ΑΛΗΘΕΙΑ:
Porta Aurea
-μποροῦμε νὰ τὴ
γνωρίσουμε; Ἂν ἀπαντήσουμε ἀρνητικά, τότε δὲν ἐμπιστευόμαστε τὶς αἰσθήσεις ἢ/καὶ
τὴ λογική μας. Δὲν ἔχει νόημα νὰ ψάχνουμε, κι ὅ,τι βρήκαμε ὣς τώρα εἶναι
φάντασμα, δικό μας δημιούργημα. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἀρνηθοῦμε στὴν λογικὴ καὶ στὶς
αἰσθήσεις μας τὴ δυνατότητα νὰ ἀνακαλύπτουν τὴν ἀλήθεια, δὲν ἔχει νόημα νὰ
μιλᾶμε γιὰ τίποτε.
-Ἡ ἔλλειψη τῆς λήθης; Ἡ
μνήμη δηλαδή; Ἀλλὰ τί μένει τελικὰ καὶ τί σχέση ἔχει αὐτὸ μὲ τὸ πραγματικὸ
γεγονός; Μένει πιθανὸν ἡ παραποίηςή του κι ὄχι τὸ γεγονὸς καθεαυτό. Ἄρα ἡ
ἀλήθεια δὲν εἶναι ἡ μνήμη.
-κοινὴ ἢ ὄχι; Ὑπάρχουν
πράγματα ποὺ εἶναι ἀληθινὰ μόνο γιὰ ἐμᾶς. Γιὰ τὸν ὑπόλοιπο κόσμο εἶναι ἀνύπαρκτα
ἢ ἀναληθῆ. Δὲν μποροῦμε ν’ ἀποδείξουμε ὅτι φάγαμε τὸ τάδε φαγητὸ πρὶν ἕνα χρόνο
ἀκριβῶς. Ὡστόσο εἶναι μιὰ πραγματικότητα, ποὺ ἁπλῶς μποροῦν νὰ τὴν πιστέψουν.
Ὅταν ὅμως μιλᾶμε γιὰ πράγματα, στὰ ὁποῖα μετέχουμε ὅλοι ἢ σχεδὸν ὅλοι πότε-πότε,
δὲν γίνεται νὰ ὑποστηρίξουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει κοινὴ ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ
μετοχὴ σὲ κάτι κοινὸ καὶ δὲ μπορεῖ νὰ δώσουμε πρωταρχικὴ σημαςία στὸ μερικό. Ὄχι
ὅτι τὸ μερικὸ δὲν παίζει κι ἐδῶ τὸν ῥόλο του, ἀλλὰ ζητᾶμε ὅ,τι ἔχει καθολικὴ
ἰσχύ. Ὅ,τι εἶναι κοινὴ διαπίστωση καὶ συναίσθηση.
-τμήμα της κατέχει ο
καθένας;
Μπορεῖ πράγματι ὁ καθένας νὰ συνεισφέρῃ στὴν ἀνεύρεση τῆς κοινῆς
ἀλήθειας, φωτίζοντας ἕνα τμῆμα τῆς πραγματικότητας, ποὺ δίχως αὐτὸν δὲ θὰ
παρατηροῦνταν. Ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ εἶναι ἡ ἐξαίρεση τοῦ κανόνα, καὶ νὰ μὴν λέει
τίποτα ἡ περίπτωςή του. Μπορεῖ κάποιος νὰ εἶναι κάτοχος σχεδὸν ὅλης τῆς ἀλήθειας,
ἢ νὰ ἔχει κατανοήσει τὰ πιὸ οὐσιώδη πράγματα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ ὁλόκληρη ἡ ἀλήθεια ἀναφέρεται
πάντα σὲ πολλούς.
-των πολλών ή των λίγων;
Οἱ πολλοὶ ἔχουν τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ μέρος τους, ὅταν δὲν πρόκειται γιὰ
ἐπιστημονικὰ ζητήματα καὶ γνώση. Οἱ λίγοι δὲν μποροῦν ν’ ἀμφισβητήσουν
ἐμπειρικὲς ἀλήθειες ποὺ δὲν εἶναι ἐπιστημονικές. Ὅμως ὑπάρχει τὸ πρόβλημα, τί
ἐμπτίμπτει στὴν ἐπιστημονικὴ δικαιοδοςία. Οἱ πολλοὶ ἀδυνατοῦν νὰ γνωρίσουν τὴν
ἐπιστημονικὴ ἀλήθεια, ἀλλὰ ὄχι λόγῳ τῆς φύσης τους. Ποῦ εἶναι τὰ ὅρια μεταξὺ τῆς
γνώσης ποὺ μόνο ἐπιστήμονες μποροῦν νὰ κρίνουν ὡς ἀληθὴ καὶ τῆς προφανοῦς
γνώσης;
-ἐξομοίωση τοῦ νοητικοῦ
μοντέλου ποὺ κατασκευάζουμε γιὰ τὴν πραγματικότητα μὲ τὴν ἐξωτερικὴ
πραγματικότητα; Ὄχι πάντα, γιατὶ ἡ τελευταία εἶναι πολὺ πιὸ πολύπλοκη καὶ ὅλα τὰ
μοντέλα εἶναι προσεγγίσεις, ποὺ γίνονται χάρι στὴν ἱκανότητα τοῦ νοῦ νὰ τὰ
κατασκευάζει. Μπορεῖ ἕνας φυσικὸς τύπος νὰ ἀντιστοιχεῖ στὴν πραγματικότητα, ἀλλὰ
ἀκόμη δὲν καταλάβαμε ἂν π.χ. τὸ φῶς εἶναι κύματα (ἄυλο) ἢ σωματίδια (ὑλικό). Στὸ
παράδειγμα τοῦ φωτὸς χρησιμοποιήσαμε τόσο τὸ μοντέλο τοῦ φωτὸς σωματιδίου-σφαίρας,
ὅσο καὶ τὸ μοντέλο τῆς συχνότητας. (14/12/03)
-ὑπάρχει
ἡ ἀλήθεια τοῦ καθενός ἢ ἡ ἀλήθεια εἶναι κοινή; Πράγματι ἡ ἀλήθεια εἶναι μία,
ἀλλὰ ἀκριβῶς ἐπειδὴ οἱ ἔσχατες ἀλήθειες δὲν μποροῦν νὰ γίνουν γνωστὲς ἀπὸ ὅλους
(ἢ ἀπὸ κανέναν), τὸ συμπέρασμα εἶναι πὼς ἀναφορικὰ μὲ τὶς ἔσχατες ἀλήθειες δὲν
ὑπάρχει μία ἀλήθεια ὡς κοινωνικὸ γεγονός, ἀλλὰ "ἡ ἀλήθεια τοῦ καθενός", ἀφοῦ
ποτὲ οἱ ἄνθρωποι δὲ θὰ συμφωνήσουν ποιὰ εἶναι ἡ ἔσχατη ἀλήθεια. Ἀναφορικὰ ὅμως
μὲ τὶς ἀλήθειες τῆς καθημερινότητας, ἡ ἀλήθεια ὄχι ἁπλῶς (ὅπως ἄλλωστε ἡ ἔσχατη
ἀλήθεια) εἶναι μία, ἀλλὰ καὶ ἀναγνωρίζεται ὡς μία, ὅτι μόνο μία μπορεῖ νὰ εἶναι.