«Γιατί στην πολλή σοφία υπάρχει πολλή λύπη, και αυτός που προσθέτει σε γνώση προσθέτει σε θλίψη» - Εκκλησιαστής 1:18
ΓΝΩΣΗ:
Porta Aurea
Υπάρχει το
"πράγμα καθεαυτό"; Κι αν υπάρχει, μπορεί η λογική να αποδειξει πως υπάρχει;
Μπορεί η λογική να αποδείξει πως επειδή ανάμεσα σε εμάς και τη φύση
παρεμβάλλονται οι αισθήσεις μας, αυτές αλλοιώνουν την αντικειμενική
πραγματικότητα; Σὰ δύσκολο δὲν εἶναι; Δὲν θὰ
ἔπρεπε ἡ ἴδια ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ νὰ ἀπαλλάξει πρῶτα τὸν ἑαυτό της ἀπὸ τὴν
κατηγορία πὼς ἑρμηνεύει τὸ σύμπαν μέσα ἀπὸ τὰ «μάτια τῆς λογικῆς»; ‘Υπάρχει
ἄραγε στὸν κόσμο μας μιὰ «τελείου γεωμετρικοῦ σχήματος» σφαίρα; Μόνο τῆς
ἀνθρώπινης λογικῆς δημιούργημα εἶναι. Μπορεῖ νὰ ἀποδειχθεῖ - ἢ νὰ μὴν ἀποδειχθεῖ -
πὼς τὸ ὅτι οἱ παγκόσμιοι φυσικοὶ νόμοι ἑρμηνεύονται μαθηματικῶς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο
εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀσυνείδητης «λογικῆς μοντελοποίησης» τῆς πραγματικότητας
ποὺ κάνει τὸ μυαλό μας ὅταν ἐπεξεργάζεται δεδομένα; Δηλαδή, ὅταν ἔχῃς μπροστά
σου τὴ σχέση ἐνέργειας-μάζας E=mc^2, δὲ σοῦ ἔρχεται ἡ ἀπορία ἂν τὸ λογικό σου
ἔχει ( αὐτόματα καὶ ἀσυνείδητα, καὶ ἐπειδὴ ἔτσι δουλεύει τὸ μυαλό )
μοντελοποιήσει τὴν πραγματικότητα ( ἡ μοντελοποίηση γίνεται μέσῳ τοῦ μαθηματικοῦ
τύπου ) ὥστε αὐτὴ νὰ εἶναι ἀναγνωρίσιμη καὶ κατανοήσιμη ἀπὸ ἐσένα; Δὲν
εἶναι ἀπαραίτητο ὅτι
ἔτσι συμβαίνει, οὔτε πὼς πρέπει νὰ ἀμφιβάλουμε γιὰ τὶς
πληροφορίες ποὺ δίνει ἡ λογική, μιὰ καὶ εἶναι οἱ μόνες ποὺ ἔχουμε:
Τὸ ἴδιο θὰ
ἔπρεπε νὰ κάνουμε ὅμως καὶ γιὰ τὴ γνώση ποὺ παρέχεται ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις.
Το "πράγμα καθεαυτό" σημαίνει
ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της πραγματικότητας και της δικής μας αντίληψης περί
πραγματικότητας. Το ζήτημα είναι, όταν λέμε "της δικής μας", τι εννοούμε;
Εννοούμε την αντίληψη του καθενός ή την αντίληψη όλων, του ανθρώπινου γένους;
Ἂν ἐννοοῦμε τὸ πρῶτο, ἴσως καταλήξουμε στὸν σολιψισμό, διότι ὁ
καθένας ζῇ στὸν κόσμο του καὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ παραδεχτεῖ ξένες πρὸς τὶς δικές
του ἐμπειρίες. Ὅταν ἐννοοῦμε τὸ δεύτερο, αὐτὸ μπορεῖ νὰ σημαίνει ἢ ὅτι κάποιος
μπορεῖ καὶ ἐπηρεάζει τοὺς πάντες, ἢ ὅτι οἱ γνῶμες τῶν ἀνθρώπων ἀλληλοεξαρτῶνται,
καὶ τελικὰ τὸ ἀποτέλεσμα (ἡ ἀνεύρεση τῆς ἀλήθειας) εἶναι ζήτημα διαλόγου καὶ
συνδυασμοῦ τῶν ἐπιμέρους ἀτομικῶν ἀπόψεων. Ὡστόσο, τὸ ὅτι, ἐπειδὴ ὅλοι, ἔχοντας
συζητήσει ἀναμεταξύ μας, συμφωνήσαμε σὲ κάτι (ΑΝ συμφωνήσουμε), ΔΕΝ σημαίνει πὼς
αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ σωστό. Τότε βέβαια προκύπτει ἴσως ζήτημα ἀποδοχῆς τῶν
αἰσθήσεων καὶ τῆς γνωστικῆς ἱκανότητας τοῦ ἀνθρώπου, πρᾶγμα ποὺ δὲν γίνεται νὰ
συζητηθεῖ, διότι εἶναι ζήτημα τόσο πίστης καὶ ἀξιωματικῆς ἀρχῆς, ὁσο καὶ
πρακτικοῦ ἐνδιαφέροντος. Ἂν δὲν δεχθοῦμε ὅτι μποροῦμε νὰ μάθουμε ΚΑΤΙ, ἔστω καὶ
λίγα, τότε θὰ ἔπρεπε νὰ ἀμφιβάλουμε γιὰ τὰ πάντα, συνεχῶς, καὶ νὰ
αὐτοκαταστραφοῦμε.
Η γνώση είναι είτε
αποφατική είτε καταφατική. Η αποφατική γνώση είναι αυτή που αποκτούμε απαντώντας
στο "τί δεν είναι" αυτό που ερευνούμε. Δεν είναι π.χ καρέκλα ούτε τραπέζι.
Αποκλείουμε κατηγορίες ώσπου να περιορίσουμε το εύρος των πιθανών εξηγήσεων.
Μετά, η καταφατική μέθοδος απαντά στο "τί είναι" και ορίζει επακριβώς αυτό που
ψάχνεις. Αν και η καταφατική μέθοδος είναι η χρησιμότερη και περισσότερο εν
χρήσει, ωστόσο η αποφατική μέθοδος βοηθά όταν δε μπορούμε να ορίσουμε κάτι με
βάσει τα χαρακτηριστικά του.