὸ τοὺς μόνιμους
προκειμένου νὰ προκύψει μεγαλύτερος ἀριθμὸς ἐργαζόμενων στὸ Δημόσιο. Δηλαδὴ
στοὺς 625 χιλιάδες μονίμους συμπεριλαμβάνονται πρώην συμβασιοῦχοι. Ἄρα, τόσο τὸ
γεγονὸς τῆς παλαιότερης μονιμοποίησης παλαιότερων συμβασιούχων (λ.χ. στὰ ΚΕΠ ἢ
τοὺς καποδιστριακοὺς Δήμους) ὅσο καὶ τὸ ὅτι κατὰ τὴν ἀπογραφὴ δὲν εἶχαν λήξει οἱ
συμβάσεις παρὰ μόνο ὁρισμένων συμβασιούχων καθιστᾶ ἀβάσιμη τὴν ἄποψη ὅτι
ἐξαιτίας τῶν συμβασιούχων ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐργαζόμενων στὸ Δημόσιο εἶναι ἢ ἦταν
μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν ἀριθμὸ τῶν 800 χιλιάδων (625 χιλιάδες μόνιμοι καὶ οἱ λοιποὶ
συμβασιοῦχοι κ.λπ.).
Ἀκόμη καὶ ἀναφορικὰ πρὸς τὸ ποσοστὸ τοῦ ΑΕΠ ποὺ ὁ δημόσιος τομέας (μισθοὶ καὶ
ἄλλες δαπάνες) ἀπορροφᾶ, τότε (βλ. μελέτη τοῦ Παντελῆ Καμμᾶ, λέκτορα στὸ Τμῆμα
Οἰκονομικῶν Ἐπιστημῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἰωαννίνων
http://www.econ.uoi.gr/seminars_oikonimia_koinonia/dialeksi8/pdf.pdf,
βασισμένο σὲ στοιχεῖα τοῦ OECD) πρέπει νὰ
παρατεθοῦν τὰ ἑξῆς συγκριτικὰ στοιχεῖα:
α) ὅσον ἀφορᾶ στὶς δημόσιες δαπάνες, οἱ δημόσιες
δαπάνες τῆς Ἑλλάδας (στοιχεῖα ΟΟΣΑ γιὰ τὸ 2005, βλ. διάγραμμα σελ.
8) ἦταν -ὡς ποσοστὸ ἐπὶ τοῦ ΑΕΠ- χαμηλότερες (39%) ἀπὸ τὶς δημόσιες δαπάνες τῆς
Αὐστρίας, τοῦ Βελγίου (52%), τῆς Γερμανίας (49%), τῆς Δανίας (54%), τῆς
Φιλανδίας (56%), τῆς Γαλλίας (47%), τῆς Μεγάλης Βρετανίας (45%), τῆς Ἰταλίας
(48%), τῆς Νορβηγίας (50%), τοῦ Λουξεμβούργου, τῆς Ὀλλανδίας καὶ τῆς Σουηδίας
(57%), ἐνῶ ἦταν ἐλαφρὰ μεγαλύτερες ἀπὸ αὐτὲς τῶν ΗΠΑ (37%) καὶ τῆς Ἰσπανίας.
β) Οἱ δημόσιες δαπάνες τῆς Ἑλλάδας κατὰ τὴ
δεκαετία τοῦ 1990 καὶ τοῦ 2000 αὐξήθηκαν, ἀλλὰ
ἐπίσης αὐξήθηκαν οἱ δημόσιες δαπάνες τῆς Ὀλλανδίας, τῆς Ἰταλίας, τῶν ΗΠΑ,
τῆς Πορτογαλίας (βλ. διάγραμμα σελ. 16).
γ) Ἡ δαπάνη τοῦ Κράτους γιὰ μισθοὺς ἦταν (σύμφωνα
μὲ στοιχεῖα τοῦ OECD τὸ 2005, βλ. διάγραμμα σελ. 17)
ὡς ποσοστὸ τοῦ ΑΕΠ μικρότερη στὴν Ἑλλάδα (10% τοῦ ΑΕΠ) συγκριτικὰ μὲ τὴν
ἀντίστοιχη δαπάνη στὸ Βέλγιο (12%), τὴ Δανία (17%), τὴν Φιλανδία (13%), τὴν
Γαλλία (13%), τὴ Νορβηγία (12%) καὶ τὴ Σουηδία (15%), ἐνῶ ἦταν ἐλαφρὰ μεγαλύτερη
ἀπὸ τὶς δαπάνες τῶν ΗΠΑ (9%), τῆς Ἰαπωνίας (6%), καὶ τῆς Γερμανίας (8%) καὶ ἴση
μὲ τὶς δαπάνες τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Μεγάλης Βρετανίας. Τὸ 10% τοῦ ΑΕΠ γιὰ μισθοὺς
ἔρχεται σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴν γνωστὴ ἄποψη τῶν Γουσσέτη καὶ Ἀνδρέα
Ἀνδριανόπουλου ὅτι "η μισθοδοσία μόνο των υπαλλήλων του δημοσίου απορρόφησε
το 70% περίπου των κρατικών δαπανών". Ὅμως, σύμφωνα με τὴν ἔκθεση τῆς
Τράπεζας τῆς Ἑλλάδας γιὰ τὸ 2009 (http://www.bankofgreece.gr/BogEkdoseis/ekthdkth2009.pdf,
σελ. 121) οἱ δαπάνες τοῦ κρατικοῦ προϋπολογισμοῦ ἦταν 86,342 δισ. εὐρώ, ἐνῶ οἱ
δαπάνες μόνο γιὰ μισθοὺς ἦταν 20,043 δισ. εὐρώ. Δηλαδὴ τὸ ποσοστὸ τῶν
ἐτήσιων δαπανῶν γιὰ τὴ μισθοδοσία τῶν δημόσιων ὑπαλλήλων ἦταν 23,2% τῶν
συνολικῶν δαπανῶν.
Πῶς ὁ Γουσέτης καὶ ὁ Ἀνδριανόπουλος μετέτρεψαν ταχυδακτυλουργικὰ τὸ 23% σὲ 70%;
Μιὰ πρώτη πιθανὴ ἀπάντηση εἶναι ὅτι γνώριζαν τὴν ἀλήθεια ἀλλὰ εἶπαν ψέματα. Μιὰ
δεύτερη πιθανὴ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἐξαπατήθηκαν ἀπὸ ἄλλους ἀπὸ τοὺς ὁποίους
βρῆκαν "ἕτοιμα" ποσοστὰ τῶν ὁποίων τὴν ἐγκυρότητα δὲν ἔλεγξαν. Μιὰ τρίτη πιθανὴ
ἀπάντηση εἶναι ὅτι ὑπολόγισαν τὸ ποσοστὸ ἐπὶ τῶν πρωτογενῶν δαπανῶν καὶ μετὰ
ξέχασαν νὰ τὸ ανάγουν σὲ ποσοστὸ ἐπὶ τῶν συνολικῶν δαπανῶν. Βέβαια ἀκόμη καὶ ἡ
σκέψη ὅτι "πραγματικὲς" ἐτήσιες δημόσιες δαπάνες εἶναι μόνο οἱ πρωτογενεῖς
δαπάνες καὶ ὄχι οἱ τόκοι καὶ τὰ χρεωλύσια ποὺ βάσει τῶν συμβάσεων δανεισμοῦ ἦταν
ὑποχρεωμένη ἡ κυβέρνηση νὰ ἀποπληρώσει κατὰ τὸ 2009 ἀνεξαρτήτως τοῦ πότε
ἀποφάσισε -διὰ τῆς σύμβασης δανεισμοῦ- νὰ ἀποπληρώσει τὸ 2009 εἶναι παράλογη.
Ἀκόμη ὅμως κι ἂν ὑπολογιζόταν τὸ ποσοστὸ τῶν δημόσιων δαπανῶν μισθοδοσίας βάσει
μόνον τῶν πρωτογενῶν δημόσιων δαπανῶν, τότε θὰ εἶχαμε ποσοστὸ 20,043/74,017
δηλαδὴ 27% τῶν πρωτογενῶν δαπανῶν τοῦ κρατικοῦ προϋπολογισμοῦ ἢ 20,043/64,429 =
31,1% τῶν πρωτογενῶν δαπανῶν τοῦ τακτικοῦ προϋπολογισμοῦ (βλ. ἴδιο πίνακα τῆς
ΤτΕ). Τὸ 70% εἶναι δυόμισυ φορὲς τὸ 31% καὶ λίγο παραπάνω ἀπὸ δυόμισυ φορὲς τὸ
27%. Ἀπομένει στὸν Δ. Γουσέτη καὶ σὲ ὅσους συμμερίζονται τὶς ἀπόψεις του ἢ σὲ
ὅσους τὶς διακηρύσσουν ἀνεξάρτητα ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλο νὰ ἐξηγήσουν μὲ βάση ποιὰ
"λογικὴ" περιορίζουν τὶς ἐτήσιες δαπάνες στὶς πρωτογενεῖς μόνο (θὰ ἦταν εὐτυχὲς
νὰ ἦταν μόνο αὐτὲς καὶ νὰ μὴν εἴχαμε τόκους!) καὶ πῶς τὸ 23 ἢ 31% μόνο
γιὰ μισθοὺς μετατρέπεται σὲ "70% μόνο γιὰ μισθούς".
Βέβαια, τὸ κοινωνικὰ δίκαιο εἶναι ἡ ἐξίσωση τῶν μισθῶν πρὸς τὰ πάνω καὶ ὄχι πρὸς
τὰ κάτω, ὄχι βάσει τῆς λογικῆς "νὰ ψοφήσει τοῦ γείτονα". Πολλοὶ νομίζουν ὅτι
κάθε τάξη προνομιούχων ἐπικαλεῖται τὴν ἐξίσωση πρὸς τὰ πάνω. Αὐτὸ εἶναι προφανῶς
λανθασμένο. Γιατὶ σὲ τέτοια περίπτωση ἁπλούστατα ἡ προνομιούχα τάξη θὰ ζητοῦσε
νὰ πάψει νὰ εἶναι ἡ προνομιούχα τάξη ἐξισωνόμενη λ.χ. μὲ ὅσους ἕως τώρα ἔχουν
μισθοὺς 800 ἢ 1000 ἢ 1200 εὐρώ. Ἴσως κάποιοι πιστεύουν ὅτι καθιστᾶ προνομιούχα
μιὰ τάξη ἡ διαφορὰ 200 ἢ 400 εὐρὼ (ἡ ὁποία ὑφίσταται καὶ μεταξὺ διαφορετικῶν
δημόσιων ὑπαλλήλων). Μὲ τὸ ἴδιο σκεπτικὸ ὅσοι λαμβάνουν μισθὸ 900 εὐρὼ εἶναι
προνομιοῦχοι σὲ σχέση μὲ ὅσους δουλεύουν γιὰ 700 εὐρὼ καὶ ὅσοι λαμβάνουν 900
εἶναι ἀχόρταγοι γιὰ ὅσους παίρνουν 600 εὐρώ, κοκ, καὶ πρέπει νὰ λάβουμε τὶς
κεφαλὲς τους ἐπὶ πίνακι, καὶ τελικὰ νὰ ἐξισωθοῦν ὅλοι -ἐκτὸς ἀπὸ ἐκείνους στὰ
ΜΜΕ, μαζὶ μὲ τὰ ἀφεντικά τους, πολιτικὰ καὶ οἰκονομικά, οἱ ὁποῖοι τὸ ἀπαιτοῦν-
στὰ 700 ἢ 500 εὐρὼ τὸ μήνα. Προφανῶς ἔχουν λανθασμένη ἀντίληψη γιὰ τὸ τί συνιστᾶ
προνομιούχα τάξη στὴν Ἑλλάδα καὶ τί μεγέθη καθιστοῦν μερίδα τοῦ πληθυσμοῦ
προνομιούχα. Μακάρι ἡ διαφορὰ μεταξὺ ἐλάχιστων καὶ μέγιστων μισθῶν στὴν Ἑλλάδα
νὰ κυμαινόταν μεταξὺ τῶν παραπάνω ποσῶν μόνον. Δὲν εἶναι οἱ προνομιοῦχες τάξεις
αὐτὲς ποὺ κερδίζουν 200 καὶ 400 εὐρὼ παραπάνω ἀνὰ μήνα.
δ) Οἱ κοινωνικὲς δαπάνες τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους
(βλ. ἴδιο διάγραμμα) ἦταν (15% τοῦ ΑΕΠ) μικρότερες ἀπὸ τὶς κοινωνικὲς δαπάνες τῆς
Γερμανίας (18), τῆς Δανίας (16), τῆς Φιλανδίας (16), τῆς Γαλλίας (17), τῆς Ἰταλίας (16) καὶ τῆς Σουηδίας (17).
Τὸ συμπέρασμα εἶναι προφανές. Ἐφόσον κάθε ἀναφορὰ σὲ "μεγάλο" ἢ "μικρὸ"
δημόσιο τομέα ἀναγκαστικὰ ἀποτελεῖ ἀποτέλεσμα σύγκρισης μὲ ἄλλες χῶρες, ὁ
ἑλληνικὸς δημόσιος τομέας δὲν εἶναι μεγάλος, ὅπως ὑποστηρίζεται, ἀλλὰ μέσου
μεγέθους. Ἀπομένει νὰ ἐξετάσει κανεὶς τὶς σκοπιμότητες (οἰκονομικὲς καὶ
ἰδεολογικὲς) ἐξαιτίας τῶν ὁποίων οἱ δημοσιογράφοι καὶ οἱ πολιτικοὶ λένε ψέματα
στὸν ἑλληνικὸ λαὸ σχετικὰ μὲ τὸ μέγεθος τοῦ ἑλληνικοῦ Δημοσίου. (5/12/2010)
Το αόρατο χέρι.
Υποτίθεται ότι το άτομο δρα έχοντας ως βάση το ορθολογιστικό συμφέρον του και
γι' αυτό αντιλαμβάνεται ότι οι πρακτικές εξαπάτησης δεν συμφέρουν το ίδιο, γιατί
γρήγορα τέτοιες πρακτικές θα προκαλούσαν την αντίδραση των υπολοίπων
συναλλασσομένων και τον κοινωνικό αφανισμό του απατεώνα ατόμου. Γι' αυτό και,
υποστηρίζουν οι νεοφιλελεύθεροι, το άτομο αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να δρα
βάσει του ορθολογιστικού και συμφέροντός του, το οποίο είναι και "ηθικό", και
έτσι προάγοντας το δικό του, ορθό συμφέρον, προάγεται και το συμφέρον των
υπολοίπων ατόμων, άρα το συμφέρον της κοινωνίας. Προφανώς η έννοια του
συμφέροντος ορίζεται έτσι, ώστε να αποκλείονται τα κίνητρα για βίαιη δράση ή για
πράξη εξαπάτησης. Πέρα από το γεγονός ότι η έννοια του συμφέροντος μπορεί να
γίνεται αντιληπτή με τελείως διαφορετικό τρόπο από τον καθένα (άλλος
ενδιαφέρεται για το οικονομικό συμφέρον, άλλος για τη σωτηρία της ψυχής του
κ.ο.κ.) η κοινωνία δεν είναι διόλου μια ιδανική αγορά, στην οποία η βία, ο
εξαναγκασμός και η απάτη επιφέρουν τον κοινωνικό αφανισμό του ανήθικου ατόμου.
