Είναι αξιοπερίεργο πώς ο ισχυρισμός «η ιστορία γράφεται από τους νικητές», πρώτον θεωρείται δεδομένο και δεύτερον συνεπάγεται ότι μια ιστορία που θα γραφόταν από τους ηττημένους θα ήταν πιο αντικειμενική. Δύο παραδείγματα, τα οποία είναι αρκετά, για να κλονίσουν τον αντίθετο ισχυρισμό που βασίζεται σε άλλα επιχειρήματα.
Στον τόπο μας, ως γνωστόν, στον Εμφύλιο κέρδισε η Δεξιά και όχι οι Κομμουνιστές. Ωστόσο, η ιστορία του Εμφυλίου γράφτηκε οριστικά (το «οριστικά» έχει σημασία, αφού μπορεί μεν αρχικά η Δεξιά να εξιστόρησε τον Εμφύλιο, ωστόσο μετά επικράτησε η αριστερή άποψη) από την Αριστερά, ενώ αυτοί που δικαιώθηκαν ιστορικά ήταν οι Αντάρτες κι όχι οι Δεξιοί. Ελάχιστοι Δεξιοί πάνε στις επετείους για την νίκη τους στον Εμφύλιο, ενώ αντίθετα, πάρα πολλοί Αριστεροί θρηνούν για την ήττα τους (και την καταδίωξή τους) και ο περισσότερος κόσμος τους συμπαθεί. Επιπλέον είναι οι του ΔΣΕ κι όχι οι Ταγματασφαλίτες αυτοί που τιμώνται περισσότερο. Συνεπώς έχουμε μία τουλάχιστον περίπτωση, όπου η ιστορία γράφεται από τους ηττημένους.
Εάν δεχτούμε ως κανόνα την άποψη ότι «η άποψη των ηττημένων για την Ιστορία είναι αντικειμενικότερη», τότε θα έπρεπε να παραδεχτούμε ότι η άποψη των Ναζί και του Γ’ Ράιχ για την Ιστορία και για τον Β’ Π.Π. είναι αντικειμενικότερη, αφού οι Ναζί και το Γ’ Ράιχ ηττήθηκαν, άρα «πρέπει να τους συμπονέσουμε και να αποδεχτούμε ως ορθότερη την εκδοχή τους». Τα ίδια και για την μουσολινική Ιταλία, την αποικιοκρατική Βρεταννία/Γαλλία, την αυτοκρατορική Ιαπωνία κ.ά. ηττημένους. Επίσης (για να προκαλέσουμε τους «αντιεξουσιαστές αντιεθνικιστές») πρέπει οι «αντιεξουσιαστές αντιεθνικιστές» να παραδεχτούν ότι η Τουρκική άποψη για το 1821 είναι η αντικειμενικότερη κι ότι η Ελληνική άποψη για την Μικρασιατική εκστρατεία είναι επίσης αντικειμενικότερη. Φυσικά ουδέποτε θα παραδέχονταν κάτι τέτοιο (ειδικά το δεύτερο) οι μεταμοντέρνοι αντιεξουσιαστές που ισχυρίζονται ότι «η ιστορία γράφεται από τους νικητές».
Εδώ έχουμε το κεντρικό ζήτημα: αυτό του «εξουσιασμού». Είναι τόσο απαράδεκτο να συμπαθήσουμε τη γνώμη του ηττημένου, απλώς και μόνο επειδή αυτός είναι ο ηττημένος, όσο το να συμπαθούσαμε την άποψη των Ναζί για τον Β’ Π.Π και για τους Εβραίους. Αυτό το συμπέρασμα οδηγεί στον πυρήνα της διαστρέβλωσης της ιστορικής ερμηνείας από τους «μεταμοντέρνους αντιεξουσιαστές»: αυτοί, οι τελευταίοι, (κάνουν ότι;) αγνοούν την ύπαρξη εξουσιασμού και εξουσιαστικής τάσης στο στρατόπεδο των κάθε λογής ηττημένων. Αγνοούν ότι οι ηττημένοι, ακριβώς όπως οι νικητές, έπασχαν από εξουσιομανία (εκτός κι αν οι Οθωμανοί, οι Ναζί, οι Γάλλοι, οι Αυστροούγγροι κ.ά. είχαν τις καλύτερες φιλελεύθερες προθέσεις) και ερμήνευαν τον κόσμο υπό το πρίσμα των δικών τους εξουσιαστικών κινήτρων και σκοπιμοτήτων. Φυσικά, μόνο «περισσότερο αντικειμενική» δεν είναι μια τέτοια αντίληψη, αυτή των (μετέπειτα) ηττημένων. Είναι πασιφανές ότι και οι ηττημένοι σχεδόν τα ίδια θα έκαναν, αν ήταν νικητές.