Αντίθετα, τα παραδείγματα ευημερίας τέτοιων ατόμων είναι πολλά.
Αλλά το ατομικό συμφέρον μπορεί να έρθει, και έρχεται, σε σύγκρουση με το
κοινωνικό συμφέρον, πράγμα που συνεπάγεται ότι τα άτομα θα επιλέξουν το ατομικό
συμφέρον αντί του κοινωνικού ακριβώς στη βάση του ορθολογικού υπολογισμού. Το
άτομο πράγματι μπορεί να επιλέξει το μακροπρόθεσμο ατομικό συμφέρον του εις
βάρος του βραχυπρόθεσμου (= του επιδιωκόμενου με εξαπάτηση ή του επιτυγχανόμενου
σύντομα) ατομικού συμφέροντός του. Ωστόσο το κοινωνικό μακροπρόθεσμο συμφέρον
ξεπερνά σε διάρκεια και δύναμη επιβολής το ατομικό και, έτσι, είναι δυνατό να
περάσει μια ολόκληρη ατομική ζωή δίχως το άτομο, το οποίο αποδέχεται την ανώτερη
αξία του κοινωνικού συμφέροντος έναντι του ατομικού βραχυπρόθεσμου συμφέροντος,
να επιτύχει το μακροπρόθεσμο ή το βραχυπρόθεσμο ατομικό συμφέρον. Σε αυτήν την
περίπτωση θα είχαμε το αντιφατικό γεγονός ο εγωιστικός-ορθολογιστικός
υπολογισμός του συμφέροντος να κατέληγε εις βάρος του Εγώ, δηλαδή του ατόμου,
αφού τα οφέλη θα τα καρπώνονταν οι επόμενες γενιές, μακροπρόθεσμα, και όχι το
άτομο το οποίο θα συγκρατούσε τις μακροπρόθεσμες ή βραχυπρόθεσμες επιθυμίες του
για χάρη της κοινωνίας. Επειδή πράγματι τα άτομα δρουν ακριβώς βάσει του
εγωιστικού-ορθολογιστικού συμφέροντος, κατά κανόνα προκρίνουν το ατομικό
συμφέρον, βραχυπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο (οπωσδήποτε μέσα στα χρονικά όρια μιας
ζωής) εις βάρος του μακροπρόθεσμου κοινωνικού, και το συμπέρασμα είναι ότι το
ατομικό συμφέρον δεν προάγει το κοινωνικό συμφέρον και έτσι ο ατομικός
εγωιστικός-ορθολογιστικός υπολογισμός δεν μπορεί να εγγυηθεί την κοινωνική τάξη.
Με άλλα λόγια το αόρατο χέρι, στις παλαιότερες ή στις πιο σύγχρονες εκδοχές των
νεοφιλελεύθερων, είναι ένας μύθος. (23/7/2008)
οικονομικός πατριωτισμός.
Δεν είναι όλες οι χώρες τόσο πρόθυμες να
αποδεχθούν
το ξεπούλημα του εθνικού τους πλούτου, χάριν της «αποδόσης», σε ιδιώτες. Η
Ισπανία εμπόδισε την εξαγορά της ENDESA
από την ιταλική EON.
Η Γαλλία οδηγήθηκε σε νέα προστατευτική νομοθεσία σε έντεκα τομείς της
οικονομίας της που θεωρήθηκαν βασικές για την εθνική οικονομία. Απαγόρευσαν την
εξαγορά της εταιρίας Suez
από την ιταλική ENEL
και τη συγχώνευσαν με τη γαλλική GAZ DE
FRANCE. Το 2005 αντιτάχθηκε στην
εξαγορά της γαλλικής εταιρίας τροφίμων
Danone από την αμερικανική
Pepsico.
Αποκλείστηκε η εξαγορά της σιδηρουργικής
Arcelor από την πολυεθνική-ινδική
Mittal.
Οι ΗΠΑ εμπόδισαν την αγορά της πετρελαϊκής
Unocal corp. από την κινεζική
CNOOC
το 2005 και εμπόδισαν αραβικά κεφάλαια να αγοράσουν λιμάνια. Η Ρωσσία
αμφισβήτησε την άδεια της Shell
να επενδύσει στην επικράτειά της. Η Βρεταννία εμποδίζει τη διείσδυση της
ρωσσικής Gaz prom.
Στην Ολλανδία το κοινό δηλώνει ότι ανησυχεί από το ξεπούλημα ολλανδικών
επιχειρήσεων στους ξένους. Στην Ελλάδα όμως ως πανάκεια για τα προβλήματα του
κράτους θεωρείται η διάλυση του δημοσίου και το ξεπούλημα όσο-όσο τομέων (π.χ.
ΟΤΕ, ΟΣΕ) επί των οποίων ο κρατικός έλεγχος σε περιπτώσεις κρίσης ή πολέμου
είναι κάτι παραπάνω από αυτονόητος.(21/4/2007) Και τι να πει κανείς βέβαια για
την εξαγορά των Fannie Mae και Freddie Mac, από το αμερικανικό Δημόσιο,
παρά ότι είναι αστεία;
Το κακό κράτος.
Η άποψη ότι οι νεοφιλελεύθεροι και, παλαιότερα, η αστική τάξη είναι και ήταν
ενάντιοι στον κρατισμό και το κράτος δεν είναι παρά ένας μύθος που διαδίδεται
από τους πρώτους. Παλαιότερα, όταν η αστική τάξη αναδυόταν και ανδρωνόταν,
χρειαζόταν ένα ισχυρό κράτος, για να προστατευτεί από την φεουδαρχία και για να
υπάρξουν ενιαίοι κανόνες στο εμπόριο και την οικονομία. Οι αστοί ήταν λοιπόν
υπέρ του συγκεντρωτικού μοναρχικού κράτους. Ότι αργότερα, από τον 18ο αι.,
άρχισαν να στρέφονται εναντίον του δεν σημαίνει ότι στράφηκαν εναντίον της ιδέας
του κράτους, αλλά ότι, έχοντας πλέον ισχυροποιηθεί ως τάξη, ήθελαν να πάρουν
και την πολιτική εξουσία στα χέρια τους, την οποία ώς τότε άφηναν στα χέρια
του απόλυτου μονάρχη. Πλέον δεν τους αρκούσε η τάξη και ο νόμος που παρείχε,
ενάντια στους φεουδάρχες και την Καθολική Εκκλησία, το μοναρχικό κράτος. Σήμερα,
από την άλλη, οι νεοφιλελεύθεροι δεν επιδιώκουν την εξάλειψη του κράτους ούτε
είναι ενάντιοι στο κράτος ως τέτοιο, όσο κι αν προσπαθούν να πείσουν τους
πάντες, και τον εαυτό τους, ότι είναι αντικρατιστές. Οι νεοφιλελεύθεροι έχουν
κατά νου ένα κράτος το οποίο θα διασφαλίζει την διατήρηση της κρατούσας
οικονομικής, κοινωνικής και ιδιοκτησιακής κατάστασης πραγμάτων, δηλαδή θα
υπερασπίζει την ιδιοκτησία των λίγων πλουσίων. Δεν είναι επομένως εναντίον του
κράτους αλλά εναντίον ενός συγκεκριμένου τύπου κράτους όσοι εναντιώνονται στον
κρατισμό. Εάν ήταν εναντίον του κράτους γενικά, θα αποδέχονταν π.χ. την
περίπτωση της απαλλοτρίωσης και κοινωνικοποίησης της ιδιοκτησίας και του πλούτου
των λίγων, αφού δεν θα υπήρχε νόμος που να απαγορεύει κάτι τέτοιο. Οι
νεοφιλελεύθεροι θέλουν - όπως και οι αριστεροί, τους οποίους χλευάζουν ως "κρατιστές"
- να χρησιμοποιήσουν για το ιδιοτελές συμφέρον τους το κράτος, θέλουν το κράτος
να θεσπίζει νόμους οι οποίοι θα ενισχύουν αυτούς και τα οικονομικά συμφέροντά
τους και δεν θα επιτρέπουν αυτά να απειληθούν στον αιώνα τον άπαντα: δεν
ομολογούν ανοικτά όμως ότι θέλουν ένα τέτοιο κράτος κι όχι ότι δεν
θέλουν το κράτος. Οι νεοφιλελεύθεροι, παρά την μυθολογία που διαδίδουν και
την οποία πιστεύουν, είναι επίσης, όπως οι Αριστεροί, κρατιστές - εκεί όπου τους
συμφέρει βεβαίως.
Αναδιανομή εισοδήματος ή "ίσες ευκαιρίες";
Υπάρχει η άποψη πως κεντρικό ζήτημα είναι αυτό της παροχής ίσων
ευκαιριών και
όχι αυτό της οικονομικής ανισότητας. Οι ευκαιρίες που έχει κανείς να
βελτιώσει
τη ζωή του και όχι η αναδιανομή του εισοδήματος μέσω της φορολογίας.
Αυτό
σημαίνει "βελτίωση της οικονομικής κινητικότητας. Αυτό σημαίνει βελτίωση
των
εκπαιδευτικών ευκαιριών, επιθετική αντιμετώπιση των πολιτισμικών
εμποδίων στην
επιτυχία, ενίσχυση της ελαστικότητας των εργασιακών αγορών και, τέλος,
προστασία
ενός θετικού κλίματος για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας". Μια
τέτοια
άποψη αγνοεί το γεγονός ότι ακριβώς επειδή στην ελεύθερη οικονομία η
οικονομική-κοινωνική ανισότητα είναι νόμος, δεν πρόκειται να υπάρξει
ισότητα
στις ευκαιρίες λ.χ. εκπαίδευσης. Οι πλούσιοι θα σπουδάζουν πάντα σε
καλύτερα
σχολεία και πανεπιστήμια, θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες, περισσότερο
"ανοικτές
τις πόρτες", εκτός κι αν το κράτος αύξανε τους φόρους, υποχρεώνοντας
τους
πλουσίους να συνεισφέρουν τόσα πολλά για την παιδεία, ώστε η εκπαίδευση
σε ιδιωτικά σχολεία/πανεπιστήμια να ήταν οικονομικά ασύμφορη (αφού
κανείς θα έπρεπε
να πληρώνει και υπέρογκους φόρους για τα δημόσια σχολεία και
πανεπιστήμια, προκειμένου αυτά να φθάσου το επίπεδο των αντίστοιχων ιδιωτικών,
αλλά και υψηλά δίδακτρα για την ιδιωτική εκπαίδευση των παιδιών του) αλλά
και άχρηστη από πλευράς επιπέδου παροχής γνώσεων (αφού το αναβαθμισμένο δημόσιο
σχολείο και πανεπιστήμιο θα παρείχε επίπεδο γνώσεων ίσο ή ανώτερο αυτού των
αντίστοιχων ιδιωτικών). Με άλλα λόγια οι "ίσες ευκαιρίες για όλους (αντί της
αναδιανομής του πλούτου μέσω της φορολογίας)" έρχονται σε αντίθεση με την εναντίωση στο περισσότερο κράτος
και την μεγαλύτερη φορολογία. Η άλλη λύση, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις να
πληρώνουν, ως σπόνσορες, τη δημόσια (για όλους!) παιδεία (από το νηπιαγωγείο ώς
το πανεπιστήμιο), εφόσον αυτή θα προσανατολίζεται στους οικονομικούς σκοπούς
τους, είναι τόσο οικονομικά ασύμφορη γι' αυτές όσο και ανεπαρκής, αφού θα
συρρίκνωνε το εύρος της εκπαίδευσης και της παρεχόμενης γνώσης. Επομένως οι
ευαγγελιζόμενες νεοφιλελεύθερες "ίσες ευκαιρίες" μόνο μέσω του καταραμένου
"κρατισμού" είναι δυνατές. Αλλά, βέβαια, ούτε συνέβη ποτέ ούτε πρόκειται να
συμβεί ποτέ η αφιλοκερδής και η ανιδιοτελής συνεισφορά των πλουσίων και των
νεοφιλελεύθερων για χάρη των ίσων ευκαιριών. Κάτι τέτοιο θα ανέτρεπε την δική
τους οικονομική-κοινωνική ισχύ, αφού άλλοι θα ήταν δυνατόν να πάρουν τη δική
τους θέση. Έτσι, μπορούν και να ρητορεύουν ότι είναι υπέρ των ίσων
ευκαιριών αλλά και, έμπρακτα, να απαγορεύουν κάτι τέτοιο. Άλλωστε ένα
κράτος το οποίο θα αποσπούσε υπέρογκους πόρους από τους πλούσιους χάριν της
παιδείας των υπολοίπων δεν είναι λιγότερο εχθρικό προς τους πλούσιους από ένα
κράτος το οποίο αποσπά υπέρογκους φόρους από αυτούς για να αναδιανέμει τον
πλούτο στους υπόλοιπους. Η αλήθεια είναι, επομένως, ότι οι ίσες ευκαιρίες δεν
είναι δυνατές στο υπάρχον οικονομικό σύστημα και ότι ένα τέτοιο σύστημα
επιδιώκει την αναπαραγωγή (των συνθηκών της ύπαρξής) του, δηλαδή την οικονομική
ανισότητα (λίγοι πλούσιοι, πολλοί εξαρτώμενοι και φτωχοί) και μάλιστα, όπως
φαίνεται στην πράξη και όχι στην νεοφιλελεύθερη ρητορεία, την ολοένα
διευρυνόμενη οικονομική ανισότητα.
Το άλλο επιχείρημα ότι "όταν ο πορισμός εισοδήματος είναι εξασφαλισμένος μέσω
της κρατικής αναδιανεμητικής πολιτικής, ποιο είναι το κίνητρο που θα οδηγήσει
κάποιον να προσπαθήσει, να ρισκάρει παραπάνω; Ειδικά εάν δεν έχει πολλά
περισσότερα να κερδίσει έναντι αυτού που στηρίζεται στην αναδιανομή;" βασίζεται
στην άποψη ότι ο πλούτος που αναδιανέμεται είναι τόσο ικανοποιητικός, ώστε
κανείς λαμβάνοντάς τον χάνει το κίνητρο να προσπαθήσει και να ρισκάρει. Όμως
είναι παράλογο να θεωρείται λ.χ. το επίδομα ανεργίας ικανοποιητική παροχή, η
οποία παρεμποδίζει την επιχειρηματική δραστηριότητα ή και την ίδια την διάθεση
για μισθωτή εργασία. Κάτι τέτοιο θα ίσχυε μόνο αν η, μέσω φόρων, αναδιανομή του
πλούτου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε κανείς να ζει άνετα (δηλαδή: να ζει όπως κάποιος
που εργάζεται και δη έχει καλή δουλειά) μόνο χάρη στα επιδόματα. Δεν είναι αυτή
η πραγματικότητα όμως, ειδικά στην Ελλάδα. Δεν είναι εξασφαλισμένη η επιβίωση
μέσω των επιδομάτων (και δίχως τη συνδρομή της οικογένειας). Το δίλλημα λοιπόν
δεν είναι "επιδόματα ή ανάληψη επιχειρηματικού, γενικότερα, ρίσκου", όπως οι
νεοφιλελεύθεροι νομίζουν, αλλά "επιδόματα ή μισθοί πείνας". Γιατί μόνο με
μισθούς πείνας για τους περισσότερους είναι δυνατός ο πλούτος των λίγων οι
οποίοι διατυμπανίζουν την "ανάγκη κινήτρου".
Καλή-κακή ανισότητα.
Η φτώχεια φέρνει τη φτώχεια, είναι κληρονομική ιδιότητα. Η μιζέρια συσσωρεύει
μιζέρια. Παρομοίως ο πλούτος φέρνει τον πλούτο, συσσωρεύει κι άλλον πλούτο.
Τέτοιες διαπιστώσεις είναι κοινότοπες, αλλά αληθείς. Αν έχουν έτσι τα πράγματα,
όμως, τότε προς τι οι ύμνοι για τα καλά και αγαθά που φέρνει η ανισότητα,
συγκεκριμένα ότι οι άνθρωποι που δεν έχουν αγαθά, παροτρύνονται, βλέποντας τους
έχοντες, να δουλέψουν σκληρά, να καινοτομήσουν κ.λπ., ώστε να γίνουν πλούσιοι;
Τέτοιοι ύμνοι και διαβεβαιώσεις για το έμμεσο καλό που οι ανισότητες προκαλούν
έχουν, λοιπόν, νόημα μόνο όταν υπάρχουν μικρές διαφορές ή μικρές ανισότητες:
Γιατί τότε μόνο ελπίζει ο λιγότερο κατέχων, ο λιγότερο πλούσιος, ότι θα
καταφέρει να ξεπεράσει τους οικονομικά ανώτερούς του. Κανείς μικρομεσαίος
βιοτέχνης ή κομπιουτεράς δεν σκέφτεται να ξεπεράσει τον Μπιλ Γκέητς και κανείς
Αλβανός μετανάστης δε σκέφτεται στα σοβαρά την περίπτωση να γίνει ο Κόκκαλης.
Επειδή όμως η κοινωνία μας όχι απλώς είναι διαστρωματωμένη οικονομικά, αλλά αυτή
η ανισοκατανομή του πλούτου είναι τεράστια και μάλιστα διευρύνεται μέρα με τη
μέρα, δηλαδή το χάσμα πλουσιότερων και φτωχότερων αυξάνει ολοένα και
περισσότερο, δεν θα πρέπει να αναμένει κανείς πως οι μη κατέχοντες ή οι λιγότερο
κατέχοντες θα παρακινηθούν προκειμένου να γίνουν πλούσιοι, αλλά πως θα
βουλιάζουν μέσα στο διευρυνόμενο χάσμα πλουσίων-φτωχών το οποίο προκαλεί ο
νεοφιλελευθερισμός, ότι οι φτωχοί θα γίνονται φτωχότεροι και οι μεσαίοι θα
γίνονται φτωχοί. Οι νεοφιλελεύθεροι ύμνοι στα αγαθά της ανισότητας έχουν νόημα,
επομένως, μόνο σε έναν μη-νεοφιλελεύθερο κόσμο, στον οποίο οι οικονομικές
ανισότητες είναι τόσο μικρές, ώστε η φτώχεια να μην συσσωρεύει επιπλέον φτώχεια
και μιζέρια. (15/9/2008)
Κατώτατοι μισθοί.
Υπάρχει η αντίληψη, ότι "οι αυξημένοι κατώτατοι μισθοί οδηγούν σε ανεργία,
ειδικότερα των νέων. Αν ένας εργοδότης είναι υποχρεωμένος να δώσει ένα
συγκεκριμένο μισθό, θα προτιμήσει κάποιον πιο έμπειρο φυσικά. Και θα αναγκαστεί
να προσλάβει λιγότερους υπαλλήλους από όσους θα προσλάμβανε χωρίς τον περιορισμό
του μισθού." Όμως δεν υπάρχει λόγος για τον οποίο μπορεί αντικειμενικά να
διαπιστωθεί ότι π.χ. συνιστά καλύτερο τρόπο καταπολέμησης της ανεργίας η
κατάσταση όπου υπάρχουν 9 εργαζόμενοι, οι οποίοι παίρνουν 600 ευρώ (για να έχουν
και κανένα πολυτελές πιθάρι) ο καθένας, παρά η κατάσταση όπου υπάρχουν 6
εργαζόμενοι οι οποίοι πληρώνονται ο καθένας με 900 ευρώ. Επιπλέον η παραπάνω
αντίληψη προϋποθέτει ότι ο εργοδότης είναι περισσότερο αξιολύπητος από ό,τι οι 3
πλέον εργαζόμενοι που πληρώνονται 600 ευρώ, δηλαδή που φυτοζωούν. Συνιστά μάλλον
εκβιασμό η αντίληψη ότι χάρη στον εργοδότη υφίστανται οι θέσεις εργασίας των 600
ευρώ, όχι μόνο γιατί οι "περισσότερες" αυτές θέσεις δεν αποφέρουν ικανοποιητικό
επίπεδο ζωής, αλλά γιατί το ύψος της πληρωμής (600 ευρώ) καθορίζεται με σκοπό
όχι απλώς το ικανοποιητικό επίπεδο ζωής καθώς και την απόσβεση του
επιχειρηματικού κινδύνου για τον εργοδότη αλλά το υπερκέρδος του. Αλλά για ποιο
λόγο πρέπει να υφίστανται μισθοί 600 ευρώ (δηλ. μη αυξημένοι κατώτατοι μισθοί ή
απουσία καθορισμένου επιπέδου κατώτατου μισθού), πέραν του υπερκέρδους του
εργοδότη; Προκειμένου αυτός να επενδύσει το πλεόνασμα κι έτσι να δημιουργηθούν
νέες θέσεις εργασίας; Μα, και οι νέες αυτές θέσεις εργασίας θα αμείβονται πάλι
με μισθούς πείνας και όχι με αυξημένους μισθούς. Άλλωστε τέτοιοι μισθοί (δίχως
αυξημένο κατώτατο όριο) μόνο στην αύξηση της ζήτησης κι έτσι στην τόνωση της
επιχειρηματικότητας και της οικονομίας δεν οδηγούν: με τέτοιους μισθούς κανείς
ζει μόνο στο σπίτι των γονιών του και με την χρηματική βοήθεια των γονιών του,
δίχως να σκέφτεται την κατανάλωση. Ασφαλώς η θέσπιση κατώτατου ορίου δεν είναι
παρά ημίμετρο. Επίσης η απαίτηση λ.χ. για 1500 ή για 1300 ευρώ το μήνα, για τον
ένα η τον άλλο κλάδο, παραγνωρίζει ότι αν όσοι πριν έπαιρναν 700 και τώρα 1500
ευρώ, θα αυξανόταν απλώς ο πληθωρισμός, δηλαδή οι τιμές των προϊόντων. Όμως ο
ισχυρισμός ότι οι αυξημένοι κατώτατοι μισθοί ή ότι η θέσπιση κατώτατων μισθών
οδηγεί σε ανεργία αποκρύβει την πραγματική αιτία του προβλήματος.
Όψεις ανισοτήτων.
Ο τίτλος από ένα άρθρο του Α. Ανδριανόπουλου. Ο εν λόγω αναρωτάται "Γιατί είναι
άδικος και φορτώνεται στον καπιταλισμό ο οικονομικός καταποντισμός των
τριτοκοσμικών κρατών, που κρατούν τα οικονομικά τους σύνορα κλειστά,
αυτοεξαιρούμενα της παγκοσμιοποίησης;". Διόλου δεν αναφέρει ο εν λόγω την
οικονομική εκμετάλλευση αιώνων μέσω της αποικιοκρατίας, με ό,τι αποτελέσματα
είχε για τις υποδομές και το πολιτισμικό επίπεδο των κρατών αυτών, καθώς και τα
δικτατορικά καθεστώτα που οι "δικοί" του, φιλελεύθεροι δημοκράτες στήριξαν ή
ανέχτηκαν. Δεν αναφέρει η επιχειρηματολογία αυτή ότι η Λατινική και Κεντρική
Αμερική δεν κρατά καθόλου κλειστά τα σύνορά της, δίχως ωστόσο η αθλιότητα εκεί
να περιορίζεται.
Ο εν λόγω αρθρογράφος αναρωτιέται επίσης "γιατί φέρει ευθύνες η ελεύθερη
οικονομία της αγοράς για την εξαθλίωση κοινωνιών, που ζούσαν για δεκαετίες
ολόκληρες κάτω από τον αποτυχημένο κεντρικό σχεδιασμό των σοσιαλιστικών
οικονομιών της προσταγής;" Όμως εδώ και δύο (2) σχεδόν δεκαετίες οι
ανατολικοευρωπαϊκές κοινωνίες υφίστανται την ελεύθερη οικονομία της αγοράς,
δίχως να πραγματοποιούν τα θαύματα που οι νεοφιλελεύθεροι υπόσχονταν και
υπόσχονται. Στο κάτω-κάτω ο κεντρικός οικονομικός σχεδιασμός στις χώρες αυτές
διήρκεσε 4,5 δεκαετίες. Εάν έπειτα από 2,5 δεκαετίες (δηλ. γύρω στα 2035) οι
ανατολικοευρωπαϊκές χώρες δεν ξεφύγουν από την αθλιότητα, τότε θα φταίει άραγε
ακόμη ο κεντρικός σχεδιασμός ή τα φιλελεύθερα οράματα;
Δεν λείπει η επίκληση της λογικής και της δικαιοσύνης: "Όταν ο πλούτος και οι
μεγάλες εισοδηματικές διαφορές αποτελούν προϊόν κληρονομικών δικαιωμάτων, τότε η
όποια κατακραυγή δυνατόν να έχει βάση. Εξίσου, όμως, καταδικαστέες θα πρέπει να
είναι και οι περιπτώσεις πλουτισμού -και εμπέδωσης και πάλι ανισοτήτων- λόγω
ειδικής κρατικής εύνοιας. Όσοι γίνονται πλούσιοι με παρεμβάσεις του κράτους
διογκώνουν την αδικία. Διότι πλουτίζουν με πολιτικές αποφάσεις. Και με τα
χρήματα του φορολογούμενου πολίτη!". Πλούσιοι, βέβαια, δεν γίνονται όσοι
παίρνουν επιδόματα ανεργίας, μέσω των φόρων. Αυτοί απλώς φυτοζωούν ή βελτιώνουν
ελάχιστα την άθλια θέση τους. Πλούσιοι γίνονται αυτοί οι οποίοι παίρνουν την
άδεια και τη βοήθεια του κράτους για να στήνουν τις επιχειρήσεις τους και οι
οποίοι έπειτα διαμαρτύρονται κατά όσων εναντιώνονται για τα "δικαιώματά" τους.
Αλλά η συνεργασία ορισμένων ιδιωτών με το κράτος (εξαιτίας του "αντικρατισμού"
και της παραχώρησης επενδύσεων του κράτους σε ιδιώτες) αναπόφευκτα συνεπάγεται
τον πλουτισμό αυτών εις βάρος τόσο του κράτους όσο και των φορολογούμενων.
Τέλος "Γιατί, όμως, να είναι άδικη η εισοδηματική ανάδειξη κάποιου που
αγωνίζεται σκληρά δίχως προστάτες, σε μια οικονομία της αγοράς; Οι ανισότητες
που προκαλούνται από όσους αμείβονται με βάση την παραγωγικότητα της εργασίας
που προσφέρουν και από όσους δημιουργούν καινούργια πράγματα προωθώντας νέες
ιδέες και τεχνολογικές ανακαλύψεις οδηγούν σε ευημερία και σε περισσότερο πλούτο
για όλους". Εδώ πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η "εισοδηματική ανάδειξη" κάποιου
δεν επιτυγχάνεται χάρη στην εργασία "δίχως προστάτες", αλλά στην ύπαρξη νόμων
του (επάρατου) κράτους, οι οποίοι επιβάλλουν και επιτρέπουν την διεύρυνση του
οικονομικού χάσματος μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Η άποψη, δηλαδή, για τον
"ελεύθερο επιχειρηματία" δεν ευσταθεί, γιατί δίχως νόμους οι οποίοι είναι
κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα του (δηλαδή εις βάρος των υπολοίπων), η "σκληρή
εργασία" (εδώ ενυπάρχει η νεοφιλελεύθερη αντίληψη ότι οι επιτυχημένοι υπέρμαχοι
της ελεύθερης αγοράς είναι δουλευταράδες ενώ οι λοιποί είναι τεμπέληδες και
δικαίως αμειβόμενοι με χαμηλούς μισθούς, "μη σκληρά εργαζόμενοι") του δε θα είχε
κανένα αποτέλεσμα - τουλάχιστον μεγαλύτερο από το αποτέλεσμα και την
προσπάθεια/παραγωγικότητα του οικοδόμου. Όσο για την άποψη ότι οι ανισότητες
οδηγούν σε ευημερία και σε περισσότερο πλούτο για όλους, είναι χαρακτηριστική η
απόκρυψη του γεγονότος ότι ο "περισσότερος πλούτος" διανέμεται σε τέτοια μερίδια
ώστε οι περισσότεροι δεν αυξάνουν τον πλούτο τους αλλά (εφόσον ο πλούτος είναι,
όπως κάθε τι, σχετικός) βλέπουν αυτός να μειώνεται. (2/10/2007)
ανταγωνισμός.
πόσο ελεύθερος είναι ο ανταγωνισμός, όταν οι μεν μπορούν να διαφημίζουν το
προϊόν τους ενώ οι δε όχι; Όταν όσοι διαφημίζουν τα προϊόντα τους μπορούν να
αποκρύβουν τις ατέλειές τους; Πόση ελευθερία έχει ο καταναλωτής, τη στιγμή που
είναι ανήμπορος να διαπιστώσει την αλήθεια για την ποιότητα του προϊόντος που
ενδεχομένως να αγοράσει και (όπως και οι ενώσεις καταναλωτών, ανήμπορος) να
παρεμποδίσει τους διαφημιστές από το να δημιουργούν διαφημίσεις οι οποίες δεν
διαφημίζουν ούτε πληροφορούν αντικειμενικά για την ποιότητα του προϊόντος (θα
ήταν αφελές άλλωστε να ενδιαφέρει τις εταιρείες η αντικειμενική παρουσίαση της
ποιότητας των προϊόντων); Ο ελεύθερος ανταγωνισμός μόνο στα λόγια είναι τέτοιος.
Εκτός κι αν κανείς φαντάζεται έναν κόσμο στον οποίο οι διαφημίσεις δεν θα
πουλάν φύκια για μεταξωτές κορδέλες, αλλά θα πληροφορούν μόνο. Τότε όμως
ελάχιστοι θα τις παρακολουθούσαν ή θα τις άκουγαν.