Με μια λέξη, οι μεταμοντέρνοι υπέρμαχοι του «η ιστορία γράφεται αντικειμενικότερα από τους ηττημένους» μπερδεύουν την ηθική με την αλήθεια. Ενώ παριστάνουν τους απελευθερωμένους από την ηθική, ωστόσο τούς πιάνει το ηθικιστικό τους και το συμπονετικό τους, ακριβώς εκεί όπου δεν έχει θέση, δηλαδή στην Ιστορία. Η συμπόνια (με τη μορφή του «η γνώμη τους είναι ενδιαφέρουσα, άρα είναι σωστή, αλλά καταχωνιάστηκε») είναι κάτι δευτερεύον και εκφράζεται προς κάποιους, μόνο όταν αυτοί το αξίζουν κι όχι επειδή ήταν οι losers της Ιστορίας.
Βέβαια, μπορεί η άποψη των ηττημένων να μην είναι η διαδεδομένη. Αυτό είναι φυσιολογικό αποτέλεσμα. Και σίγουρα επηρεαζόμαστε από τις αντιλήψεις και την ερμηνεία των νικητών (αν π.χ. είχαν νικήσει οι Ναζί, θα επικρατούσε η ερμηνεία της καταδίκης τους για εγκλήματα πολέμου;) Ωστόσο εδώ δεν πρόκειται γι’ αυτό ακριβώς. Η άποψη που είναι εσφαλμένη είναι ότι η ερμηνεία των νικητών είναι η «εξουσιαστική, σκόπιμη, διαστρεβλωμένη ερμηνεία», ενώ των ηττημένων είναι η περισσότερο (!) σωστή, η μη εξουσιαστική (!), η μη σκόπιμη (!), η μη διαστρεβλωμένη (!). Δεν υπάρχει κανείς λόγος να θεωρήσουμε ότι η άποψη των νικητών είναι ηθικώς χειρότερη από αυτή των ηττημένων. Αξίζει η έρευνα για όλες τις απόψεις, αλλά αυτή η θριαμβολογία «να η άποψη που την αποκρύβανε οι νικητές» είναι πραγματικά αφελής - όταν δεν είναι εσκεμμένη.
Πηγὴ γιὰ τέτοιες παρανοήσεις καὶ τὴ ἀπουσία διάκρισης μεταξὺ τὴς ἠθικῆς καὶ τῆς ἀλήθειας εἶναι ἡ παρανοϊκὴ ψύχωση ὑπὲρ τῶν κάθε εἴδους "αἱρετικῶν". Τὸ ὅτι κάποιος ἔχει ἀπόψεις μειοψηφικὲς καὶ διαφορετικὲς ἀπὸ τῶν ὑπόλοιπων δὲν συνεπάγεται τίποτε γιὰ τὴν ἐγκυρότητα τῶν ἀπόψεων αὐτῶν - εἰδικὰ τῶν ἠθικῶν "αἱρετικῶν"ἀπόψεων. Ὅμως αἱρετικὸς στὴν ἐποχή του ἦταν καὶ ὁ Χίτλερ, αἱρετικοὶ εἶναι καὶ οἱ ἀρνητὲς τοῦ ἐβραϊκοῦ Ὁλοκαυτώματος, "αἱρετικοὶ" εἶναι καὶ οἱ ἀμερικανοὶ Δημιουργιστές, οἱ οποῖοι