Υποτίθεται ότι ο ελεύθερος ανταγωνισμός είναι το αντίθετο των κρατικών
μονοπωλίων. Ωστόσο ο ανταγωνισμός θα ήταν ελεύθερος μόνον αν όλοι οι
ανταγωνιζόμενοι ξεκινούσαν με τις ίδιες δυνάμεις από το ίδιο σημείο εκκίνησης
και εν τέλει υπήρχαν τόσες εταιρείες ώστε η συνεννόηση μεταξύ τους να ήταν
αδύνατη. Στην πράξη ο ελεύθερος ανταγωνισμός οδηγεί στα ολιγοπώλια, στο γεγονός
λ.χ. 5-6 εταιρείες να ελέγχουν την παραγωγή πετρελαίου, να συμμαχούν αναμεταξύ
τους και κανείς να μην μπορεί να επιβληθεί σε αυτές. Πόσο θετικό ή αρνητικό
είναι αυτό για τους καταναλωτές ή για το περιβάλλον και την διεθνή ειρήνη,
φαίνεται στην πράξη. Και ποιος βέβαια μπορεί να ελέγξει 2-3 εταιρείες που
ενδεχομένως προσυμφωνούν αναμεταξύ τους είτε να έχουν τις ίδιες τιμές για ίδια
προϊόντα είτε να διατηρούν όλες τους σε υψηλότερα, από αυτά που θα υπήρχαν δίχως
προσυμφωνία, επίπεδα τις τιμές; Αν το κρατικό μονοπώλιο συνιστά συμφορά,
στρέβλωση της αγοράς και εκβιασμό των καταναλωτών, τότε οι παραπάνω καταστάσεις
τι διαφορετικό συνιστούν;
Τι κερδίζει άραγε ο καταναλωτής, όταν το ένα σούπερ μάρκετ (σ/μ) έχει
χαμηλότερες τιμές για τα α, β, γ προϊόντα και υψηλότερες τιμές για τα δ, ε, ζ,
ενώ το παραπλήσιο σ/μ κάνει το αντίθετο; Πόσοι καταναλωτές (μπορούν να) τρέχουν
από σ/μ σε σ/μ προκειμένου να επιλέξουν τη φθηνότερη/καλλίτερη μάρκα και πόσοι
αναγκάζονται να αγοράσουν από το ίδιο κατάστημα και τα α,β,γ αλλά και
τα δ,ε,ζ προϊόντα; Και τι να πει κανείς για την περίπτωση π.χ. των συγκοινωνιών
σε απόμακρα μέρη (νησιά), όπου δεν υπάρχει κέρδος για τους ιδιώτες κι επομένως,
αν δεχθούμε την αρχή ότι το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει, τα απόμακρα ή
ολιγάνθρωπα νησιά και ορεινά χωριά δεν πρέπει να διαθέτουν τακτική συγκοινωνία;
Τι γίνεται με τους εργαζόμενους των εταιρειών που "δεν τα καταφέρνουν" και
κλείνουν, αγοράζονται ή συγχωνεύονται με τις μεγαλύτερες και επιτυχημένες,
δεδομένης της αυτοματοποίησης της παραγωγής; Από την μια παράγονται - χάρη στον
ανταγωνισμό - φθηνότερα προϊόντα ενώ από την άλλη δημιουργούνται άνεργοι,
μειώνεται η ζήτηση άρα και η παραγωγή. Ακριβώς για να δημιουργήσουν
τριτοκοσμικές συνθήκες προκειμένου να παραμείνουν οι εταιρείες στη Δύση, οι
κυβερνήσεις καταργούν όλα τα έως τώρα δεδομένα δικαιώματα. Κι όλα αυτά για χάρη
της απόλυτης αξίας του (δήθεν) ελεύθερου ανταγωνισμού, ο οποίος τελικά συμφέρει
μόνο τους λίγους.
Η αντίληψη ότι χάρη στον ανταγωνισμό και σε συνδυασμό με την κατάλληλη,
καθημερινή ενημέρωση, οι καταναλωτές θα μπορούν να επιλέγουν το φθηνότερο προϊόν
κι έτσι οι τιμές θα συμπιέζονται προς τα κάτω, αφού οι εταιρείες που πωλούν το
ίδιο προϊόν θα τις μειώνουν, ώστε να επιβιώσουν στην αγορά, κρίνεται αβάσιμη:
α') δεν μπορεί να υπάρξει ποτέ πλήρης ενημέρωση για όλους. Οι καταναλωτές, οι
οποίοι όλη τη μέρα θα στήνονται να ακούσουν ή να δουν έναν μακροσκελή κατάλογο
από τιμές προϊόντων σε εκατοντάδες ή χιλιάδες διαφορετικά καταστήματα πώλησής
τους, μάλλον θα πελαγώσουν παρά θα ενημερωθούν. Από ένα σημείο και έπειτα η
πληροφορία λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και αποτρέπει τη δράση, όταν είναι
πολλή.
β') Για την επιλογή ενός μόνο προϊόντος, π.χ. του ψωμιού, χρειάζονται ειδικές
οικονομικές γνώσεις, ενώ για επιλογή 10-20 προϊόντων καθημερινά θα χρειαζόταν
διδακτορικό στα Οικονομικά. Οι νεοφιλελεύθεροι ισχυρίζονται ότι μπορεί κανείς να
ενημερωθεί για τις τιμές του ψωμιού σε διάφορα αρτοπωλεία και έπειτα να επιλέξει
το αρτοπωλείο με τη φθηνότερη τιμή πηγαίνοντας σε αυτό. Ωστόσο, για να
μετακινηθεί κανείς από το σπίτι στο αρτοπωλείο, πεζή ή με αυτοκίνητο, απαιτείται
χρόνος, δηλαδή χρήμα. Έτσι απαιτείται ένα σχεδιάγραμμα ελάχιστου κόστους, το
οποίο αποτελείται από το κόστος τιμής ψωμιού και το κόστος μετακίνησης στο
αρτοπωλείο. Ένα τέτοιο σχεδιάγραμμα ή καμπύλη πρέπει να γίνεται με βάση τα
στοιχεία κόστους για κάθε αρτοπωλείο της περιοχής. Κάτι τέτοιο ούτε οι ίδιοι οι
οπαδοί της ελεύθερης αγοράς δεν κάνουν: επειδή οι ίδιοι είναι πλούσιοι,
αδιαφορούν προφανώς για το κόστος του ψωμιού. Αλλά στο κόστος πώλησης και
μετακίνησης στο αρτοπωλείο θα πρέπει να προστεθεί το κόστος πληροφόρησης, διότι
η πληροφόρηση για τα δύο πρώτα κόστη απαιτεί χρόνο ή χρήμα, το οποίο θα
πληρώνεται στους συλλέκτες της πληροφόρησης (εταιρείες, φοιτητές κ.ά.).
Αν τώρα το σχεδιάγραμμα-καμπύλη κόστους γίνει όχι για ένα αλλά για 50 προϊόντα,
τότε απαιτείται διδακτορικό. Γιατί, ως γνωστόν, δεν πωλούνται όλα τα προϊόντα
φθηνότερα σε ένα μόνο σουπερμάρκετ, αλλά π.χ. το προϊόν 1 στο σουπερμάρκετ Α, το
προϊόν 2 στο σ/μ 2 κ.ο.κ, με αποτέλεσμα ο καταναλωτής να πρέπει να μετακινείται
από σ/μ (=σουπερμάρκετ) σε σ/μ για να αγοράσει από το καθένα σουπερμάρκετ το
προϊόν εκείνο το οποίο στο καθένα σουπερμάρκετ πωλείται φθηνότερα από ό,τι στα
άλλα σουπερμάρκετ. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο καταναλωτής θα πάει σε ένα
μόνο σουπερμάρκετ (διότι το κόστος μετακίνησης σε 5 σουπερμάρκετ είναι
μεγαλύτερο από το κέρδος που προκύπτει από την αγορά του προϊόντος με τη
φθηνότερη τιμή σε κάθε ένα σουπερμάρκετ) και θα αγοράσει το προϊόν 1 φθηνότερα
(το σ/μ το πωλεί φθηνότερα) αλλά τα προϊόντα 2 έως ν θα τα αγοράσει ακριβότερα.
Έτσι όμως οι τιμές των προϊόντων 2, 3, κ.ο.κ. δεν πρόκειται να πέσουν. Αν και
θεωρητικά ο καταναλωτής θα μπορούσε να αγοράσει τα φθηνότερα προϊόντα, δεν
μπορεί να το κάνει πρακτικά. Δηλαδή ο ανταγωνισμός μόνο θεωρητικά βοηθάει στην
μείωση των τιμών. Διατίθενται τα ίδια προϊόντα στη μικρότερη δυνατή τιμή, αλλά
κανείς, ούτε οι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς, δεν αγοράζει όλα τα προϊόντα μόνο
από τα καταστήματα όπου αυτά (το καθένα) πωλούνται φθηνότερα. Όμως ακριβώς αυτό
υποστηρίζουν ότι χάρη στον ανταγωνισμό επιτυγχάνεται: η μείωση των τιμών, επειδή
οι καταναλωτές μπορούν κι επιλέγουν τα φθηνότερα προϊόντα "τιμωρώντας" όσους τα
πωλούν ακριβότερα. Αν ωστόσο η μείωση των τιμών δεν επιτυγχάνεται, διότι το
κόστος είναι απαγορευτικό, ποιο είναι το όφελος για τους καταναλωτές από τον
ανταγωνισμό και την ελεύθερη αγορά;
γ΄) Κανείς ανταγωνισμός δεν αποτρέπει τη δημιουργία καρτέλ ή μυστικών
προσυμφωνιών μεταξύ των εταιρειών. Αν υπάρχουν 2 ή 3 εταιρείες, τότε θεωρητικά
υπάρχει ανταγωνισμός, αλλά ποιος μπορεί να ανακαλύψει εάν αυτές συμφωνούν μεταξύ
τους έτσι ώστε συμφωνούν
i) είτε να έχουν τις ίδιες τιμές ή διαφορετικές τιμές,
αλλά με τόση μικρή διαφορά, ώστε να μην έχει σημασία,
i) είτε διαφορετικές τιμές, αλλά εναλλασσόμενες
(δλδ η εταιρεία Α πωλεί το προϊόν 1 δέκα λεπτά φθηνότερα από τις Β και Γ
σήμερα, αύριο η εταιρεία Β, μεθαύριο η εταιρεία Γ, και
αντίστοιχα για τα προϊόντα 2 και 3)
iii) είτε τιμές διαφορετικές για κάθε εταιρεία αλλά
υπερβολικά παραπάνω από το κόστος (αν π.χ. το κόστος παραγωγής του προϊόντος 1
είναι 10 ευρώ, οι εταιρείες Α, Β, Γ συμφωνούν να μην έχουν ίδια τιμή για το
προϊόν 1, αλλά καμμία από αυτές να μην το πωλεί λιγότερο από 40 ευρώ);
Κανείς δεν μπορεί να προστατεύσει τους καταναλωτές από τέτοιες συμφωνίες.
Ειδικότερα, εάν πρόκειται για δραστηριότητες στις οποίες δύσκολα μπορούν να
μπουν νέοι ανταγωνιστές (ή αν μπουν, συμμετέχουν στις μυστικές προσυμφωνίες),
ποιος, αν όχι το κράτος, μπορεί να προστατεύσει τους καταναλωτές;
δ') Οι οπαδοί της ελεύθερης αγοράς υποστηρίζουν ότι μπορεί ο καταναλωτής να
επιλέξει το φθηνότερο ομοειδές προϊόν. Δεν σκέφτονται για την περίπτωση τα
φθηνότερα προϊόντα να είναι ακατάλληλα (μεταλλαγμένα, με συντηρητικά, χρωστικές,
κακής ποιότητας), στην οποία ο πολύς κόσμος, οι φτωχοί, επειδή δεν έχει τη
δυνατότητα να αγοράσει το καλής ποιότητας αλλά υψηλής τιμής προϊόν μάρκας
1, αγοράζει το χαμηλής τιμής και κακής ποιότητας
ομοειδές προϊόν 2. Για χάρη του "ελεύθερου ανταγωνισμού" οι πολλοί θα
αρρωστήσουν, ενώ θα καλοζούν μόνο όσοι μπορούν να αγοράσουν το καλής ποιότητας
προϊόν. Ποιος θα προστατεύσει τους καταναλωτές; Το κράτος; Μα αυτό ελέγχεται -
μέσω χρηματοδοτήσεων των κομμάτων εξουσίας - ακριβώς από τις εταιρείες οι οποίες
ουδόλως νοιάζονται για την υγεία των καταναλωτών. Αλλά και αν επέμβει το κράτος,
για να θεσπίσει αυστηρούς κανόνες υγειονομικούς κ.ά., τότε προκύπτουν τα εξής
ενδεχόμενα:
i) όσοι πωλούν φθηνά και (γι' αυτό) κακής ποιότητας
προϊόντα, θα κλείσουν τις επιχειρήσεις τους, οπότε θα απομείνουν μόνο όσοι
πωλούν καλής ποιότητας και ακριβά προϊόντα, τα οποία όμως οι πολλοί δεν μπορούν
να αγοράσουν. Τι θα απογίνει με αυτούς;
Από την άλλη, οι εταιρείες με την καλή ποιότητα, που θα απομείνουν,
ii) είτε θα ελεήσουν τους πτωχούς μειώνοντας την τιμή,
άρα και την ποιότητα
iii)
είτε θα μειώσουν την τιμή διατηρώντας την καλή ποιότητα κι επομένως θα
φαλιρίσουν
iv)
είτε θα μειώσουν την τιμή μειώνοντας παράλληλα την ποιότητα.
Με άλλα λόγια στον "ελεύθερο ανταγωνισμό" οι πολλοί αναγκαστικά θα αγοράζουν
κακής ποιότητας (μεταλλαγμένα, βρώμικα τρόφιμα, βλαβερά μηχανήματα) προϊόντα,
ενώ οι λίγοι πλούσιοι καλής ποιότητας (βιολογικά τρόφιμα, ελεγμένα μηχανήματα,
ασφαλείς συσκευές ελάχιστης εκπομπής ακτινοβολιών (κινητά κ.λπ.)).
ε') Ειδικά για χώρες με μικρή αγορά, όπως η δική μας, ο ανταγωνισμός είναι
αυταπάτη. Γιατί επενδύσεις μπορούν μόνο είτε οι ξένοι είτε λίγοι γνωστοί να
κάνουν. Αυτοί ελέγχουν την αγορά, η οποία είναι 10 και όχι 90 ή 400
εκατομμυρίων, και η οποία αποτελείται κατά 1/4 τουλάχιστον από πάμπτωχους
Αλβανούς, Μετανάστες, Έλληνες με χαμηλά εισοδήματα κ.ά. Σε μία μικρή αγορά όπου
κυριαρχούν 4-5 μεγάλοι, ο ανταγωνισμός είναι αδύνατος. Γιατί πολλοί ανταγωνιστές
προϋποθέτουν μεγάλη αγορά ή πολύ πλούτο από τον οποίο προκύπτουν άνθρωποι
πρόθυμοι να επενδύσουν με σκοπό το κέρδος. Όταν η αγορά, δηλαδή το κέρδος, είναι
μικρό, τότε όσο πιο πολλοί ανταγωνιστές συσσωρεύονται, τόσο μικρότερο το
αναμενόμενο για τον καθένα κέρδος είναι, με αποτέλεσμα η επένδυση να είναι
ασύμφορη. Είναι άλλο να μοιράζονται 100 ευρώ σε 3 εταιρείες και άλλο 100 ευρώ σε
10 εταιρείες. Σε μεγάλες αγορές ίσως "πολλοί καλοί χωράνε". Σε μικρές αγορές
απομένουν ελάχιστοι κυρίαρχοι.
Αναγκαστικά, λοιπόν, από τη φύση του ο "ελεύθερος ανταγωνισμός" οδηγεί σε
ολιγοπώλια. Οι πολλοί ανταγωνιστές αποσύρονται, μένουν λίγοι που προσυμφωνούν
μεταξύ τους είτε για τις τιμές είτε για την αποτροπή, έμμεσα ή άμεσα, νόμιμα ή
παράνομα, εισόδου νέων ανταγωνιστών και, ακόμη κι αν εισέλθουν νέοι ανταγωνιστές
κι έτσι ο αριθμός των ανταγωνιστών αυξηθεί, γρήγορα αποσύρονται πολλοί και
επανερχόμαστε σε ολιγοπώλια, άρα σε εκβιασμό των καταναλωτών.
στ') Ο ανταγωνισμός συμφέρει, στις περιπτώσεις εκποίησης της κρατικής
περιουσίας, μόνο τους ιδιώτες. Γιατί αν μια ιδιωτική εταιρεία αναλάβει λ.χ. τον
ΟΣΕ, θα πληρώνει τα ελάχιστα ναύλα-νοίκι για την χρήση του σιδηροδρομικού
δικτύου στο κράτος και μετά θα επιβάλλει υπερβολικές τιμές, κατέχοντας για 10-20
χρόνια το μονοπώλιο. Αλλά γιατί να δίνονται τα επιπλέον του κόστους χρήματα
στους ιδιώτες (από τα οποία ένα μέρος μόνο φορολογείται και καταλήγει στο
Δημόσιο) αντί να δίνονται όλα τα επιπλέον του κόστους χρήματα στο κράτος άμεσα;
Τι κερδίζει ο φορολογούμενος από την μεταφορά εισόδων στις ιδιωτικές εταιρείες
αντί του Δημοσίου; Ακόμη κι αν υπήρχαν 10 ιδιωτικοί ΟΣΕ, ένας για κάθε
μεσοδιάστημα π.χ. Αθήνα-Λάρισα, Λάρισα-Θεσ/κη κ.οκ., πάλι θα μπορούσαν να
προσυμφωνήσουν μυστικά για υπέρογκη - σε σχέση με αυτήν ενός κρατικού ΟΣΕ -
αύξηση των εισιτηρίων. Ποιος θα έδινε το δίκαιο στους καταναλωτές, ειδικά σε
όσους δεν έχουν ΙΧ αυτοκίνητα, δεν θέλουν να μολύνουν το περιβάλλον ή δεν
μπορούν να πληρώνουν αεροπλάνα ή τα ακριβότερα ΚΤΕΛ; Επιπλέον δε θα μπορούσε να
υπάρξει ανταγωνισμός μεταξύ πολλών ιδιωτικών ΟΣΕ, διότι λ.χ. θα έπρεπε την ίδια
στιγμή να αναχωρούν 5 διαφορετικών εταιρειών αμαξοστοιχίες από την Αθήνα με τον
ίδιο προορισμό, πράγμα αδύνατο. Αν όμως υπάρχει διαφορά ώρας στο δρομολόγιο, ο
καταναλωτής αναγκάζεται να αγοράσει το εισιτήριο που τον βολεύει ως προς την ώρα
αδιαφορώντας για το κόστος, με αποτέλεσμα οι τιμές να μην μειώνονται. Κι αν τα
αεροπλάνα διαφορετικών εταιρειών μπορούν να αναχωρούν από το ίδιο αεροδρόμιο για
τον ίδιο προορισμό με διαφορά 10 ή 30 λεπτών δίχως η διαφορά αυτή να συνεπάγεται κάποια
σημαντική καθυστέρηση για τους επιβάτες, αυτό δεν ισχύει για τον ΟΣΕ ή για τα
αστικά μέσα μαζικής μεταφοράς, δηλαδή για διαδρομές μικρές, στις οποίες ο χρόνος
έχει πολύ μεγάλη σημασία.
Τι απομένει, ως έσχατο επιχείρημα, όταν γίνεται λόγος στις ανισότητες του
καπιταλισμού; Ότι ο νεοφιλελευθερισμός δεν εφαρμόζεται σωστά, ότι η αγορά δεν
είναι αρκετά ελεύθερη. Οι νεοφιλελεύθεροι που υποστηρίζουν τέτοιες απόψεις
ξεχνούν ότι ξέσπαγαν σε γέλια ή χλεύαζαν όσους ισχυρίζονταν στα 1991 ότι "αυτό
που κατέρρευσε στην Αν. Ευρώπη δεν ήταν πραγματικός κομμουνισμός". Αντίστοιχο
είναι και το επιχείρημα των νεοφιλελεύθερων σήμερα: ότι δεν εφαρμόζεται ο
πραγματικός νεοφιλελευθερισμός.
θεολογία.
Αλήθεια, είναι μεταφυσική και δογματισμός η άποψη ότι το κράτος πρέπει να
καθορίζει όριο κέρδους στις πωλήσεις των αγαθών; Τότε με βάση ποιον αναγκαστικό,
αδήριτο οικονομικό νόμο αποφασίζει η εταιρεία Α να πωλεί με κέρδος 20% ενώ η εταιρεία Β με
κέρδος 5%; Με βάση ποια μεταφυσική αποφασίζει η μία εταιρεία ότι το "σωστό"
τιμολόγιο είναι αυτό κι όχι άλλο, ακόμη κι όταν το κόστος παραγωγής είναι ίδιο; Γιατί μόνο "θεολογία" συνιστά ο καθορισμός της
τιμής ενός προϊόντος. Η ατομική επιχειρηματική απληστία ή η ολιγάρκεια δεν
συνιστούν οικονομικούς νόμους, συνιστούν ατομικά καπρίτσια, τα οποία οι
νεοφιλελεύθεροι αναγάγουν σε κορωνίδα και σε βάση της οικονομικής επιστήμης.
το κέρδος.
Τίποτε
δε γίνεται δίχως κίνητρο το οικονομικό κέρδος, είναι ένα από τα έσχατα
επιχειρήματα των οπαδών της ελεύθερης αγοράς. Αυτό αληθεύει, αλλά είναι η μισή
αλήθεια. Η άλλη μισή, όμως είναι ότι για την επίτευξη του κέρδους δε
χρησιμοποιούνται νόμιμα μόνο αλλά και παράνομα ή νομιμοφανή μέσα. Αληθεύει μεν
ότι για να κερδίσω πελάτες και λεφτά μπορεί να καλλιτερεύσω τις προσφερόμενες
υπηρεσίες μου προς αυτούς, αλλά αληθεύει και ότι ενδεχομένως να μπορώ να μειώσω
την ποιότητα ή να αυξήσω τεχνητά τις τιμές (ή και τα δύο) και ταυτόχρονα να
κοροϊδεύω τους καταναλωτές είτε μέσω της απάτης που λέγεται "διαφήμιση" (για την
οποία οι νεοφιλελεύθεροι δεν έχουν απολύτως τίποτα να πουν) είτε μέσω των
διασυνδέσεών μου. Το κέρδος δεν σχετίζεται αναγκαστικά με την καλή ποιότητα.
(23/6/2008)
Κρατική κερδοσκοπία
Συχνά αναφέρεται πόσο αισχρά κερδοσκοπούν οι ΔΕΚΟ (π.χ. η ΔΕΗ) αυξάνοντας με το
έτσι θέλω τις τιμές κατανάλωσης των προϊόντων που μονοπωλιακά πωλούν. Τέτοιες
αναφορές γίνονται, ώστε να αποδεικνύεται ότι πραγματικός κερδοσκόπος δεν είναι
οι ιδιώτες αλλά το κράτος και, συνεπώς, ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα μας γλιτώσουν
από τέτοιες συμφορές. Για το αν η ιδιωτικοποίηση και ο ανταγωνισμός συμφέρει,
έγινε λόγος παραπάνω. Άλλο ζήτημα είναι ότι παραγνωρίζεται πως μπορεί έμμεσα να
αυξάνονται οι τιμές των υπηρεσιών των ΔΕΚΟ, ώστε αυτές να εμφανίζουν (αυξημένα)
κέρδη και, έτσι, να προσελκυσθούν οι ιδιώτες, οι οποίοι θα τις αγοράσουν, όταν
ανακοινωθεί η ιδιωτικοποίησή τους. Με άλλα λόγια, ο κόσμος πληρώνει το ότι οι
κυβερνήσεις θέλουν να προσελκύσουν ιδιώτες ως επενδυτές και κυρίους των ΔΕΚΟ,
ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζεται απαξιωτικά η κατάσταση στην οποία εμφανίζεται δήθεν σε όλο το
μεγαλείο της η κρατική αισχροκέρδεια. (23/7/2008) Κι,
έτσι, οι νεοφιλελεύθεροι με ένα σμπάρο έχουν δυο τρυγόνια: Και πείθουν τον
κόσμο για την αισχροκέρδεια του Δημοσίου αλλά και προσελκύουν ιδιώτες
επενδυτές-αγοραστές χάρη στα αυξημένα κέρδη των ΔΕΚΟ.
φαιοκόκκινοι.
Είναι από τους κλασσικούς μύθους η πεποίθηση ότι ο (νεο)φιλελευθερισμός
υπερασπίζεται την ατομική και οικονομική ελευθερία, ενώ εναντίον του αντιδρά ένα
μέτωπο ακροδεξιών και σταλινικών-κομμουνιστών, οι οποίοι ακριβώς απαξιώνουν τις
δυο αυτές μορφές ελευθερίας. Τον μύθο αυτόν εστερνίζονται και οι
"αριστεροφιλελεύθεροι". Στην πραγματικότητα η "ατομική και οικονομική ελευθερία"
δεν είναι η ελευθερία όλων, αλλά η ελευθερία των ισχυρότερων να κάνουν ό,τι
θέλουν. Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι τόσο οι εθνικοσοσιαλιστές όσο και οι
νεοφιλελεύθεροι είναι υποστηρικτές του κοινωνικού δαρβινισμού: ο ισχυρότερος,
φυλετικά ή οικονομικά, έχει δίκαιο, το οποίο δεν πρέπει να διαταραχθεί από
κανέναν (φυσικά οι εθνικοσοσιαλιστές τα πήγαιναν μια χαρά με τους Γερμανούς
βιομηχάνους, παρά την αντικαπιταλιστική ρητορεία τους). Αλλά και στην Ελλάδα,
στις εκλογές του 2007 το ακροδεξιό κόμμα που εισήλθε στη Βουλή είχε στο
οικονομικό του πρόγραμμα απόψεις για το δημόσιο, τα δάση και τον συνδικαλισμό,
τις οποίες θα επικροτούσαν οι νεοφιλελεύθεροι, παρ' όλο που οι τελευταίοι
εναντιώνονται στις απόψεις του για την εξωτερική πολιτική. Στο κάτω-κάτω, ο
πρώτος εν Ελλάδι που μίλησε για "κόκκινο φασισμό" ήταν ο υποστηρικτής της
δικτατορίας Γεωργαλάς.
Εἶναι ἄλλωστε λανθασμένη ἡ ἐντύπωση πὼς ὁ φιλελευθερισμὸς ἦταν πάντοτε φίλος τῆς
Ἐλευθερίας. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια ἦταν φίλος τῆς δικῆς του ἐλευθερίας. Τὰ δημοκρατικὰ
συνθήματά του δὲν τὰ ἔπαιρνε οὔτε ὁ ἴδιος κατὰ λέξη οὔτε οἱ ἐχθροί του. Γιὰ
παράδειγμα, στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰ. δικαίωμα ψήφου εἶχαν μόνο μερικὲς χιλιάδες,
ὅσοι εἶχαν εἰσόδημα πάνω ἀπὸ ἕνα ὅριο. Κανεὶς φιλελεύθερος δὲν πρότεινε τὴν
ἐπέκταση τοῦ δικαιώματος ψήφου πρὶν οἱ δημοκράτες τὸ ζητήσουν. Φιλελευθερισμὸς
καὶ δημοκρατία ἦταν γιὰ πολὺν καιρὸ ἐχθροὶ καὶ ἀντίθετοι ἀναμεταξύ τους. Τὰ φιλ-ελεύθερα
συνθήματά του ὁ φιλελευθερισμὸς τὰ ἀπεύθυνε ἐπιθετικῶς πρὸς τοὺς φεουδάρχες καὶ τὸ
ἀπολυταρχικὸ κράτος, τοὺς ἐχθρούς του, ὄχι πρὸς τὴν κατεύθυνση τοῦ λαοῦ. Τὸ
γεγονὸς ὅτι ὁ φιλελευθερισμὸς τοῦ 19ου καὶ 18ου αἰ. μετεξελίχθηκε καὶ
συγχωνεύτηκε μὲ δημοκρατικὰ αἰτήματα δημιουργῶντας τὴ μαζικὴ δημοκρατία δεν
ἀποδεικνύει ὅτι ὁ ἐκδημοκρατισμός του ἦταν κάτι ἀναπόφευκτο, κάτι ποὺ ὀφειλόταν
στὴ φύση τοῦ φιλελευθερισμοῦ, ὅτι δηλαδὴ τὰ ὀλιγαρχικὰ γνωρίσματά του ἦταν ἁπλῶς
μικροατέλειες ἢ περιθωριακὰ φαινόμενα κι ὅτι κατὰ βάθος ἦταν δημοκρατικός.
Δημοκρατικὸς ἔγινε, ὣς ἕνα σημεῖο, ὁ φιλελευθερισμὸς μόνο ὑπὸ τὴν πίεση τῶν
δημοκρατικῶν κινημάτων τοῦ 19ου αἰ. καὶ τοῦ κομμουνιστικοῦ μπαμπούλα τοῦ 20οῦ αἰ.
Τώρα ποὺ ὁ μπαμπούλας πέθανε, ὁ φιλελευθερισμὸς ἐπανακαλύπτει καὶ ξεκουκουλώνει
σταδιακὰ τὴν παλιὰ κληρονομιά του, γιὰ τὰ "αὐτονόητα" ὑπέρτατα δίκαια τῆς
ἀτομικῆς ἰδιοκτησίας ὑπεράνω κάθε ἄλλης ἀρχῆς, ἐθνοκρατικῆς ἢ κοινωνικῆς.