ὑποστηρίζουν, ἐνάντια σὲ ὅ,τι πιστεύει ὁ δυτικὸς κόσμος, ὅτι ὁ κόσμος ἔγινε σὲ ἑπτὰ ἡμέρες. Ἡ ἠθικιστικὴ χροιὰ τοῦ προσδιορισμοῦ "αἱρετικὸς" ὀφείλεται στὴν ἄγρια καταδίωξη τῶν χριστιανῶν αἱρετικῶν ἀπὸ τὶς κυριαρχοῦσες Ἐκκλησίες. Ἀλλὰ δὲν μπορεῖ, ἐπειδὴ πρὶν 200 ἢ 1000 χρόνια οἱ θρησκευτικὰ κυρίως αἱρετικοὶ διώκονταν, σήμερα ὁ (αὐτο)προσδιορισμὸς τοῦ "αἱρετικοῦ" νὰ συνεπάγεται κάποια συμπάθεια καὶ τὴν ἠθικὴ καὶ ἐπιστημονικὴ ἀνωτερότητα τῶν ἀπόψεών του. Γιατὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ διαπιστώσει πὼς σήμερα οἱ λεγόμενοι "αἱρετικοὶ" ὄχι ἁπλῶς δὲν διώκονται, σουβλίζονται, καίγονται καὶ ἄλλα τέτοια τρομερά, ἀλλὰ ἔχουν ἴση ἢ καὶ ἰσχυρότερη κοινωνικὴ καὶ θεσμικὴ ἐξουσία ἀπὸ τοὺς μὴ "αἱρετικούς". Ἔτσι, τὸ νὰ εἶναι κανεὶς παγανιστής, ἄθεος, ἑτερόδοξος χριστιανός, ἀναρχικός, ὁμοφυλόφιλος, μειονοτικός, ὄχι μόνο δὲν συντελεῖ στὸ νὰ ὁδηγεῖται στὰ μπουντρούμια, ὄχι ἁπλῶς τοῦ ἐπιτρέπεται δίχως κυρώσεις (ἀπὸ τὴν ἀκόμη ἀριθμητικὰ ὑπέρτερη μερίδα τῶν "μὴ αἱρετικῶν") νὰ ἐπιτίθεται μὲ κάθε μέσο, ἠθικὸ καὶ μή, νόμιμο καὶ μή, ἐναντίον τῶν "μὴ αἱρετικῶν", ἀλλὰ καὶ ἔχει ἰσχυρὴ πρόσβαση στὴν πολιτικο-κοινωνικο-οἰκονομικὴ ἐξουσία (ἀλλιῶς δὲν ἐξηγεῖται λ.χ. ὅτι στὰ μμε κυριαρχοῦν τέτοιοι ἄνθρωποι καὶ ἀπόψεις παρόμοιες μὲ τοὺς κατ' ἐπίφαση αἱρετικούς καὶ τὶς ἀπόψεις τους). Ἡ αἱρετικότητα λοιπὸν δὲν εἶναι παρὰ μιὰ τακτική, μιὰ διαφημιστικὴ ταμπέλα, ὥστε νὰ ἐπιτυγχάνεται ἡ συμπάθεια πρὸς τὶς "ἀλήθειες" τοῦ αἱρετικοῦ μέσω τοῦ ναρκωτικοῦ, τῆς δῆθεν δίωξης τοῦ ψευδο-αἱρετικοῦ, τὸ ὁποῖο ἀναστέλλει τὴν κριτικῆ σκέψη. Γιατὶ, ἂν θέλουμε νὰ ἔχουμε ἕναν ὁρισμὸ τοῦ αἱρετικοῦ, αὐτὸς δὲν γίνεται νὰ εἶναι ὅποιος ἐλεύθερα κι ἀκαταδίωκτα βρίζει καὶ συκοφαντεῖ ἢ ἁπλῶς ἀντιμάχεται τὶς κυρίαρχες ἀπόψεις, ἀλλὰ ὅποιος πληρώνει μὲ τὴ ζωή του τὴν ἐμμονή του στὶς ἀπόψεις αὐτὲς - δίχως πάλι τὸ τελευταῖο νὰ συνεπάγεται κάτι ὑπὲρ ἢ κατὰ τῆς ὀρθότητάς τους.