Μῦθος εἶναι ἡ ἄποψη ὅτι οἱ ἀτομικὲς
ἐλευθερίες πᾶνε χέρι-χέρι μὲ τὸν οἰκονομικὸ φιλελευθερισμό. Ἡ Χιλὴ τοῦ Πινοσέτ,
ἡ σημερινὴ Κίνα, χῶρες μὲ ἄγριο καπιταλισμό, δὲν εἶχαν οὔτε ἔχουν ἀτομικὲς
καὶ πολιτικὲς
ἐλευθερίες. Ἡ Ἑλλάδα εἶχε τὴν μεγαλύτερη, μεταπολεμικά, (καπιταλιστικὴ) ἀνάπτυξη
ἐπὶ δικτατορίας. Ὁ καπιταλισμὸς μπορεῖ νὰ δουλεύει ἄψογα ἀνεξαρτήτως τοῦ
πολιτικοῦ καθεστῶτος. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσε ἄλλωστε νὰ πάει χέρι-χέρι ὁ οἰκονομικὸς
φιλελευθερισμὸς μὲ τὴν πραγματικὴ δημοκρατία, τὴν ἄμεση δημοκρατία, τὴ στιγμὴ
ποὺ χαρακτηριστικὸ τοῦ πρώτου εἶναι ἡ χρησιμοποίηση τῆς οἰκονομικοπολιτικῆς
ἰσχύος του προκειμένου νὰ ψηφίζονται νόμοι ποὺ ἐπιτρέπουν τὸ μέγιστο κέρδος γιὰ
τοὺς λίγους καὶ τὴν ἄνιση διανομὴ τοῦ πλούτου στοὺς πολλούς; (7/10/2007)
ιδιωτική εκπαίδευση.
Επιχειρήματα υπέρ των ιδιωτικών ΑΕΙ (ΙΑΕΙ) είναι: ότι τα ΙΑΕΙ είναι καλά, ότι θα
συμπαρασύρουν τα δημόσια ΑΕΙ (ΔΑΕΙ) προς τα πάνω, ότι ανεξαρτήτως του αν θα
είναι τα ΙΑΕΙ ποιοτικά ή μη, τα ΔΑΕΙ δεν θα πάθουν τίποτα κακό, ότι χάρη στα
ΙΑΕΙ η χώρα γλιτώνει τη διαρροή συναλλάγματος λόγω των φοιτητών που σπουδάζουν
στο εξωτερικό, κι ότι τα ΙΑΕΙ θα επιλύσουν ό,τι αδυνατούν τα ΔΑΕΙ, δηλαδή το
πρόβλημα της ανεργίας.
Όμως η αλήθεια είναι πως λίγα ΙΑΕΙ στο εξωτερικό (π.χ. στις ΗΠΑ) είναι ποιοτικά.
Αλλά και αυτά τα ΙΑΕΙ μέσω των φόρων, δηλαδή χάρη στο κράτος, χρηματοδοτούνται
για χάρη της έρευνας ή με τις υποτροφίες. Η άποψη ότι ανταγωνιζόμενα από τα ΙΑΕΙ
τα ΔΑΕΙ θα εκσυγχρονιστούν είναι λανθασμένη, γιατί πιθανότερο είναι οι καλοί
καθηγητές των δεύτερων να δελεαστούν από το χρήμα των πρώτων. Στην
πραγματικότητα, εφόσον η αρχή του "ελεύθερου ανταγωνισμού" επιβάλλεται, ως νέα
θεότητα, τα ΔΑΕΙ θα υποβαθμιστούν, αφού ενδέχεται να απαγορευθεί η χρηματοδότησή
τους από το κράτος βάσει του σκεπτικού ότι αυτή συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό. Η
άποψη ότι θα μειωθεί η διαρροή συναλλάγματος προς το εξωτερικό, αφού οι φοιτητές
θα σπουδάζουν στα ελληνικά ΙΑΕΙ είναι εν μέρει σωστή, ωστόσο συνεπάγεται ότι θα
ιδρυθούν πολλά ΙΑΕΙ κατώτερης ποιότητας: αν τα ΙΑΕΙ που θα ιδρυθούν έχουν
αυστηρά κριτήρια εισαγωγής, τότε είναι βέβαιο ότι όσοι υποψήφιοι απέτυχαν στις
πανελλήνιες εξετάσεις για τα ΔΑΕΙ θα αποτύχουν να περάσουν και στα ιδιωτικά ΑΕΙ.
Αν πάλι τα ΙΑΕΙ συνιστούν επιχειρήσεις που δέχονται ως φοιτητή ακόμη και έναν
αναλφάβητο ή έναν που χάνει χρονιές στο σχολείο, αρκεί αυτός να πληρώνει, τότε
τι είδους αναβάθμιση συνιστά ο "ελεύθερος ανταγωνισμός"; Και, αν απαγορευθούν
τέτοιου είδους ΙΑΕΙ, τότε και πάλι θα φεύγουν για το εξωτερικό οι
υποψήφιοι φοιτητές και απέναντι στα υποβαθμισμένα ΔΑΕΙ θα υπάρχουν
ανώτερα ΙΑΕΙ, στα οποία όμως λίγοι, πλούσιοι και εκλεκτοί θα μπορούν να
σπουδάσουν μόνο. Τέλος, το πρόβλημα της ανεργίας μάλλον επιτείνεται παρά
αμβλύνεται με τη δημιουργία περισσότερων σχολών. Η χώρα μας δεν έχει ούτε τη
βιομηχανία ούτε το μέγεθος της αγοράς των ΗΠΑ. (5/10/2007)
ισχυρισμοί για τους
μισθωτούς και το δημόσιο.
Οὔτε λίγο
οὔτε πολὺ οἱ νεοφιλελεύθεροι ἢ οἱ ὑποστηρικτὲς τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς κατηγοροῦν
τοὺς δημόσιους καὶ ἰδιωτικοὺς ὑπαλλήλους γιὰ τὴν ἔλλειψη οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης.
Ἔτσι, ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ λόγος ποὺ δὲν γίνονται ἐπενδύσεις εἶναι «οἱ μεγάλοι
μισθοὶ τῶν ἰδιωτικῶν ὑπαλλήλων» (μὲ τὶς ὑπερωρίες καὶ τὰ ἐπιδόματα). Οἱ
ἐπιχειρήσεις δὲν ἔχουν τόσο μεγάλο κέρδος, ὥστε νὰ ἐπενδυθοῦν κεφάλαια γιὰ νέες
ἐπιχειρήσεις καὶ ἄρα νὰ δημιουργηθοῦν νέες θέσεις ἐργαςίας, ἀφοῦ «ὑπάρχει
μεγάλος ἀνταγωνισμὸς μὲ τὶς ἄλλες ἐπιχειρήσεις» καὶ γιὰ νὰ ἐπιβιώσουν (ἄρα νὰ
διατηρηθοῦν οἱ θέσεις ἐργαςίας) οἱ ἐπιχειρήσεις «πρέπει νὰ παράγουν μὲ τὸ
μικρότερο κόστος» καὶ μὲ τὸ μεγαλύτερο κέρδος. Οἱ κακοὶ ἐργάτες ὅμως μὲ τὸ
ὀκτάωρο καὶ μὲ τὰ ἐπιδόματά τους μειώνουν τὸ κέρδος καὶ συνεπῶς ροκανίζουν τὴν
ἴδια τὴ θέση ἐργαςίας τους. Γι’ αὐτὸ πρέπει, σύμφωνα μὲ τοὺς νεοφιλελεύθερους
καὶ τοὺς ὑπόλοιπους (π.χ. σοσιαλιστὲς ποὺ «δὲν εἶναι κρατιστὲς») ὑποστηρικτὲς
τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς νὰ ὑπάρχει εὐέλικτο ὡράριο, νὰ μειωθοῦν τὰ ἐπιδόματα καί –
ἐν τέλει – νὰ εἶναι ἀνοικτὰ ἀκόμη καὶ εἰκοσιτέσσερις ὧρες, ἑπτὰ ἡμέρες τὰ
καταστήματα.
Τὰ ἐπιχειρήματα αὐτὰ βαςίζονται σὲ μία ἀπειλὴ καὶ σὲ μία ἰδέα ὡς προϋπόθεση. Ἡ
ἀπειλὴ εἶνα «ἅμα δὲν δουλεύετε ὅπως δούλευαν τὸν 19ο αἰ., δηλαδὴ ἅμα
δὲν ξεχάσετε τὰ ἐργασιακὰ δικαιώματά σας, θὰ σᾶς τιμωρήσουμε ἀπολύοντάς σας ἢ
κλείνοντας τὶς δουλειὲς ὅπου δουλεύετε, γιατὶ αὐτὸ ἐπιτάσσει - ἀναγκαστικᾶ - ἡ
παγκοσμιοποίηση». Ἡ ἰδέα ποὺ προϋποτίθεται εἶναι: «ἐμεῖς, οἱ βιομήχανοι καὶ οἱ
ἐργοδότες ἔχουμε κάθε δικαίωμα νὰ ἐπιζητοῦμε τὸ μεγαλύτερο κέρδος μὲ τὸ
μικρότερο κόστος, ἀκόμη κι ἂν αὐτὸ τὸ δικαίωμα συνεπάγεται περικοπὴ τῶν ὅσων
δικαιωμάτων ἔχουν οἱ ἐργαζόμενοι». Φυσικά, αὐτὴ ἡ ἀπειλὴ καὶ αὐτὴ ἡ προϋπόθεση
μόνο στοὺς ἐγκεφάλους τῶν γιάπηδων καὶ τῶν κυνικῶν πολιτικῶν δικαιολογεῖται νὰ
ὑπάρχει. Ἡ ἰδέα ποὺ προϋποτίθεται ἀπὸ τοὺς ἐργοδότες γιὰ τὸ θεμιτὸ τῆς ἐπιδίωξης
τοῦ μέγιστου κέρδους εἶναι ἁπλῶς ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀδίστακτης πλεονεξίας τους.
Τίποτε ἄλλο δὲν δικαιολογεῖ τὴν ἀπαίτηςή τους. Οἱ ἄνθρωποι κολυμπᾶν στὸ χρῆμα
καὶ ἰσχυρίζονται ὅτι μειώνονται τὰ κέρδη τους ἢ ὅτι δὲν τοὺς ἀρκοῦν, καὶ γι’
αὐτὸ φταίει τὸ 8ωρο (ποὺ κατουςίαν δὲν ὑπάρχει) τῶν ἐργαζομένων ποὺ φυτοζωοῦν.
Ἔχουν φτάσει σὲ τέτοιο σημεῖο, ὥστε ζητοῦν (καὶ οἱ κυβερνήσεις, φυσικᾶ, θὰ τὸ
νομοθετήσουν) ἡ καταπάτηση τῶν δικαιωμάτων ἀναφορικᾶ μὲ τὶς ἀπολαβὲς καὶ τὸ
ὡράριο, ἡ ὁποία γίνεται de facto, νὰ γίνεται πλέον μὲ τὸ νόμο. Προφανῶς τὰ
κότερά τους, τὰ τηλεοπτικὰ κανάλια τους, οἱ εφημερίδες τους, τὰ ἀκίνητά τους
εἶναι πολὺ λίγα˙ κι ἀφοῦ ἄλλος τρόπος δὲν ὑπάρχει ἀπὸ τὸ ξεζούμισμα τῶν ἁπλῶν
ἀνθρώπων, ἂς γίνει ἔτσι. Καὶ τὸ ἀηδιαστικὸ δὲν εἶναι ὁ ΣΕΒ ποὺ ζητοῦν μὲ ὕφος
θιγμένου τὰ «ἀναγκαῖα μέτρα», ἀλλὰ οἱ πολιτικοί, οἱ ὁποῖοι λὲν τὰ ἴδια. Τί τοὺς
νοιάζει αὐτοὺς ποὺ ὁ ἁπλὸς κόσμος φυτοζωεῖ; Τὰ ἀφεντικά τους, ποὺ χρηματοδοτοῦν
τὰ κόμματα ἢ τὰ τηλεοπτικά κανάλια τους, ἂς περνᾶνε καλᾶ.
Ὅσο γιὰ τὸ
ἐπιχείρημα τοῦ μπαμπούλα «θὰ κλείσουν οἱ ἐπιχειρήσεις καὶ οἱ δουλειές, ἂν δὲν
δεχτεῖτε τὸν περιορισμὸ τῶν δικαιωμάτων σας», αὐτὸ ἀπαιτεῖ μιὰ συναφῆ πρὸς τὸ
πρῶτο ἀπάντηση: ἐπειδὴ οἱ Κινέζοι καὶ οἱ Ἰνδοὶ ἐργάτες, μαθημένοι ἀπὸ αἰῶνες
στὴν ἀπόλυτη ὑποταγή, δουλεύουν σὰν τὰ ζῶα, ὅπως οἱ Εὐρωπαῖοι ἐργάτες τοῦ 19ου
αἰ., ἐπειδὴ δὲν ἔχουν μάθει ἀκόμα νὰ ζητοῦν, καὶ δὲν σηκώνουν τὸ κεφάλι οὔτε
ἀπαιτοῦν ἀκόμη δικαιώματα, παρὰ ἀνέχονται τὴν 12ωρη (ἢ παραπάνω: 14ωρη) ἐργαςία,
δὲ θὰ πεῖ αὐτὸ ὅτι πρέπει νὰ ἐπεκταθεῖ σὲ ὅλον τὸν κόσμο τὸ πρότυπο αὐτό. Οἱ
συνθῆκες πρέπει νὰ βελτιώνωνται μὲ βάση τὸ καλλίτερο πρότυπο κι ὄχι νὰ
χειροτερεύουν μὲ βάση τὸ χειρότερο πρότυπο (τῶν ἐργασιακῶν σχέσεων τοῦ Τρίτου
Κόσμου). «Ὡραῖα αὐτά, ἀλλὰ ἅμα δὲν δεχτεῖτε ὅ,τι λέμε, θὰ κλείσουν ἀναγκαστικὰ οἱ
ἐπιχειρήσεις τῆς χώρας σας καὶ θὰ μεταφερθοῦν στὴν Ἀσία», ἀπαντοῦν οἱ
νεοφιλελεύθεροι. Ὁπότε προκειμένου νὰ «ἔχουμε ἀνάπτυξη» πρέπει νὰ ἔχουμε
ἐργασιακὲς σχέσεις τύπου Κίνας. Γιατί δὲν προτείνουν οἱ νεοφιλελεύθεροι καὶ
μισθοὺς Κίνας/Ἰνδίας κ.λπ.; Ντρέπονται μᾶλλον, ἀλλὰ ἂν μποροῦσαν, θὰ τὸ ἔπρατταν,
ἀφοῦ ἔτσι μεγαλώνει τὸ κέρδος. Δὲν τὸ πράττουν εἴτε ἀπὸ φόβο τοῦ λαοῦ εἴτε
φοβούμενοι ὅτι δὲ θ’ ἀγοράζονται τὰ προϊόντα - ὄχι ἀπὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸ λαό. Μὲ
ἄλλα λόγια ἰσχυρίζονται οἱ νεοφιλελεύθεροι ὅτι γιὰ νὰ ἔχουμε ἐπιχειρήσεις, ἄρα
δουλειές, ἄρα μείωση τῆς ἀνεργίας, πρέπει οἱ ἐργαζόμενοι νὰ ἀμοίβονται μὲ
ψίχουλα κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ νὰ δεχτοῦν νὰ περιοριστοῦν τὰ δικαιώματά τους.
Προκύπτει τὸ ἐρώτημα τότε, σὲ τί διαφέρει ἡ ἀνεργία ἀπὸ μιὰ ἀβέβαιη θέση
ἐργαςίας (βάσει τοῦ εὐέλικτου ὡραρίου καὶ τῶν ἐλαχίστων δικαιωμάτων) ποὺ ἀμοίβει
μὲ ψίχουλα τὸν ἐργαζόμενο; Τί εἶναι πρῶτο καὶ τί δεύτερο μεταξὺ τῆς ἀξιοπρεποῦς
διαβίωσης τῶν πολλῶν καὶ τοῦ ὑπερκέρδους (ποὺ ὄχι «ἁπλῶς παραπάνω ἀπὸ τὸν μέσο
ὅρο ἀμοιβῆς τῶν πολλῶν» εἶναι, ἀλλὰ δεκάπλάσιο καὶ ἑκατονταπλάσιο τῆς ἀμοιβῆς
τους); Τόσο πολὺ κινδυνεύει ἡ ἀνταγωνιστικότητα τῶν ἐπιχειρήσεων ἀπὸ τὸ 8ωρο καὶ
τὰ ἐπιδόματα; Φυσικά, δὲν κινδυνεύει οὔτε ἀπὸ αὐτὰ οὔτε κἂν ἀπὸ τοὺς Κινέζους (ἂν
ὑποθέταμε ὅτι οἱ δυτικὲς κυβερνήσεις ἐφάρμοζαν ξανὰ τὸν παλιὸ προστατευτισμὸ
περιορίζοντας τὶς εἰσαγωγές, θὰ ἔπαυε ἡ δικαιολογία αὐτὴ) τῶν ὁποίων τὴ δουλειὰ
(π.χ. τὴν ὑφαντουργία) καὶ τὶς ἐξαγωγὲς ἐπιδοτεῖ ἡ κινεζικὴ κυβέρνηση. Τὸ μόνο
ποὺ κινδυνεύει εἶναι τὸ παραπάνω κέρδος. Νὰ πιστεύουμε ὅτι «πᾶνε ἄσχημα» οἱ
ἐπιχειρήσεις τῶν μεγάλων, ὅπως προσπαθοῦν νὰ μᾶς πείσουν, εἶναι σὰ νὰ θεωροῦμε
τοὺς ἑαυτούς μας ἀνόητους. Ἡ περίπτωση τῆς IBM ποὺ ἀπέλυσε 13.000 ἐργαζομένους,
ὥστε νὰ κερδίσῃ (μόνο στὸ α’ ἑξάμηνο του 2005) 100 περίπου ἑκ. δολλάρια εἶναι
χαρακτηριστική.
Τὸ ἐπιχείρημα καθεαυτὸ γιὰ ἔμμεση μείωση τῶν μισθῶν μέσῳ μείωσης τῆς ἀμοιβῆς τῶν
ὑπερωριῶν καὶ τῶν ἐργασιακῶν δικαιωμάτων προκειμένου νὰ αὐξηθεῖ ἡ
ἀνταγωνιστικότητα ἀποδεικνύεται σαθρὸ μὲ ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα: πάρα πολλὲς
βορειοελλαδικὲς ἐπιχειρήσεις καὶ πολλὲς ἑλληνικὲς μετέφεραν τὰ ἐργοστάσιά τους
στὴ Βουλγαρία καὶ ἄλλες βαλκανικὲς χῶρες. Ὁ λόγος ἦταν
ὅτι τὰ ἡμερομίσθια τῶν
βουλγάρων ἐργατῶν εἶναι πολὺ χαμηλότερα τῶν ἑλληνικῶν ἡμερομισθίων. Ἂν λοιπὸν
κανεὶς ἰσχυριζόταν ὅτι πρέπει νὰ μειωθοῦν οἱ μισθοὶ τῶν ἑλλήνων ἐργατῶν, ὥστε νὰ
ἀνταγωνιστοῦμε τη Βουλγαρία, «γιὰ νὰ ὑπάρξουν ἐπενδύσεις στὴν Ἑλλάδα», θὰ ἔλεγε
ἀσύστολα ψεύδη: διότι εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ὅσο καὶ νὰ συμπιέχονταν οἱ μισθοὶ τῶν
ἑλλήνων ἐργατῶν, δὲ θὰ ἔφταναν τὸ πολὺ χαμηλὸ ἐπίπεδο τῶν βουλγαρικῶν ἐργατικῶν
μισθῶν. Συνεπῶς ἡ μείωση τῶν ἑλληνικῶν μισθῶν (ἔμμεση ἢ ἄμεση) δὲν θὰ ἀπέτρεπε
σὲ καμμιὰ περίπτωση τὴ «φυγὴ» τῶν ἑλληνικῶν ἐπιχειρήσεων στὴ Βουλγαρία καὶ τὰ
Βαλκάνια. Οὔτε βέβαια ὁ ξένος ἐπενδυτὴς θὰ ἐπένδυε στὴν Ἑλλάδα, ἂν μειωνόταν οἱ
μισθοὶ τῶν Ἑλλήνων, διότι ἁπλούστατα στὴ διπλανὴ Βουλγαρία καὶ τὰ Βαλκάνια οἱ
μισθοὶ εἶναι οὔτως ἢ ἄλλως πολὺ μικρότεροι˙ θὰ ἐπέλεγε τὴ Βουλγαρία, βάσει τοῦ
μικρότερου κόστους. Ἡ περίπτωση νὰ μειωθοῦν οἱ ἑλληνικοὶ μισθοὶ καὶ νὰ φτάσουν
τὸ ἐπίπεδο τῶν βουλγαρικῶν καὶ βαλκανικῶν εἶναι ἀδύνατη, γιατὶ οἱ Ἕλληνες
ἐργαζόμενοι θὰ λιμοκτονοῦσαν παίρνοντας βουλγαρικοὺς μισθοὺς κι ἔχοντας τὸ
ἑλληνικὸ κόστος ζωῆς. Πρὸς τί, λοιπόν, οἱ περιορισμοὶ τῶν ἐργατικῶν κατακτήσεων;
Γιὰ νὰ ἔρθουν νὰ ἐπενδύσουν στὴν Ἑλλάδα οἱ ξένοι; Αὐτὴ ἡ περίπτωση εἶναι ἀδύνατο
νὰ συμβῇ καὶ οἱ νεοφιλελεύθεροι τὸ γνωρίζουν. Ὥστε αὐτὸ ποὺ συμβαίνει εἶναι ὅτι
οἱ ἑλληνικὲς ἐπιχειρήσεις δείχνουν τὸν πατριωτισμό τους, ἀναπτύσσονται, αὐξάνουν
τὴν πολυπόθητη ἀνταγωνιστικότητά τους, πλουτίζουν, ἐνῶ οἱ ἕλληνες ἐργαζόμενοι (πρέπει
νὰ) γνωρίζουν ὅτι θὰ καταπιέζωνται δίχως ἀντάλλαγμα. Ἐκτὸς κι ἂν ὀφείλουν οἱ
ἐργαζόμενοι νὰ «συναγωνιστοῦν» καὶ τοὺς μισθοὺς τῶν Ἰνδῶν, ὥστε τάχα νὰ ἔρθουν
στὴν Ἑλλἀδα κι ὄχι στὴν Ἰνδία οἱ δυτικὲς ἐπιχειρήσεις ποὺ τώρα πᾶνε στὴν
Ἰνδία.
Οἱ ἄνθρωποι
ποὺ εἶναι ὑπὲρ τῆς «ἀνταγωνιστικότητας» καὶ θεωροῦν ὅτι οἱ Ἕλληνες εἶναι
τεμπέληδες, θὰ πρέπει ἐπίσης νὰ ἀπαντήσουν: πῶς γίνεται οἱ Ἕλληνες νὰ
δουλεύουν περισςότερο – κατὰ μέσο ὅρο - ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους Εὐρωπαίους (σύμφωνα
μὲ τὶς ἐπίσημες στατιστικὲς μελέτες τῆς Ε.Ε, 42,2 ώρες την εβδομάδα, έναντι 37,5
του μ.ο. της Ε.Ε., για το 2004.) ἀλλὰ ταυτόχρονα νὰ πληρώνονται λιγότερο ἀπὸ
αὐτούς; Δύσκολες ἐρωτήσεις γιὰ νεοφιλελεύθερους ὑποστηρικτὲς τῆς θεωρίας τοῦ «τεμπέλη
Νεοέλληνα». Δύσκολες, γιατὶ ἡ μόνη λογικὴ ἀπάντηση εἶναι πρῶτον ὅτι δὲν εἶναι
τεμπέλης ὁ Νεοέλληνας (ὥστε νὰ τοῦ μειώσουμε ἐμμέσως τὸ μισθὸ ἢ νὰ τοῦ αὐξήσουμε
κι ἄλλο τὸ ὡράριο) καὶ δεύτερον ὅτι - ἀφοῦ δὲν εἶναι τεμπέλης ὁ Νεοέλληνας -
ὑπεύθυνοι γιὰ τὴ χαμηλὴ ἀνταγωνιστικότητα δὲν εἶναι οἱ δῆθεν τεμπέληδες
ἐργαζόμενοι, ἀλλὰ οἱ ἐλίτ, οἱ βιομήχανοι-μιζαδόροι-ἐργολάβοι-ἀερητζῆδες-ἰδιοκτῆτες
ΜΜΕ-πολιτικοί κ.ἄ., οἱ ὁποῖοι διαχειρίζονται μὲ τὸ χειρότερο τρόπο ἐπὶ τόσες
δεκαετίες τὰ κονδύλια τῆς Ε.Ε. καὶ τὸ Α.Ε.Π. τῆς Ἑλλάδας. Γιατὶ δὲν εἶναι
μακρινὴ ἡ ἐποχὴ μὲ τοὺς δεκάδες ἀερητζῆδες «ἐπενδυτὲς» ποὺ ἔπαιρναν ἐπιδοτήσεις
γιὰ νὰ φτιάξουν βιομηχανίες καὶ ἔτρωγαν τὰ λεφτὰ ὑποβάλλοντας ἐντυπωσιακὲς
μελέτες τὶς ὁποῖες δὲν ὑλοποιοῦσαν. Αὐτοὶ λοιπὸν φταῖνε, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸ
παράδοξο, νὰ δουλεύουν περισςότερο χρόνο οἱ Νεοέλληνες καὶ νὰ πληρώνονται
λιγότερο.
Καὶ γιὰ τὸ ἄλλο ζήτημα, τὸν δημόσιο τομέα, οἱ νεοφιλελεύθεροι ἔχουν
ἕτοιμες τὶς
λύσεις. «Φταίει ἡ μονιμότητα, γι’ αὐτὸ οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι δὲν
δουλεύουν.
Ἐξαιτίας τους ὁ κρατικὸς προϋπολογισμὸς δὲν πάει καλά. Ἂς τοὺς μειώσουμε
τὰ
ἐπιδόματα, ἂς τοὺς καταργήσουμε τὴ μονιμότητα, καὶ τότε θὰ δουλέψουν».
Αὐτὴ ἡ
ἄποψη εἶναι λαϊκιστικὴ καὶ σκόπιμη, γιατὶ βρίσκει πολλοὺς πρόθυμους νὰ
τὴν
πιστέψουν. Κατ’ ἀρχήν, οἱ δημόσιοι ὑπάλληλοι δὲν εἶναι «ἐντελῶς»
μόνιμοι, ἀλλὰ
ὑπὰρχει δημοσιοϋπαλληλικὸς κώδικας, ποὺ προβλέπει ἀκόμη καὶ τὴν ἀπόλυςή
τους, ἂν
αὐτοὶ ὑποπέσουν σὲ σοβαρὰ σφάλματα. «Ἁπλῶς» αὐτὸς ὁ κώδικας δὲν
ἐφαρμόζεται
πιστά, ὄχι γιατὶ οἱ κακοὶ δημόσιοι ὑπάλληλοι ἀντιστέκονται, ἀλλὰ ἐπειδὴ
οἱ
ἀνώτεροί τους (οἱ πολιτικοί, οἱ φίλοι τῶν ἐργοδοτῶν) ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν
ποιότητα
τοῦ δημοςίου καὶ γιατὶ ὑπάρχει κομματικὸ κράτος. Ἀντὶ λοιπὸν νὰ
ψεύδονται οἱ νεοφιλελεύθεροι, θὰ μποροῦσαν νὰ
ἀπαιτοῦν ἀπόλυτη, πιστή, μὲ ἐλέγχους, ἐφαρμογὴ τοῦ δημοσιοϋπαλληλικοῦ
κώδικα. Ἡ ἄρση τῆς μονιμότητας εἶναι ἀκόμη χειρότερη ἀπὸ τὴ μονιμότητα,
γιατὶ δημιουργεῖ
κομματικὸ κράτος. Δὲν ζοῦμε στὸ ἑλληνικὸ βαςίλειο τοῦ 19ου αἰ., στὸ
ὁποῖο οἱ διαδοχικὲς κυβερνήσεις ἀπέλυαν τοὺς «ὑμέτερους» καὶ προσελάμβαναν τοὺς
«ἡμέτερους» μετὰ ἀπὸ κάθε ἐκλογικὴ διαδικαςία, παραλύοντας τὸ κράτος καὶ τὴ
δημόσια διοίκηση. Φυσικά, καὶ σήμερα, ὑπὸ καθεστὼς μονιμότητας, ὑπάρχει
κομματοκρατία, ὑπάρχουν τὰ γαλάζια καὶ τὰ πράσινα παιδιά˙ φαντάζεται κανεὶς τί
ἔχει νὰ γίνει, ἀναφορικὰ μὲ τὴν ἀξιοκρατία στὸ Δημόσιο, ἂν καταργηθεῖ ἡ μονιμότητα:
οἱ ἀλῆτες θὰ ἁλωνίζουν «μὲ τὸ νόμο». Τέλος, κανεὶς δὲν ἀμφιβάλλει ὅτι πολλοὶ
δημόσιοι ὑπάλληλοι εἶναι ἀδιάφοροι ἢ τεμπέληδες. Οὔτε ὅτι στὶς ΔΕΚΟ ὑπάρχουν
πάρα πολλοὶ ἄχρηστοι ὑπάλληλοι. Ἂν ἀφήσουμε κατὰ μέρος τὴ δυνατότητα τιμωρίας
τῶν τεμπέληδων δ.ὑ. καὶ τὴν σταδιακὴ ἀπόλυση/συνταξιοδότηση τῶν πλεονάζοντων
στὶς ΔΕΚΟ, πόσο λογικὸ εἶναι νὰ πιστεύουμε ὅτι ἐξαιτίας τῶν δ.ὑ. ἐπιβαρύνεται
ὑπέρογκα ὁ κρατικὸς προϋπολογισμός; Περισςότερο ἐπιβαρύνεται ἀπὸ τὶς μίζες καὶ
τὰ εὐρωπαϊκὰ κονδύλια ποὺ κατασπαταλοῦν τρώγοντάς τα οἱ πολιτικοί, οἱ βιομήχανοι
(ἂς θυμηθοῦμε τὶς ἀναπτυξιακὲς «μελέτες» ποὺ κατέθεταν τόσοι καὶ τόσοι
βιομήχανοι ἐπὶ δεκαετίες, ὥστε ν’ ἁρπάξουν τὰ λεφτὰ τῆς Ε.Ε. καὶ νὰ καλοπερνᾶνε,
δίχως νὰ χτίσουν τὰ ἐργοστάσια, γιὰ τὰ ὁποῖα ἔλαβαν τὰ λεφτὰ) καὶ οἱ μεγάλοι
μηχανικοί. Τὰ λεφτὰ ποὺ σπαταλοῦνται, ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς δημόσιους ὑπαλλήλους
ποὺ πλεονάζουν (δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἐνῶ πλεονάζουν κάπου, λείπουν ἀλλοῦ,
π.χ. στὰ νοσοκομεῖα εἰδικὰ τῆς ἐπαρχίας καὶ στὰ χωριὰ) σίγουρα εἶναι πολὺ
λιγότερα ἀπὸ τὰ ἀπίστευτα δισεκατομμύρια καὶ τρισεκατομμύρια ποὺ κατέφαγαν,
εἰδικὰ μετὰ τὴν εἴσοδο στὴν Ε.Ε., ἀπὸ τὰ τρία πρῶτα εὐρωπαϊκὰ πακέτα «στήριξης»
(καὶ τώρα ἀπὸ τὸ τέταρτο) καὶ τὶς μίζες τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τῆς Ἀθήνας οἱ
βιομήχανοι, οἱ πολιτικοί, οἱ μεγαλοεκδότες καὶ οἱ ἐργολάβοι. Πρέπει ἄραγε νὰ
ὑπενθυμίσουμε τὰ δεκάδες ἢ
ἑκατοντάδες εὐρωπαϊκὰ κονδύλια πρὸς τὴν Ἑλλάδα, τὰ ὁποῖα, ἐπειδὴ δὲν
ἀπορροφῶνται ἀρκετὰ (κι αὐτὸ συχνᾶ συμβαίνει ἐπειδὴ οἱ ἐργολάβοι, οἱ πολιτικοί,
οἱ βιομήχανοι καὶ οἱ ἰδιοκτῆτες τῶν ΜΜΕ δὲν καταλήγουν σὲ συμφωνία γιὰ τὸ ποιὸς
θὰ φάει τί), ἐπιστρέφουν στὴν Ε.Ε., ἡ ὁποία καὶ μᾶς ξεφτιλίζει - δικαίως -
κατηγορῶντας μας ὡς χώρα; Πόσα δισεκατομμύρια ἔχουν χαθεῖ ἔτσι; Μήπως φταίει ὁ
δημόσιος τομέας κι ἐδῶ; Ἢ μήπως ἔφταιγαν οἱ δ.ὑ. ποὺ καθυστέρησαν τὴν ἀπορρόφηση
τῶν κονδυλίων κι ὄχι οἱ πολιτικοὶ ποὺ ἀδιαφόρησαν;
Ἂν λοιπὸν εἶναι νὰ ξεκινήσει μιὰ «κάθαρση», αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ
ξεκινήσει ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ τρῶν τὰ λίγα, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς Μεγάλους, ποὺ τρῶν τὰ πολλά.
Φυσικά, οἱ πολιτικοί, οἱ βουλευτές, οἱ «ἔγκριτοι δημοσιογράφοι» δὲν πρόκειται νὰ
προτείνουν κάτι τέτοιο, γιατὶ τὰ κόμματα καὶ οἱ ἐφημερίδες χρηματοδοτοῦνται καὶ
ἐλέγχονται ἀπὸ τοὺς κατεξοχὴν κλέφτες κι ἐπιβαρυντὲς τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους.
Ὡστόσο, ἐπειδὴ ὄντως ὑπάρχουν πολλοὶ δημόσιοι ὑπάλληλοι, ποὺ δὲν εἶναι τίμιοι
οὔτε ἐργατικοὶ οὔτε τηροῦν τὸν κώδικα ἐργαςίας τους, γι’ αὐτὸ οἱ πολιτικοί, ὁ
ΣΕΒ, οἱ δημοσιογράφοι βρίσκουν τὴν εὐκαιρία νὰ παραστήσουν τοὺς «ὑπερασπιστὲς
τοῦ λαοῦ» ἐνάντια «στοὺς τεμπέληδες δημόσιους ὑπαλλήλους». Καὶ ἔτσι, ἀντὶ νὰ
ἐπικρατήσει ἡ ἄποψη ὅτι πρέπει νὰ τιμωρηθοῦν οἱ κατεξοχὴν ἐγκληματίες Μεγάλοι κι
ὅτι τὰ (ἐντὸς νομίμων πλαιςίων) ἐργασιακὰ δικαιώματα τῶν δ.ὑ. πρέπει νὰ
ἐπεκταθοῦν, ἀργὰ ἢ γρήγορα, καὶ στὸν ἰδιωτικὸ τομέα, οἱ νεοφιλελεύθεροι
ἐκμεταλλευόμενοι τὴ λαϊκὴ ἀγανάκτηση κατορθώνουν νὰ καταργήσουν τὰ δικαιώματα
αὐτά, ὥστε, ἀντὶ ν’ ἀνέβει τὸ ἐπίπεδο, νὰ κατέβει: νὰ ἔχουν ὅλοι τὰ χειρότερα
δικαιώματα, τῶν ἰδιωτικῶν ὑπαλλήλων.
Κατὰ παράδοξο τρόπο, αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι συκοφαντοῦν ὡς "λαϊκιστές" ὅσους προτείνουν
φιλολαϊκά μέτρα, στὴν περίπτωση τούτη εἶναι οἱ χειρότεροι λαϊκιστές.
Υπάρχει, δηλαδή, ένας αντεστραμμένος λαϊκισμός, ο οποίος παρουσιάζει τον
ιδιωτικό τομέα ως ένα μονοκόμματο πράγμα και τον δημόσιο τομέα ως ένα
μονοκόμματο πράγμα. Στην πραγματικότητα στον ιδιωτικό τομέα δεν συμπίπτουν τα
συμφέροντα των μισθωτών με τα συμφέροντα των ιδιωτικών εταιρειών ούτε με τα
συμφέροντα των μικρών αφεντικών (τεχνικά γραφεία κ.ο.κ.). Αντίστοιχα, στον
δημόσιο τομέα δεν είναι ίδιο πράγμα οι χαμηλόμισθοι δημόσιοι υπάλληλοι με τους
υψηλόμισθους ούτε οι καταρτισμένοι (με γνώση Η/Υ κ.ο.κ.) με τους μη
καταρτισμένους οι οποίοι ωστόσο συνεχώς παρακολουθούν προγράμματα επιμόρφωσης.
Προφανώς, τα συμφέροντα των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα δεν συγκρούονται με τα
συμφέροντα των χαμηλόμισθων ή των καταρτισμένων δ.υ. - και προφανώς τα
συμφέροντα των χαμηλόμισθων δ.υ. συγκρούονται με τα συμφέροντα των ακατάρτιστων
αλλά υψιλόμισθων δ.υ. Ο παραπάνω λαϊκισμός αποσιωπά τις παραπάνω διακρίσεις,
ώστε να επιταχύνει την εφαρμογή νεοφιλελεύθερων μέτρων όχι για το Δημόσιο αλλά
και για την υπόλοιπη κοινωνία.
Επιπλέον ο αντεστραμμένος λαϊκισμός αποκρύβει ότι τα προβλήματα της ελληνικής
οικονομίας δεν οφείλονται στις οικονομικές απαιτήσεις λ.χ. ενός καθηγητή μέσης
εκπαίδευσης, αλλά κυρίως στην φοροδιαφυγή του ιδιωτικού τομέα και στις υπέρογκες
αμοιβές ορισμένων ("μεγάλων κεφαλιών") στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Είναι, για
παράδειγμα, αστείο φαινόμενο οι ιδιοκτήτες μικρών (ή και μεγάλων) εταιρειών, που
εκμεταλλεύονται την ανεργία των νέων και την παρουσία πάμφθηνων (λαθρο)μεταναστών
και ταυτόχρονα φοροδιαφεύγουν, να υψώνουν οργισμένοι τη φωνή τους για τα όσα
συμβαίνουν στον δημόσιο τομέα. (16/2/2010)
Ἡ μεγαλύτερη εὐθύνη βρίσκεται στὸ λαό, ὁ ὁποῖος ψηφίζει τοὺς κατεξοχὴν
ὑπαλλήλους τῶν Μεγάλων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν συμφέροντα ἀντίθετα στὰ δικά του. Λὲς
καὶ ὑπάρχουν μόνο δύο ψηφοδέλτια στὶς ἐκλογές.
(17/7/2005)
Τουλάχιστον, αν κάτι υπάρχει με το οποίο να ευθυμήσουμε εις βάρος των
φιλελεύθερων δημοσιογράφων των γνωστών εφημερίδων-παπαγάλων της
παγκοσμιοποιημένης, φιλελεύθερης Δύσης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα
σχολιάσουν
τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουν οι καπιταλιστικές χώρες της
Δύσης την
ανερχόμενη οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Επειδή, αργά ή γρήγορα, σε
συνθήκες
ελεύθερου εμπορίου, η Κίνα θα σαρώσει, χάρη στο πάμφθηνο εργατικό
δυναμικό της
και τις άπειρες εκτάσεις και τον πλούτο της, τις βιομηχανίες των δυτικών
κοινωνιών, οι νεοφιλελεύθεροι της Δύσης θα πρέπει να λάβουν τα μέτρα
τους. Να
επιτεθούν στην Κίνα, όπως επιτίθενται σε ασήμαντα κρατίδια που τους
αντιστέκονται τύπου Ιράκ, Σερβίας κ.λπ., είναι προς το παρόν αδύνατον
(πώς θα
κατακτούσαν τις αχανείς εκτάσεις της;) και σε λίγο (όταν τα πυρηνικά της
Κίνας
θα μπορούν να πλήξουν όλη τη Δύση) αυτοκαταστροφικό. Άρα ο μόνος τρόπος
που θ’
απομείνει είναι η επιστροφή στον παρεμβατισμό, η άμβλυνση των ρητορειών
για
ελεύθερη αγορά. Μπορεί προς το παρόν οι δυτικές εταιρείες να κάνουν
χρυσές
δουλειές στέλνοντας τα εργοστάσιά τους στην Κίνα, αλλά όταν θ’ ανοίξει η
κινεζική χοάνη, να καταπιεί όλη τη Δύση, όταν οι κινεζικές εταιρίες θ’
αγοράσουν
τις δυτικές, τότε η Δύση δε θα θελήσει ν’ αυτοκτονήσει ως σύνολο για
χάρη
μερικών εταιριών της. Τότε θα έχει πραγματικά γέλιο η προσπάθεια των
καπιταλιστών Δυτικών και των κυβερνήσεών τους, η επιστροφή στον κρατικό
παρεμβατισμό, η απαγόρευση των εισαγωγών από την Κίνα, η θέσπιση ορίων
σ’ αυτές
και άλλα «κομμουνιστικά πράγματα». Και τότε θα βλέπουμε αυτούς που ώς
τώρα δεν
βλέπουν τίποτε κακό στην ελεύθερη οικονομία να την αντιστρατεύονται
(αφού πρώτα
εξαντλήσουν τα όρια της καταπίεσης των δυτικών – και νεοελλήνων –
εργαζομένων
και δουν ότι αυτό δεν αρκούσε).
Τὰ δικά τους...Τὰ δικά μου...
Γιὰ ἀρχή:
1. Θέσπιση ἀνώτατων ὁρίων πλουτισμοῦ γιὰ ἄτομα καὶ ἑταιρεῖες. Πέρα ἀπὸ ἕνα ποσὸ
κέρδους ἀνὰ ἕτος, τὸ ἐπιπλέον θὰ διανέμεται ἴσα στοὺς ἐργαζόμενους ἢ θὰ
φορολογεῖται μὲ συντελεστὴ 90-95%.
2. Θέσπιση μέγιστης διαφορᾶς μεταξὺ τῶν ἀνώτερων καὶ τῶν κατώτατων μηνιαίων κι
ἑτήσιων ἀπολαβῶν. Πλουτισμὸς πέραν αὐτῆς συνεπάγεται τὴν κατὰ
τουλάχιστον 90% φορολόγησή
του.
3. Ἑταιρεῖες καὶ ἄτομα ποὺ φεύγουν στὸν Τρίτο Κόσμο ἢ ἀλλοῦ γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὰ
παραπάνω: δήμευση περιουσίας, ἐρήμην φυλάκιση, ἀφαίρεση ἰθαγένειας κ.λπ.
4. Ἀπαγόρευση εἰσαγωγῆς προϊόντων ἀπὸ μὴ δυτικὲς χῶρες στὶς ὁποῖες δὲν τηροῦνται
οἱ ἐλάχιστες κοινωνικὲς ρυθμίσεις τῆς Δύσης ὑπὲρ τῶν ἐργαζομένων (ὑγιεινή,
ἀσφάλεια, σύνταξη κ.λπ.) στὴ Δύση, τουλάχιστον ὅπως αὐτὲς εἶχαν νομοθετηθεῖ ὣς
τὸ 1990.
5. Κεφάλαια ποὺ ἐπενδύονται σὲ τζόγο, χρηματιστήριο καὶ μὴ ἐπιχειρηματικὲς
δραστηριότητες (π.χ. ἀγορὰ ΠΑΕ) νὰ φορολογοῦνται 90-95%.
6. Δάνεια μόνο γιὰ σοβαροὺς λόγους καὶ μόνο ὅταν ὁ ὑποψήφιος δανειολήπτης
διαθέτει ἤδη ποσό πολλαπλάσιο τοῦ μισθοῦ του στὴν ἄκρη.
7. Κατάργηση τῆς ἀρχῆς τῆς κληρονομιᾶς, ὅταν αὐτὴ συνεπάγεται πλουτισμὸ πάνω ἀπὸ
τὶς ἀνάγκες τῆς οἰκογένειας. Καθένας νὰ ἔχει σπίτι (πρώτη ἢ δεύτερη κατοικία)
τετραγωνικῶν ἀνάλογων μὲ τὰ ἄτομα ποὺ βρίσκονται στὴν οἰκογενειακή του μερίδα
(σύζυγος, παιδιά, γονεῖς), καὶ μὲ κάθε ἀλλαγὴ (γέννηση ἢ ἀποχώρηση μέλους ποὺ
ἐνηλικιώνεται) νὰ παρέχεται δωρεὰν τὸ νέο ἀντίστοιχο σπίτι στὸν καθένα.
Ἐναλλακτικὰ νὰ παρέχεται δικαίωμα σὲ καθένα νὰ ἀποκτᾶ περιουσία τόσων σπιτιῶν,
ὅσα καὶ τὰ παιδιά του, ὥστε αὐτὰ νὰ ἔχουν, ὅταν ἐνηλικιωθοῦν, ἰδιόκτητη στέγη. (14/7/2010)